Ο π. Μιχαήλ Μπογκοσλόφσκι – Π. Νικολάου Ντονιένκο.

Ο π. Μιχαήλ Κωνσταντίνοβιτς Μπογκοσλόφσκι γεννήθηκε το 1883 στο χωριό Σοσκί του δήμου Ταμπώφ, από ιερατική οικογένεια. Σπούδασε στη Θεολογική ακαδημία της Πετρούπολης και αποφοίτησε με τον τίτλο του διδάκτορα της θεολογίας. Στη συνέχεια δίδαξε στη Θεολογική ακαδημία Ταυρίδος, στη Συμφερούπολη, τα μαθήματα της δογματικής και της ηθικής, μέχρι το κλείσιμο της σχολής το 1921. Εργάστηκε επίσης και ως καθηγητής φιλοσοφίας, λογικής και παιδαγωγικής στο γυμνάσιο θηλέων Στανσέφσκαγια, όπου και γνώρισε την Μαρία Ιβάνοβνα Μπελομπρόβα, με την οποία παντρεύτηκε και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Ο ίδιος ασχολήθηκε ιδιαίτερα και με πολλή φροντίδα και επιμέλεια με την ανατροφή των παιδιών τους και την χριστιανική τους παιδεία. Διάβαζαν μαζί και τους ερμήνευε την Αγία Γραφή, προσπαθώντας να σπείρει στις παιδικές ψυχές τους το λόγο του Θεού και την αγάπη για την ορθοδοξία. Στα παιδιά δίδασκε επίσης και την αγαπημένη του ξένη γλώσσα, τη γερμανική.

Τα χρόνια που οι εκκλησίες έκλειναν η μία μετά την άλλη, οι ιερείς διώκονταν ως παράνομοι και κακούργοι και το μανιασμένο θεριό της αθεΐας λυσσομανούσε κατά της ορθόδοξης πίστης και εκκλησίας, ο Μιχαήλ δεν κοίταξε απλά να βολευτεί κάπου, κουκουλώνοντας με επιμέλεια τα πιστεύω του, αλλά αποφάσισε να αφιερώσει ολοκληρωτικά τις δυνάμεις του στη διωκόμενη Εκκλησία. Χειροτονήθηκε ιερέας από τον ιερομάρτυρα αρχιεπίσκοπο Ταυρίδας Νικόλαο (Κροτσκώφ) και διορίστηκε στο Μπερντιάνσκ, στον ναό της Αναλήψεως. Έδινε ζωντανή και θαρρετή μαρτυρία πίστεως όπου και όπως μπορούσε. Την εποχή εκείνη ήταν πολύ δημοφιλείς οι συζητήσεις πάνω σε θρησκευτικά θέματα, που οργανώνονταν από κοινωνικούς προπαγανδιστές και άθεους νεωτεριστές, με σκοπό να ανασκευάσουν τα θρησκευτικά πιστεύω του λαού. Ο π. Μιχαήλ δεν απέφυγε την πρόκληση αυτή και με θάρρος και παρρησία έλαβε μέρος σε τέτοιου είδους συζητήσεις, όπου με την άριστη πολύπλευρη κατάρτισή του αποστόμωνε τους ημιμαθείς συνομιλητές του παραπέμποντας σε ευρεία και αξιόπιστη
θεολογική αλλά και φιλοσοφική βιβλιογραφία.

Το 1924, ο π. Μιχαήλ συνελήφθη για πρώτη φορά και ως άλλος απόστολος Παύλος θεωρούσε τα δεσμά του έμμεση απόδειξη της αυθεντικότητας της ιεραποστολικής του δράσης. Κρατήθηκε για λίγο καιρό στις φυλακές αλλά αφέθηκε ελεύθερος λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.

Ο π. Μιχαήλ έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και το πνευματικό κύρος του ήταν αναγνωρισμένο απ’ όλους. Από την περίοδο της ακαδημίας ήδη, διακρινόταν για την ταπείνωση, την αυτοσυγκράτηση, την αγάπη του για την προσευχή και το μεγάλο ενδιαφέρον του για τις θεολογικές επιστήμες. Ο ασκητικός τρόπος ζωής του και η σύνεση με την οποία αντιμετώπιζε τα διάφορα προβλήματα, η προσγειωμένη κοσμοθεωρία του, τον κατέστησαν πρόσωπο σεβαστό στους φοιτητές. Η πνευματική και ψυχική του ομορφιά ήταν αδύνατο να καλυφθεί κάτω και από τον πιο πυκνό χιτώνα ταπεινοφροσύνης, αφού ξεχείλιζε φως και χάρη προσελκύοντας γύρω του τους άλλους ανθρώπους. Τα κηρύγματά του απλά και κατανοητά απ’ τον καθένα ήταν συγχρόνως μεστά πνευματικότητας και σοφίας. Ήταν εύκολο όχι μόνο να τον ακούει κανείς, αλλά και να τον υπακούει. Όλοι, κληρικοί και λαϊκοί, απευθύνονταν σ’ αυτόν, όποτε υπήρχε ανάγκη πνευματικής συμβουλής και νουθεσίας.

Από το βιβλίο: στη δίνη ενός κόσμου που άλλαζε, «Οι Νεομάρτυρες του Μπερντιάνσκ», του Π. Νικολάου Ντονιένκο.
Μετάφραση, Μαρίνας Μουμλάντζε.
Εκδόσεις: Εν πλω. Πορφύρα. Αθήναι, 2012.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.