Η θεία Γραφή είναι τόπος των πνευματικών ηδονών. Σ’ αυτήν βρίσκεται η απόλυτη αλήθεια και η υπέρτατη. Η Νέα Γραφή υπερβαίνει την Παλαιά.
Οι λόγοι των θείων Γραφών είναι τόπος των πνευματικών ηδονών,1 γιατί σε αυτές βρίσκεται η απόλυτη αλήθεια από την οποία φωτίζεται και λαμπρύνεται ο νους, ο οποίος, καθότι νους, έχει ως φυσικό του αντικείμενο την αλήθεια˙ «Αρχική ουσία των λόγων σου, είναι η αλήθεια» (Ψαλμ. 118, 160). Και ακόμη, γιατί στις Γραφές πλημμυρίζει υπέρταση γλυκύτητα και χάρι, η οποία μέσω κάποιας δραστικότατης δύναμης και έλξεως και μαγνητισμού, έλκει τις καρδιές των αναγνωστών στην συγκατάθεσι και την πειθώ˙ και αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο˙ γιατί τα λόγια των Γραφών είναι λόγια του Θεού και του αγίου Πνεύματος, δηλαδή λόγια της αυτοαλήθειας και της αυτοχάριτος. Γιατί: «Αυτά λέει ο Κύριος» (Οβδιού 1,1) και «εγένετο λόγος Κυρίου» (Μιχ. 1,1). Και «Το Πνεύμα του Κυρίου μίλησε σε μένα» (Β’ Βασιλ. 23,2). Γι’ αυτό και ο θείος Χρυσόστομος λέει˙ «Η ανάγνωσι των Γραφών είναι άνοιγμα των ουρανών και τα στόματα των προφητών είναι το στόμα του Θεού». Δεν μιλώ για το ύψος της θεολογίας, το βάθος της οικονομίας, το πλάτος της ωφέλειας και το μήκος της σοφίας και της γνώσεως, το οποίο παρέχεται στις Γραφές, κάθε ένα από τα οποία είναι μία πηγή ηδονής του νου και της καρδιάς. Ολόκληρη βέβαια η θεία Γραφή και η παλαιά και η νέα περιέχει όλα τα παραπάνω και ιδιαίτερα η νέα Γραφή˙ γι’ αυτό ο μέγας Βασίλειος είπε˙ «Όλα τα λόγια των Ευαγγελίων είναι πιο μεγαλοφυή από τα διδάγματα του Πνεύματος διότι σε εκείνα μίλησε σε μας μέσω των δούλων του, των προφητών αλλά στα Ευαγγέλια, ο Δεσπότης συνδιαλέχθηκε μαζί μας αυτοπροσώπως2 (Ομιλ. στον εν αρχή ην ο Λόγος). Διότι βλέπουμε στην νέα Γραφή λέξεις απλές και ασήμαντες και όμως έχουν στα αλήθεια υπερβολική χάρι, η οποία θέλγει τις καρδιές αυτών που τις ακούν˙ γι’ αυτό και είναι γραμμένο ότι˙ «Θαύμαζαν όλοι για την χάρι των λόγων που έβγαιναν από το στόμα του Κυρίου» (Λουκ. 4, 22). Και «όλος ο λαός τον άκουγε με μεγάλη προσοχή». Αυτό προβλέποντας ο Δαβίδ αναβόησε προς τον Κύριο που κήρυξε την νέα Διαθήκη˙ «Από τα χείλη σου ξεχύθηκε η χάρις» (Ψαλμ. 44, 3)˙ αυτό ο ικανώτατος στα θεία Βασίλειος έτσι το ερμηνεύει: «Θέλοντας ο Ψαλμός να παρουσιάση με έμφασι το μέγεθος της χάριτος των λόγων του Κυρίου είπε ότι ξεχύνεται χάρι από τα χείλη του, λόγω της αφθονίας αυτής της χάριτος και πάλι γνωρίζουμε ότι πλούσια είναι η χάρις που έχει χυθή από τον Θεό στα λόγια του Χριστού˙ γι’ αυτό και μέσα σε τόσο λίγο χρόνο το κήρυγμά του εξαπλώθηκε σε όλη σχεδόν την οικουμένη. Επειδή η χάρις ξεχύνεται πλούσια και άφθονη από τους κήρυκες του Ευαγγελίου, τους οποίους η Γραφή ωνόμασε και χείλη του Χριστού˙ για αυτό και μέσα σε ασήμαντες λεξούλες υπάρχει πολύ μεγάλη οδηγία και το κήρυγμα του Ευαγγελίου που έλκει προς την σωτηρία˙ και κάθε ψυχή μένει σταθερή στα απαρασάλευτα δόγματα εξ αιτίας της ασάλευτης πίστης προς τον Χριστό που βεβαιώνεται μέσω της χάριτος». Στην θεία Γραφή βλέπουμε λόγια ταπεινά, απλά και πεζά˙ αλλά μέσα τους κρύβουν τόσο βάθος θεοσοφίας, ώστε όλη η καταργούμενη σοφία του κόσμου δεν μπορεί να σκύψη σ’ αυτό˙ αυτό το φανερώνει και ο Παύλος λέγοντας: «Στους ώριμους κηρύττουμε και σοφία, αλλά σοφία όχι του κόσμου τούτου, ούτε των αρχόντων του κόσμου αυτού, οι οποίοι βαίνουν προς το τέλος τους, αλλά κηρύττουμε μυστική σοφία του Θεού που ήταν κρυμμένη» (Α’ Κορ. 2, 6). Από εδώ παίρνοντας την αφορμή ο θεολόγος Γρηγόριος είπε˙ «Αυτή την σοφία επαινώ εγώ˙ αυτήν ασπάζομαι˙ αυτήν μέσω της οποίας οι ταπεινοί δοξάσθηκαν και στην οποία οι περιφρονημένοι προτιμήθηκαν, αφού νίκησαν με τον λόγο του Ευαγγελίου την καταργούμενη σοφία (Λόγ. περί χαλάζης).
Ο αρχιερέας πρέπει να διαβάζη την Γραφή για δύο λόγους.
Στην ανάγνωσι λοιπόν, στην ανάγνωσι των θείων Γραφών να εντρυφάς και να ευφραίνεσαι, αγαπητέ μου, με την τρυφή και την ηδονή που δεν στερεύει και δεν χάνεται˙ γιατί ο θείος Χρυσόστομος λέει˙ «Η γλυκύτητα των πνευματικών νοημάτων είναι ακόρεστη˙ γιατί όπως ακριβώς η γη που δεν βρέχεται δεν μπορεί να βγάλη στάχυα ακόμη και αν φυτέψη κανείς μύριους σπόρους, έτσι και η ψυχή, δεν μπορεί να επιδείξη κάποιον καρπό, αν δεν φωτισθή προηγουμένως από τις Γραφές. Γιατί όπως ακριβώς το κρασί όταν το πίνουμε σταματάει την λύπη και γεμίζει την καρδιά ευφροσύνη, έτσι και ο πνευματικός οίνος γεμίζει χαρά την ψυχή». Ιδιαίτερα να εντρυφάς στην ανάγνωσι της νέας Γραφής, όπως παραγγέλλει στον Χίλωνα ο μέγας Βασίλειος α’) για την δική σου ωφέλεια και β’) για την ωφέλεια του ποιμνίου σου. Να εντρυφάς στην ανάγνωσι των θείων Γραφών για την δική σου ωφέλεια, γιατί σε αυτές βρίσκεις τη θεραπεία για κάθε σου πάθος. Γιατί ο μέγας Βασίλειος λέει˙ «Κάθε Γραφή είναι θεόπνευστη και ωφέλιμη και γι’ αυτό τον λόγο έχει γραφή από το Πνεύμα, για να είναι σαν κοινό ιατρείο των ψυχών, όπου όλοι οι άνθρωποι παίρνουμε το φάρμακο του οικείου πάθους ο καθένας» (Ερμην. Εις τον α’ ψαλμ.). Γιατί από το λιβάδι των Γραφών μπορείς να συγκεντρώνης σαν μέλισσα τα άνθη των αρετών˙ από τον Αβραάμ συλλέγεις την ευεργεσία προς τους ξένους και τους ικέτες και από τον Ιώβ την ανδρεία και την υπομονή. Από τον Ιωσήφ την σωφροσύνη, από τον Μωυσή και τον Δαβίδ την πραότητα και την ανεξικακία. Από τους Ευαγγελιστές την πίστι στον Χριστό. Από τον Ιωάννη την θεολογία. Από τον Πέτρο την ομολογία, από τον Παύλο τον διάπυρο ζήλο και γενικά από τις Γραφές μαθαίνεις τις υποθήκες και τις διδασκαλίες όλων των εναρέτων πράξεων και των επαγγελιών και των απειλών, δια μέσου των οποίων, ο άνθρωπος του Χριστού γίνεται άρτιος και τέλειος, όπως γράφει ο μακάριος Παύλος: «Κάθε Γραφή είναι θεόπνευστη και ωφέλιμη προς διδασκαλία, προς έλεγχο, προς επανόρθωσι, προς διαπαιδαγώγησι στην δικαιοσύνη, για να είναι τέλειος ο άνθρωπος του Θεού, καταρτισμένος προς κάθε καλό έργο».3 (Β’ Τιμ. 3, 16).
Υποσημειώσεις.
1. Σημειώνουμε εδώ αυτή την είδησι ως απαραίτητη για εκείνους που ασχολούνται με τις θείες Γραφές. Αυτοί δηλαδή πρέπει να πείθωνται και να πιστεύουν ενδιαθέτως ότι όλα τα λόγια του Κυρίου που βρίσκονται στις αγίες Γραφές είναι πιστά, σύμφωνα βέβαια και αληθινά, όπως έχει γραφή: «Αρχική ουσία των λόγων σου είναι η αλήθεια» (Ψαλμ. 118, 160). Και πάλι: «Τα λόγια του Κυρίου είναι αληθινά και δίκαια» (Ψαλμ. 19, 10). Και˙ «Όλες οι εντολές του έχουν γίνει με αλήθεια και ευθύτητα» (Ψαλμ. 110, 7) και ο Παύλος λέει˙ «Ας αναγνωρισθή ότι ο Θεός είναι αληθής και κάθε άνθρωπος ψεύτης» (Ρωμ. 3,4). Και ακόμη˙ αυτοί πρέπει να πείθωνται στις αγίες Γραφές με τέτοια απλότητα, όπως υπακούουν τα παιδιά στους γονείς και τους δασκάλους τους, όπως λέει ο μέγας Βασίλειος: «Είναι αναγκαίο και σωτήριο να πιστεύουν στον Χριστό που απάγγειλε σε μας τα λόγια του Πατέρα, όπως πιστεύουν τα τέκνα στους γονείς και τα παιδιά στους δασκάλους, σύμφωνα με την φωνή του Κυρίου που είπε˙ «Εάν κάποιος δεν δεχθή τη βασιλεία του Θεού σαν παιδί, δεν θα εισέλθη σε αυτή» (Ερώτησ’. ιδ’ του περί βαπτίσμ. β’. λόγ.).
Και αν τύχη αυτοί να συναντήσουν στις Γραφές κάποιο λόγο, ή νόημα το οποίο φαίνεται ότι είναι ασύμφωνο ή και αντίθετο με άλλα της Γραφής, ή και αντίκειται στον ορθό λόγο, τότε αυτοί πρέπει, σύμφωνα πάλι με τον Βασίλειο, είτε να διαβάζουν όλη την περικοπή, και τα προηγούμενα και τα επόμενα εκείνου του λόγου, και έτσι να βρίσκουν το αληθινό νόημα, είτε από άλλα σαφέστερα νοήματα, που βρίσκονται σε άλλο σημείο, να κατανοούν τα ασαφή˙ και αν τελικά δεν βρίσκουν λύσι στην απορία που έχουν, πρέπει, λέει, μάλλον να κατηγορούν τον εαυτό τους και την αδυναμία του νου τους επειδή δεν μπορούν να το κατανοήσουν, παρά να αυθαδιάζουν και να λένε ότι δεν είναι ορθή εκείνη η ρήσι της Γραφής «Και σχετικά με αυτούς που θεωρούν πως έχουν κάποια ασυμφωνία, είναι προτιμώτερο να κατηγορούν τον εαυτό τους που δεν μπορεί ακόμη να κατανοήση τον πλούτο της σοφίας και είναι δύσκολο να φθάση στα ανεξερεύνητα κρίματα του Θεού, παρά να βρεθούν υπόδικοι με αμαρτία της θρασύτητας και της αυθάδειας και να ακούσουν «Είναι ασεβής αυτός που λέει στο βασιλέα˙ παρανομείς». (Ιώβ 34, 18). (Εις τον ίδιον λόγο και εις την ίδίαν ερώτησιν).
2. Γι’ αυτό και οι θείοι Πατέρες εκθειάζουν το Άγιο Ευαγγέλιο με μεγάλα και θαυμαστά εγκώμια˙ ο Αμβρόσιος είπε ότι το Άγιο Ευαγγέλιο είναι πέλαγος στο οποίο βρίσκεται το πλήρωμα των χαρισμάτων και θάλασσα των πνευματικών μυστηρίων, στην οποία πλέει ο μυστικός ιχθύς και το όνομα ιχθύς σε ακροστιχίδα δηλώνει κατά την Σιβύλλα˙ «Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ ή Σταυρός». Το Ευαγγέλιο, είπε ο απόστολος Βαρθολομαίος, φαίνεται μικρό στο μήκος, αλλά μέγα και ευρύχωρο στο πλάτος των νοημάτων˙ «Και πλατύ και μέγα και ωστόσο συντετμημένο», όπως μαρτυρεί ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης (κεφ. α’ περί μυστικής Θεολογ.). Ο Ιερώνυμος ωνόμασε το Ευαγγέλιο επιτομή όλης της θεολογίας. Ο Ωριγένης, απαρχή όλης της Γραφής. Και αν ο θείος Αυγουστίνος ωνόμασε όλη την θεία Γραφή εγκυκλοπαίδεια όλων των επιστημών, τότε βέβαια το άγιο Ευαγγέλιο, που υπερέχει από όλη την θεία Γραφή, πρέπει να ονομασθή τέχνη των τεχνών, επιστήμη των επιστημών, Πανδώρα και Αθηνά της σοφίας. Γιατί το Ευαγγέλιο είναι προφητεία ανοικτή, καθώς και η προφητεία είναι καλυμμένο Ευαγγέλιο˙ γι’ αυτό δεν έσφαλε όποιος ωνόμασε το Ευαγγέλιο βάσι και κέντρο της παλαιάς Διαθήκης και ήλιο της νέας Γραφής. Γι’ αυτό, ακόμη και οι Πλατωνικοί και κυρίως ο Πρόκλος σέβονταν το άγιο Ευαγγέλιο και ιδιαίτερα από το κατά Ιωάννη το «Εν αρχή ην ο λόγος». Γι’ αυτό και οι αρχιερείς, όταν διαβάζεται το Ευαγγέλιο, βγάζουν το ωμοφόριο, σύμφωνα με τον Ισίδωρο Πηλουσιώτη και τον Συμεών Θεσσαλονίκης, για να δείξουν ότι κατά την ανάγνωσί του βρίσκεται παρών ο αρχιποίμενας Χριστός, που κήρυξε το Ευαγγέλιο. Και όταν διαβάζεται ο Ευαγγέλιο ανάβονται κεριά σαν σημάδι χαράς, όπως έγραψε ο θείος Ιερώνυμος κατά Βιγιλαντίου. Ο μέγας Κωνσταντίνος έστειλε δώρο στον μεγάλο Νικόλαο ένα Ευαγγέλιο διακοσμημένο με χρυσό και πολύτιμους λίθους και ο βασιλέας Θεοδόσιος έγραψε το Ευαγγέλιο ιδιόχειρα και το διάβαζε σύμφωνε με τον Σωζόμενο. Ο θείος Χρυσόστομος γράφει ότι σε όποιο σπίτι υπάρχει Ευαγγέλιο, δεν μπαίνει ο διάβολος: «Στο σπίτι που υπάρχει Ευαγγέλιο δεν τολμά να εισέλθη ο διάβολος». (Ομιλ. λβ’ στο κατά Ιωάν.). Οι παλιοί χριστιανοί κρατούσαν επάνω τους το Ευαγγέλιο για φυλακτό και κυρίως οι γυναίκες και τα παιδιά, όπως μαρτυρεί και ο ίδιος ο Χρυσόστομος λέγοντας «Δεν βλέπεις πως οι γυναίκες και τα μικρά παιδιά αντί για μεγάλο φυλακτό κρεμούν από το λαιμό Ευαγγέλια και τα κουβαλούν παντού όπου και αν πάνε;» (Ανδρ. ιθ’). Γι’ αυτό και η παρθένα Κικιλία είχε το Ευαγγέλιο για κόσμημα στο στήθος να την προφυλάσση. Δες και άλλα εγκώμια του Ευαγγελίου στη δωδεκάβιβλο του Δοσιθέου σελ. 789.
3. Αλλά και αυτοί ακόμη οι εξωτερικοί οι λαμπρότεροι και σοφώτεροι από τους νέους φιλοσόφους, επαινούν ιδιαίτερα την ανάγνωσι των θείων Γραφών και παρακινούν προς αυτή. Έτσι ο Άγγλος Λοκ, ο μέγας διαλεκτικός και μεταφυσικός, έγραφε σε ένα φίλο του στο τέλος της ζωής του: «Να μελετάς τις άγιες Γραφές και περισσότερο την Καινή Διαθήκη, στην οποία περιλαμβάνονται λόγοι αιώνιας ζωής. Γιατί εκείνη έχει τον Θεό αρχηγό της και ο σκοπός της είναι η σωτηρία των ανθρώπων και η υπόθεσί της η χωρίς την ανάμιξι σφαλμάτων αλήθεια». (Σελ. 244 των οψιγον. Συγγραμ.). Έτσι και ο περιβόητος Σελδίνος, εκείνος ο πολυμαθέστατος και πολυΐστωρ φιλόσοφος έλεγε στον Ουσήρο ότι˙ «Αυτός δεν μπόρεσε να αναπαύση την ψυχή του με τίποτε άλλο, παρά με τις Γραφές και περισσότερο από όλα τον πληροφορούσε για το ρητό του Παύλου που λέει: «Γιατί εμφανίσθηκε η χάρις του Θεού, η οποία σώζει όλους τους ανθρώπους και μας διδάσκει να αρνηθούμε την ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες και να ζούμε στον παρόντα καιρό με εγκράτεια, δικαιοσύνη και ευσέβεια, αναμένοντας την ευλογημένη ελπίδα μας και την εμφάνισι της δόξας του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, ο οποίος έδωσε τον εαυτό του για να μας λυτρώση από κάθε ανομία και να καθαρίση για τον εαυτό του ένα λαό εκλεκτό, ζηλωτή μεγάλων έργων» (Τίτ. 2, 11). Επειδή αυτό το ρητό, περιλαμβάνει την φύσι, τον σκοπό και την ανταπόδοσι της αληθινής θρησκείας˙ και ο Χριστόφορος Άττων, εκείνος ο μέγας σοφός στα πολιτικά, συμβούλευε τους συγγενείς του λέγοντας: «Δίκαια θεωρείται υπέροχη γνώσι το να γνωρίζης τους νόμους της χώρας και τα ήθη του τόπου˙ πόσο μάλλον, το να γνωρίζης τα δόγματα του ουρανού και τους νόμους της αιωνιότητος, τους αμετάβλητους και αιώνιους κανόνες της δικαιοσύνης και της ευθύτητος. Το να γνωρίζης την θέλησι του μεγάλου Μονάρχη και βασιλέα των όλων;» (Εις το σύνταγμα της θεολογικής παιδείας, σελ. 280)˙ έτσι και ο γλυκός ρήτορας των Λατίνων, ο Λακτάνιος έλεγε˙ «Δώσέ μου άνδρα οργίλο και βλάσφημο, και με πολύ λίγα λόγια του Θεού, θα τον κάνω ήρεμο σαν πρόβατο. Δώσε μου άνθρωπο φιλάργυρο και αμετάδοτο και αμέσως θα τον κάνω ευμετάδοτο και φιλόδωρο˙ δώσε μου άνθρωπο που να φοβάται τους κόπους και τον θάνατο, και αμέσως αυτός, (με τον λόγο του Θεού), θα αψηφήση τα βάσανα και το πυρ και τους άλλους κινδύνους. Δώσε μου άνθρωπο μέθυσο και άσωτο και κοιλιόδουλο και αμέσως, (με τον λόγο του Θεού), θα τον δης νηστευτή, σώφρονα και εγκρατή˙ δώσε μου φονιά και θυμώδη και άγριο, και αμέσως εκείνος και η αγριότητά του θα μεταστραφή σε αληθινή ημερότητα» (Παρά τη θύρα μεταν.).
Από το βιβλίο: Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο ή περί φυλακής των πέντε αισθήσεων, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Εκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγίου Ορους. Μάιος 2013. Επιμέλεια: Ιερομόναχος Βενέδικτος (Αγιορείτης).
Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.
Σημείωσις του orp.gr:
Παρακαλούμε, αγαπητοί επισκέπτες του ιστοχώρου μας, να μελετούμε τις συμβουλές-παραινέσεις του Αγίου Νικοδήμου με την απαιτούμενη ΔΙΑΚΡΗΣΗ-ΠΡΟΣΟΧΗ και ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ, γιατί πρόκειται για κείμενα του 19-ου αιώνος, κείμενα πολύ μακριά από τις σημερινές συνθήκες και ανάγκες. “Των φρονίμων ολίγα”.