Έργα και λόγοι του Οσίου Αββά Ποιμένος.

Ο αββάς Ποιμήν έλεγε: «Αν ταπεινώσεις τον εαυτό σου, θα έχεις ανάπαυση σε όποιον τόπο και να καθίσεις».

Ο αββάς Ποιμήν είπε: «Κάθε δοκιμασία που θα σου έρθει, θα τη νικήσεις με τη σιωπή».

Είπε ο αββάς Ποιμήν: «Αν δεν είχε έρθει ο Ναβουζαρδάν ο αρχιμάγειρας, δεν θα καιγόταν ο ναός του Θεού.2 Αυτό σημαίνει ότι, αν δεν είχε έθρει στην ψυχή η ανάπαυση που είναι αποτέλεσμα της γαστριμαργίας, ο νους δεν θα νικιόταν στον πόλεμο με τον εχθρό».

Επίσης είπε: «Ο Δαβίδ, τότε που πάλεψε με το λιοντάρι, το έπιασε από τον λαιμό και αμέσως το σκότωσε3. Αν λοιπόν και εμείς κυριαρχήσουμε στον λάρυγγα και στην κοιλιά μας, δηλαδή στη φιληδονία και στη γαστριμαργία, θα νικήσουμε με τη βοήθεια του Θεού το αόρατο λιοντάρι».

Ο ίδιος είπε και το εξής: «Αυτά τα τρία δεν μπορώ να τα κόψω εντελώς: την τροφή, την ενδυμασία και τον ύπνο. Ως ένα σημείο όμως μπορώ να τα κόψω».

Άλλοτε είπε: «Η ψυχή δεν ταπεινώνεται με τίποτε, αν δεν της λιγοστέψεις το ψωμί, αν δηλαδή δεν την περιορίσεις μόνο στην απαραίτητη τροφή».

Μερικοί είπαν στον αββά Ποιμένα για κάποιον μοναχό, ότι δεν πίνει κρασί, και εκείνος απάντησε: «Το κρασί διόλου δεν ταιριάζει στους μοναχούς».

… Μαθαίνοντας η μητέρα του Οσίου Ποιμένος και των 6 αδελφών-συνασκητών του που βρίσκονταν τα επτά παιδιά της, ήλθε να τους δει. Αυτοί κλείσθηκαν στα κελλιά τους και δεν υποχώρησαν στην απαίτησή της και τα κλάματά της. Ο Ποιμήν τότε της είπε: «Εδώ θέλεις να μας δεις ή στον εκεί κόσμο;» Εκείνη αποκρίθηκε: «Αν δεν σας δω εδώ, θα σας ιδώ στον εκεί κόσμο;» Της λέγει εκείνος: «Αν πιέσεις τον εαυτό σου να μην μας δεις εδώ, θα μας δεις εκεί». Και η θεοσεβής μη­τέρα έφυγε με χαρά λέγοντας: «Αν θα σας δω οπωσδήποτε εκεί, δεν θέλω να σας δω εδώ». …

… Μετρημένος στην άσκηση, θεωρούσε ότι ο μοναχός, σαν νεκρός, όφειλε να παραμένει ξένος προς κάθε επίγεια προσκόλληση. Μία ημέρα, ο διοικητής της περιοχής, θέλον­τας να τον δει, έβαλε να συλλάβουν τον γιο της αδελφής τού Γέροντα με σκοπό να πάει εκείνος να μεσολαβήσει για χάρη του. Ο Ποιμήν ωστόσο έμεινε ασυγκίνητος μπροστά στις ικεσίες της αδελφής του λέγοντας: «Ο Ποιμήν δεν γέννησε τέκνα». Και μήνυσε στον διοικητή να τον κρίνει σύμ­φωνα με τους νόμους, αν είχε διαπράξει κάποιο αδίκημα. …

Για τους εμπαθείς λογισμούς συμβούλευε: «Δεν μπορείς να τους εμποδίσεις να έλθουν, αλλά στο χέρι σου είναι να αντισταθείς σ’ αυτούς».

Το να αφήνει κανείς τον εαυτό του στα χέρια του Θεού, το να μην υπολογί­ζει τον εαυτό του και το να μην έχει δικό του θέλημα είναι τα μέσα για τον καθαρισμό της ψυχής. Με την αυτομεμψία και την επαγρύπνηση θα μπορούσε να οικοδομηθεί και να προκόψει προς την τελείωση. Δεν πρέπει να κατακρίνουμε τον αδελφό μας αλλά να σκεπάζουμε το λάθος του επειδή «την στιγμή που θα σκεπάσουμε το πταίσμα του αδελφού μας και ο Θεός θα σκεπάσει το δικό μας· και την ώρα που θα φανερώσουμε το πταίσμα του αδελφού και ο Θεός θα φανερώσει το δικό μας».

«Ο άνθρωπος χρειάζεται την ταπεινοφροσύνη και τον φόβο του Θεού σαν την πνοή που εξέρχεται από την μύτη του». Μόνο με την αυτομεμψία, που μας κάνει να θεωρούμε τον αδελφό μας ανώτερο, μπορούμε να φθάσουμε στην ταπείνωση εκείνη που μας αναπαύει σε κάθε περίσταση.

Ο ίδιος, περιφρονούσε τον εαυτό του σε τέτοιο βαθμό ώστε έλεγε: «Εγώ λέω ότι ρίπτομαι στον τόπο που θα ριφθεί ο Σατανάς. Είμαι κάτω από τα άλογα ζώα γνωρίζοντας ότι αυτά είναι ακατάκριτα». Όταν τον ρώτησαν πως γίνεται να θεωρεί τον εαυτόν του κατώτερο από κάθε πλάσμα, ακόμη και από έναν φονιά, ο Γέροντας αποκρίθηκε: «Εκείνος έκανε μόνο την αμαρτία αυτή, ενώ εγώ φονεύω κάθε μέρα».

Μια φορά έπεσε σε έκσταση μπροστά σε κάποιον δικό του, ο οποίος τον ρώτησε μετά που είχε μεταφερθεί. Εκείνος αποκρίθηκε: «Ο λογισμός μου ήταν όπου στεκόταν η αγία Μαρία η Θεοτόκος και έκλαιε δίπλα στον Σταυρό. Κι εγώ θα ήθελα να κλαίω πάντα έτσι».

Για τη σκληροκαρδία έλεγε: «Η φύση του νερού είναι απαλή, η δε της πέτρας σκληρή, το δε κανάτι όταν κρέμεται πάνω από την πέτρα, σταλαγματιά-σταλαγματιά, τρυπά την πέτρα. Έτσι και ο λό­γος του Θεού είναι απαλός, η δε καρδιά μας σκληρή· ακούοντας δε πολ­λές φορές ο άνθρωπος τον λόγο του Θεού, ανοίγεται η καρδιά του στον φόβο του Θεού».

Υποσημειώσεις.

2. Δ’ Βασ’. 25, 8-9˙ Ιερ. 52, 12-13.
3. Πρβ. Α’. Βασ’. 17, 34-35.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.