Για τη ζωοποιό νέκρωση του Ιησού και Θεού, που γίνεται πάντοτε με πλήρη αίσθηση μέσα στους τέλειους. Και ότι η απόκτηση των αρετών αγοράζεται με αίμα˙ και ποιά είναι τα καταλύματα των αρετών. Και ότι εκείνος, που δεν ανεβαίνει σταδιακά από το πρώτο σκαλοπάτι στη βασιλεία των ουρανών, δεν θα μπει διόλου σ’ αυτή. Ότι στους τέλειους υπάρχει χαρά και αγαλλίαση και όχι δάκρυα, και αναβλύζουν τα ρυάκια της θεολογίας. Και προς το τέλος, ότι δεν πρέπει να αναρριχόμαστε στα αξιώματα χωρίς τη χάρη που βεβαιώνει τις καρδιές μας, η οποία καλεί να ποιμάνουμε το λαό του Θεού˙ και ποιό είναι το έργο των προϊσταμένων, ποιά μάλιστα είναι η φροντίδα τους για τα λογικά πρόβατα και πώς πρέπει αυτά να ποιμαίνονται από τους ποιμένες.
… Επειδή λοιπόν βρίσκονται μπροστά μας δύο πράγματα, εννοώ η ζωή και ο θάνατος, και δύο κόσμοι, ο ορατός και φθαρτός και ο αόρατος και αιώνιος και άφθαρτος, ο παρών και ο μέλλων κόσμος, και επειδή είναι δύο αυτοί που ενεργούν σ’ αυτά, οι οποίο αντιμάχονται μεταξύ τους, εννοώ ο Θεός και ο αντίπαλός του διάβολος, και επειδή ο Θεός φροντίζει να μας σώσει, και μας προσκαλεί στη ζωή και στην αιώνια βασιλεία, ο διάβολος, απεναντίας, επιθυμεί την απώλεια και το θάνατό μας, και κάθε μέρα βρυχάται και ζητά, με την απόλαυση αυτών των πρόσκαιρων πραγμάτων, ποιον να καταβροχθίσει1 και να κάνει ένοχο για την αιώνια κόλαση, γι’ αυτό πρέπει εμείς να αποφεύγουμε τον πονηρό εχθρό και πολέμιο, και να καταφεύγουμε στον Δεσπότη που μας σώζει, και να επικαλούμαστε τη βοήθεια από εκείνον, για να μην κατακυριευθούμε από τον άρχοντα του σκότους και βρεθούμε κάτω από τις παγίδες του, με το να γίνουμε δούλοι σ’ αυτόν και στην αμαρτία.
Και ότι βέβαια ο διάβολος είναι άρχοντας του κόσμου και του αιωνίου σκότους, άκουσε τον ίδιο τον Χριστό, που λέει: «Να, ο άρχοντας αυτού του κόσμου έρχεται, αλλά σ’ εμένα δεν θα βρει τίποτε».2 Λέγεται μάλιστα άρχοντας του κόσμου όχι επειδή είναι εξουσιαστής ή δεσπότης του κόσμου – μακριά από μία τέτοια βλασφημία, διότι αυτός δεν έχει εξουσία ούτε εναντίον των χοίρων3 -, αλλά επειδή υποδουλώνει εκείνους, που προσηλώνονται στον κόσμο με την επιθυμία των χρημάτων και πραγμάτων, που υπάρχουν σ’ αυτόν, και τους εξουσιάζει. Άρχοντας του σκότους πάλι λέγεται, επειδή από την αρχή ο ίδιος έπεσε με την υπερηφάνεια από το φως και θα γίνει αιώνια κληρονόμος του σκότους. Αλλά ο Θεός και Δεσπότης μας, επειδή είναι κτίστης και δημιουργός των όλων, κυβερνά με φυσικό και εξουσιαστικό τρόπο όλα τα επουράνια και επίγεια και καταχθόνια, καθώς είναι φως ανέσπερο και απλησίαστο, Κύριος όλων, και των παρόντων και των μελλόντων.
Εκείνοι λοιπόν που υπακούουν σ’ αυτόν και τηρούν απαράβατες τις εντολές του και απολαμβάνουν τα πρόσκαιρα αγαθά, ανάλογα με τις ανάγκες τους, και ευχαριστώντας τον Θεό, τρώνε απ’ αυτά με εγκράτεια, ανυψώνονται ακόμη απ’ αυτά τα ίδια τα ορατά στα άφθαρτα και στα αιώνια, επειδή υποτάχθηκαν στον Βασιλιά και Θεό των όλων και τήρησαν τα προστάγματά του. Όσοι όμως θα διαπράξουν αυτά που είναι αντίθετα με τις εντολές του, αυτοί βρίσκονται να είναι παραταγμένοι με τον αντίπαλο διάβολο, με το να γίνονται πολέμιοι εναντίον του Θεού, όπως λέει ο ίδιος ο Σωτήρα˙ «Όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου, και όποιος δεν μαζεύει μαζί μου σκορπίζει».4
Κανείς λοιπόν, αγαπητοί, να μην προστεθεί μαζί με τον άρχοντα του σκότους και κοσμοκράτορα,5 κανείς να μην παραταχθεί μαζί του, κανείς να μην στρατευθεί με τον διάβολο και τους αγγέλους του εναντίον του Σωτήρα μας και Θεού, κανείς να μη στραφεί εναντίον της ψυχής του, ούτε να αγωνισθεί, ώστε να κληρονομήσει την αιώνια φωτιά. Μη, παρακαλώ, μη, τέκνα και πατέρες και αδελφοί. Είναι φοβερό να γίνουμε εμείς πολέμιοι του Θεού, είναι φοβερό και μόνο που το ακούμε.
Πώς όμως είναι δυνατό να στρατευθεί κάποιος εναντίον του Χριστού και να αγωνισθεί για την απώλειά του, θα το πω εδώ. Αν κάποιος σε βρίσει ή σε χλευάσει ή σε διαβάλει, δίκαια ή άδικα, και δεν υπέμεινες με πραότητα την προσβολή, ή δεν υπέφερες και δεν συγκράτησες τις κινήσεις της ψυχής σου, επειδή λυπήθηκες και δαγκώθηκες στην καρδιά, αλλά ανταποδώσεις τη βρισιά σ’ εκείνον που σε έβρισε, ή χλευάσεις ή κάνεις κάτι άλλο εχθρικό σ’ αυτόν, ή πάλι, αν δεν ανταποδώσεις βέβαια σ’ αυτόν κανένα απ’ αυτά, απομακρυνθείς όμως, έχοντας μέσα στην καρδιά σου θυμό εναντίον του, και δεν τον συγχωρήσεις με όλη σου την ψυχή και δεν προσευχηθείς από την καρδιά σου γι’ αυτόν, δες, στρατεύθηκες εναντίον του Χριστού, κάνοντας αντίθετα από τα προστάγματά του, και έγινες πολέμιός του, και επιπλέον απώλεσες και την ψυχή σου, με το να επισφραγίσεις και να επικυρώσεις τις αμαρτίες, που έκανες προηγουμένως, και να τις κάνεις ασυγχώρητες.
Αν πάλι κάποιος σε ραπίσει στο δεξί μάγουλο, έπειτα δεν στρέψεις σ’ αυτόν και το αριστερό, αλλά απεναντίας ανταποδώσεις σ’ αυτόν το χτύπημα, έγινες στρατιώτης και υπηρέτης του αντιπάλου Σατανά, και χτύπησες όχι μόνο τον αδελφό σου, αλλά δια μέσου του αδελφού σου και εκείνον που είπε να μη χτυπήσεις, αλλά να προσφέρεις καλύτερα σ’ αυτόν και το άλλο μάγουλο.6 Αν μάλιστα αφαιρέσει κάποιος από σένα χρυσάφι ή κάτι άλλο, κρυφά ή φανερά, με το να το δανεισθεί ίσως ή να το αρπάξει, και έπειτα δεν θέλει να σου το επιστρέψει από κακή πρόθεση ή και από στέρηση, εσύ ωστόσο δεν το υπομένεις αυτό με ευχαρίστηση και αμνησικακία, αλλά απεναντίας σύρεις στα δικαστήρια εκείνον, που σου αφαίρεσε, και πληρώνεις συνηγόρους, επιζητώντας τη βοήθεια από τους ανθρώπους, και παρουσιάζεσαι στο δικαστήριο, αγωνιώντας, λυπούμενος, οδηγώντας και σύροντας σε δίκη τον αδελφό, και μεταχειρίζεσαι όρκους και ψευδορκίες, και τον αναγκάζεις να ορκίζεται και να πατά τον όρκο του και να ψεύδεται, πράγμα που είναι χειρότερο από όλα τα άλλα,
και μαζί μ’ αυτά τον παραδίδεις στις φυλακές, και κάνεις και μεταχειρίζεσαι όλα, για να λάβεις αυτά που χρωστά σ’ εσένα, τότε, πώς δεν είσαι ολοφάνερα πολέμιος και του εαυτού σου;
Εσύ λοιπόν που προστάζεσαι να επισκέπτεσαι εκείνους που είναι στη φυλακή και να τους υπηρετείς,7 όσο μπορείς, εσύ που προστάζεσαι να μη ζητάς από εκείνον, που παίρνει τα δικά σου πράγματα, να σου τα επιστρέψει, αλλά και να αφήνεις και το επανωφόρι σ’ εκείνον που θέλει να σε πάει στο δικαστήριο και να πάρει το χιτώνα σου,8 και όχι μόνο αυτό, αλλά να παραδώσεις και την ίδια τη ζωή σου στο θάνατο για την εντολή του Θεού, όταν πηγαίνεις στα δικαστήρια για χρήματα, που είναι φθαρτά, παραβαίνοντας την προσταγή του Θεού, επειδή λυπάσαι, στενοχωρείσαι και ρίχνεις στις φυλακές τον αδελφό σου γι’ αυτά, δεν παραφρονείς τότε ολοφάνερα, παροργίζοντας τον Θεό και πολεμώντας τον και στερώντας τον εαυτό σου από την αιώνια ζωή; Εκείνος λοιπόν που θέλει να ποιμαίνει το ποίμνιο του Χριστού και να βόσκει τα πρόβατά του με τη διδασκαλία αυτών, που έχουμε πει, ώστε να τα κάνει με τη δικαιοσύνη9 ευτραφή και πολύτοκα, πώς άραγε μπορεί να μεριμνά συγχρόνως για αγρούς και να ενδιαφέρεται για κτήματα, και να τα υπερασπίζεται και
να τα αποτρέπει εκείνους, που θέλουν να τα βλάπτουν και να τα πειράζουν, και άλλοτε να πηγαίνει στους δικαστές, και άλλοτε να αντιστέκεται με αντιλογίες και ψέματα, και κάποιες φορές να γίνεται φανερά αίτιος για όρκους και επιορκίες; Διότι είναι ανάγκη, και αν ακόμη ο ίδιος λέει την αλήθεια, οι αντίδικοι να λένε ψέματα και να ορκίζονται και να πατούν τον όρκο τους φανερά. Αν όμως συμβαίνει να γίνονται αυτά έτσι, πώς θα γίνουν ανεκτά από τη φιλόθεη ψυχή, ή πώς θα γίνουν αρεστά από τον Θεό, που είπε: «Εγώ όμως σας λέω, να μην ορκισθείτε διόλου, αλλά ας είναι το ναι που λέτε, ναι, και το όχι, όχι˙ διότι το παραπάνω απ’ αυτό το λόγο προέρχεται από τον πονηρό».10 Και ακόμη είπε˙ «Αληθινά σας λέω, ότι για κάθε ανώφελο λόγο, που θα πουν οι άνθρωποι, γι’ αυτό το λόγο θα λογοδοτήσουν τη μέρα της κρίσης.11
Μη λοιπόν, αν θέλετε να πείθεσθε στην αλήθεια, που είναι ο Χριστός, και αν πείθουμε μ’ αυτά τα λόγια εσάς, που είστε άνθρωποι, μην περιτρέχετε στις εξουσίες και στις προστασίες των άλλων, για την ανθρώπινη δόξα και την ευχαρίστηση και την απόλαυση του σώματος, από το φόβο για την κρίση του Θεού και τη φοβερή εκείνη απόφαση, που ο Θεός αποκάλυψε δια μέσου του προφήτη Ιεζεκιήλ, εναντίον εκείνων που ανάξια ποιμαίνουν τα πρόβατά του, λέγοντας: «Αυτά λέει ο Κύριος ο Θεός˙ Ποιμένες του Ισραήλ, σας ρωτώ, μήπως οι ποιμένες βόσκουν τον εαυτό τους; Οι ποιμένες δεν βόσκουν τα πρόβατά τους; Να, εσείς τρώτε το γάλα των προβάτων, και με τα μαλλιά τους ντύνεστε, και το παχύ πρόβατο το σφάζετε, και όμως τα πρόβατά μου δεν τα βόσκετε. Το εξασθενημένο πρόβατο δεν το ενισχύσατε, και το άρρωστο δεν φροντίσατε να το γιατρέψετε, και αυτό που έσπασε το πόδι του, δεν δέσατε το σπάσιμο, και αυτό που περιπλανήθηκε δεν το βοηθήσατε να αναλάβει σωματικά, και αυτό που περιπλανήθηκε δεν το επαναφέρατε, και το χαμένο δεν το
αναζητήσατε, και το ζωηρό το εκμεταλλευθήκατε με σκληρό τρόπο και το βασανίσατε με την αυταρχικότητα και την προχειρότητά σας, και γι’ αυτό διασκορπίσθηκαν τα πρόβατά μου, επειδή δεν υπάρχουν ποιμένες».12 Και μετά από λίγα προσθέτει: «Αυτά λέει ο Κύριος ο Θεός˙ Να, εγώ θα έρθω στους ποιμένες αυτούς, και θα ζητήσω τα πρόβατά μου από τα χέρια τους, και θα τους διώξω, ώστε να μην ποιμαίνουν τα πρόβατά μου».13 Και ακόμη: «Και αν ο φρουρός θα δει τη ρομφαία να έρχεται και δεν θα σαλπίσει με τη σάλπιγγα, και αν η ρομφαία θα επιτεθεί και θα φονεύσει κάποια ψυχή απ’ αυτούς, η ψυχή αυτή φονεύθηκε βέβαια εξαιτίας της αμαρτίας της, το αίμα της όμως θα το ζητήσω από το χέρι του φρουρού».14 Αυτά, αδελφοί, είναι φοβερά και αίτια για πολλή φρίκη.
Γι’ αυτό λοιπόν, ας φροντίσουμε περισσότερο να ποιμάνουμε προηγουμένως καλά τους εαυτούς μας ως ποίμνιο του Χριστού, ως βασιλικό ιερατείο,15 και να υποτάξουμε τη σάρκα στο πνεύμα, ώστε να μη νικιέται μέσα μας το ανώτερο από το κατώτερο. Και όταν μπούμε στο βυθό της ταπεινοφροσύνης, και καθαρίσουμε με τις ροές των δακρύων της τις κηλίδες της αμαρτίας, κάνουμε μάλιστα ήσυχο και γαλήνιο το πνεύμα μας από το συντριμμένο φρόνημά μας, και χορτάσουμε, μέσα στην πολλή δίψα της δικαιοσύνης του Θεού, από τα ανέκφραστα αγαθά της βασιλείας του, δια μέσου της παρηγορίας του Πνεύματος, και στη συνέχεια, αφού αποκτήσουμε απ’ αυτά ευσπλαχνία και συμπόνια, κάνουμε καθαρή την καρδιά μας μέσα σε τέλεια απάθεια και δούμε το φως του Θεού, το ίδιο δηλαδή το Άγιο Πνεύμα, να ενεργεί και να λέει μέσα μας τα κρυμμένα μυστήρια της βασιλείας του Θεού,16 επειδή ενώσαμε με τη βαθιά ειρήνη σε ένα φρόνημα αυτά, που ήταν διαχωρισμένα μέσα μας, και ειρηνεύσουμε πρώτα τους εαυτούς μας και κάνουμε τους εαυτούς μας για τον Θεό, δια μέσου
του σώματος και της ψυχής, αρμονικό όργανο, μέσα σε ένα Πνεύμα, και όχι μόνο αυτό, αλλά όταν και μέσα σε πολλούς πειρασμούς, μέσα δηλαδή σε πολλές θλίψεις και συμφορές, θα μείνουμε ευγενικά, ενώ μας βλαστημούν, και θα ευλογούμε, ενώ μας καταριούνται,17 χωρίς να σκεφτόμαστε διόλου σε κανένα πράγμα το κακό, αλλά απεναντίας, όλα θα τα ανεχόμαστε, όλα θα τα υπομένουμε, με το να φυλάγουμε τη δοκιμασμένη πίστη μας ασάλευτη, πιασμένη από την αποβάθρα των αρετών, και έτσι, όταν με όλα και μέσα σε όλα, που ειπώθηκαν, θα αυξήσουμε το κατά Χριστόν ανάστημά μας και θα γίνουμε τέλειοι άνδρες, φθάνοντας στο μέτρο της τελειότητας του Χριστού,18 μέσα στην τέλεια γνώση του Θεού και μέσα στη σοφία των λόγων και των μυστηρίων που χορηγούνται από το πανάγιο Πνεύμα, τότε, ας προσφέρουμε τους εαυτούς μας ως τελευταίους δούλους και για την ωφέλεια των άλλων, αν βέβαια καλούμαστε από τον ουρανό, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου: «Εκείνος που θέλει να είναι πρώτος ανάμεσά σας, ας είναι δούλος όλων και υπηρέτης όλων».19
Ωσότου όμως να φθάσουμε με πολλούς αγώνες σ’ αυτή την τελειότητα, ας ησυχάσουμε, παρακαλώ, υπακούοντας στους κατά Θεόν πατέρες μας και στον ίδιο τον Θεό, που τα συγκρατεί όλα, μετανοώντας κάθε μέρα και καθαρίζοντας τους εαυτούς μας με τα κατά Θεόν δάκρυα, ώστε να μπορέσουμε να γνωρίσουμε τον Θεό, και ότι είναι αψευδής στο να δώσει εκείνα, που αυτός υποσχέθηκε, σε όσους τον αγαπούν και κάνουν τα θεία προστάγματά του˙ ο οποίος και θα δώσει στον καθένα το μισθό, ανάλογα με τα έργα του,20 όταν, αφού υποταχθούν όλα σ’ αυτόν, θα παραδώσει τη βασιλεία στον Θεό και Πατέρα,21 στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους ατέλειωτους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Υποσημειώσεις.
1. Α’ Πέτρ. 5,8
2. Ιω. 14,30
3. Πρβ. Ματθ. 8,30
4. Λουκ. 11,23
5. Πρβ. Εφ. 6,12
6. Ματθ. 5,39
7. Ματθ. 25,43
8. Ματθ. 5,40. Λουκ. 6, 29-30
9. Δικαιοσύνη˙ η ενάρετη ζωή.
10. Ματθ. 5, 34 και 37
11. Ματθ. 12,36
12. Ιεζ. 34,2-5
13. Ιεζ. 34,10
14. Ιεζ. 33,6
15. Α’ Πέτρ. 2,9
16. Πρβ. Ματθ. 13,11
17. Πρβ. Α’ Κορ. 4, 12-13
18. Εφ. 4, 13
19. Μάρκ. 9, 35
20. Πρβ. Ματθ. 16, 27
21. Πρβ. Α’ Κορ. 15, 28
Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).
Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
Παράβαλε και:
Λόγος ηθικός ενδέκατος (Α’): «Για τη ζωοποιό νέκρωση του Ιησού και Θεού” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός ενδέκατος (Β’): «Για τη ζωοποιό νέκρωση του Ιησού και Θεού” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός ενδέκατος (Γ’): «Για τη ζωοποιό νέκρωση του Ιησού και Θεού” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.