Η παράδοσι της Εκκλησίας μας αναφέρει, πως όλοι οι Απόστολοι του Κυρίου, πλην του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Ανάμεσά τους και ο Απόστολος Βαρθολομαίος, ο οποίος κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο έφθασε στην Αρμενία, όπου συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες και σταυρώθηκε.
Το Άγιο Λείψανό του τοποθετήθηκε σε μαρμάρινη θήκη (λάρνακα) και κρύφθηκε από τους Χριστιανούς στην Θυρβανούπολι, όπου επιτελούσε καθημερινά πολλά και μεγάλα θαύματα.
Κάποιοι εχθροί, όμως, του Χριστιανισμού, που δεν υπέφεραν την θαυματουργική δύναμι του Αγίου Λειψάνου, έκλεψαν την λάρνακα και την έρριξαν στην θάλασσα μαζί με τα λείψανα τεσσάρων άλλων Μαρτύρων, του Παπιανού, του Λουκιανού, του Γρηγορίου και του Ακακίου.
Ως εκ θαύματος, όμως, καμμία από τις πέντε λάρνακες δεν έμεινε στον τόπο όπου τις έρριξαν οι άπιστοι. Άρχισαν να ταξιδεύουν στην θάλασσα. Πέρασαν τον Εύξεινο Πόντο και τα στενά του Ελλησπόντου, μπήκαν στο Αιγαίο και η κάθε λάρνακα πήρε τον δικό της δρόμο.
Η λάρνακα με το Άγιο Λείψανο του Αποστόλου Βαρθολομαίου, αφού πέρασε το Αδριατικό Πέλαγος έφθασε στην νήσο Μπάρα, όπου ο Επίσκοπος Αγάθων, κατόπιν θείας αποκαλύψεως, κατέβηκε στην παραλία με πλήθος κόσμου για να προλάβη την λάρνακα με τον ανεκτίμητο θησαυρό.
Πού έπρεπε όμως να οδηγηθή η λάρνακα, για να κτισθή Εκκλησία στο όνομα του Αγίου; Οι γνώμες διχάστηκαν. Ο καθένας ήθελε την λάρνακα στο δικό του μέρος. Μάταια προσπαθούσαν να την σύρουν προς την κατεύθυνσι που ήθελαν οι διαφωνούντες. Η λάρνακα δεν έλεγε να μετακινηθή.
Ο Επίσκοπος Αγάθων, καταλαβαίνοντας πως αυτό ήταν ένα σημάδι από τον Άγιο, έδεσε την λάρνακα με χοντρά σχοινιά πίσω από δύο νεαρά μοσχαράκια και τα πρόσταξε να προχωρήσουν μόνα τους προς όποια κατεύθυνσι ήθελαν και να υποδείξουν το σημείο στο οποίο ο Άγιος επιθυμούσε να κτισθή η Εκκλησία του.
Τα μοσχαράκια, αν και νεαρά και αδύναμα, άρχισαν να σέρνουν με μεγάλη ευκολία την βαρειά λάρνακα με το Άγιο Λείψανο, που τόσοι γεροδεμένοι άνδρες πριν λίγο δεν μπορούσαν να μετακινήσουν ούτε και κατά ένα εκατοστό. Σταμάτησαν μόνο εκεί όπου ήταν το θέλημα του Αγίου. Στον τόπο εκείνο, Επίσκοπος και λαός έκτισαν μεγάλη Εκκλησία στο όνομα του Αγίου Αποστόλου Βαρθολομαίου.
Κατά τον ίδιο τρόπο ετάφη και το άγιο λείψανο του Οσίου Αντωνίου. Ο Όσιος Αντώνιος ο Νέος καταγόταν από την Βέροια. Υπηρέτησε σε κάποιο Μοναστήρι στην Περαία για πολλά χρόνια, αλλά προς το τέλος της ζωής του έζησε ασκητικά σε τόπο ερημικό και πέθανε σε ηλικία ενενήντα χρόνων.
Όταν ανακαλύφθηκε από κυνηγούς το άγιο λείψανό του και μεταφερόταν με τιμές για να ενταφιασθή, ξέσπασε φιλονικία μεταξύ των Χριστιανών της Βέροιας και των Χριστιανών Περαίας. Τελικά συμφώνησαν να αφήσουν στον Άγιο την λύσι του προβλήματος.
Έβαλαν λοιπόν το άγιο λείψανό του σε μία άμαξα, έζεψαν δύο βόδια για να την σύρουν και προσευχήθηκαν στον Άγιο να τα καθοδηγήση στον τόπο όπου ο ίδιος ήθελε να ταφή.
Τα βόδια προχώρησαν με ταχύ ρυθμό, πέρασαν το ποτάμι και πήγαν κατ’ ευθείαν στην Βέροια. Τελικά σταμάτησαν έξω από το πατρικό σπίτι του Αγίου, σαν να τους υποδείκνυαν ότι εκεί ήθελε να ταφή ο Άγιος. Και πράγματι, εκεί ετάφη με τιμές το άγιο λείψανό του.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΖΩΑ
Πολλά εποίησας συ, Κύριε ο Θεός μου,
τα θαυμάσιά σου, και τοις διαλογισμοίς σου
ουκ έστι τις ομοιωθήσεταί σοι.
ΨΑΛΜΟΣ 39: 6
Από το βιβλίο: Η Ζωοφιλία των Αγίων και η Αγιοφιλία των ζώων. Επιμέλεια, Σίμωνος μοναχού.
Εκδόσεις «Ο Αγιος Στέφανος»
ΑΘΗΝΑΙ 2006
Τη Σεπτή ευλογία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου
κ. κ. Βαρθολομαίου
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.