Νευρικές κινήσεις. Ένταση. Κουρασμένο νεανικό πρόσωπο.
Συζήτηση, κάτι σαν μονόλογος, στο κινητό με το hands free. Ο περίγυρος λιγοστός κόσμος κατάκοπος στο εσπερινό λεωφορείο.
—Σχεδόν δεν αντέχω άλλο!
— (…)
— Μήνες; Κοντά χρόνια θες να πεις. (…) ούτε! Μου είπε, όπως και τόσοι άλλοι: «Κύριε…, ασφαλώς και τα προσόντα σας είναι πολλά, αλλά δεν έχετε πείρα! Ωστόσο, κάντε υπομονή. Θα σας ειδοποιήσουμε, αν χρειαστεί».
—(…)
—Εντάξει! κι εσύ τα ίδια. Δεν είναι ζωή αυτή!
— (…)
—Δεν κάνω τίποτ’ άλλο! Μόνο περιμένω. Αλλά ως πότε;
Συνωστισμός. Πρωινό λεωφορείο. Μισονυσταγμένοι, πολλοί και ποικίλοι ο περίγυρος. Δυνατή συνομιλία στο κινητό με το hands free.
— Πάω στη δουλειά.
— (…)
—Τα ίδια. Βαρετά. Μία ώρα καφέ˙ μία ώρα στη Ντέπυ για το κοινωνικό σχόλιο. Δύο με τον Ηλία στο διαδίκτυο. Κάπου-κάπου κάνω και λίγη δουλειά. Βαρετά-βαρετά μέχρι θανάτου!
(Απογευματάκι στον ήσυχο, κεντρικό, ωστόσο, δρόμο.
Καφετέριες, ταχυφαγεία, …, ολόγεμα θορυβώδεις νεανικές παρέες. Δυνατή μουσική, καπνοί, λεκτικές αστοχίες.
Ατέλειωτες ώρες σχόλης σε εργάσιμη φοιτητική μέρα.
Λιτανεία του αγίου πολιούχου της Πρωτεύουσας.
Ένας ποικίλος, νεανικός κόσμος, — όχι ολιγάριθμος— αναμεμιγμένος στο πλήθος, δείχνει να στέλνει αλλού την ελπίδα του σήμερα, του αύριο.
Στα υψωμένα χέρια του Αγίου κρεμάει τις αγωνίες, τους φόβους, τα όνειρά του.
Ανάπαυλα στην ένταση της καθημερινότητας, το ρυθμικό σιγανό βήμα της λιτανείας. Άλλου κόσμου αναπνοή. Γαλήνη.
Να μη σου κάνει καρδιά να γυρίσεις ξανά σ’ ο,τι πάει να σου γεράσει τα νιάτα πρόωρα.
Να θέλεις ν’ αρπαχτείς απ’ του Θεού την ελπίδα για ν’ αντέξεις.
Περαστικός
Από το περιοδικό: «Η Δράση μας», τεύχος Ιανουαρίου 2010.