01 Αυγούστου, μνήμη των Αγίων επτά Μακκαβαίων, Ελεσης Οσιομάρτυρος, των εννέα μαρτύρων των εν Πέργη της Παμφυλίας: Συναξάριον.

Του Οσίου πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου

Μήν Αύγουστος, έχων ημέρας λα΄. Η ημέρα έχει ώρας ιγ΄, και η νυξ ώρας ια΄.
Αύγουστος ωνομάσθη ο από Μαρτίου αριθμούμενος έκτος μην ούτος, από τον Αύγουστον τον Kαίσαρα της Ρώμης. Ο γαρ Αύγουστος ο Kαίσαρ κατά την δεκάτην ενάτην του μηνός Αυγούστου ασθενήσας εις την πόλιν, Nώλην καλουμένην, απέθανε, ζήσας χρόνους εβδομήντα έξ, πλην ογδοηντατεσσάρων ημερών. (Όρα τον Μελέτιον, σελ. 90 του α΄ τόμου.) Παλαιά δε ο μήνας ούτος ωνομάζετο Σεξτήλιος.

Εις την Α΄, μνήμη των Αγίων επτά Μαρτύρων Μακκαβαίων, Αβείμ, Αντωνίου, Γουρίου, Ελεαζάρου, Ευσεβωνά, Αχείμ2 και Μαρκέλλου, και της μητρός αυτών Σολομονής,
και του διδασκάλου αυτών Ελεαζάρου.

Εις τον Ελεάζαρον.

Πρώτος προ Χριστού πυρ στέγων Ελεάζαρ,
Αθλήσεως προύθηκε τοις άλλοις ίχνη.

Εις την Σολομονήν.

Πρώταθλον άλλην και προ της Θέκλας έχω,
Την Σολομονήν, ην προ Χριστού πυρ φλέγει.

Εις τους επτά Μακκαβαίους.

Εξ εβδόμης πέμπουσι παίδων επτάδα,
Αρθρέμβολα φλόξ και τροχοί προς ογδόην.

Καύσαν ενί πρώτη Σολομώνην επτά τε υίας.

Ούτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Αντιόχου υιού Σελεύκου, εν έτει από μεν κτίσεως κόσμου ετκζ΄ [5327], προ Χριστού δε ρογ΄ [173]. Ούτοι λοιπόν επειδή ηναγκάζοντο από τον άνωθεν Αντίοχον (όστις αφάνισε και εσκλάβωσεν όλον το γένος των Εβραίων) διά να αρνηθούν τας συνηθείας και διατάξεις τας παραδεδομένας υπό του νόμου και των προγόνων τους, ήτοι το να φάγουν κρέατα γουρουνίσια, επειδή, λέγω, και αναγκάσθησαν εις τούτο από τον τύραννον, διά τούτο δεν επείσθησαν, τόσον αυτοί, όσον και ο διδάσκαλος αυτών Ελεάζαρος, φυλάττοντες την παραγγελίαν του θείου νόμου την λέγουσαν” «Τον ύν, ότι διχαλοί οπλήν τούτο, και ονυχίζει όνυχας οπλής, και τούτο ουκ ανάγει μηρυκισμόν, ακάθαρτον τούτο υμίν. Από των κρεών αυτών ου φάγεσθε, και των θνησιμαίων αυτών ουχ’ άψεσθε’ ακάθαρτα ταύτα υμίν» (Λευϊτ. ια΄, 7). Τουτέστι, μη φάγετε τον χοίρον, διατί αυτός, έχει μεν τα ονύχιά του μοιρασμένα εις δύω, δεν αναμηρυκάζει δε, ουδέ αναχαράζει το φαγητόν οπού φάγη. Όθεν από τα κρέατα του χοίρου μη φάγετε, και το νεκρόν σώμα αυτού μη πιάσετε, διατί αυτά είναι ακάθαρτα.

Τούτου χάριν, του μεν Αγίου Ελεαζάρου τας χείρας έδεσαν οπίσω, και έδειραν αυτόν δυνατά. Έπειτα έχυσαν μέσα εις την μύτην του κάποια υγρά βρωμερά και δριμέα. Μετά ταύτα έρριψαν αυτόν εις την φωτίαν, μέσα εις την οποίαν επροσευχήθη διά να γένη το αίμα και ο θάνατός του, λύτρωσις και ελευθερία όλου του γένους του, και ούτω παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού ο αοίδιμος.

Τους δε Αγίους επτά Παίδας έφερεν έμπροσθέν του ο τύραννος, και ετιμώρησεν αυτούς, τον καθ’ ένα κατά τους χρόνους της ηλικίας του, με τροχούς, με κοντάρια, με φωτίαν, και με άλλα όργανα τιμωρητικά, τα οποία έμβαινον μέσα εις τα άρθρα και αρμονίας του σώματος. Όθεν οι μακάριοι Παίδες αποθανόντες μέσα εις τα τοιαύτα βάσανα, απέδειξαν, ότι ο λογισμός είναι κύριος και αυτοκράτωρ των παθών. Και εάν θελήση, δεν δύναται να νικηθή από αυτά. Καθώς τούτο αποδείχνει ο Εβραίος Ιώσηπος εις τον ολόκληρον Λόγον οπού συνέγραψε περί αυτοκράτορος λογισμού, ου η αρχή· «Φιλοσοφώτατον λόγον επιδείκνυσθαι μέλλων».
Και ούτως έλαβον παρά Κυρίου τους στεφάνους της αθλήσεως.

Μετά ταύτα η μήτηρ αυτών Σολομονή, βλέπουσα τους επτά υιούς της, πως ετελειώθησαν με ανδρίαν, εχάρη. Όθεν χωρίς να βάλη τινάς χέρι επάνω της, επήγε μόνη και έρριψε τον εαυτόν της μέσα εις την αναμμένην πυρκαϊάν, και έτζι παρέδωκε την ψυχήν της εις χείρας Θεού. Σημείωσαι, ότι το λείψανον της Αγίας Σολομονής σώζεται ολόκληρον, εν τω Πατριαρχείω της Kωνσταντινουπόλεως. Τελείται δε η αυτών Σύναξις εις τον μαρτυρικόν τους Ναόν, τον ευρισκόμενον εις το έμβασμα το λεγόμενον του Δομνίνου, και πέραν εις την Ελαίαν.

Ο μεν Θεολόγος Γρηγόριος, ένα εγκωμιαστικόν Λόγον πλέκει εις τας μαρτυρικάς κεφαλάς των Αγίων τούτων Μακκαβαίων, ου η αρχή· «Τί δε οι Μακκαβαίοι;» Ο δε Χρυσόστομος τρεις Λόγους, περιεχομένους εν τω πέμπτω τόμω της εν Ετόνη εκδόσεως. Kαι του μεν πρώτου η αρχή” «Ως φαιδρά και περιχαρής ημίν». Του δε δευτέρου” «Άπαντας μεν ουν εγκωμιάσαι». Του δε τρίτου” «Kαι τοις Μάρτυσιν ορών». Αξιόλογον δε είναι εκείνο οπού γράφει περί αυτών ο ρηθείς Γρηγόριος’ «Οι πρό των Χριστού παθών μαρτυρήσαντες, τί ποτε δράσειν έμελλον μετά Χριστόν διωκόμενοι; και τον εκείνου υπέρ ημών μιμούμενοι θάνατον; οι γαρ χωρίς υποδείγματος τοιούτοι και τοσούτοι την αρετήν, πως ουκ αν ώφθησαν γενναιότεροι μετά του υποδείγματος κινδυνεύοντες; Kαι άμα μυστικός τις και απόρρητος ούτος ο λόγος, σφόδρα πιθανός εμοί γούν και πάσι τοις φιλοθέοις, μηδένα των πρό της Χριστού παρουσίας τελειωθέντων, δίχα της εις Χριστόν πίστεως τούτου τυχείν. Ο γαρ Λόγος, επαρρησιάσθη μεν ύστερον καιροίς ιδίοις’ εγνωρίσθη δε και πρότερον τοις καθαροίς την διάνοιαν». Εις το Μαρτύριον τούτων λόγον συνέγραψεν Ιώσηπος ο Ιουδαίος, ου η αρχή· «Φιλοσοφώτατον λόγον επιδείκνυσθαι μέλλων». Ευρίσκεται δε εν τη Μεγίστη Λαύρα και έτερος Λόγος συντομώτερος προς αυτούς, ου η αρχή· «Ότι των παθών αυτοκράτωρ ο λογισμός».

Απολυτίκιον. Ηχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.

Των Μακκαβαίων τον επτάριθμον δήμον, συν τη μητρί Σολομονή τη αγία, και Ελεάζαρ άμα ευφημήσωμεν’ ούτοι γαρ ηρίστευσαν, δι’ αγώνων νομίμων, ως φρουροί και φύλακες, των του Νόμου δογμάτων. Και νυν ως καλλιμάρτυρες Χριστού, υπέρ του κόσμου, απαύστως πρεσβεύουσι.

Κοντάκιον. Ήχος β’. Τα άνω ζητών.

Σοφίας Θεού, οι στύλοι οι επτάριθμοι, και θείου φωτός, οι λύχνοιοι επτάφωτοι, Μακκαβαίοι πάνσοφοι, προ Μαρτύρων μέγιστοι Μάρτυρες, συν αυτοίς τω πάντων Θεώ, αιτείσθε σωθήναι τους υμνούντας υμάς.

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη των Αγίων εννέα Μαρτύρων των εν Πέργη της Παμφυλίας αθλησάντων, Λεοντίου, Άττου, Αλεξάνδρου, Κινδέου, Μνησιθέου, Κυριακού, Μηναίου, Κατούνου, και Ευκλέου.

Εκ Παμφυλίας εννάς ετμήθη ξίφει,
Μίαν φυλήν ζητούσα την των Μαρτύρων.

Ούτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους καιρούς του βασιλέως Διοκλητιανού, και Φλαβιανού ηγεμόνος της Παμφυλίας εν έτει τ΄ [300], εκ προγόνων υπάρχοντες Χριστιανοί. Και ο μεν Μηναίος ήτον τέκτων, ήτοι λεπτουργός. Οι δε άλλοι, ήτον γεωργοί. Όλοι δε μίαν γνώμην έχοντες, και μίαν καλήν βουλήν βουλευσάμενοι, επήγαν αυτόκλητοι εις τον αγώνα του μαρτυρίου. Αφήσαντες λοιπόν κοινώς όλα τα βιωτικά πράγματα, επήγαν εις το εκεί ιερόν της ψευδοθεάς Αρτέμιδος, και εις μίαν νύκτα, εκρήμνισαν όλα τα εις αυτό ευρισκόμενα είδωλα. Διά τούτο πιασθέντες και ερωτηθέντες, εάν αρνούνται τον Χριστόν, και μη πεισθέντες, εδάρθησαν δυνατά, και εκάησαν με φωτίαν εις τα πλευρά. Έπειτα έσχισαν με σιδερένια ονύχια το δέρμα του σώματός των έως εις τα κόκκαλα, και με λαμπάδας αναμμένας έκαυσαν τας μασχάλας των, και με μικράς σούβλας εκέντησαν τους οφθαλμούς των, και έτζι τους έρριψαν εις την φυλακήν, χωρίς να τους δώσουν φαγητόν, ή πιοτόν, και χωρίς να δείξουν εις αυτούς καμμίαν επιμέλειαν. Επειδή, έτζι επρόσταξεν ο ηγεμών. Αφ’ ου δε επέρασε καιρός πολύς αναμεταξύ, τότε οι Άγιοι εδόθησαν εις τα θηρία διά να τους φάγουν. Αλλά τα θηρία δεν έβλαψαν τελείως αυτούς, ούτε όλως εκινήθησαν από τον τόπον τους. Όθεν βλέποντες το παράδοξον τούτο οι εκεί ευρισκόμενοι, εξεπλάγησαν, και εφώναξαν με μεγάλην φωνήν, Μέγας είναι ο Θεός των Χριστιανών. Και ω του θαύματος! παρευθύς έγιναν βρονταί και αστραπαί, και βροχή πολλή και ραγδαία, ανακατωμένη με χαλάζι. Μαζί δε με αυτά, ηκούετο άνωθεν και μία θεϊκή φωνή, η οποία επροσκάλει τους Αγίους εις τα Ουράνια. Όθεν ακούσαντες οι Μάρτυρες την γλυκυτάτην εκείνην φωνήν, εχάρησαν, και χαίροντες απεκεφαλίσθησαν, και αποκεφαλισθέντες, έλαβον παρά Κυρίου τους στεφάνους του μαρτυρίου.

(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου” Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Η Αγία Οσιομάρτυς Ελέσα που μαρτύρησε στα Κύθηρα

Καταγόταν από την Πελοπόννησο και ήταν κόρη ενός πλούσιου Έλληνα, που ονομαζόταν Ελλάδιος. Η δε μητέρα της Ευγενία, ήταν στείρα αλλά θεοσεβής χριστιανή. Έτσι δια της προσευχής απόκτησε θαυματουργικά την Ελέσα, που ανέθρεψε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου και κάτω από τις δυσκολίες του ειδωλολάτρη άντρα της. Σε ηλικία 14 χρονών η Ελέσα έμεινε ορφανή από μητέρα και έτσι έμεινε αυτή κυρία του πλούσιου σπιτιού του πατέρα της. Αμέτρητες τότε οι ευεργεσίες και οι ελεημοσύνες που έκανε στους στερημένους και πάσχοντες συνανθρώπους της. Κάποτε όμως ο πατέρας της την παρακίνησε να παντρευτεί κάποιον από τους ειδωλολάτρες άρχοντες, αυτή όμως αρνήθηκε διότι η κλήση της ήταν άλλη, αυτή της αγγελικής πολιτείας. Έτσι όταν κάποτε ο πατέρας της έφυγε για κάποιο ταξίδι, η Ελέσα μοίρασε όλα της τα υπάρχοντα στους φτωχούς και με τις πιο πιστές δούλες της, διέφυγε στα Κύθηρα. Εκεί δια της προσευχής, έκανε πολλά θαύματα. Όταν όμως ο πατέρας της επέστρεψε από το ταξίδι και έμαθε τα γεγονότα, θύμωσε πολύ και αφού ανακάλυψε που βρισκόταν η Ελέσα, αναχώρησε για να τη φέρει πίσω.

Αλλά η γνώμη της Ελέσας ήταν αντίθετη αυτής του ειδωλολάτρη πατέρα. Τότε αυτός, αφού ανελέητα τη βασάνισε, τελικά την αποκεφάλισε και έτσι πανάξια έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου. (Η μνήμη της συγκεκριμένης Αγίας δεν αναφέρεται πουθενά στους Συναξαριστές, τη βρίσκουμε σαν μάρτυρα μόνο στα Κύθηρα).

Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.

Γόνος άγιος, Πελοποννήσου, γέρας ένθεον, νήσου Κυθήρων, ανεδείχθης, Ελέσα πανεύφημε’ υπέρ Χριστού γαρ νομίμως αθλήσασα, χειρί πατρώα ετμήθης την κάραν σου, Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Η/Υ ΠΗΓΗ
http://www.synaxaristis.googlepages.com/1αυγουστου

Παράβαλε και:
01 Αυγούστου, του Οσίου Πατρός ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου – ομιλία περί Ελεαζάρου και των επτά Παίδων.
01 Αυγούστου, μνήμη της Μεγαλομάρτυρος Ελέσης της εν Κυθήροις: Βίος, Ακολουθία, Παρακλητικός Κανών.
01 Αυγούστου, του Οσίου Πατρός ημών Γρηγορίου του Θεολόγου – λόγος ΙΕ’ , εις τους Μακαβαίους.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.