Περί νόμου πνευματικού (Κ. 79-98) – Αγίου Μάρκου του ασκητού.

79. Είδα ανθρώπους εμπαθείς, απλοϊκούς, ιδιώτας, οι οποίοι όχι με λόγους, αλλά με το έργον ταπεινοφρονήσαντας, και αυτομάτως απεδείχθησαν σοφώτεροι από τους σοφούς.
80. Και είδα άλλον εμπαθή, απλοϊκόν, ιδιώτην, ότις ήκουσεν επαινουμένους τους ανωτέρω από άλλους και αντί να μιμηθή την ταπεινοφροσύνην των, αυτός κενοδοξών επί τη αμαθεία του, προσέλαβε και άλλο ποσόν υπερηφανίας.
81. Εκείνος που εξουθενώνει την αρετήν της συνέσεως και καυχάται εις την αμάθειάν του, δεν είναι μόνον «ιδιώτης τω λόγω» αλλά και εις την γνώσιν (Β’ Κορ. ια’, 6).
82. Όπως άλλο είναι το χάρισμα της σοφίας του λόγου και άλλο η φρόνησις, ούτως άλλο είναι η «ιδιωτεία», η αμάθεια εν λόγοις, και άλλο είναι η αφροσύνη.
83. Εις τίποτε δεν δύνανται να βλάψη η αμάθεια λέξεων τον ευλαβέστατον άνθρωπον, όπως ούτε η σοφία λόγων δύναται να ζημιώση τον ταπεινόφρονα.
84. Μη δικαιολογείσαι, ότι δεν γνωρίζεις το οφειλόμενον και επομένως θεωρείς τον εαυτόν σου ανεύθυνον, που δεν το πράττεις. Διότι εάν έπραττες όσα καλά γνωρίζεις, τα υπόλοιπα θα σου απεκαλύπτοντο κατόπιν, όπως ακριβώς μεταβαίνει κανείς από το ένα δωμάτιο εις το άλλο και προσλαμβάνει σταδιακώς την γνώσιν. Δεν σε συμφέρει, πριν μάθης δια πράξεως τα προηγούμενα, να μάθης θεωρητικώς τα επόμενα. Διότι «η γνώσις φυσιοί» εάν δεν γίνη πράξις, «η δε αγάπη οικοδομεί», επειδή «η αγάπη πάντα υπομένει». (Α’ Κορ. η’, 1, ιγ’ 7).
85. Τους λόγους της θείας Γραφής να αναγινώσκης δια πράξεων και μη πλατυλογής επί των «ψιλών» νοημάτων και εντεύθεν φυσιούσαι. (Δηλαδή να μαθαίνης το βάθος των νοημάτων της Γραφής εκ της εργασίας των εντολών και να μη μένης εις τα χωρίς σάρκα νοήματα, διότι τούτο φέρει υπερηφάνειαν, όταν μάλιστα προβαίνης εις αναλύσεις θεωρητικάς).
86. Εκείνος που δεν επιμελείται τας πρακτικάς αρετάς και θεμελιώνει την πνευματικήν ζωήν του επί της ψιλής γνώσεως, που προσλαμβάνει εκ της αναγνώσεως, αυτός κρατεί, αντί διστόμου μαχαίρας, καλαμίνην ράβδον. Η οποία, εν καιρώ πολέμου με τον σατανάν και τα πάθη θα του τρυπήση το χέρι, όπως λέγει η Γραφή, θα το διαπεράση και θα εμβάλη το δηλητήριον που έχει η φύσις του καλάμου, καθ’ όν χρόνον ευρίσκεται προ των εχθρών του.
87. Ο Θεός κρίνει κάθε διαλογισμόν μας με ακρίβειαν, ως προς την ποιότητά του. Δεν αρκεί ότι θα διανοηθή κανείς κάτι, αλλά πως θα το διανοηθή. Διότι συμβαίνει αυτό το ίδιο πράγμα να το σκεφθή τις εμπαθώς ή απαθώς.
88. Εκείνος που εκτελεί μίαν εντολήν του Χριστού, ας περιμένη πειρασμόν ένεκεν αυτής. Διότι η αγάπη προς τον Χριστόν δοκιμάζεται δια των πειρασμών.
89. Όταν πέσης εις αμέλειαν και δεν καλλιεργής αγαθούς λογισμούς, πρόσεξε να εγερθής εκ της αμελείας σου, διότι ο Θεός γνωρίζει τους ακάρπους λογισμούς σου αλαθήτως.
90. Όταν εις τον νουν σου συλλάβης λογισμόν, όστις σε προτρέπει να δοξασθής υπό των ανθρώπων, γνώριζε με πάσαν σαφήνειαν, ότι σου παρασκευάζει αισχύνην.
91. Ο σατανάς, γνωρίζων το «δίκαιον» του πνευματικού νόμου, αγωνίζεται να επιτύχη μόνον την νοεράν συγκατάθεσιν αυτού που πολεμεί. Και έτσι, ή να καταστήση τον ηττηθέντα, κατά νουν, υπεύθυνον εις τους κόπους της μετανοίας ή, εάν δεν μετανοή εμπράκτως, να τον τυραννήση με ακουσίας οδύνας. Συνήθως, ο σατανάς, διαθέτει έτσι τον υπ’ αυτού τυραννούμενον, ώστε να γογγύζη δια τας θλίψεις του. Και τούτο, με τον σκοπόν όπως, και ενταύθα αυξήση τας οδύνας, αλλά και εις την Κρίσιν να τον αποδείξη ως μη πιστεύσαντα εις την δικαιοσύνην του Θεού, αφού δεν υπέμεινεν ευχαρίστως τας παιδαγωγικάς τιμωρίας.
92. Πολλοί προσεπάθησαν να αντιμετωπίσουν τους πειρασμούς με διάφορα πνευματικά μέσα. Αλλά χωρίς την προσευχήν και την πράξιν της μετανοίας, ουδείς διέφυγε τα δεινά των πειρασμών, που παραχωρούνται κατά την δικαιοσύνην του Θεού προς σωφρονισμόν και κάθαρσιν.
93. Τα κακά αυξάνουν την δύναμίν των εκ της αλληλεπιδράσεως του ενός προς το άλλο, εκ της ανακυκλήσεώς των εις τον χώρον του κακού. Εις τον αυτόν πνευματικόν νόμον υπόκεινται και τα αγαθά, αυξανόμενα δι’ αλλήλων εις την περιοχήν του καλού. Και ο μετέχων ή των κακών ή των αγαθών, ωθείται συνεχώς υπ’ αυτών προς μείζονας «κατακτήσεις».
94. Ο διάβολος χρησιμοποιεί μίαν παλαιάν μέθοδον: να παρουσιάζη τα μικρά αμαρτήματα ως μηδαμινά. Χωρίς αυτήν την μεθοδείαν του, δεν δύναται να οδηγήση εις μεγαλύτερα κακά. (Διότι κατ’ αναλογίαν των μικρών κακών που πράττονται αφαιρείται και η διάκρισις, οπότε τα μεγάλα δεν φαίνονται μεγάλα. Ή και διότι ο διάβολος αποκτά δικαιώματα επί του ηττωμένου εις τα μικρά).
95. Ο ανθρώπινος έπαινος αποτελεί την ρίζαν της αισχράς επιθυμίας, όπως και ο έλεγχος της κακίας γίνεται ρίζα της σωφροσύνης. Όχι, βεβαίως, όταν ακούωμεν τον έπαινον ή τον έλεγχον, άλλ’ όταν γινώμεθα δέκται και η ψυχή ροφά τας ενεργείας του επαίνου και του ελέγχου.
96. Τίποτε δεν ωφελείται όστις ανεχώρησεν από τον κόσμον και εξακολουθεί να ηδυπαθή, διερχόμενος τον βίον του φιληδόνως. Διότι ό,τι έπραττεν εις τον κόσμον δια χρημάτων, το ίδιον πράττει και εν ακτημοσύνη.
97. Ωσαύτως και εκείνος, που είναι εγκρατής και αφιλήδονος, αλλά συνάζει χρήματα, είναι αδελφός του ανωτέρω, κατά τας διαθέσεις. Μητέρα μεν έχουν κοινήν, την νοεράν ηδονήν, πατέρα δε όχι κοινόν, λόγω της διαφοράς του πάθους.
98. Υπάρχει περίπτωσις, που περικόπτει τις ένα πάθος, αλλά δια να αντλήση μείζονα ηδυπάθειαν. Οι δε αγνοούντες τον σκοπόν της ενεργείας του, τον τιμούν. Πιθανόν δε και ο ίδιος να μη καταλαβαίνη αυτό που έπραξε και ούτω να κακοπαθή ανωφελώς.

Από το βιβλίο: «Πάντα πώλησον, Μάρκον αγόρασον».

Εκδόσεις: Ιερό Ησυχαστήριον Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Κουφάλια Θεσσαλονίκης. Γ’ έκδοσις, 1999.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.