Ο θεραπευτής των ζώων – Σίμωνος μοναχού του Αγιορείτου.

Ο Ιερομάρτυς Μόδεστος, ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων, γεννήθηκε στην Σεβάστεια της Μ. Ασίας από γονείς Ορθοδόξους, οι οποίοι πέθαναν στην φυλακή, όταν εκείνος ήταν μόλις πέντε μηνών. Τον μεγάλωσε κάποιος συγκλητικός. Όταν όμως έφθασε δεκατριών χρόνων, έμαθε για τους γονείς του και βαπτίσθηκε κι αυτός Χριστιανός με την βοήθεια ενός Αθηναίου χρυσοχόου, που τον έφερε μαζί του στην Αθήνα και τον είχε σαν παιδί του. Όταν πέθανε όμως ο χρυσοχόος, οι δύο υιοί του τον πούλησαν ως δούλο σε κάποιον Αιγύπτιο, τον οποίο ο Μόδεστος έπεισε να πιστέψη στον Χριστό και να βαπτισθή. Εκείνος, από ευγνωμοσύνη, του χάρισε την ελευθερία του και ο Μόδεστος έφυγε για τα Ιεροσόλυμα, όπου τον χειροτόνησαν Αρχιερέα. Ήταν δε τέτοια η χάρι του Θεού, που του εδόθη, ώστε εκτός από ανθρώπους εθεράπευε και τα ζώα.

Μια φορά ένας γεωργός έζευσε τα βόδια του στην άμαξα, για να πάη στο αλώνι. Στον δρόμο, όμως, τα βόδια έπεσαν κατά γης και έμεναν ακίνητα, ωσάν να ήταν νεκρά. Ο Άγιος Μόδεστος προσευχήθηκε γι’ αυτά και σηκώθηκαν και συνέχισαν τον δρόμο τους. Λίγο αργότερα, τα βόδια ξανάπεσαν και πάλι ο Άγιος τα κάλεσε να σηκωθούν κι αυτά υπάκουσαν.

Διασχίζοντας τα Ιεροσόλυμα, μία άλλη ημέρα ο Άγιος συνάντησε ένα φτωχό άνθρωπο, που έκλαιγε απαρηγόρητος, επειδή του είχε ψοφήσει το μοσχαράκι του. Ο Άγιος προσευχήθηκε, μετά είπε στο μοσχαράκι να σηκωθή κι εκείνο ξανά ζωντάνεψε.

Τα γεγονότα αυτά δίχασαν τον λαό. Άλλοι έλεγαν ότι ο Μόδεστος είναι μεγάλος Άγιος και άλλοι, ότι είναι μάγος. Οι δεύτεροι μάλιστα τον προκαλούσαν να σκοτώση με την προσευχή ένα μεγάλο φίδι, που κατοικούσε στην περιοχή. Ο Άγιος πήγε εκεί, σήκωσε την ράβδο του και αμέσως το φίδι έπεσε νεκρό.

Κάποια άλλη φορά, μία γυναίκα, η οποία είχε πέντε ζεύγη βοδιών, θρηνούσε απαρηγόρητη γιατί μεγάλη αρρώστια είχε προσβάλει τα ζώα της. Έτρεχε λοιπόν στις Εκκλησίες και παρακαλούσε όλους τους Αγίους να την βοηθήσουν. Προσευχήθηκε και στους Αγίους Αναργύρους, Κοσμά και Δαμιανό, τους ιατρούς, λέγοντάς τους: «Άγιοι του Θεού, βοηθήστε με την αμαρτωλή, γιατί, κινδυνεύουν να χαθούν τα βόδια μου». Τότε εμφανίσθηκε στον ύπνο της ο Άγιος Κοσμάς και της είπε:

-Καλή μου γυναίκα, δεν δόθηκε σε μας το χάρισμα να γιατρεύωμε τα ζώα. Η χάρι αυτή δωρήθηκε από τον Θεό στον μεγάλο Αρχιερέα των Ιεροσολύμων Μόδεστο και, αν πας σ’ αυτόν, θα γιατρέψη τα ζωντανά σου.

Μόλις ξύπνησε εκείνη έτρεξε ν’ αναζητήση τον μέγα Μόδεστο, αλλά εκείνος κατοικούσε μακριά από τα Ιεροσόλυμα και δεν μπορούσε να τον βρη. Προσευχόταν λοιπόν θερμά να της φανερωθή ο ιατρός των ζώων της. Ένα βράδυ ο Άγιος εμφανίσθηκε στον ύπνο της και της είπε:

-Γιατί, ευλογημένη, θρηνείς τόσο πολύ; Εγώ είμαι ο Μόδεστος που ζητάς. Άκουσα την προσευχή σου και ήρθα αγι να θεραπεύσω τα ζώα σου. άλλ’ άκουσέ με, και μόλις σηκωθής κόψε ένα μέρος από τα σιδερένια εργαλεία που έχεις, πάρε τα κομμάτια και πήγαινε στον Ναό του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ. Εκεί, μπροστά στην κόγχη του Ναού, κατοικεί ένας άνθρωπος, ο Ευστάθιος, που είναι επιτήδειος τεχνίτης, και με αυτά θα σου φτιάξη ένα Σταυρό. Γύρισε στο σπίτι σου, άναψε τα κεριά και κάλεσε τους ιερείς να λειτουργήσουν. Οι δε ιερείς ας αλείψουν τον Σταυρό με λάδι. Έπειτα, από αυτό το λάδι ας ραντίσουν τα βόδια σου κι αμέσως, με την επίκλησι του ονόματος του Χριστού, θα φύγη από αυτά η ασθένεια.

Η γυναίκα έκανε ακριβώς όσα της είχε υποδείξει ο Άγιος Μόδεστος και πράγματι τα ζώα της γιατρεύτηκαν.

Όλ’ αυτά τα θαύματα του Αγίου έκαναν έξαλλους τους Εβραίους, οι οποίοι τον διέβαλαν στον βασιλιά. Εκείνος διέταξε τους στρατιώτες του να τον συλλάβουν και να τον φέρουν μπροστά του. Στον δρόμο τους συνάντησε κάποιος ιερεύς και παρακάλεσε τον Άγιο να τον βοηθήση, γιατί πέθαιναν τα βόδια του.

-Ευλογημένε άνθρωπε, βλέπεις ότι με έχουν δέσει και με οδηγούν σε βασανιστήρια και συ μου ζητάς βοήθεια; ρώτησε τον ιερέα με παράπονο ο Άγιος.

Εκείνος όμως συνέχιζε να παρακαλή για βοήθεια και ο Άγιος, ευσπλαγχνικός όπως πάντα, του είπε:

-Φύγε και κάνε το σημείο του Σταυρού στο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Επικαλέσου το όνομα του αμαρτωλού Μόδεστο και ο Κύριος θα κάνη καλά τα ζωντανά σου. εγώ βαδίζω προς τον θάνατο, εάν όμως εσύ τιμήσης την ημέρα του θανάτου μου, εγώ θα είμαι πάντοτε μαζί σου και θα παρακαλώ τον Θεό να σε βοηθά.

Όταν έφθασαν μπροστά στον βασιλιά, εκείνος διέταξε τους στρατιώτες του να δέσουν τον Άγιο σε δύο θηλυκούς και άγριους ημιόνους, τους οποίους ν’ αφήσουν μετά να τρέξουν, ώστε να διαμελισθή το σώμα του Αγίου επάνω στις πέτρες. Ο Άγιος Μόδεστος όμως σήκωσε το χέρι του προς τους ημιόνους, τους ευλόγησε και τότε αυτοί έφυγαν, αφήνοντάς τον λυμένο και αβλαβή. Ο βασιλιάς έξαλλος διέταξε να τον ξαναδέσουν στους ημιόνους, όχι μόνο απ’ τα χέρια, αλλά και απ’ τα πόδια, και να χτυπήσουν με πολλή δύναμι τα ζώα, ώστε να τρέξουν. Ο Μάρτυς του Χριστού έλεγε, καθώς τον έσερναν οι ημίονοι: «Εάν ο Θεός μεθ’ ημών, ουδείς καθ’ ημών».

Κάποιος βοσκός, βλέποντας τον Άγιο και αναγνωρίζοντάς τον, τον πλησίασε και του είπε:

-Λυπήσου με, Πάτερ, και βοήθησέ με, ώστε με τις ευχές σου ν’ αποκτήσω ένα μοσχάρι.

Ο Άγιος Μόδεστος πρόσταξε τους άγριους ημιόνους να σταματήσουν να τον τραβούν. Κάλεσε τότε τον βοσκό να πλησιάση, μαζί με το κοπάδι του, και ευχήθηκε:

-Ο Θεός, που ευλόγησε τα βόδια και τα πρόβατα του Αβραάμ, να σου χαρίζη κάθε χρόνο δύο μοσχάρια, ένα αρσενικό και ένα θηλυκό.

Αμέσως μετά ο βοσκός αποχώρησε ευχαριστημένος και ο Άγιος διέταξε τους ημιόνους να επιστρέψουν στο μέρος απ’ όπου είχαν ξεκινήσει να τον σέρνουν. Πράγματι οι ημίονοι υπάκουσαν και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να εξαγριωθή ακόμα περισσότερο ο βασιλιάς.

Ανείπωτα ήταν τα βασανιστήρια που επακολούθησαν: έμπηξαν καρφιά στα πόδια του, τον λιθοβόλησαν, τον έρριξαν σ’ ένα λέβητα με καυτό μολύβι, τον έδεσαν σε μια κολώνα και άναψαν γύρω του μεγάλη φωτιά, αφού πρώτα άλειψαν το κεφάλι του με πίσσα και λάδι. Τίποτε όμως απ’ αυτά δεν κατέβαλε τον Άγιο Μάρτυρα. Και τότε ο βασιλιάς διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Λίγο πριν από το τέλος του, ο Άγιος Μόδεστος προσευχήθηκε και τα τελευταία του λόγια ήταν:

«Κύριε Ιησού Χριστέ, ο δημιουργός του φωτός, καταξίωσόν με της Βασιλείας Σου, διότι Σε, Δέσποτα, και μόνον επόθησε η ψυχή μου και για Σένα κατεφρόνησα τον θάνατο και τα βασανιστήρια. Μη λοιπόν με κρίνης ανάξιο των αγαθών Σου, φιλάνθρωπε, και δέομαί Σου, όποιος με επικαλεσθή και με εορτάζη και όποιος αναγνωρίση το Μαρτύριό μου, βοήθησέ τον πάντοτε και χάριζέ του πλούσια τα ελέη σου και αποδίωξε από τον οίκον αυτού και από όλα τα ζώα του κάθε βλάβη και ασθένεια και πλήθυνέ τα, όπως ευλόγησες και επλήθυνες τα ποίμνια του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ και όλων των δούλων Σου, διότι είσαι ευλογημένος στους αιώνες. Αμήν».
ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Ο του φωτός δημιουργός, Κύριε ο Θεός ημών, καταξίωσόν με της βασιλείας Σου επιτυχείν, ότι Σε, Δέσποτα, και μόνον επεπόθησεν η ψυχή μου, και δια το όνομά Σου, θανάτου και βασάνων ηλόγησα? μη ουν ανάξιον κρίνης με φιλάνθρωπε, των Σων αγαθών, άλλ’ επάκουσόν μου του δούλου Σου, και πρόσδεξαί μου ταύτην την προσευχήν? και όστις το εμόν επικαλέσηται όνομα, και την μνήμην εμού του ταπεινού εκτελέση, βοηθός αυτών γενού, Κύριε, και μη εγκαταλείπης αυτόν, άλλ’ έμπλησον αυτόν παντός αγαθού, και δώρησαι αυτώ πλούσια τα ελέη Σου? και όστις αναγνώση το της αθλήσεώς μου μαρτύριον, ευλόγησον αυτόν, Κύριε, και πάσαν την περιουσίαν αυτού. απέλασον δε και αποδίωξον δια του ονόματος του δούλου Σου Μοδέστου από πάντων αυτού των κτηνών παντοίαν βλάβην και νόσον. Ναι, Δέσποτα, έπιδε εξ αγίου κατοικητηρίου Σου, επί την εμήν προσευχήν, και ευλόγησον και πλήθυνον τα κτήνη αυτού, ως ευλόγησας και επλήθυνας τα ποίμνια Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, και πάντων Σου των θεραπόντων, ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
ΕΥΧΗ ΑΓΙΟΥ ΜΟΔΕΣΤΟΥ – ΜΙΚΡΟΝ ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ

Από το βιβλίο: Η Ζωοφιλία των Αγίων και η Αγιοφιλία των ζώων. Επιμέλεια, Σίμωνος μοναχού.
Εκδόσεις «Ο Αγιος Στέφανος»
ΑΘΗΝΑΙ 2006

Τη Σεπτή ευλογία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου
κ. κ. Βαρθολομαίου

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.