Εκλογές και κόμματα – Στέλλας Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

Ας ξαναγυρίσουμε στην παληά, γνωστή, και ασφαλή μέθοδο στοχασμού: τι σημαίνουν οι λέξεις. Αυτή είναι μια πρώτη προσέγγιση και πολύ διαφωτιστική συνήθως. Το δεύτερο βήμα, είναι να ανατρέξει κανείς στην ιστορική πορεία της κάθε έννοιας. Κι αυτό είναι πολύ διαφωτιστικό, γιατί έχει και τη σφραγίδα της πείρας.

Η λέξη εκλογή, προέρχεται από το ρήμα εκλέγω, εκ-λέγω δηλαδή. Εδώ δεν πρόκειται για το ρήμα λέγω που σημαίνει ομιλώ, αλλά από το άλλο που σημαίνει διαλέγω, κατατάσσω, κατηγοριοποιώ. Η πρόθεση εκ, σημαίνει απομάκρυνση ενός στοιχείου από ένα σύνολο, βγάλσιμο δηλαδή. Εκ-λέγω λοιπόν, σημαίνει διαλέγω κάτι ή κάποιον και τον ξεχωρίζω. Με αυτήν την έννοια, τον επί-λέγω, τον αναδεικνύω μέσα από ένα σύνολο. Στα αρχαία Ελληνικά, η έννοια της εκλογής με τη σημασία, όχι μόνο της επιλογής, αλλά της ανάθεσης εξουσίας, όπως τη χρησιμοποιούμε σήμερα, αποδιδόταν με το ρήμα αιρούμαι στη Μέση Φωνή. Άρα υπήρχε μεγαλύτερη ακριβολογία, ως προς τη λεπτή διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην πράξη του ξεχωρίσματος κάποιου από ένα σύνολο, και στην επιλογή του ανθρώπου αυτούδια ψηφοφορίας, ως κατάλληλου για κάποια αρμοδιότητα/αξίωμα.

Πάντως αυτή η πράξη του «εκλέγειν», είναι η μια κορυφαία πραγμάτωση του αυτεξουσίου που μας χάρισε ο Θεός, και το οποίο προσιδιάζει στην ανθρώπινη φύση, και την εξυψώνει σε σχέση με τους υπόλοιπους ζωντανούς οργανισμούς. Προϋποθέτειότι μπορείς να σκεφθείς, να κρίνεις, να αξιολογήσεις. Προϋποθέτει όμως και ότι σου έχει δοθεί το δικαίωμα να επιλέξεις. Ότι έχεις λόγο. Άρα και δημοκρατικά δικαιώματα.

Με αυτήν την έννοια και τις προϋποθέσεις, εκλογές γίνονταν και στην Αρχαιότητα, όχι μόνο στην Αθηναϊκή πολιτεία, αλλά και από τις Ομηρικές κοινωνίες, όπου συναντούμε συμβούλια γεροντοτέρων που λαμβάνουν ή επικυρώνουν αποφάσεις. Αυτές οι αποφάσεις, ήταν άλλοτε καλές, κι άλλοτε κακές. Άλλοτε πρόχειρες, κι άλλοτε μετά από μεγάλο προβληματισμό, όπως τότε που έφθασε στην Αθήνα η αγγελία της καταστροφής του Αθηναϊκού στόλου στους Αιγός ποταμούς. Άλλοτε πάλι είναι παρμένες με σοφία και διαύγεια, κι άλλοτε ήταν προϊόν δημαγωγικής παραπλάνησης, άρα τελικά ολέθριες, όπως οι σχετικές με τη Σικελική εκστρατεία.

Τα ίδια ίσχυαν και στο Βυζάντιο, και στις Ελληνικές κοινότητες της Τουρκοκρατίας, αλλά και στα συμβούλια των οπλαρχηγών της Επανάστασης. Γενικά, όποτε υπάρχει εκλογή είναι καλό πράγμα. Υπάρχει επισημότητα, τάξη, αλλά και σκέψη. Τα πράγματα γίνονται όπως αρμόζει στην ανθρώπινη φύση, αλλά και όπως συμφέρει τα ίδια τα πράγματα, γιατί έτσι εξασφαλίζονται καλύτερα. Εξασφαλίζεται δηλαδή η ίδια η «πόλις», η όποια εκάστοτε πόλις, για το συμφέρον της οποίας γίνεται η εκλογή.

Το «κόμμα» όμως, είναι άλλο πράγμα. Η κατάληξη –μα, είναι παραγωγική κατάληξη, και δηλώνει το αποτέλεσμα της ενεργείας του ρήματος. Όπως δηλαδή το γράμμα είναι το αποτέλεσμα της ενεργείας του γράφειν, και το κίνημα του κινείν, έτσι και το κόμμα είναι το αποτέλεσμα της ενεργείας του κόπτειν. Σαν σημείο στίξης, το κόμμα είναι το σημαδάκι που βάζουμε για να αναχαιτίσουμε την ταχύτητα του λόγου, να κόψουμε τη συνέχειά του για κάποιον συγκεκριμένο λόγο. Χρησιμοποιούμε τη λέξη πρόσκομμα, από το ρήμα προσκόπτω, και δηλώνει ένα εμπόδιο που αναχαιτίζει μια πορεία, μια ομαλή ροή. Χρησιμοποιούμε επίσης και τη λέξη απόκομμα. Εδώ πρόκειται για κάτι που έχει απο-κοπεί. Υπήρχε δηλαδή ένα αρχικό ενιαίο σύνολο, από το οποίο κόπηκε ένα κομμάτι και απο-μακρύνθηκε απ’ αυτό. Αυτή η απο-κοπή έχει σαν έννοια μέσα της το στοιχείο της κάπως βίαιης παρέμβασης, της μη φυσικής απομάκρυνσης, αλλά και ελλειμματικότητας του εναπομείναντος πράγματος μετά την αποκοπή.

Αυτή είναι και η έννοια του κόμματος. Του πολιτικού κόμματος. Μέσα σε ένα ενιαίο σύνολο που είναι ο λαός, η κοινωνία, το εκλογικό σώμα ενός κράτους, δημιουργείται μία παράταξη, ένα μικρότερο σύνολο ανθρώπων, με κάποια κοινά στοιχεία. Στη συνέχεια η παράταξη αυτή από-κόπτεται από το σύνολο. Και αποκόπτεται επειδή αποκτά μια κάποια αυτοτέλεια. Γίνεται δηλαδή, ένα είδος «κράτους εν κράτει». Εδώ είναι που αρχίζει το πρόβλημα. Το πολιτικό κόμμα δεν είναι απλή συμ-παράταξη ανθρώπων με κοινό ιδεολογικό υπόβαθρο και την επιθυμία ανόδου στην εξουσία. Αυτό είναι υγιές και θεμιτό κατά βάσιν. Είναι κατανοητό.

Η έννοια του πολιτικού κόμματος γεννήθηκε στην Ελλάδα σχεδόν ταυτόχρονα με την ίδρυση του Νέου Ελληνικού κράτους, και δεν είναι ελληνικής επινόησης. Βεβαίως, στην Ελληνική Ιστορία υπάρχουν παραδείγματα παρατάξεων που εξελίχθηκαν σε παρακρατικές οργανώσεις, και το χειρότερο ίσως είναι οι βυζαντινοί Δήμοι, οι Πράσινοι και οι Βένετοι, που μας είναι γνωστοί από την Στάση του Νίκα. Στη σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, τα κόμματα πρωτοπαρουσιάστηκαν σαν ομάδες φιλικά διακείμενες προς τις ξένες δυνάμεις, από τις οποίες προσδοκούσαν και επεδίωκαν την υποστήριξη για την ευόδωση του Αγώνα. Σταδιακά όμως, από τον καιρό του Όθωνα και μετά, μετατράπηκαν σε παρασκηνιακές, άτυπες κυβερνήσεις. Το να είναι κανείς απλός πολίτης δεν αρκεί για να εξασφαλιστεί η αξιοκρατική διαβίωση κάποιου μέσα στο επίσημο κράτος. Διότι η εκάστοτε Κυβέρνηση τελεί υπό καθεστώςομηρείας στο κόμμα από το οποίο προήλθε. Σε τελική ανάλυση, στα μέλη που συνετέλεσαν στο να εκλεγεί.

Το σύγχρονο Ελληνικό κόμμα είναι πλέον παρακράτος και με τα μέλη του το συνδέουν πελατειακού τύπου σχέσεις. Ένα κόμμα, είναι ένας οργανισμός με περιουσία και με οργάνωση που αποτελούν μικρογραφία του επίσημου κράτους. Ένα κόμμα έχει επιτροπές και υπο-επιτροπές, αρμόδιους και υπο-αρμόδιους, που αντιστοιχούν στα επίσημα υπουργεία, τα οποία προ-ετοιμάζονται να αναλάβουνόταν αναλάβουν την εξουσία. Υπάρχει οργάνωση, υπάρχουν αρχεία και ιεραρχία. Το κόμμα είναι υποχρεωμένο υλικά και ηθικά απέναντι στα μέλη-υποστηρικτές του, κι όταν κερδίσει την εξουσία, αυτοί έχουν προβάδισμα έναντι του απλού, ανένταχτου κομματικά πολίτη, πόσω μάλλον έναντι οπαδών αντιπάλου κόμματος! Ένα κόμμα, δεν είναι τελικά, παρά ένα κομμάτι του κράτους, με την έννοια ότι τα μέλη του είναι πολίτες του κράτους, και εποφθαλμιά το κράτος, με την έννοια ότι μελετά και επιδιώκει την άνοδο στην εξουσία. Ταυτόχρονα όμως καταργεί το κράτος, και καταλύει το Δημοκρατικό πολίτευμα, γιατί τα μέλη του που τυχόν θα εκλεγούν, συνδέονται, έστω και μόνον ηθικά, με εσωτερικούς δεσμούς με το κόμμα, και δεν μπορούν να ασκήσουν την εξουσία αδέσμευτα από την οργάνωση που τους ανέδειξε.

Η πλατεία Κλαυθμώνος είναι λαμπρή υπόμνηση για το πόσο έχουν εκτραπεί στο παρελθόν οι πελατειακές αυτές σχέσεις, ενώ είναι συχνή η ρετσινιά του «προδότη», για όποιον πολιτικό τολμήσει να διαφοροποιηθεί από την αρχική του παράταξη.

Ο Μακιαβέλλι στον «Ηγεμόνα» του, είχε πεί, ότι όποιος θέλει να εξασφαλίσει το πολιτικό του μέλλον, θα πρέπει οπωσδήποτε να συμπαραταχθεί ανοιχτά με κάποιον επίδοξο ηγέτη. Με σημερινή ορολογία, να γραφεί σε κάποιο κόμμα. Διότι, λέει, αν ο υποψήφιός σου κερδίσει, τότε θα έχεις τη σίγουρη εύνοιά του. Αν όμως χάσει, τότε ο αντίπαλος θα σε φοβάται και θα θέλει να σε κερδίσει με το μέρος του. Άρα πρέπει κάπου να ενταχθείς. Ανένταχτος κινδυνεύεις, ή απλά, δεν υπάρχεις. Διαχρονικό. Σύγχρονο, για την ακρίβεια.

Το να αποδεχόμαστε αυτήν την κατάσταση, είτε σιωπώντας, είτε, το χειρότερο, συμμετέχοντας σ’ αυτήν για «να μην βρεθούμε στο περιθώριο», είναι σαν να στερούμε μόνοι μας τον εαυτό μας από τις δημοκρατικές μας ελευθερίες. Βέβαια, καμμία δυνατότητα δεν έχουμε πρακτικά, για να αυτοανακηρυχθούμε επίδοξοι Δαυίδ, και να τα βάλουμε με τους Γολιάθ του κόσμου τούτου. Μπορούμε όμως να ακολουθήσουμε τον δρόμο της διαύγειας, ο καθένας για τον εαυτό του. Να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας το τι είναι κόμμα και το τι σημαίνει εκλογές. Και αντί να επιλέγουμε κόμμα, να εκλέγουμε ηγέτη. Πρόσωπο, όχι οργανισμό. Να εκλέγουμε έναν ή περισσότερους ανθρώπους, μέσα από ένα πλήθος άλλων, και μέσα μας να τους θεωρούμε υπολόγους απέναντί μας. Κι αν πετύχουν ή αποτύχουν, να είναι αυτοί πουθα έχουν πετύχει ή αποτύχει, κιόχι κάποιος απρόσωπος οργανισμός. Έτσι, σαν άνθρωπος προς άνθρωπο.

Κι αν το κάνουμε εμείς, ίσως να το κάνουν και άλλοι. Γιατί μπορεί «η αρρώστεια να είναι μεταδοτική», αλλά η υγεία είναι πολύ ελκυστική. Δεν γίνεται να μην την θελήσεις, αν την δεις μπροστά σου, είτε πάσχεις είτε δεν πάσχεις προσωπικά, είτε έχεις επίγνωση της παθολογίας σου, είτε όχι…
Στέλλα Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.

Κατηγορίες: Άρθρα. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.