Για την νηστεία (Α’)!

Αντιόχου του Πανδέκτου

Νηστεία είναι όχι μόνο να τρώει κανείς αραιά, αλλά να τρώει και λίγο. Και άσκηση είναι όχι να τρώει κανείς μια φορά στις δύο ή στις τρεις ημέρες, αλλά να μην έχει ποικιλία στο φαγητό. Άσκηση δηλαδή είναι τραπέζι περιορισμένο σε ένα είδος. Νηστεία ανόητη είναι εκείνη που περιμένει βέβαια την ορισμένη ώρα της τροφής, όταν όμως αυτή έρθει, ορμά στο τραπέζι αχαλίνωτα και, μαζί με τη σάρκα, δίνει και τον νου στη ευχαρίστηση των φαγητών.

Του Αββά Ησαΐα

Όταν ησυχάζεις μέσα στο κελλί σου, κανόνισε το θέμα της τροφής σου, ώστε να δίνεις στο σώμα σου αυτό που έχει ανάγκη, για να σε βαστά να κάνεις τις προσευχές σου και να μη θελήσεις να βγεις έξω. Αν οι δαίμονες σε παρακινούν σε άσκηση επάνω από τη δύναμή σου, μην τους ακούσεις˙ γιατί αυτοί δίνουν ζήλο στον άνθρωπο για κάθε πράγμα που ξεπερνά τη δύναμή του, ώσπου να πέσει στα χέρια τους και να χαρούν. Εσύ λοιπόν δώσε στο σώμα σου αυτό που έχει ανάγκη, ώστε να σηκωθείς από το τραπέζι ενώ ακόμη θέλεις να φας. Επίσης να μην τρως τίποτε για ευχαρίστηση ή από επιθυμία να το γευθείς, είτε καλό είτε κακό. Αν αναγκαστείς να πιείς κρασί, πιες μέχρι τρία ποτήρια, και μην παραβείς την εντολή αυτή για χάρη φιλίας. Μην είσαι λαίμαργος στο φαγητό, για να μην ανανεωθούν μέσα στου τα προηγούμενα αμαρτήματά σου. Μην αγαπήσεις το κρασί έτσι που να μεθάς, για να μη στερηθείς τη χαρά του Θεού.

Η άσκηση της ψυχής είναι το να μισήσει τον περισπασμό, και άσκηση του σώματος είναι η στέρηση. Η πτώση της ψυχής είναι το να αγαπά τον περισπασμό, και διόρθωσή της η ησυχία με επίγνωση. Αν λοιπόν θέλεις, αδελφέ, να δείξεις μετάνοια στον Θεό, φύλαξε τον εαυτό σου από το πολύ κρασί, γιατί αυτό ανανεώνει όλα τα πάθη και διώχνει τον φόβο του Θεού από την ψυχή.

Του αββά Μάρκου.

Όσοι κάνουν άσκηση οφείλουν, αυτό που άρχισαν, να το τελειώσουν. Οι νέοι επίσης και οι μεγαλύτεροι που έχουν γερό το σώμα και δεν φοβούνται μην πάθουν, πρέπει να προτιμούν την πολύ χρήσιμη και ασφαλή νηστεία. Να τρώνε με ζύγι το ψωμί και να πίνουν με μέτρο το νερό, σε ορισμένα διαστήματα, τόσο, ώστε να φεύγουν από το φαγητό ενώ ακόμη αισθάνονται πείνα και δίψα, και η ευχαρίστηση να μην τους εμποδίζει από την απαραίτητη προσευχή τους στον Θεό.

Αν θελήσουμε να χορτάσουμε τρώγοντας, θα βαρεθούμε γρήγορα και θα επιθυμήσουμε κάτι άλλο˙ και όταν και τούτο το φάμε και το χορτάσουμε, και αυτό παρόμοια θα το αποδοκιμάσουμε, όπως το προηγούμενο, και θα το παρατήσουμε. Δεν γίνεται δηλαδή, ενόσω χορταίνουμε να μείνουμε στις ίδιες επιθυμίες που επινοούμε για την ευχαρίστησή μας. Ποιό φαγητό ήταν πιο γλυκό ή πιο εκλεκτό από το μάννα;1 Όταν όμως οι Ισραηλίτες το έφαγαν και το χόρτασαν, καθώς δεν είχαν κάτι καλύτερο να επιθυμήσουν, επιθύμησαν το κατώτερο, τα σκόρδα και τα κρεμμύδια.2 Επομένως ο χορτασμός έχει έμφυτη την επιθυμία κάποιου άλλου. Αν λοιπόν, καθώς χορταίνουμε το ψωμί, επιθυμούμε και άλλες τροφές, ας το τρώμε χωρίς να χορταίνουμε. Έτσι, μη χορταίνοντας το ψωμί, πάντοτε θα επιθυμούμε να το χορτάσουμε, οπότε και τη βλάβη από την επιθυμία άλλων θα αποφύγουμε, και την αρετή της εγκράτειας θα αποκτήσουμε.

Ίσως όμως θα πει κάποιος από εκείνους που είναι κάπως απρόθυμοι για τη νηστεία: «Μήπως είναι αμαρτία να φάει ο άνθρωπος;» Μα ούτε και εμείς συμβουλεύουμε να φυλάγεται ο άνθρωπος από το φαγητό σαν να είναι αμαρτία, αλλά επειδή το ακολουθεί η αμαρτία. Οι Ισραηλίτες δεν αμάρτησαν, επειδή επιθύμησαν, αλλά διέπραξαν ασέβεια, επειδή εξαιτίας της επιθυμίας κακολόγησαν τον Θεό. Είπαν δηλαδή: «Μήπως θα μπορέσει ο Θεός να μας ετοιμάσει τραπέζι στην έρημο;»3 Και αφού τους το ετοίμασε ο Θεός, ξέσπασε σε αυτούς η οργή του σαν φωτιά και έριξε νεκρούς τους ισχυρούς ανάμεσά τους,4 για να μη επιθυμήσουν, μένοντας ζωντανοί, και άλλη τροφή και πιουν λόγια εναντίον του Υψίστου και έτσι εξοντωθούν και οι υπόλοιποι.

Είναι δύσκολο να κυριαρχήσει κανείς στην αδιάντροπη κοιλιά. Είναι θεός5 για εκείνους που θα νικηθούν από αυτήν, και δεν μπορεί να αθωωθεί όποιος την ανέχεται.

Ο κίνδυνος όμως δεν είναι μόνο από τον χορτασμό, αλλά και από την ακηδία. Όταν δηλαδή περάσουμε αρκετές ημέρες χωρίς να τρώμε τίποτε, βρίσκει έδαφος η ακηδία και θα επιτεθεί να μας πολεμήσει. Τη νυχτερινή μας αγρυπνία θα τη μετατρέψει σε ύπνο και την προσευχή της ημέρας σε σαρκικούς λογισμούς, ώστε να μην ωφεληθούμε καθόλου από τον ύπνο και να ζημιωθούμε πάρα πολύ από τους σαρκικούς λογισμούς. Αρχίζουμε δηλαδή να έχουμε μεγάλη ιδέα, ότι κάνουμε περισσότερη άσκηση από τους άλλους, και καταφρονούμε τους μικρότερους, πράγμα που είναι το πιο βαρύ σφάλμα. Αν ένας γεωργός, αφού ξοδέψει πολλά για την καλλιέργεια του χωραφιού του, το αφήσει άσπαρτο, οι κόποι του καταλήγουν σε ζημία. Έτσι και εμείς˙ αν υποτάξουμε με πολλή προσοχή τη σάρκα μας, αλλά δεν σπείρουμε την προσευχή, μάλλον εναντίον μας αγωνιστήκαμε.

Ίσως όμως θα πει κάποιος: «Είτε στην προσευχή είτε στην αρετή, ποια είναι η ανάγκη της νηστείας;» Είναι μεγάλη από κάθε άποψη. Όπως δηλαδή ένας φτωχός γεωργός, αν σπείρει σε χέρσο χωράφι χωρίς πρώτα να το οργώσει, αντί για σιτάρι θα μαζέψει αγκάθια, έτσι και εμείς: αν δεν σπείρουμε την προσευχή, αφού πρώτα ταλαιπωρήσουμε τη σάρκα μας με τη νηστεία, η σοδειά μας θα είναι αμαρτία και όχι αρετή. Γιατί αυτή η σάρκα είναι από χώμα όπως και το χωράφι, και αν δεν τη φροντίσουμε τόσο, όσο εκείνο, ποτέ δεν θα βλαστήσει καρπό αρετής.

Αυτά τα λέμε όχι για να εμποδίζουμε εκείνους που μπορούν να ωφεληθούν από τη νηστεία, αλλά για να παρακινήσουμε αυτούς που δεν θέλουν να βλαφτούν. Γιατί η νηστεία, όπως ωφελεί εκείνους που την ασκούν με περίσκεψη, έτσι βλάπτει όσους την επιχειρούν απερίσκεπτα. Αυτοί λοιπόν που φροντίζουν να ωφεληθούν, οφείλουν να φυλάγονται από τη βλάβη που προξενεί, δηλαδή την κενοδοξία. Το ψωμί που ήταν να φάμε μετά τη συμπλήρωση της νηστείας, την οποία ορίζουμε για τον εαυτό μας, ας το μοιράσουμε στις μέρες της ασιτίας, τρώγοντας λίγο κάθε μέρα, για να φιμώσουμε το σαρκικό μας φρόνημα και για να έχει στήριγμα η καρδιά μας6 στην προσευχή, η οποία είναι πιο ωφέλιμη. Και έτσι θα φυλαχτούμε, με τη δύναμη του Θεού, από την υπερηφάνεια και θα φροντίσουμε να περάσουμε όλες τις μέρες της ζωής μας με ταπεινοφροσύνη, χωρίς την οποία κανείς δεν θα ευαρεστήσει στον Θεό.

Του αγίου Διαδόχου.

Όπως όταν το σώμα φορτώνεται με πολλά φαγητά κάνει τον νου δειλό και δυσκίνητο, έτσι και όταν εξασθενεί από την πολλή εγκράτεια κάνει το θεωρητικό μέρος της ψυχής σκυθρωπό και να μη θέλεις τους λόγους.7 Οι τροφές λοιπόν πρέπει να κανονίζονται ανάλογα με την κατάσταση του σώματος: όταν αυτό υγιαίνει, να δαμάζεται κατάλληλα, και όταν αρρωσταίνει, να ενισχύεται ανάλογα. Γιατί αυτός που αγωνίζεται δεν πρέπει να έχει το σώμα αδύνατο αλλά δυνατό, όσο χρειάζεται για τον αγώνα, έτσι ώστε με τις προσπάθειες του σώματος και η ψυχή να αποκτά την απαραίτητη κάθαρση.

Η νηστεία και από μόνη της έχει βέβαια λόγο να καυχηθεί, όχι όμως απέναντι στον Θεό˙ γιατί είναι σαν ένα εργαλείο που βοηθά στο θέμα της σωφροσύνης όσους θέλουν. Επομένως δεν πρέπει να υπερηφανεύονται γι’ αυτήν οι αγωνιστές της ευσέβειας, αλλά μόνο να περιμένουν, με πίστη στον Θεό, την εκπλήρωση του σκοπού μας. Και οι διάφοροι τεχνίτες, άλλωστε, δεν καυχιούνται ποτέ για το αποτέλεσμα της τέχνης τους από τα εργαλεία, αλλά καθένας περιμένει να πάρει μορφή το έργο του, για να δείξει με αυτό τη τέχνη του.

Όπως ακριβώς η γη, όταν ποτίζεται με μέτρο, αποδίδει τον σπόρο καθαρό και πολύ περισσότερο από αυτόν που σπάρθηκε, όταν όμως πλημμυρίζει από πολλές βροχές, βγάζει μόνο αγκάθια και τριβόλια, έτσι και η γη της καρδιάς: αν χρησιμοποιούμε το κρασί με μέτρο, αποδίδει καθαρά τα φυσικά της σπέρματα, και όσα σπέρνει σε αυτήν το άγιο Πνεύμα βλαστάνουν πολύ θαλερά και καρποφόρα˙ αν όμως πλημμυρίσει από το πολύ πιοτό, όλοι οι λογισμοί της βγαίνουν πραγματικά αγκάθια και τριβόλια.

Όταν ο νους μας κολυμπά στα κύματα της πολυποσίας, όχι μόνο βλέπει με εμπάθεια τις μορφές που παρουσιάζουν οι δαίμονες στον ύπνο, αλλά και ο ίδιος πλάθει μέσα του κάποια όμορφα πρόσωπα, και με φλογερό πάθος έχει τις φαντασίες αυτές σαν ερωμένες. Καθώς δηλαδή τα γεννητικά όργανα θερμαίνονται από τον βρασμό του κρασιού, είναι αναπόφευκτο να απεικονίζει ο νους μέσα του κάποια ηδονική σκιά του πάθους. Πρέπει λοιπόν να χρησιμοποιούμε το κρασί με μέτρο, για να αποφεύγουμε τη βλάβη που προξενεί το περίσσιο. Γιατί όταν ο νους δεν έχει την ηδονή να τον παρασέρνει στην απεικόνιση της αμαρτίας, μένει χωρίς διόλου φαντασίες και σαρκικές επιθυμίες.

Υποσημειώσεις.

1. Πρβ. Εξ. 16,31.
2. Αριθ. 11, 5-7.
3. Ψαλμ. 77, 19.
4. Ψαλμ. 77, 31.
5. Πρβ. Φιλιπ. 3, 19.
6. Πρβ. Ψαλμ. 103, 15: και άρτος καρδίαν ανθρώπου στηρίζει.
7. Στο κείμενο: <α> φιλόλογον (Λόγος ασκητικός, παράγραφος με’, Φιλοκαλία Α’, σ’. 247). Δηλαδή να μη κινείται σε θεωρία και θεολογία.

Από το βιβλίο: Ευεργετινός: “Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.”

Τόμος 2-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος

Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.