Αλλοίωση – Στέλλας Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

«Ο κόσμος λάμπει σαν έν’ αστέρι,
βουνά και κάμποι, δένδρα, νερά,
γιορτάζουν πάλι, καθώς προβάλλει,
το καλοκαίρι, Θεού χαρά…
…Έλεγε ο αείμνηστος Κωστής Παλαμάς, με την ρομαντική ματιά με την οποία έβλεπε τα πάντα. Κατάντησε «ρομαντισμός» η αναζήτηση του ωραίου. Το να μπορείς να δείς το ωραίο σε κάθε τι. Στις μέρες μας αγγίζει τα όρια του άθλου.

Μπαίνουμε στο καλοκαίρι, που είναι μόνον καλο-καίρι, και όχι Θέρος. Δεν θα μπορούσε σήμερα να πει ο Χριστός «ιδού, επάρατε τους οφθαλμούς υμών, και θεάσασθε τας χώρας, ότι λευκαί εισίν προς θερισμόν ήδη» (Ι.: δ΄35), γιατί δεν υπάρχουν πια τέτοιες εικόνες. Κι όμως υπήρχαν μέχρι πριν λίγες δεκαετίες, πριν μας καταλάβει πλήρως η ευδαιμονική πλάνη, που μας στέρησε, όχι μόνον την ομορφιά, αλλά και την αυτάρκεια, δηλαδή την ελευθερία. Αν σηκώσουμε τα μάτια γύρω μας, να σας πω τι θα δούμε: Δρόμους, άσφαλτο, διαβάσεις, ανισόπεδους κόμβους, και άλλους ανισόπεδους κόμβους υπό κατασκευήν. Αυτοκίνητα χωρίς παράθυρα, πολυκατοικίες απρόσωπες, μονοκατοικίες απρόσωπες, «κήπους» χωρίς δένδρα (τώρα έχουν γκαράζ από κάτω), πόλεις απρόσωπες, ανθρώπους σκυθρωπούς ή σε γλωσσικό και οπτικό παραλήρημα, ομοιόμορφους, άμορφους, ανεπίγνωστους μιμητές της εκάστοτε κουλτούρας, χωρίς υγεία παρά τα φαινόμενα, χωρίς συνειδητές επιλογές, και χωρίς συνειδητή απόλαυση της ζωής. Στην πλειοψηφία.

Τα βουνά μας είναι σκαμμένα ή καμμένα. Οι κάμποι μας εγκαταλελειμένοι, τα χωριά μας άμορφα, οι παραλίες μας αλλοιωμένες από ομπρέλες και ξαπλώστρες, μπαρ και δυνατή μουσική ακόμη και στα πιο απόμερα σημεία. Ηχορύπανση και σκουπίδια παντού. Πού χώρος για το άκουσμα της διακριτικής συμφωνίας των τζιτζικιών, πού για τους γρύλλους, τα τρυζόνια, και τον γκιώνη της νύχτας; Πού υπάρχει πια σκοτεινός ουρανός για να λάμψει το φεγγάρι, σε ποιά σκοτεινή στράτα μπορεί κανείς να θαυμάσει τον γαλαξία; Οι γλαφυρές κορυφογραμμές που αχνοπρόβαλλαν άλλοτε στο λυκόφως, εξαφανίστηκαν κάτω από το οξύ κόκκινο φώς των ανεμογεννητριών, που το πρωί σπαθίζουν την γλύκα της κάθε βουνοπλαγιάς, και την νύχτα την εξαφανίζουν μετατρέποντάς την σε διάδρομο αεροδρομίου! Ποιός νοιάζεται πια για τα χρώματα, την ομορφιά, και τους ήχους της νύχτας; Αφού καταστρέψαμε την ημέρα, σκοτώσαμε και την νύχτα. Καθόλου περίεργο το ότι οι περισσότεροι σήμερα κοιμούνται με το κινητό ανά χείρας, και δεν είναι λίγοι που βάζουν σ’ αυτό ήχους θάλασσας, βροχής, ή του ανέμου σε δάσος!

Περίπου τα ίδια παρατηρούνται και στις σχέσεις. Καθώς μισούμε τον Θεό, χάσαμε και την ενωτική λειτουργία του Αγίου Πνεύματος. Οι σχέσεις, ακόμη κι οι πιο στενές, εύκολα διολισθαίνουν σε μίσος, και δύσκολα πια μπορούμε να χαρούμε ή να γελάσουμε όλοι μαζί, χαμένοι καθώς είμαστε στο αδυσώπητο κυνήγι των ατομικών μας, όχι επιθυμιών, αλλά απαιτήσεων, με όλον τον παραλογισμό και την απομόνωση που αυτό συνεπάγεται, και επιφέρει ορατά πια και συχνότατα.

Μας έδωσε ο Θεός έναν νοητό κι έναν φυσικό Παράδεισο, «εργάζεσθαι και φυλάσσειν αυτόν». Μας είπε να χαρούμε την ύπαρξή μας, να μεγαλώσουμε μαζί Του, να μάθουμε την σοφία και την αγάπη μαζί Του, να φτάσουμε στην θέωση μαζί Του. Μας περιέβαλε με ομορφιά, και μας είπε να την χαιρόμαστε, να την συντηρούμε, να «κατακυριεύσουμε αυτής». Αυτό σήμαινε να της φερθούμε σαν πραγματικοί ιδιοκτήτες που την θέλουν και για τα παιδιά και τα εγγόνια τους, κι όχι σαν εφήμεροι, μοιραίοι και αδηφάγοι καταχραστές. Δεν προλάβαμε να τα μάθουμε όλ’ αυτά, γιατί βιαστήκαμε να φύγουμε μακρυά Του, και συνεχώς φεύγουμε μακρυά Του. Συνεχώς κάποιος όφις μας πείθει να Τον φοβόμαστε, ν’ αρπάζουμε την «κληρονομιά», και να φεύγουμε εις «χώραν μακράν» (Λουκ. ιε΄: 13), όπου την δαπανούμε ζώντας «ασώτως».

Ξέρετε τι σημαίνει «άσωτος»; «Εις -τος και -τέος Ρηματικά Επίθετα». Πάει κι ο Τζάρτζανος, κι η γλώσσα μας, τ’ αποκηρύξαμε κι αυτά… Λοιπόν: η κατάληξη -τέος, σημαίνει το δέον γενέσθαι, αυτό που πρέπει να γίνει. Η κατάληξη –τος σημαίνει είτε το δυνατόν γενέσθαι, αυτό που μπορεί να γίνει, είτε το γεγενημένον, ως μετοχή Παρακειμένου δηλαδή. Τι υπέροχο παιχνίδι της γλώσσας! Ά-σωτος με α στερητικό είναι και αυτός που δεν σώζεται, και αυτός που δεν έχει σωθεί. Αλλά με α αθροιστικό είναι αυτός που και μπορεί να σωθεί και έχει σωθεί με πολλούς τρόπους. Ενώ λοιπόν ισχύει το δεύτερο, εμείς πλανούμε τον εαυτό μας παρερμηνεύοντας. Κι όλα τα λάθη μας, όλες μας οι απώλειες, όλα εκεί οφείλονται: στην παρερμηνεία, την πλάνη, την αίρεση.

Αλήθεια, κατάλαβε ποτέ κανείς εκείνο το «έσεσθε ως θεοί» που μας είπε ο όφις; Δεν είναι εντελώς γενικό και αόριστο; Περιείχε καμμιά συγκεκριμένη πρόταση; Είχε περιεχόμενο ή διαδικασία; Μας είπε το τι και το πώς; Ο Θεός τα είχε πει και περιγράψει πλήρως. Ξέρετε πώς την πατήσαμε; Όπως την πατάμε και σήμερα με όλες τις αόριστες και πλάνες υποσχέσεις ευδαιμονίας που καταστρέφουν όλο και περισσότερο την γή, την ζωή, και τις σχέσεις μας: Νομίζουμε ότι ξέρουμε. Πάνω στην λίγη γνώση που αποκτήσαμε με το μυαλό και την φώτιση που μας έδωσε ο Θεός, νομίζουμε ότι τα καταλαβαίνουμε όλα, ότι μπορούμε να τα σκεφτούμε, υπολογίσουμε, σχεδιάσουμε, προβλέψουμε, εξασφαλίσουμε, διατηρήσουμε, αυγατίσουμε, και απολαύσουμε τα πάντα και για πάντα, επειδή κάποτε, στην προαιώνια συλλογική βιολογική μας μνήμη, αυτό υπήρχε ως δυνατότητα. Αλλά εντός του Παραδείσου, όχι εκτός! Εκτός, με αυτήν την πλάνα και αόριστη υπόσχεση, αρχίσαμε να σκοτώνουμε τ’ αδέλφια μας, να εξαπατούμε, να μισούμε τον Θεό, να «οικοδομούμε πόλεις», να κάνουμε πολέμους. …». «Έως ήλθεν ο Κατακλυσμός και ήρεν άπαντας» (Ματθ. κβ΄:37-39). Αυτό το «άπαντας» σημαίνει «όλους ανεξαιρέτως», σε αντίθεση με το «πάντας», που σημαίνει «όλους γενικά». «Μα, πώς ανεξαιρέτως;», θα μου πείτε, «αφού σώθηκαν ο Νώε και η οικογένειά του, πώς είναι άπάντες;». Καλή παρατήρηση! Ποιοι ήταν οι άπαντες που χάθηκαν; Όλοι όσοι σκέφτονταν μ’ αυτόν τον τρόπο. Ο Νώε σκεπτόταν αλλοιώς, δεν ήταν ένας απ’ αυτούς, δεν προσπαθούσε να μπει στην θέση του Θεού, να γίνει «χαλίφης στην θέση του χαλίφη» που θα ‘λεγε κι ο Ιζνογκούντ!

Όσοι θέλουν να επιβιώσουν μιας επερχόμενης καταστροφής, ας μην συνεχίζουν το λάθος να στηρίζονται στο μυαλό τους, και στις αδηφάγες απαιτήσεις τού «ως θεοί». Ας γίνουν σαν τον Νώε κι ας εμπιστευτούν τις οδηγίες του Θεού όταν αυτές έλθουν. Μέχρι τότε ας γίνουμε όπως προτείνει ο Θεός: εργαζόμενοι και κατακυριεύοντες, δηλαδή συμπεριφερόμενοι κατ’ εξοχήν ως κύριοι. Απολαμβάνοντας με μέτρο, εργαζόμενοι με μέτρο, σκεπτόμενοι με μέτρο, σχεδιάζοντας με μέτρο, οικοδομώντας με μέτρο, κι αφήνοντας χώρο να πνεύσει ανάμεσά μας η «πνοή αύρας λεπτής», το λεπτό και ζωογονητικό αεράκι , το «πνεύμα» του Αγίου Πνεύματος.

Στέλλα Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

Δημοσιεύθηκε στην Άρθρα, Γενικά, Ιστορικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.