Τα μαλακά στρώματα πρέπει να αποβάλλωνται, γιατί είναι αιτία πολλών κακών. Η διαφορά της κλίνης από την στρωμνή.
Στο αισθητήριο της αφής αναφέρονται ακόμη και τα παχειά στρώματα, τα διπλά και πουπουλένια μαξιλάρια και όσα συντείνουν στην ανάπαυσι και τα οποία επίσης πρέιπει να τα απωθής ως αίτια ψυχικής βλάβης σε όλους, ναι, και στους γέροντες, αλλά κυρίως σε μας τους νέους˙ γιατί απαλύνουν το σώμα και το βυθίζουν σε ύπνο διηνεκή1˙ το θερμαίνουν υπερβολικά και έτσι προξενούν τις
αναζωπυρώσεις της επιθυμίας. Γι’ αυτό και ο μην προφήτης Αμώς λέει: «Αλλοίμονο σ’ αυτούς που ξαπλώνουν σε ανάκλιντρα στολισμένα με ελεφαντόδοντο» (Αμώς 6,4)˙ αφ’ ετέρου ένας γέροντας, όταν κάποτε ρωτήθηκε από έναν αδελφό τί να κάνω, επειδή πολεμούμαι από το πάθος της πορνείας, απάντησε: «Φυλάξου από την πολυφαγία, την κατάκρισι και από όλα όσα ερεθίζουν αυτό το πάθος».
Αλλά ο αδελφός, μετά από όλες αυτές τις προφυλάξεις, δεν εύρισκε καμμία θεραπεία στο πάθος του και πηγαίνοντας συχνά στον γέροντα του γινόταν φορτικός˙ τότε σηκώνεται εκείνος ο καλός γέροντας κα πηγαίνει στο κελλί του αδελφού˙ και όταν είδε την παχειά κλίνη που κοιμόταν, είπε: «Ιδού! Αυτή είναι η αφορμή του πολέμου σου, αδελφέ!» (Στο γεροντικό).
Και ο Ηρακλείδης αναφέρει στο Λαυσαϊκό, ότι ο Ιουβίνος ο θαυμάσιος επίσκοπος Ασκάλωνας, επειδή κάποτε στο Πηλούσιο όρος από τη φοβερή ζέστη του ηλίου που είχε εκείνη την ημέρα έπλυνε λίγο τα χέρια του και τα πόδια του και έστρωσε στη γη ένα δέρμα καμήλας για να αναπαυθή, εμφανίστηκε η αγιώτατη μητέρα του και του είπε: «Παιδί μου, πώς τολμάς και κολακεύεις τόσο το σώμα σου σε τόσο νέα ηλικία; Αυτό, όσο περισσότερο το φροντίζεις, τόσο περισσότερο αγριεύει σαν φίδι εναντίον σου για να σε θανατώση. Είμαι εξήντα χρονών γριά και ως τώρα δεν έβρεξα ούτε τα πόδια μου, ούτε το πρόσωπό μου, παρά μόνο τις άκρες των χεριών μου˙ αν και έπαθα τόσες αρρώστιες και οι γιατροί με υποχρέωσαν να κάνω λουτρά και άλλες θεραπείες του σώματος, εγώ όμως ποτέ δεν θέλησα να εμπιστευθώ και να κολακέψω το σώμα, γνωρίζοντας την έχθρα που υπάρχει μεταξύ αυτού και της ψυχής. Γι’ αυτό, παιδί μου, ούτε και σε κλίνη ποτέ ως τώρα δεν ξάπλωσα να αναπαυθώ».
Να, για το στρώσιμο ενός καμηλοδέρματος! Να, για λίγο πλύσιμο πόσος έλεγχος και πόση υπόμνησι έγινε, από ποιόν; Από μια αδύναμη γυναικεία φύσι. Και προς ποιόν; Προς έναν άνδρα ισχυρής φύσεως. Ώ ντροπή, ώ αισχύνη! Βλέπεις, αδελφέ, πόση ακρίβεια και προφύλαξι απαιτείται και μάλιστα από τους νέους; Γνωρίζοντας αυτό ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιωάννης, εκείνος ο ελεήμονας, δέχθηκε μεν εκείνο το πολύτιμο σκέπασμα που του πρόσφερε κάποιος άρχοντας, γιατί είδε ότι δεν είχε˙ όμως δεν σκεπάσθηκε μ’ αυτό ο αείμνηστος αλλά παλεύοντας όλη την νύκτα με τους λογισμούς του και μεμφόμενος τον εαυτό του γιατί αυτός έχει ένα τόσο πολύτιμο σκέπασμα, ενώ πολλοί αδελφοί δεν έχουν ούτε ψάθα να στρώσουν, το πέταξε μακριά από το κρεββάτι του και το πρωί έστειλε αμέσως και το πούλησε στην αγορά και μοίρασε το αντίτιμο στους πτωχούς. Να σε ποια καλά μεταχειρίζονταν τα σχετικά με την ανάπαυσι της σάρκας, που ήταν περιττά και όχι αναγκαία, οι αρχιερείς της τότε εποχής. Ακόμη άκουσε ποια είναι η διαφορά της κλίνης από τη στρωμνή. Ο προφήτης Δαβίδ διαφοροποιεί στους ψαλμούς την κλίνη από τη στρωμνή: «Λούζω κάθε νύκτα το κρεββάτι μου, με δάκρυα πλημμυρίζω το στρώμα μου» (Ψαλμ. 6,7). Ονομάζει κλίνη το κοινώς λεγόμενος κρεββάτι που είναι κατασκευασμένο για τον ύπνο˙ και στρωμνή τον κοινώς λεγόμενο κοιτώνα, που είναι ετοιμασμένος μόνο για καθέδρα. Εάν λοιπόν η στρωμνή σου είναι στρωμένη με μαλακά στρώματα, αυτό δεν βλάπτει, νομίζω, επειδή αφορά και την ανάπαυσι των ξένων αδελφών.
Όλοι οι κληρικοί δεν πρέπει να παίζουν παιχνίδια, ούτε να λούζωνται.
Στην αφή αναφέρονται και τα χαρτιά και οι κύβοι και όλα όσα παίζει κανείς με τα χέρια του ˙ γι’ αυτό, παρακαλώ και πολύ σε παρακαλώ, ν’ απέχης εντελώς απ’ αυτά. Γιατί είναι άπρεπο και όλως διόλου ξένο προς τον υψηλό χαρακτήρα του λειτουργήματός σου, να παίζης τέτοιου είδους παιχνίδια και να προξενής μεγάλο σκάνδαλο στους χριστιανούς˙ και όχι μόνο αυτό, αλλά είναι και καθαιρετικό της αρχιερωσύνης. Γιατί ο μβ’ κανόνας των Αγίων Αποστόλων ορίζει τα εξής: «Επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος που παίζει κύβους ή μεθά, πρέπει ή να σταματήση ή να καθαιρεθή». Και επί πλέον, προχωρώντας ακόμα πιο πέρα οι θείοι Απόστολοι, αφορίζουν και αυτούς τους λαϊκούς που καταγίνονται με αυτά στον μγ’ κανόνα. Αλλά τί λέω ότι δεν πρέπει να παίζης αυτά τα παιχνίδια; Ούτε καν να βλέπης αυτούς που τα παίζουν δεν πρέπει. Έτσι το νομικό του Φωτίου (τίτλ. Θ’ κεφ. κζ’) λέει ότι θεσπίζει η λθ’ διάταξι του α’ βιβλίου του κώδικα: «Όποιος επίσκοπος ή κληρικός παίζει κύβους ή άλλα τέτοιου είδους παιχνίδια, ή έχει επαφές μ’ αυτούς που τα παίζουν, ή κάθεται κοντά τους και τους βλέπει όταν παίζουν, να αφορίζεται από κάθε ιερή λειτουργία και να μη λαμβάνη το σιτηρέσιο που δίνεται από την επισκοπή ή τον κλήρο του, ώσπου να μετανοήση μέσα σε καθορισμένο χρονικό διάστημα που του δόθηκε για να μετανοήση, επιμένη στην κακία του, να εκδιώκεται τελείως απ’ τον κλήρο μαζί με την περιουσία του και να γίνεται βουλευτής, δηλαδή κοσμικός αξιωματούχος εκείνης της πολιτείας στην οποία ήταν κληρικός». Αλλά και η ρκγ’ νεαρά του Ιουστινιανού, σύμφωνα με τον Αρμενόπουλο, προστάζει ν’ αφορίζωνται οι κληρικοί που ασχολούνται με μέθες και κύβους και να κλείνωνται σε μοναστήρι. Και δεν μιλώ για τα άλλα κακά που συμβαίνουν σε όσους παίζουν χαρτιά και λοιπά παιχνίδια, για τα οποία ο θείος Χρυσόστομος είπε: «Η ενασχόλησι με τα τυχερά παιχνίδια πολλές φορές προξένησε βλασφημίες, ζημιές, οργή, κακολογίες και μύρια άλλα κακά χειρότερα απ’ αυτά» (Λόγ. ιε’ Ανδριάντ). Αλλά και ο Αριστοτέλης μολονότι ήταν εθνικός, κατατάσσει τους παίκτες των ζαριών και τους χαρτοπαίκτες, μαζί με τους κλέφτες και τους ληστές λέγοντας: «Αυτός που παίζει ζάρια και ο λωποδύτης και ο ληστής είναι ανελεύθεροι, γιατί είναι αισχροκερδείς» (Ηθικά Νικομάχ. Βιβλ. δ’).
Με την αφή σχετίζεται και το λούσιμο του κεφαλιού και το πλύσιμο των ποδιών, για τα οποία άκουσες πιο πάνω από την αγιώτατη ανάμεσα στις μονάζουσες μητέρα του Ιουβίνου, πόσο βλαπτικά είναι για το νεανικό σώμα˙ γι’ αυτό και πολλοί αββάδες, όπως διαβάζουμε στα γεροντικά, όταν αναγκάσθηκαν να διασχίσουν ποτάμια, επειδή ντρέπονταν όχι απλά να πλυθούν, αλλά και μόνο να γυμνώσουν τα πόδια τους, αρπάζονταν από θείο Άγγελο και στη στιγμή βρισκόταν στην άλλη όχθη των ποταμών. Το ότι η αποχή από τα λουτρά είναι ανδρείο πράγμα, το διδάσκει και ο άγιος Διάδοχος, ο επίσκοπος Φωτικής˙ διότι λέει: «Το να απέχης από τα λουτρά, λέω ότι είναι ανδρείο πράγμα και σωφρονέστατο˙ γιατί ούτε το σώμα μας εκθηλύνει εκείνη η ηδονική υγρασία, ούτε όμως φθάνουμε στην υπόμνησι της άδοξης γύμνιας του Αδάμ, για να φροντίσουμε να σκεπάσουμε με τα φύλλα εκείνου τη δεύτερη πρόφασι της αισχύνης ιδιαίτερα μάλιστα όσοι οφείλουν να ενώσουν την αγνότητα του σώματος με το κάλλος της σωφροσύνης» (Κεφ. νβ’)2. Εκτός βέβαια αν κάποιος λούεται από ανάγκη κάποιας ασθένειας.
Υποσημειώσεις.
1. Είναι αλήθεια παράξενο πράγμα να σκέφτεται κανείς, ότι ο Θεός έκανε μεγάλη ευεργεσία στον άνθρωπο και αφού παρέβηκε τη θεία εντολή, τον έντυσε με δερμάτινους χιτώνες˙ δηλαδή του έδωσε μία σάρκα σκληρότερη και παχύτερη, για να μπορή να αντέχη τις μεταβολές του αέρα, την ζέστη του καλοκαιριού και το ψύχος του χειμώνα και όλες τις άλλες μεταβολές που αναγκαία ακολουθούν σ’ αυτόν τον θνητό βίο˙ γιατί έτσι ο θεολόγος Γρηγόριος ερμηνεύει τους δερμάτινους χιτώνες λέγοντας για τον Αδάμ: «Ντύθηκε με τους δερμάτινους χιτώνες, ίσως την παχύτερη σάρκα και θνητή και αντίτυπο» (Λόγ. εις τα Γενέθλ.). Αλλά οι τρυφηλοί άνθρωποι, που φορούν μαλακά ενδύματα και κοιμούνται σε μαλακές και πουπουλένιες κλίνες, εναντιώνονται σε αυτή τη θεία ραπτική, για να το πω έτσι και στη σοφή ενδυμασία τη σχετική με τον άνθρωπο. Γιατί απαλύνουν τόσο πολύ μ’ αυτά τα σώματά τους, ώστε δεν μπορούν να υποφέρουν χωρίς πόνο και αναστεναγμούς, όχι τις προσβολές των πληγών και τις μεταβολές των ανέμων και τις ενοχλήσεις του κρύου και του καύσωνα, αλλά ούτε το άγγιγμα μίας μύγας και γι’ αυτό υπάρχει στις ιστορίες ένα πολυθρύλητο διήγημα. Ο βασιλιάς Δομετιανός, ο οποίος δεν υπέφερε τα αγγίγματα των μυγών, τις κυνηγούσε πάνω κάτω σαν ανόητος και αντί να είναι βασιλιάς της Ρώμης, έγινε κυνηγός μυγών. Είναι στ’ αλήθεια θέαμα άξιο γέλοιου και κάθε ντροπής, το να μην υποφέρη κανείς, όχι λόγω ασθενικής κράσεως, αλλά λόγω κακής συνήθειας, εκείνο το οποίο πρέπει να υποφέρη κάθε άνθρωπος που γεννήθηκε σε αυτόν τον πρόσκαιρο βίο! Και ακόμα λέω ότι τα πουπουλένια στρώματα και τα πολυτελή παπλώματα δεν κάνουν μόνο το σώμα τόσο υπέρ του δέοντος απαλό, αλλά ούτε και γλυκό και αναπαυτικό ύπνο προκαλούν. Γιατί ο γλυκός ύπνος προκαλείται: α) από τους πολλούς κόπους της μέρας, οι οποίοι και πάνω σε ξερή πέτρα κάνουν τον ύπνο γλυκύτατο˙ γι’ αυτό και ο Σολομών είπε για τους κουρασμένους δούλους: «Ο ύπνος του δούλου είναι γλυκός, είτε φάει λίγο είτε πολύ» (Εκκλ. 5, 11)˙ και β) από την ατάραχη καρδιά. Γι’ αυτό και ο σοφός Νείλος είπε: «Είναι προτιμώτερο να ζης πάνω σε στοιβάδα ( η οποία είναι ακανθώδης θάμνος) και να έχης θάρρος, παρά να έχης χρυσή κλίνη και να είσαι ταραγμένος».
2. Βλέπε όμως και στη θεία Γραφή τα ολέθρια και πάρα πολύ βλαβερά για την ψυχή αποτελέσματα των λουτρών. Γιατί η Βηρσαβεέ πόσων κακών αιτία έγινε με το να λουσθή. Και η μακάρια Σωσάννα, αν ο Κύριος δεν επέσπευδε την βοήθειά του μέσω του Δανιήλ, επρόκειτο να βρεθή λιθοβολημένη. Και αφορμές όλων αυτών υπήρξαν τα λουτρά.
Από το βιβλίο: Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο ή περί φυλακής των πέντε αισθήσεων, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Εκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγίου Ορους. Μάιος 2013. Επιμέλεια: Ιερομόναχος Βενέδικτος (Αγιορείτης).
Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.