Tα ινομυώματα εμφανίζονται κυρίως σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας (25 – 45 ετών) και ιδιαίτερα σε όσες δεν έχουν κάνει παιδιά. Συνήθως διαπιστώνεται οικογενειακή κατανομή, δηλαδή παρουσιάζονται συχνότερα σε όσες έχουν μητέρα ή γιαγιά με ινομυώματα, ενώ επιρρεπείς είναι οι γυναίκες της μαύρης φυλής, καθώς και εκείνες με αυξημένους οιστρογονικούς υποδοχείς στα μυϊκά κύτταρα της μήτρας (ορμονοεξαρτώμενοι όγκοι). Πρόκειται για τους πιο συχνούς καλοήθεις όγκους που εμφανίζονται στη μήτρα, με το μέγεθός τους να ξεκινά από 1 εκατοστό, ενώ κάποιες φορές μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 15 εκατοστά.
Τα ινομυώματα μεγενθύνονται όταν «κυκλοφορούν» πολλές ορμόνες στον οργανισμό μιας γυναίκας, π.χ. κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, προσωρινά στην κλιμακτήριο και σε περιπτώσεις παχυσαρκίας. Επίσης, μπορεί να μεγαλώσουν με τη λήψη αντισυλληπτικών, ενώ παρατηρούνται συχνότερα όταν συνυπάρχει υπερπλασία του ενδομητρίου, δηλαδή σε περιπτώσεις χρόνιας ανωοθυλακιορρηξίας ή οιστρογονοπαραγωγικών όγκων των ωοθηκών. Συνήθως κατά την περίοδο της εμμηνόπαυσης, οπότε σταματάει η παραγωγή οιστρογόνων, συρρικνώνονται και τα συμπτώματα περιορίζονται.
Η αγωγή που επιλέγει ο γιατρός κατά περίπτωση εξαρτάται από την ηλικία της γυναίκας, το εάν έχει γίνει μητέρα ή όχι, το μέγεθος των ινομυωμάτων, τη θέση τους και τα συμπτώματα που της προκαλούν, εξηγεί ο κ. Βασίλειος Γ. Μπακούλας, MD, PhD, RCOG-RCR μαιευτήρας – γυναικολόγος, ειδικός στην Εμβρυομητρική Ιατρική και Προγεννητική Διάγνωση, μέλος του Fetal Medicine Foundation του Λονδίνου.
Συνήθως ακολουθείται συντηρητική αντιμετώπιση, με παρακολούθηση του μεγέθους και έλεγχο των συμπτωμάτων, κυρίως της αιμορραγίας, όσο αυτή υπακούει σε φαρμακευτική αγωγή. Σε περίπτωση αποτυχίας της τελευταίας, ακολουθείται η ορμονική θεραπεία με συνθετικά ανάλογα των γοναδοτροπινών (GnRH analogues), που σταματούν την ανάπτυξη των ινομυωμάτων και μειώνουν την αιμάτωσή τους. Επιχειρείται επίσης και εκλεκτικός εμβολισμός των τροφοφόρων αρτηριών των ινομυωμάτων –με ακτινοσκοπική παρακολούθηση από επεμβατικούς ακτινολόγους-, με στόχο τη συρρίκνωση και υποστροφή τους.
Κατά τον κ. Μπακούλα, αφαιρούνται χειρουργικά όταν στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας προκαλούν υπογονιμότητα και αναιμία από χρόνιες αιμορραγίες που δεν ανατάσσονται. Ανεξαρτήτως ηλικίας, η αφαίρεση συνιστάται εφόσον αποτύχει η συντηρητική αντιμετώπιση, σε περίπτωση οξέος ή χρόνιου κοιλιακού άλγους ή σημαντικών συμπτωμάτων από το ουροποιητικό ή γαστρεντερικό σύστημα, που υποβαθμίζουν την ποιότητα της ζωής της γυναίκας.
Παρόλο που οι ερευνητές μέχρι σήμερα επικεντρώνονται στους αιτιολογικούς παράγοντες που προκαλούν τα ινομυώματα, πολύ λίγες επιστημονικές οδηγίες μπορούν να διατυπωθούν για την πρόληψή τους. Ομως οι γυναίκες πρέπει να καθησυχάσουν τους φόβους τους, καθώς είναι επιβεβαιωμένο πως μικρό ποσοστό των ινομυωμάτων χρειάζεται θεραπεία και ελάχιστα από αυτά εξαλλάσσονται σε κακοήθεις όγκους, καταλήγει ο ειδικός.
Συνήθη συμπτώματα:
Πόνος, αίσθηση βάρους και «φούσκωμα» (διόγκωση) στην περιοχή της κοιλιάς, ανάλογα με τη θέση και το μέγεθος των ινομυωμάτων.
Μεγάλη απώλεια αίματος κατά την περίοδο (μηνορραγία) ή αιμορραγία ανάμεσα στις περιόδους.
Εντονος πόνος κατά τη διάρκεια της περιόδου (δυσμηνόρροια) ή κατά τη σεξουαλική επαφή (δυσπαρευνία).
Συχνουρία, ουρολοιμώξεις, δυσκοιλιότητα, λόγω της πίεσης που ασκούν στα γειτονικά όργανα (ουροδόχο κύστη, έντερο).
Προβλήματα υπογονιμότητας, είτε λόγω εξωτερικής πίεσης των σαλπίγγων είτε όταν εμφανίζονται στο εσωτερικό της μήτρας (ενδομητρική κοιλότητα).