Η νέα Γραφή υπερβαίνει την Παλαιά και την Νέα πάλι την υπερβαίνει η Διαθήκη του Κυρίου – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Εάν λοιπόν, αγαπάς και γλυκαίνης, να πληγώνης και να αιχμαλωτίζης την καρδιά σου από την γλυκύτητα, τα βέλη και τα θέλγητρα της αγάπης του Ιησού, διάβαζε συνεχώς την διαθήκη του Κυρίου μας στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο˙ γιατί η Νέα Γραφή υπερτερεί της Παλαιάς και οι τέσσερις ευαγγελιστές υπερτερούν της Νέας και από αυτούς υπερτερεί ο Ιωάννης, σύμφωνα με το Βασίλειο (ομιλ. στο εν αρχή ην…)˙ και πάλι η Διαθήκη του Κυρίου υπερτερεί από το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο. Γιατί σε αυτή ο γλυκύτατος Ιησούς μίλησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και με αγάπη και γλυκύτητα, όχι ως δεσπότης και δάσκαλος προς τους δούλους του και τους μαθητές του. Αλλά ως υπερβολικά φιλόστοργος και Πατέρας που αγαπά τα παιδιά του, προς τους αγαπητούς του υιούς και άδειασε, για να το πω έτσι και έδωσε πλούσια στους θείους του αποστόλους και μέσω αυτών σε όλους εμάς, τον πυθμένα της εγκάρδιας αγάπης του και αποκάλυψε τα πλέον υψηλά, τα πλέον σωτήρια και τα πλέον απόκρυφα μυστήρια της καρδιάς του˙ και αυτό κατάλαβέ το από το εξής: σε αυτήν ο Κύριος δεν ονομάζει τους αποστόλους τέκνα, αλλά με το πιο τρυφερό, το πιο γνήσιο και το πιο οικείο όνομα, τεκνία, δηλαδή παιδάκια μου και το οποίο όνομα δεν είπε ποτέ άλλοτε σε αυτούς «Τεκνία, λίγο χρόνο ακόμη θα είμαι μαζί σας» (Ιωάν. 13, 33). Ω, η μεγάλη σου αγάπη για μας φιλανθρωπώτατε Ιησού! Γνωρίζω κάποιον που εκτός από την ανάγνωσι των θείων Γραφώ΄ν συνήθιζε να διαβάζη ένα απόσπασμα από την ιερά αυτή Διαθήκη καθημερινά.
Η έμπρακτη ανάγνωσι των θείων Γραφών καθώς και των θείων Πατέρων, προξενεί ηδονή.
Εάν όμως αγαπάς να απολαμβάνης από τις θείες Γραφές αληθινή και πλήρη ηδονή, φρόντισε να τις διαβάζης όχι μόνο για τα λεπτά νοήματα, αλλά και με τα έργα και τις πράξεις και όχι μόνο για χάρι της φιλομάθειας, αλλά και από αγάπη για την εφαρμογή τους, όπως παραγγέλλει ο όσιος Μάρκος λέγοντας «Διάβαζε τα λόγια της θείας Γραφής με πράξεις και μην περιττολογής υπερηφανευόμενος για τα ψιλά νοήματα» (κεφ. στ’ περί νόμου πνευματικού)˙ και κάποιος άλλος από τους Πατέρες λέει˙ «Γι’ αυτό ο φιλομαθής οφείλει να είναι και φιλόπονος γιατί η λεπτολόγος γνώσι δεν ανάβει το λυχνάρι». Και αυτό θα το αποκτήσης, αν σκεφθής ότι οι συμβουλές που συναντάς στις Γραφές, λέχθηκαν για την δική σου διόρθωσι και όχι για την διόρθωσι των άλλων. Όπως λέει πάλι ο θείος Μάρκος: «Ο ταπεινόφρονας και αυτός που εργάζεται πνευματικά, όταν διαβάζη τις Γραφές, όλα θα τα εννοήση για τον ίδιο και όχι για άλλον» (κεφ. στ’ περί νόμου πνευματικού). Γιατί αυτή κυρίως είναι σοφία, η θεοσέβεια και η αποχή από τα κακά, όπως είναι γραμμένο στον Ιώβ˙ «Και είπε στον άνθρωπο (ο Θεός δηλ.) ο σεβασμός στον Κύριο, αυτό είναι η σοφία και του κακού η αποφυγή, η φρόνησι» (Ιώβ 28, 28). Για αυτό και ο θεολόγος Γρηγόριος είπε: «Η πρώτη σοφία είναι ο επαινετός βίος και αποκαθαρμένος από τον Θεό». (Λόγ. Περί χαλάζης). Και μετά την ανάγνωσι των Γραφών, διάβαζε και τους θείους Πατέρες, τους ερμηνευτές των Γραφών και σε αυτούς θα λάβης ηδονή όχι λιγώτερη από αυτήν που δέχεσαι από τις Γραφές. Γιατί αυτοί αναπτύσσοντας τα κρυμμένα στις Γραφές νοήματα με τα ιερά τους συγγράμματα, φωτίζουν τον νου και τον κάνουν να γνωρίζη εκείνα που δεν γνώριζε προηγούμενα˙ «Η δήλωσι των λόγων σου φωτίζει και συνετίζει τους νηπίους» (Ψαλμ. 118, 130). Επειδή όμως εκ φύσεως η γνώσι των κρυμμένων προξενεί μεγάλη ηδονή, σύμφωνα με εκείνο το αξίωμα του φιλοσόφου: «Όλοι οι άνθρωποι από την φύσι τους επιθυμούν την γνώσι» (στο α’ των μεταφυσικών). Γι’ αυτό και η αγγαλίασι και η χαρά που θα προκληθή στην ψυχή σου από τις ερμηνείες και τα λόγια των θείων Πατέρων θα είναι ανέκφραστη˙ με αποτέλεσμα να φωνάζης και εσύ εκείνα τα ενθουσιώδη λόγια της Δαβιτικής ψυχής λέγοντας «Στην οδό των μαρτύρων σου αγαλλίασα σαν σε μεγάλο πλούτο» (Ψαλμ. 118, 14) και αισθάνομαι αγαλλίασι εγώ στα λόγια σου, όπως αυτός που βρίσκει πολλά λάφυρα» (118, 162). Και «αξίζει για εμένα πιο πολύ ο νόμος του στόματός σου, από χιλιάδες χρυσά και ασημένια νομίσματα» (118, 72). «Και γλυκειά η γεύσι στον λάρυγγά μου από τα λόγια σου, σαν μέλι στο στόμα μου» (118, 103)˙ πρόσεχε καλά όμως, να μην διαβάζης βιβλία των αιρετικών και να απέχης από τα βιβλία των αθέων, όπως από την φωτιά˙ και ούτε να καταδεχθής ποτέ να τα πιάσης στα χέρια σου. Αλλά τί λέω; Ούτε τα αναιρετικά βιβλία των αθέων να διαβάζης, γιατί βλάπτουν τους αδυνάτους (για να μην πω και τους δυνατούς) στην πίστι˙ έτσι παραγγέλλει ο θείος Ιωάννης της Κλίμακος: «Να μην ακολουθής λόγια αλλοτρίων νοών πριν αποκτήσης πνευματική δύναμι˙ γιατί αυτά, καθώς είναι λόγια του σκότους, συσκοτίζουν τους αδυνάτους» (Λόγ. κζ’ Κεφ. μη’), δηλαδή να μην διαβάζης λόγια αναγωγικά, που άλλα φανερώνουν επιφανειακά και άλλα εννοούν.
Οι αρχιερείς πρέπει να διαβάζουν τις Γραφές και ιδιαίτερα τους ιερούς κανόνες, για να διδάσκουν το ποίμνιό τους.
Πρέπει επί πλέον να διαβάζης τις θείες Γραφές και τους ιερούς Πατέρες, για την ωφέλεια του λογικού σου ποιμνίου˙ γιατί όπως ο ποιμένας βόσκει και τρέφει τα άλογα πρόβατά του στις χλοερές πεδιάδες και τα λιβάδια, έτσι και ο αρχιερέας και ποιμένας είναι υποχρεωμένος να τρέφη τα λογικά του πρόβατα στη βοσκή των θείων Γραφών, διδάσκοντάς τα πάντοτε με τα ιερά λόγια, ή το λιγώτερο, διδάσκοντάς τα κάθε γιορτή και Κυριακή, καθώς είναι ωρισμένο από την αγία ς’ οικουμενική σύνοδο, η οποία στον ιθ’ κανόνα λέει: «Οι προεστώτες των εκκλησιών πρέπει κάθε μέρα και ιδιαίτερα τις Κυριακές να διδάσκουν όλο τον κλήρο και τον λαό με τους λόγους της ευσεβείας και να ανιστορούν τα νοήματα και τα δόγματα της αληθείας από την θεία Γραφή. Επίσης, να μην παραβαίνουν τους ήδη θεσπισμένους όρους, ή την παράδοσι των θεοφόρων Πατέρων, αλλά και αν ανακινηθή λόγος της Γραφής, να μην τον ερμηνεύσουν διαφορετικά, παρά όπως οι φωστήρες και οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας τον παρέθεσαν στα οικεία συγγράμματα˙ διότι με την διδασκαλία των προαναφερθέντων Πατέρων γνωρίζοντας οι λαοί τα σπουδαία και αιρετά, και τα ασύμφορα και τα απόβλητα, ρυθμίζουν την ζωή τους προς το καλλίτερο». Ιδιαίτερα όμως και με ζήλο πρέπει να μελετάς παντοτινά τους θείους και ιερούς κανόνες, τους αποστολικούς, τους συνοδικούς και τους πατερικούς και αυτούς σχεδόν να αναπνέης και να τους γνωρίζης απ’ έξω, γιατί αυτοί είναι το πηδάλιο με το οποίο πρόκειται να διαχειρίζεσαι σαν αρχιερέας τις εκκλησιαστικές υποθέσεις της επαρχίας σου. Γι’ αυτό, και ο β’ κανόνας της ζ’ οικουμενικής συνόδου λέει: «Ορίζουμε, όποιον πρόκειται να προαχθή στον βαθμό του επισκόπου, να διαβάζη οπωσδήποτε το ψαλτήρι˙ και να ανακρίνεται από τον Μητροπολίτη αν διαβάζη πρόθυμα, διερευνητικά και όχι επιπόλαια τους ιερούς κανόνες και το άγιο Ευαγγέλιο˙ και το βιβλίο του θείου αποστόλου και όλη τη θεία Γραφή˙ και αν ζη σύμφωνα με τα θεία εντάλματα και να διδάσκη το ποίμνιό του».
Όλοι οι χριστιανοί πρέπει να διαβάζουν τις Γραφές, ιδιαίτερα όμως οι αρχιερείς. Τί σημαίνει ιεράρχης;
Όλοι οι χριστιανοί που ξέρουν γράμματα οφείλουν να διαβάζουν την θεία Γραφή. Επειδή, όπως λέει ο θείος Χρυσόστομος, χωρίς την ανάγνωσι των θείων Γραφώ, κανείς δεν μπορεί να σωθή: «Κανείς δεν μπορεί να σωθή, αν δεν απολαμβάνη συνεχώς την πνευματική ανάγνωσι»1 και επειδή όπως λέει ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Η ανάγνωσι από την φύσι της φωτίζει και συμμαζεύει τον νου υπερβολικά˙ γιατί σε αυτήν υπάρχουν λόγοι του Αγίου Πνεύματος και διαπλάθουν σε κάθε περίπτωσι αυτούς που τους ακολουθούν» (Λόγ. κζ’ κεφ. μζ’)˙ και ο άγιος Εφραίμ λέει: «Όπως η σάλπιγγα σε καιρό πολέμου ηχεί και διεγείρει την προθυμία των γενναίων αγωνιστών κατά των εχθρών, έτσι και οι θείες Γραφές διεγείρουν την προθυμία σου στο αγαθό και σε κάνουν δυνατό κατά των παθών˙ για αυτό, αδελφέ μου, να είσαι πάντοτε προσεκτικός και να προσκολλάσαι στην ανάγνωσι των θείων Γραφών, για να σε διδάξουν πως πρέπει να αποφεύγης τις παγίδες του εχθρού και να κερδίσης την αιώνια ζωή». Όλοι, λοιπόν οφείλουν να διαβάζουν τις Γραφές ως ωφέλιμες.2 Αλλά ιδιαίτερα οι ιερωμένοι και οι κληρικοί και μάλιστα οι αρχιερείς, που έχουν χρέος τους την ανάγνωσι της Γραφής. Γι’ αυτό, και από την μία ο Παύλος έγραφε προς τον ιεράρχη Τιμόθεο: «Προσηλώσου στην ανάγνωσι» (Α’ Τιμ. 4, 13) και ο θεοφόρος Ιγνάτιος παραγγέλλει το ίδιο προς τον Ήρωνα τον διάκονο της Αντιοχείας, λέγοντας: «Προσηλώσου στην ανάγνωσι, ώστε όχι μόνο να γνωρίζης εσύ τους νόμους, αλλά για να τους εξηγής και στους άλλους» (Επιστολ. προς Αντιοχ.)˙ και από την άλλη, ο θείος Αμβρόσιος αποκαλεί την Γραφή ιερατική δέλτο και παρακινεί τους ιερείς του Θεού να την έχουν πάντοτε στα χέρια τους. Και ο ιστορικός Ρουφήνος διηγείται, ότι ο μέγας Βασίλειος και ο θεολόγος Γρηγόριος κάθισαν δεκατρία χρόνια στην έρημο, μελετώντας τις Γραφές. Αλλά τί να πολυλογώ; Όποιος ονομάσει κάποιον αρχιερέα και ιεράρχη, συγχρόνως τον ονομάζει και άνδρα επιστήμονα και γεμάτο από όλη την ιερά γνώσι των θείων Γραφών˙ έτσι ορίζει τον ιεράρχη ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης λέγοντας: «Όπως αυτός που μιλάει για ιεραρχία, εννοεί την διακόσμησι όλων μαζί συνολικά των ιερών, έτσι και αυτός που μιλάει για τον ιεράρχη, φανερώνει τον ένθεο και θείο άνδρα, που κατέχει όλη την ιερά γνώσι και στον οποίο όλη η ιεραρχία τελείται και γνωρίζεται» (Εκκλ. ιεραρχ. κεφ. α’ & 2).

Υποσημειώσεις.
1. Και αλλού ο θείος Χρυσόστομος κατηγορεί τους λαϊκούς χριστιανούς γιατί αμελούν και δεν διαβάζουν τις θείες Γραφές και ανατρέποντας την πρόφασι που προβάλλουν γι’ αυτό οι λαϊκοί λέγοντας: «Δεν είμαι μοναχός, αλλά έχω να φροντίσω γυναίκα και παιδιά και σπίτι», τους λέει: «Αυτό είναι εκείνο που κατέστρεψε τα πάντα˙ γιατί νομίζετε ότι η ανάγνωσι των θείων Γραφών αρμόζει μόνο σε εκείνους (τους μοναχούς δηλ.) ενώ πολύ περισσότερο την έχετε ανάγκη εσείς γιατί αυτοί που βρίσκονται εν μέσω πολέμων και δέχονται καθημερινά τραύματα, αυτοί έχουν ανάγκη μεγαλύτερη φαρμάκων˙ ώστε από το να μη διαβάζετε, είναι πολύ χειρότερο να θεωρήτε την ανάγνωσι περιττό πράγμα. Γιατί αυτά τα λόγια είναι σατανική μελέτη» (ομιλ. β’ εις τον Ματθείον). Αλλά και ο ίδιος πατέρας έχει και λόγο που επιγράφεται: «Η ανάγνωσι των Γραφών είναι ωφέλιμη».
2. Αλλά τί λέω ότι η πνευματική ανάγνωσι ωφελεί; Και μόνο η θέα των θείων Γραφών προξενεί μεγάλη ωφέλεια, σύμφωνα πάλι με τον Χρυσόστομο που λέει: «Εκεί όπου υπάρχουν βιβλία πνευματικά, από εκεί διώχνεται κάθε διαβολική ενέργεια και γίνεται μεγάλη προτροπή προς την αρετή σε αυτούς που κατοικούν εκεί. Γιατί αυτή η θέα μόνο των βιβλίων, μας κάνει πιο απρόθυμους να αμαρτήσουμε ακόμα και αν τολμήσουμε κάτι από τα απαγορευμένα και όταν επιστρέψουμε στο σπίτι και βλέποντας τα βιβλία, περισσότερο καταδικάσουμε την συνείδησί μας και δεν πέφτομε πάλι στα ίδια αμαρτήματα˙ αν πάλι ζούμε με ευσέβεια, παίρνουμε μεγαλύτερη ωφέλεια από εκεί. Διότι μόλις κάποιος έπιασε το Ευαγγέλιο, και την σκέψι του διώρθωσε αμέσως και μόνο από την θέα του, απομάκρυνε από τα βιοτικά (λόγ. γ’ εις τον Λάζαρον).
Γι’ αυτό και όταν οι παλαιοί ήθελαν να διαβάσουν κανένα πνευματικό βιβλίο έπλεναν πρώτα τα χέρια τους και έπειτα το διάβαζαν. Για να δείξουν την ευλάβεια που είχαν στα ιερά βιβλία, καθώς και αυτό το βεβαιώνει ο Χρυσόστομος λέγοντας: «Αμέσως λοιπόν συστελλόμαστε και πλένουμε τα χέρια, όταν θέλουμε να πάρουμε κάποιο βιβλίο˙ και η γυναίκα, ακόμα και αν είναι ακάλυπτη εντελώς, τυλίγεται αμέσως με το πέπλο δείχνοντας έτσι την εσωτερική ευλάβεια» (ομιλ. νγ’ εις το κατά Ιωάν.).

Από το βιβλίο: Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο ή περί φυλακής των πέντε αισθήσεων, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Εκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγίου Ορους. Μάιος 2013. Επιμέλεια: Ιερομόναχος Βενέδικτος (Αγιορείτης).

Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.