Περί νόμου πνευματικού (Κεφ. 1-26) – Αγίου Μάρκου του ασκητού.

1.Επειδή πολλάκις ηθελήσατε να μάθετε, πώς ο νόμος του Θεού είναι πνευματικός, όπως λέγει ο Παύλος, ποίαν δε γνώσιν πρέπει να έχουν, αλλά και τί να κάμνουν εκείνοι που θέλουν να τον φυλάξουν, δια τούτο, κατά την δύναμίν μου σας λέγω τα εξής:
2. Πρώτον ότι γνωρίζομεν, πως ο Θεός είναι η αρχή, η μεσότης και το τέλος κάθε αγαθού. Το δε αγαθόν είναι αδύνατον να ενεργηθή ή να πιστευθή ειμή μόνον εν Ιησού Χριστώ και Αγίω Πνεύματι.
3. Κάθε αγαθόν εδωρήθη εις τον άνθρωπον υπό του Κυρίου, όπως το πολλαπλασιάση. Και όστις πιστεύει έτσι, δεν θα χάση το δώρημα.
4. Η τελεία πίστις είναι ισχυρός πύργος. Ούτω δε, ο Χριστός μεταμορφούται εις ό,τι χρειάζεται ο πιστεύων.

5. Σε κάθε προσπάθειάν σου να προηγήται ο Θεός, που είναι αρχή παντός αγαθού, δια να γίνη όπως θέλει ο Θεός η επιδίωξίς σου.
6. Ο ταπεινόφρων, που εργάζεται γνωσίως πνευματικώς, όταν μελετά τας θείας Γραφάς, όλα τα νοήματα αναφέρει εις τον εαυτόν του, και όχι εις τον πλησίον. (Εν αντιθέσει με τον εμπαθή, που τα αναφέρει εις τον προς ον έχει πάθος).
7. Παρακάλει τον Θεόν, δια να σου ανοίξη τα πνευματικά μάτια σου, και ούτω να κατανοήσης την μεγάλην ωφέλειαν της προσευχής και της αναγνώσεως, που γίνονται με αίσθησιν ψυχής.
8. Όστις έλαβε χάρισμα πνευματικόν και συμπάσχει με τους μη έχοντας αυτό το χάρισμα, φυλάσσει ακέραιον το δώρημα του Θεού, δια της συμπαθείας που αισθάνεται. Ο δε αλαζών, από τους εγκαθέτους λογισμούς της αλαζονείας του ασφαλώς θα το χάση.
9. Το στόμα του ταπεινόφρονος λαλεί πάντοτε αλήθειαν. Εκείνος δε που αντιλέγει προς αυτήν, ομοιάζει με τον υπηρέτην εκείνον, που ερράπισε τον Κύριον επί την σιαγόνα (Ιωάν. ιη’ 22).
10. Πρόσεχε μη γίνης μαθητής του αυτοεπαινουμένου, δια να μη μάθης υπερηφάνειαν αντί ταπεινοφροσύνης.
11. Πρόσεχε μη επαρθής εμπαθώς, όταν συλλάβης υψηλά νοήματα εκ της Γραφής, δια να μη παγιδευθή ο νους σου μέσα στο πνεύμα της βλασφημίας.
12. Μη προσπαθής να επιλύσης κανένα δύσκολον πνευματικόν πρόβλημα, φιλονεικών με τους έχοντας διάφορον γνώμην. Αλλά να χρησιμοποιής τα μέσα που τους επιβάλλει ο πνευματικός νόμος. Δηλαδή την προσευχήν, την υπομονήν και την απλότητα της ελπίδος.
13. Είναι τυφλός εκείνος που κράζει «Υιέ Δαβίδ, ελέησόν με» (Λουκ. ιη’, 38). Ωσαύτως τυφλός είναι και εκείνος που μη έχων ακόμη πνευματικήν γνώσιν, προσεύχεται σωματικώς.
14. Όταν ο πρώην τυφλός ανέβλεψε και είδε τον Κύριον, δεν τον ωνόμαζε πλέον υιόν Δαβίδ, αλλά υιόν Θεού ομολογήσας, προσεκύνησε (Ιωάν. θ’, 38).
15. Όταν χύνης δάκρυα εις την προσευχήν σου, πρόσεχε μη υπερηφανευθής, διότι δεν είναι ιδικά σου. Ο Χριστός ήγγισε τα πνευματικά μάτια σου και ανέβλεψες νοερώς.
16. Όστις, μιμούμενος τον τυφλόν, απέβαλε το ιμάτιον της εμπαθείας του, και ήγγισε τον Χριστόν, αυτός καθίσταται ακόλουθός του και κήρυξ των υψηλοτέρων δογμάτων.
17. Η κακία που ανακυκλούται εις τον νουν και μελετάται συνεχώς, αυξάνει την εμπάθειαν της ψυχής. Αντιθέτως, αναιρουμένη δια της εν πράξει εγκρατείας και της εν προσευχή ελπίδος, συντρίβει την καρδίαν.
18. Υπάρχει συντριμμός της καρδίας ομαλός, ειρηνικός και ωφέλιμος, που προκαλεί κατάνυξιν. Υπάρχει και άλλος, μη ομαλός, ταραχώδης και βλαβερός, όστις πλήττει την καρδίαν, διότι είναι εμπαθής.
19. Με την αγρυπνίαν, την προσευχήν και την υπομονήν εις τους πειρασμούς, προκαλείται συντριβή της καρδίας ασφαλής και ωφέλιμος. Χρειάζεται μόνον προσοχή, μήπως έτερον πάθος διασπάση την ενότητα της ψυχής. Όστις υπομένει εις την κατάστασιν αυτήν θα βοηθηθή και εις άλλας εναντιότητας. Εκείνος δε, που αμελεί την αγωγήν αυτήν και διέρχεται τον βίον του αναλγήτως, θα πονέση αφόρητα κατά τον θάνατόν του.
20. Η φιλήδονος καρδία, κατά τον καιρόν του θανάτου, θα αποδειχθή ότι ήτο αλυσοδεμένη σε φυλακήν. Αντιθέτως, η φιλόπονος καρδία, θα φανερωθή ότι είναι ανοικτή θύρα, προς την αινιότητα.
21. Η σκληρά καρδία αποβαίνει σιδηρά πύλη, που οδηγεί εις την πόλιν, η οποία παραμένει κλειστή. Αλλά εις τον κακοπαθούντα και θλιβόμενον, η σιδηρά πύλη, θα ανοιγή αυτομάτως, όπως συνέβη εις τον Απόστολον Πέτρον (Πράξ. ιβ’ 10).
22. Βεβαίως είναι πολλοί οι τρόποι της προσευχής, διάφορος ο ένας από τον άλλον και ουδείς εξ αυτών είναι βλαβερός, εκτός και αν δεν είναι προσευχή αλλά σατανική ενασχόλησις (δηλαδή όταν γίνεται με υπερήφανον διάθεσιν).
23. Θέλων κάποιος να κάμη κάτι κακόν, προηγουμένως προσηυχήθη κατά την συνήθειάν του. δια την προσευχήν του αυτήν, ο Θεός, έφερε τα πράγματα έτσι, ώστε δεν έκαμε το κακόν και κατόπιν ευχαρίστησε θερμώς τον Κύριον.
24. Ο βασιλεύς Δαβίδ, όταν ηθέλησε να φονεύση τον εκ Καρμήλου Νάβαλ, σκεφθείς την ανταπόδοσιν εκ Θεού, ήλλαξε γνώμην και ηυχαρίστησε τον Θεόν. Εκ του άλλου πάλιν γνωρίζομεν, ποία κακά έκαμε, όταν ελησμόνησε τον Θεόν. Και δεν σταματούσε την μοιχείαν και την αμετανοησίαν του έως ότου ο Προφήτης Νάθαν του ενεθύμισε τον Θεόν.
25. Κατά τον καιρόν που ενθυμείσαι τον Θεόν, αύξησε την δέησίν σου, όπως, όταν πέσης εις λήθην Θεού, ο Κύριος, σε επαναφέρη εις την μνήμην του.
26. Όταν μελετάς τας θείας Γραφάς, φρόντιζε να εμβαθύνης εις τα κρυπτά νοήματά των. Διότι, όπως λέγει ο Απόστολος, όσα προεγράφησαν όλα αποβλέπουν εις την προσωπικήν μας οικοδομήν (Ρωμ. ιε’, 4).

Από το βιβλίο: «Πάντα πώλησον, Μάρκον αγόρασον».

Εκδόσεις: Ιερό Ησυχαστήριον Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Κουφάλια Θεσσαλονίκης. Γ’ έκδοσις, 1999.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.