Η κατά Λατίνων διδασκαλία του Νικολάου εξ Υδρούντος: Οι Ευαγγελικές μαρτυρίες περί άρτου – Σωτήρη Ν. Κόλλια.

Ο χρόνος τελέσεως του Μυστικού Δείπνου.

Η ορθόδοξη διδασκαλία περί της ποιότητος του άρτου βασίζεται στα στοιχεία που αναφέρονται στα Ευαγγέλια σχετικά με την τέλεση του Μυστικού Δείπνου από τον Ιησού Χριστό. Συγκεκριμένα, στηρίζει τη χρήση ενζύμου άρτου, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο παρέδωσε ο Χριστός στους μαθητές Του το Μυστήριο κατά την τέλεση του Δείπνου. Ο Κύριος ανακαίνισε τον κόσμο και τον απελευθέρωσε από την προσκόλληση στο Μωσαϊκό Νόμο των Ιουδαίων παραδίδοντας την πραγματική σημασία του Πάσχα.1 Έδωσε το «νέο» Πάσχα, που σημαίνει Ανάσταση και Λύτρωση και το οποίο δεν καθίσταται μια απλή ενθύμηση ενός ιστορικού γεγονότος. Πάσχα για τους Ιουδαίους σήμαινε το πέρασμα από τη δουλεία των Αιγυπτίων στην ελευθερία τους στη γη της επαγγελίας, ενώ ο Χριστός έδωσε πνευματική διάσταση στην εορτή του Πάσχα, η οποία πλέον σημαίνει το πέρασμα από τη δουλεία της αμαρτίας στην ελευθερία της Βασιλείας του Θεού, καθώς και ο Νικόλαος εξ Υδρούντος λέγει: «Της γαρ καινής διαθήκης φανείσης Χριστού, η παλαιά όντως οίχεται».2
Συνεπώς, ο Χριστός παραδίδοντας το δικό Του Πάσχα δεν όφειλε να τηρήσει το Πάσχα των Ισραηλιτών, δηλαδή να συμμορφωθεί με τις επιταγές του Μωσαϊκού Νόμου. Καταλυτικός είναι ο λόγος του αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, ο οποίος θεωρεί ακάθαρτο τον άζυμο άρτο και παράνομη την εορτή του Πάσχα που τελείται με αυτόν, καθώς πλέον ο Χριστός κατήργησε την παλαιά σημασία και θέσπισε την πνευματική έννοια της εορτής: Πώς Πάσχα ουκ έστιν Ιουδαϊκόν, ην Πάσχα Ιουδαϊκόν ποτέ, άλλ’ ελύθη νυν, και επήλθε το πνευματικόν Πάσχα, ο παρεδίδου τότε ο Χριστός».3
Έχοντας ως οδηγό τις αδιάψευστες αλήθειες που περιέχονται στην Καινή Διαθήκη, διαβλέπουμε ότι όταν γίνεται λόγος για τον άρτο νοείται ο ένζυμος.4 , καθώς όπου είναι ανάγκη να προσδιοριστεί ο άζυμος άρτος, αυτό αναφέρεται ξεκάθαρα.5
Άζυμο άρτο χρησιμοποιούσαν οι Ιουδαίοι μόνο το επταήμερο του Πάσχα,6, όπου κατανάλωναν επίσης μικρά χόρτα και τον αμνό. Το Ιουδαϊκό Πάσχα το υ33 μ. Χ. συνέπιπτε με το Σάββατο και όχι με την Παρασκευή, το εσπέρας της οποίας άρχιζε ο εορτασμός του Πάσχα.7 Συνεπώς την Πέμπτη, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε ο Μυστικός Δείπνος και εγκαινιάστηκε το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, ο άρτος ήταν ένζυμος, καθώς τα άζυμα άρχιζαν την επομένη εσπέρα. Ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός είναι απόλυτος λέγων: «Και ο Σωτήρ εν τω υπερώω τον μυστικόν δείπνον ότε ήθελε παραδούναι τοις μαθηταίς, ουκ εν αζύμω, άλλ’ εν άρτω τελείω παρέδωκεν, ότι ουκ ην καιρός των αζύμων κατά τον νόμον των Εβραίων».8
Αφού, λοιπόν, ο Χριστός και οι μαθητές Του έφαγαν, μετέβησαν στον κήπο της Γεσθημανή, όπου και συνελήφθη ο Κύριος ύστερα από την προδοσία του Ιούδα. Έν συνεχεία «πρωΐας δε γενομένης συμβούλον έλαβον πάντες οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού κατά του Ιησού ώστε θανατώσαι αυτόν˙ και δήσαντες αυτόν απήγαγον και παρέδωκαν αυτόν Ποντίω Πιλάτω τω ηγεμόνι» (Ματθ. 27, 12). Την Παρασκευή το πρωί, όταν έστειλαν τον Ιησού στον Πιλάτο, οι αρχιερείς των Ιουδαίων δεν εισήλθαν στο πραιτώριο, για να μην μολυνθούν, διότι ήθελαν να φάνε καθαροί τον αμνό του Πάσχα,9 το οποίο Πάσχα άρχιζε το βράδυ της Παρασκευής προς το Σάββατο. Ο Κύριος σταυρώθηκε και εξέπνευσε την 9η ώρα, δηλαδή την 3η μεσημβρινή της Παρασκευής και ενταφιάστηκε το εσπέρας της ιδίας ημέρας. Επίσης, στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου διαβάζουμε: «Οι ουν Ιουδαίοι, ίνα μη μείνη επί του σταυρού τα σώματα εν τω σαββάτω, επεί παρασκευήν ην˙ ην γαρ μεγάλη ημέρα εκείνη του σαββάτου» (Ιω. 19, 31). Αυτή η μαρτυρία βεβαιώνει ότι ο Ιησούς σταυρώθηκε την Παρασκευή, πριν δηλαδή ξεκινήσει η εορτή του Πάσχα το Σάββατο.10
Επομένως, ο Ιησούς δεν συνέφαγε με τους αποστόλους το νομικό Πάσχα αλλά το «καινόν» Πάσχα. Αυτό διαφαίνεται και από το γεγονός ότι στο νομικό Πάσχα πουθενά δεν αναφέρεται η πόση οίνου, όπως έπραξε ο Ιησούς στο δείπνο ευλογώντας τον άρτο και τον οίνο. Συνεπώς, εάν ο Χριστός τηρούσε το νομικό Πάσχα, δεν θα χρησιμοποιούσε οίνο. Άλλωστε μετά το θάνατο και την Ανάστασή Του, θα εδίδετο στην εορτή του Πάσχα η πραγματική της διάσταση.
Παραθέτουμε άλλα δύο στοιχεία που μας οδηγούν κατηγορηματική στην άποψη ότι το νομικό Πάσχα των Ιουδαίων άρχισε μετά το θάνατο του Χριστού. Το πρώτο είναι το περιστατικό όπου ο Σίμων ο Κυρηναίος υποχρεώνεται να σηκώσει το σταυρό του Κυρίου βοηθώντας Τον να φθάσει στον τόπο του μαρτυρίου, το Γολγοθά: «Και αγγαρεύουσι παράγοντά τινά Σίμωνα Κυρηναίον, ερχόμενον απ’ αγρού, ίνα άρη τον σταυρόν αυτού» (Μάρκ. 15, 21). Το γεγονός ότι ο Σίμων εργαζόταν εκείνη την ημέρα στον αγρό του αποδεικνύει, ότι δεν είχε αρχίσει ο εορτασμός του Πάσχα, καθώς ουδείς εργάζετο κατά την εορτή.11
Το δεύτερο αφορά στον Ιωσήφ από την Αριμαθαία, ο οποίος μετά το θάνατο του Ιησού ζητάει από τον Πιλάτο το σώμα του Χριστού, για να το ενταφιάσει: «αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ενείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω» (Μάρκ. 15, 46). Η αγορά σινδόνης υποδηλώνει ότι επιτρέποντο οι αγοραπωλησίες εκείνη την ημέρα, συνεπώς αποκλείεται να είχε έλθει η εορτή του Πάσχα κατά την οποία απαγορευόταν αυστηρώς κάθε εργασία.12
Οι Λατίνοι παρερμηνεύοντας τους Ευαγγελιστές θεωρούν ότι ο Χριστός τέλεσε το Μυστικό Δείπνο μοιράζοντας στους μαθητές Του άζυμο άρτο. Στηρίζονται δε στα ακόλουθα χωρία όπως μας αναφέρει ο Νικόλαος:
«Τη δε πρώτη των αζύμων προσήλθον οι μαθηταί τω Ιησού λέγοντες αυτώ˙ πού θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το πάσχα; Ο δε είπεν˙ υπάγετε εις την πόλιν προς τον δείνα και είπατε αυτώ˙ ο διδάσκαλος λέγει, ο καιρός μου εγγύς εστί˙ προς σε ποιώ το πάσχα μετά των μαθητών μου» (Ματθ. 26, 1718).13
«Και τη πρώτη ημέρα των αζύμων, ότε το πάσχα έθυον, λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού˙ πού θέλεις απελθόντες ετοιμάσωμεν ίνα φάγης το πάσχα; Και αποστέλλει δύο των μαθητών αυτού και λέγει αυτοίς˙ υπάγετε εις την πόλιν, και απαντήσει υμίν άνθρωπος κεράμιον ύδατος βαστάζων˙ ακολουθήσατε αυτώ» (Μάρκ. 14, 12-13).14
«Ήλθε δε η ημέρα των αζύμων, εν η έδει θύεσθαι το πάσχα, και απέστειλε Πέτρον και Ιωάννην ειπών˙ πορευθέντες ετοιμάσατε ημίν το πάσχα ίνα φάγωμεν. Οι δε είπον αυτώ˙ πού θέλεις ετοιμάσωμεν; Ο δε είπεν αυτοίς˙ ιδού εισελθόντων υμών εις την πόλιν συναντήσει υμίν άνθρωπος κεράμιον ύδατος βαστάζων˙ ακολουθήσατε αυτώ εις την οικίαν ου εισπορεύεται» (Λουκ. 22, 7-10).15
Πράγματι, εκ πρώτης όψεως φαίνεται οι τρεις συνοπτικοί να ορίζουν, ότι την ημέρα των αζύμων πραγματοποιήθηκε το δείπνο, κατά το οποίο – συμπεραίνουν οι Λατίνοι – ο Χριστός τηρώντας το εβραϊκό έθιμο χρησιμοποιούσε άζυμο άρτο.
Ωστόσο, τα κείμενα των αγίων Ευαγγελίων χρήζουν λεπτομερεστέρας εξετάσεως, ώστε να διαπιστωθεί η αλήθεια και να αναδυθεί η ορθόδοξη περί της ποιότητας του άρτου θέση. Γι’ αυτό ο Νικόλαος ορίζει: «καλόν μεν εστίν, ως τον σκοπόν των θείων ευαγγελιστών ακριβώς εξετάσαι και τα τούτων συμβιβάσαι ρητά, ίνα μη ασυμφωνίαν αυτοίς επεισφέρωμεν, και τότε εισόμεθα την αλήθειαν».16
Σχετικά, λοιπόν, με τη μαρτυρία των τριών συνοπτικών, οι οποίοι, αν δεν ερμηνεύσουμε σωστά τα λεγόμενά τους, έρχονται σε αντίθεση με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, τον οποίο θα εξετάσουμε παρακάτω, ο Νικόλαος εξηγεί ότι είναι ανάγκη να μην εκλάβουμε κατά γράμμα τη φράση «ήρθε η πρώτη των αζύμων», καθώς αυτή σημαίνει την προηγούμενη της άρσεως της ζύμης: «Ει ουν ανάγκη μη προς εαυτά διάφωνα, άλλ’ εαυτοίς δια πάντων συνωδά και ακόλουθα τα θεία υπάρχειν λόγια, ως εξ ενός και του αυτού ορμώμενα πνεύματος, ανάγκη και την πρώτην των αζύμων και το ελθείν την ημέραν των αζύμων, μη ούτως εκλαμβάνειν, ως οι αντιπίπτοντες λέγουσιν, αλλά νοείσθαι το μεν, τη δε πρώτη των αζύμων, αντί του, τη προ των αζύμων, ήτοι τη προτέρα της άρσεως της ζύμης, ήτις τη έκτη ώρα της τέσσαρες και δεκάτης ημέρας της σελήνης εγίνετο, φωνούσης σάλπιγγος, ως προλέλεκται˙ το δε, ήλθε δε ημέρα των αζύμων, αντί του ήγγικεν».17
Από τον ερμηνευτή της καινής Διαθήκης Ιωάννη Χρυσόστομο,18 έχει δοθεί η εξήγηση ότι η λέξη «πρώτη» στη φράση «πρώτη των αζύμων» έχει την έννοια του προ ή της προτεραίας. Το σκεπτικό του είναι το ακόλουθο: Επειδή το πασχάλιο δείπνο τελείτο την εσπέρα της 14ης προς 15ης του μηνός Νισάν, όπου στην προκειμένη περίπτωση το εσπέρας της Παρασκευής προς το Σάββατο, και επειδή κατά τον ελληνικό περί ημέρας υπολογισμό η εσπέρα της Παρασκευής κατά την οποία έτρωγαν άζυμα συνάπτεται προς την προηγηθείσα ημέρα αυτής, άρα η Παρασκευή πρέπει να αποκαλείται άζυμα και Πάσχα,19 η δε προηγούμενη ημέρα η Πέμπτη, η 13η Νισάν, αποκαλείται προτεραία των αζύμων, δηλαδή, πρώτη των αζύμων.20
Ενισχύοντας την ανωτέρω άποψη ο μοναχός Νικόλαος σημειώνει ότι, πολλάκις όταν πρόκειται να συμβεί κάτι χρησιμοποιούμε το «έφθασε» αντί του «θα έρθει». Συνηθίζουμε πολλές φορές, όσα ελπίζουμε να γίνουν σύντομα, ήδη να τα ονομάζουμε παρόντα,21 «ώσπερ εγγίζοντος έαρος, ελθείν ήδη το έαρ έφαμεν, και εγγισάσης υγείας τω νοσούντι μετά την παρακμήν του νοσήματος, ελθείν ήδη την υγείαν λέγομεν».22
Ο Υδρούντιος μοναχός θεωρεί ότι καθοριστικής σημασίας για την επίλυση του θέματος είναι ο χρονικός προσδιορισμός του Μυστικού Δείπνο. Ο συλλογισμός του έχει ως εξής: Εφ’ όσον το δείπνο έγινε πριν την παράδοση του Χριστού και η παράδοση πριν από το Πάσχα, επομένως δια της μεταβατικής ιδιότητος το δείπνο έγινε πριν το Πάσχα. Αφού, λοιπόν, ετοιμάστηκε το υπερώο μία ημέρα πριν την εορτή, ο Σωτήρας με τους μαθητές Του ανέβηκε σε αυτό και μαζί τους κάθησε και δείπνησε και παρέδωσε το οικείο Πάσχα. Έπειτα προδόθηκε και σταυρώθηκε.23 Αυτό αποδεικνύεται εύκολα από το χωρίο: «Άγουσιν ουν τον Ιησούν από του Καϊάφα εις το πραιτώριον˙ ην δε πρωί˙ και αυτοί ουκ εισήλθον εις το πραιτώριον, ίνα μη μιανθώσιν, άλλ’ ίνα φάγωσι το πάσχα» (Ιω. 18, 28).
Προς επίρρωση των ανωτέρω, ο μοναχός Νικόλαος επικαλείται τους αγίους Ευαγγελιστές και παραθέτει χωρία από τα Ευαγγέλιά τους. Ως πρώτη μαρτυρία παραθέτει τον Ματθαίο, ο οποίος αναφέρει, ότι μετά τη διδασκαλία του Χριστού στο όρος των Ελαιών, η οποία έγινε την προηγούμενη ημέρα από το θείο δείπνο, ο Ιησούς λέγει στους μαθητές Του: «οίδατε ότι μετά δύο ημέρας το πάσχα γίνεται, και ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται εις το σταυρωθήναι. Τότε συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι του λαού, εις την αυλήν του αρχιερέως του λεγομένου Καϊάφα, και συνεβουλεύσαντο ίνα τον Ιησούν δόλω κρατήσωσι και αποκτείνωσιν. Έλεγον δε˙ μη εν τη εορτή, ίνα μη θόρυβος γένηται εν τω λαώ» (Ματθ. 26, 15). Αν, λοιπόν, το δείπνο έγινε αμέσως μια ημέρα μετά και δύο ημέρες αργότερα ήταν το Πάσχα, είναι φανερό ότι το δείπνο έγινε πριν το Πάσχα. Αλλά και από όσα σκέπτονταν οι αρχιερείς εναντίον του Ιησού είναι έκδηλο ότι ο Κύριος συνελήφθη πριν το Πάσχα, διότι αποφάσισαν να μην επιτεθούν εναντίον Του κατά την εορτή φοβούμενοι την αναταραχή του λαού.24
Ο Ευαγγελιστής Μάρκος επίσης για το ίδιο περιστατικό αναφέρει: «Ην δε το πάσχα και τα άζυμα μετά δύο ημέρας. Και εζήτουν οι αρχιερείς και οι γραμαματείς πως αυτόν εν δόλω κρατήσαντες αποκτείνωσιν. Έλεγον δε μη εν τη εορτή, μήποτε θόρυβος έσται του λαού» (Μάρκ. 14, 12).25
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς συμφωνεί με τους ανωτέρω συνοπτικούς: «Ήγγιζε δε η εορτή των αζύμων η λεγομένη πάσχα, και εζήτουν οι αρχιερείς και οι γραμματείς το πώς ανέλωσιν αυτόν˙ εφοβούντο γαρ τον λαόν» (Λουκ. 22, 12).26
Έχουμε, συνεπώς, τη σαφέστατη μαρτυρία των τριών πρώτων Ευαγγελιστών, οι οποίοι αναφέρουν ρητά ότι οι αρχιερείς φοβούνταν τις αντιδράσεις του λαού, γι’ αυτό αποφάσισαν να επισπεύσουν τις ενέργειές τους εναντίον του Χριστού, πριν αρχίσει η εορτή του Πάσχα. Σημειώνει ο Νικόλαος: «Εκ πάντων (των Ευαγγελιστών) ουν αναφαίνεται, ως εν τη τετάρτη μεν της εβδομάδος, δωδεκάτη δε της σελήνης, μετά δύο ημέρας το Πάσχα γίνεσθαι είρηται˙ εν δε τη πέμπτη της εβδομάδος, τρις και δεκάτη δε της σελήνης της ώρας καταλαβούσης το δείπνο γέγονε. Και της αυτής ημέρας νυκτί προδέδοται. Τη έκτη δε της εβδομάδος ήτις ην της σελήνης τέσσαρες και δεκάτη, προς Πιλάτον απήνεκται, είτα δε και κατακέκριται και εσταύρωται. Εσπέρα δε της αυτής ημέρας ο αμνός τέθυται, και νυκτός το Πάσχα τοις Ιουδαίοις τετέλεσται, σαββάτω δε η εορτή των αζύμων απήρξατο, καθά δη και Μωϋσής ενετείλατο».27 Εφ’ όσον όλα αυτά πραγματοποιήθηκαν πριν το Πάσχα αποκλείεται το ενδεχόμενο ο Ιησούς με τους μαθητές Του να εόρτασαν κατά το Μυστικό Δείπνο το Ιουδαϊκό Πάσχα. «Ώστε δήλον εκ τούτων, ως ου δι’ αζύμων ο Κύριος το οικείον Πάσχα τοις μαθηταίς παραδέδωκεν˙ ούπω γαρ τότε υπήρχον άζυμα».28
Ο Νικόλαος βασίζεται στον ευαγγελιστή Ιωάννη, ο οποίο ξεκάθαρα αποσαφηνίζει το ζήτημα και διώχνει κάθε ψήγμα αμφιβολίας. Διαβάζουμε στο Ευαγγέλιό του: «Προ δε της εορτής του πάσχα ειδώς ο Ιησούς ότι ελήλυθεν αυτού η ώρα ίνα μεταβή εκ του κόσμου τούτου προς τον πατέρα, αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς, και δείπνου γενομένου, του διαβόλου ήδη βεβληκότος εις την καρδίαν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτου ίνα αυτόν παραδώ». (Ιω. 13, 12). Ο Απόστολος Ιωάννης θέτει ρητά το χρονικό πλαίσιο κατά το οποίο έλαβε χώρα ο Μυστικός δείπνος.29 Η μαρτυρία του καθίσταται ιδιαίτερα σημαντική καθώς υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων. Σημειώνουμε ότι καθοριστικής σημασίας υπήρξε το γεγονός της χρονικής συγγραφής του τετάρτου Ευαγγελίου. Επειδή ο Ιωάννης έγραψε το Ευαγγέλιό του αργότερα από τους συνοπτικούς, και επειδή οι Εβιωνίτες στον καιρό που έζησε άρχισαν να χρησιμοποιούν άζυμα, είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και διευκρινιστικός στο λόγο του.
Την πληροφορία του Ευαγγελιστού Ιωάννου λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν του και ο Υδρούντιος μοναχός Νικόλαος, ο οποίος καταθέτει: «ου Πάσχα, εκ του μη κατά νόμον εστισθήναι το δείπνον εκείνο, του καιρού του Πάσχα μηκ’ έτι όντος, ως ο Ιωάννης τρανώτερον των άλλων ευαγγελιστών διαδείκνυσι».30
Για τον θεολόγο μας δεν υπάρχει παράβαση του Νόμου αλλά υπέρβασή του, καθώς ο Ιησούς ήθελε να παραδώσει το δικό Του «καινόν» Πάσχα και γι’ αυτό δεν τήρησε τις Ιουδαϊκές για την εορτή διατάξεις: «Άλλ’ ουδέ ανάγκη τις ην τω Χριστώ κατά τον ενιαυτόν εκείνον το ιουδαϊκόν εκκτελέσαι Πάσχα, ίνα παρώσι τω δείπνω και άζυμα, πολλάκις μεν τούτο τον πρότερον χρόνον τελέσαντι, ήδη δε προς το παθείν ετοιμαζομένω και το οικείον Πάσχα τοις μαθηταίας παραδούναι ανάγκην έχοντι».31 Εξάλλου, ο συγγραφέας μας τονίζει, όπως προκύπτει από το ανωτέρω κείμενο, ότι τα προηγούμενα χρόνια ο Ιησούς εόρτασε κανονικά το Ιουδαϊκό Πάσχα τηρώντας τα προβλεπόμενα από τον ιουδαϊκό νόμο. Εκείνο το Πάσχα, όμως, επειδή επρόκειτο να σταυρωθεί, έδωσε στην εορτή του Πάσχα την πραγματική της διάσταση και γι’ αυτό δεν είχε ανάγκη να τηρήσει τον Ιουδαϊκό νόμο, αφού η Ανάστασή Του θα εγκαινίαζε μία νέα πραγματικότητα στον κόσμο.32
Επίσης, σημειώνει ότι η φράση του Χριστού: «επιθυμία επεθύμησα τούτο το πάσχα φαγείν μεθ’ υμών προ του με παθείν» (Λουκ. 22, 15), δηλώνει τη διαφορετικότητα του συγκεκριμένου Πάσχα και τη θέληση του Κυρίου να δώσει ιδιαίτερο και ξεχωριστό περιεχόμενο στην εορτή αυτή.33
Το ίδιο υποδηλώνει και η φράση του Ιησού προς τον οικοδεσπότη του χώρου, στον οποίο τελέστηκε ο Μυστικός Δείπνος: «προς σε ποιώ το Πάσχα μετά των μαθητών μου» (Ματθ. 26, 18).34 Με αυτή τη φράση ο Χριστός εκφράζει την προοπτική της ολοκληρωτικής ανακαινίσεως των εγκοσμίων πραγμάτων και τη δυνατότητα αναγεννήσεως σε κάθε άνθρωπο.
Ο Νικόλαος στη συνέχεια της διδασκαλίας του κατά του αζύμου άρτου στηρίζεται και πάλι στη μαρτυρία του Ευαγγελιστού Ιωάννου για να εξαλείψει κάθε αμφιβολία σχετικά με το χρόνο τελέσεως του Μυστικού Δείπνου. Ορμώμενος από τη φράση του Ιησού προς τον Ιούδα «ο ποιείς, ποίησον τάχιον» (Ιω. 13, 27) θεωρεί ότι αυτή παρανοήθηκε από τους μαθητές. Ο Ιησούς αναφερόταν στην επερχόμενη προδοσία Του από τον Ιούδα Ισκαριώτη, οι μαθητές Του όμως κατάλαβαν ότι του έδωσε την εντολή να πάει να αγοράσει ό,τι χρειάζονταν για να τελέσουν την εορτή του Πάσχα, διότι ο Ιούδας διαχειριζόταν το ταμείο. Διαβάζουμε σχετικά στον Ευαγγελιστή Ιωάννη: «τούτο δε ουδείς έγνω των ανακειμένων προς τι είπεν αυτώ˙ τινές γαρ εδόκουν, επεί το γλωσσόκομον είχεν ο Ιούδας, ότι λέγει αυτώ ο Ιησούς, αγόρασον ων χρείαν έχομεν εις την εορτήν, ή τοις πτωχοίς ίνα τι δω» (Ιω. 13, 28-29). Εφ’ όσον, λοιπόν, οι μαθητές κατάλαβαν ότι ο Ιησούς έστελνε τον Ιούδα να πάει να αγοράσει τα απαραίτητα για την εορτή ή να δώσει κάποια χρήματα στους φτωχούς, η εορτή δεν είχε έλθει ακόμα.35 Διαφορετικά, δεν θα μπορούσαν, την τελευταία στιγμή, αφού είχαν ήδη καθίσει στο τραπέζι, να στείλει ο Ιησούς κάποιον μαθητή Του να φέρει προμήθειες. Επομένως, αποκλείεται το γεγονός εκείνο το βράδυ να εόρτασαν το Ιουδαϊκό Πάσχα. Έτσι ο Νικόλαος επιβεβαιώνει το γεγονός ότι το δείπνο τελέστηκε πριν το Ιουδαϊκό Πάσχα και συνεπώς δεν χρησιμοποιήθηκαν άζυμα.
Τέλος, ο Νικόλαος παρουσιάζει τη σχετική διάταξη του Μωσαϊκού νόμου περί της εορτής του Πάσχα, για την οποία ομιλήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Ο Νόμος όριζε ότι κάθε Ισραηλιτική οικογένεια όφειλε να σφάξει αρσενικό πρόβατο ηλικίας ενός έτους το βράδυ της 14ης του μηνός Νισάν. Μαζί με το κρέας ο Νόμος πρόσταζε να καταναλωθούν πικρά χόρτα και άζυμος άρτος. Όλα αυτά έπρεπε να είναι ψημένα στη φωτιά και όχι ωμά ή βρασμένα. Επίσης έπρεπε, καθώς τρώνε, να βρίσκονται ζωσμένα τα ζωνάρια τους στη μέση και να μην είναι ανυπόδητοι.36 Αφού, λοιπόν, παρέθεσε τις διατάξεις που όφειλαν όλοι οι Ιουδαίοι να τηρούν κατά την εορτή, διακηρύττει με σαφήνεια ότι ο Χριστός και οι μαθητές Του δεν έκαναν τίποτα απ’ όλα αυτά.37
Κατά την ερμηνεία, λοιπόν, της Καινής Διαθήκης δέον να εξετάζουμε το γενικότερο νοηματικό και ιστορικό πλαίσιο των Γραφών και να μην προσκολλούμαστε στην επιφανειακή ή λεκτική διατύπωση των λόγων. Ο Νικόλαος ως καλός χρήστης της ελληνικής γλώσσας δύναται να διακρίνει τις λεπτές έστω διαφορές των νοουμένων.

Υποσημειώσεις.
1. Παραθέτουμε τη γνώμη του Ευ. Αντωνιάδη: «Η προσκόλλησις εις τους εξωτερικούς τύπους και μάλιστα εις τους Ιουδαϊκούς, μαρτυρεί οικτράν παραγνώρισιν του πνεύματος της Καινής Διαθήκης, ήτις είναι θρησκεία «ου γράμματος αλλά πνεύματος. Το γαρ γράμμα αποκτείνει», ως λέγει ο θείος Παύλος, «το δε Πνεύμα ζωοποιεί». Η μετά υπερχιλιετή δε ζωήν εν τοις ενζύμοις άρτοις, επάνοδος εις τα ιουδαϊκά άζυμα υπενθυμίζει την επανάληψιν των λόγων εκείνων, τους οποίους εξ άλλης τα ασθενή και πτωχά στοιχεία», και ενώ έκαμον αρχήν με το πνεύμα τώρα τελειώνουσι με τη σάρκα», ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ, Ο χαρακτήρ του τελευταίου δείπνου, σελ. 76.
2. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232, f. 97v και ARDENTIJ, Nikolaija Gidruntskago σελ. 30
3. Ιωάννης Χρυσόστομος, εις την προδοσίαν του Ιούδα PG. 49, 379.
4. «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος» (Ματθ. 4,4) «τον άρτον ημών τον επιούσιον» (Ματθ. 6, 11), «πέντε άρτους και δύο ιχθύας» (Ματθ. 14, 17) «λαβών τους επτά άρτους», (Μάρκ. 8, 6), «διελογίζοντο προς αλλήλους λέγοντες ότι άρτους ουκ έχομεν» (Μάρκ. 8, 16), «πέντε άρτοι και ιχθύες δύο» (Λουκ. 9, 13), «και λαβών άρτον ευχαριστήσας έκλασε και έδωκεν αυτοίς λέγων˙ τούτο εστί το σώμά μου το υπέρ υμών διδόμενον˙ τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάνησιν» (Λουκ. 22, 19), «και εγένετο εν τω κατακλιθήναι αυτόν μετ’ αυτών λαβών τον άρτον ευλόγησε, και κλάσας επεδίδου αυτοίς» (Λουκ. 24, 30), «έφαγον τον άρτον ευχαριστήσαντος του Κυρίου» (Ιω. 6, 23), «εφάγετε εκ των άρτων και εχορτάσθητε» (Ιω. 6, 26), «ειπών δε ταύτα και λαβών άρτον ευχαρίστησε τω Θεώ ενώπιον πάντων, και κλάσας ήρξατο εσθίειν» (Πράξ. 27, 35).
5. «Τη δε πρώτη των αζύμων προσήλθαν οι μαθηταί τω Ιησού» (Ματθ. 26, 17), «Και τη πρώτη ημέρα των αζύμων» (Μάρκ. 14, 12), «Ήγγιζε δε η εορτή των αζύμων η λεγομένη πάσχα» (Λουκ. 22, 7), «ήσαν δε αι ημέραι των αζύμων» (Πράξ. 12, 3), «ούτοι προελθόντες έμενον ημα΄ς εν Τριάδι˙ ημείς δε εξεπλεύσαμεν μετά τας ημέρας των αζύμων από Φιλίππων και ήλθομεν προς αυτούς εις την Τρωάδα άχρις ημερών πέντε, ου διετρίψαμεν ημέρας επτά» (Πράξ. 20, 56).
6. Σύμφωνα με την εντολή: «επτά ημέρας άζυμα έδεσθε, από δε της ημέρας της πρώτης αφανιείτε ζύμην εκ των οικιών υμών» (Έξ. 12, 15).
7. Στο βιβλίο της Εξόδου διαβάζουμε: «εναρχομένου τη τεσσαρεσκαιδεκάτη ημέρα του μηνός του πρώτου αφ’ εσπέρας έδεσθε άζυμα έως ημέρας μιας και εικάδος του μηνός, έως εσπέρας» (Έξ. 12, 18).
8. Ιωάννης Δαμασκηνός, περί των αζύμων, PG. 95, 389, A. Πρβλ. ΑΡΓΕΝΤΗΣ, Σύνταγμα, σελ. 15-18.
9. Βλ. Ιω. 18, 28.
10. Μαρτυρίες για την ημέρα κατά την οποία σταυρώθηκε ο Χριστός μας δίδουν επίσης ο Μάρκος και ο Λουκάς: «Και ήδη οψίας γενομένης, επεί ην παρασκευή, ο έστι προσάββατον» (Μάρκ. 15, 42) και «ημέρα ην παρασκευή, σάββατον επέφωσκε» (Λουκ. 23, 54).
11. Βλ. Αντωνιάδης, ο χαρακτήρ του τελευταίου δείπνου, σελ. 34, 37 και Καλλίνικος, ο χριστιανικός ναός, σελ. 309.
12. Βλ. Αντωνιάδης, ο χαρακρήρ του τελευταίου δείπνου, σελ. 37 και Καλλίνικος, ο χριστιανικός ναός, σελ. 309.
13. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 107r – 107v και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, σελ. 42.
14. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232, f. 107v ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago, sel. 42.
15. Βλ. τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232, f. 107v ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago, sel. 42.
16. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232, f. 107v – 108r ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago, σελ. 43.
17. Τρία συντάγματα Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 116r -116v και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, σελ. 52-53.
18. Λέγει ο ιερός πατήρ:» Πρώτην των αζύμων, την προ των αζύμων φησίν˙ ειώθασι γαρ από της εσπέρας αεί αριθμείν την ημέραν˙ και ταύτης μνημονεύει, καθ’ ην εν τη εσπέρα το πάσχα έμελλε θύεσθαι˙ τη γαρ πέμπτη του σαββάτου προσήλθον. Και ταύτην ο μεν την προ των αζύμων καλεί, τον καιρόν λέγων, καθ’ ον προσήλθον˙ ο δε ούτω λέγει˙ Ήλθε δε η ημέρα των αζύμων, εν η έδει θύεσθαι το πάσχα˙ το, Ήλθε, τούτο λέγων, Εγγύς ην, επί θύραις ην, της εσπέρας δηλονότι μεμνημένος, εκείνης», Ιωάννης Χρυσόστομος, κατά Ματθαίον σελ. 58. 729 Βλ. Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ερμηνεία εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, σελ. 123 440D– 441 Β και Ευθύμιος Ζυγαβηνός, το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, σελ. 129, 652 – 653 C. Πρβλ. WARE, Argenti, σελ. 115, 117.
19. Ο Ευστράτιος Αργέντης αναφέρει: «Ταύτη τη ημέρα (την Παρασκευή) προς εσπέραν από ώρας ενάτης μέχρι ενδεκάτης έσφαζον τον αμνόν του Πάσχα, και κατά ταύτην την εσπέραν άρχιζαν να τρώγωσι και τα άζυμα ομού με τον αμνόν». ΑΡΓΕΝΤΗΣ, Σύνταγμα, σελ. 20.
20. Βλ. Αντωνιάδης, ο χαρακτήρ του τελευταίου δείπνου, σελ. 26-27.
21. «Το ήλθε, σημαίνει και το επλησίασε, και τούτω λοιπόν εχρήσατο τω σημαινομένω» Ευθυμίου Ζυγαβηνός, το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον σελ. 129, 653 Α.
22. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 116v ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, sel. 53.
23. Αναφέρει ο Νικόλαος: «Ο μεν γαρ δείπνος προ της παραδόσεως, η δε παράδοσις προ του Πάσχα˙ αναγκαίως άρα και ο δείπνος προ του Πάσχα. Οι μεν γαρ μαθηταί ερωτήσαντες, Κύριε, που θέλεις ετοιμάσομέν σοι φαγείν το Πάσχα; Περί του ιουδαϊκού Πάσχα την πεύσιν προσήγαγον˙ του δ’ υπερώου ευτρεπισθέντος προ μιας ημέρας του Πάσχα, εις αυτό μετά των μαθητών ο Σωτήρ αναβέβηκε και τοις μαθηταίς εν αυτώ συνανέπεσέ τε και συνεδείπνησε, και παρά προσδοκίαν εκείνων το οικείον παρέδωκε Πάσχα. Είτα δε και προδέδοται και εσταύρωται», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 108r -108v ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago sel. 43-44.
24. «Και ο Ματθαίος μετά την εν τω όρει των ελαιών διδασκαλίαν, ήτις τη προ του δείπνου ημέρα γέγονε, φησί, και εγένετο, ότε ετέλεσεν ο Ιησούς πάντας τους λόγους τούτους, είπε τοις μαθηταίς αυτού˙ οίδατε, ότι μετά δύο ημέρας το Πάσχα γίνεται, και ο Υιός του ανθρώπου παραδίδοται εις το σταυρωθήναι. Τότε συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού εις την αυλήν του αρχιερέως, του λεγομένου Καϊάφα, και συνεβουλεύσαντο, ίνα τον Ιησούν δόλω κρατήσωσι και αποκτείνωσιν. Έλεγον δε, μη εν τη εορτή, ίνα μη θόρυβος γένηται εν τω λαώ. Ει ουν ο δείπνος μετά μίαν ημέραν ευθύς, μετά δύο δε το Πάσχα γέγονεν, δηλονότι προ του Πάσχα το δείπνον. Αλλά και οι κατά του Ιησού βουλευόμενοι, είπερ μη εν τη εορτή την κατ’ αυτού αποτελέσαι επίθεσιν έκριναν, τον του λαού φυλασσόμενοι θόρυβον, δήλον ως προ του Πάσχα συνείληπται» τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 109r – 109v ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, sel. 44- 45.
25. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 109v ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago sel. 45.
26. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 109v – 110r ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago sel. 45.
27. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 110r – 110v ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, sel. 45.
28. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 110v ARSENIJ, Nikolaja Giruntskago sel. 46.
29. Λέγει ο Νικόλαος: «Προς δε Ιωάννης, ότι φησίν ούτος˙ προ δε της εορτής του Πάσχα ειδώς ο Ιησούς, ότι ήλθεν η ώρα αυτού, ίνα μεταβή εκ του κόσμου τούτου εις τον Πατέρα, αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς. Και δείπνου γενομένου, του διαβόλου ήδη εμβεβληκότος εις την καρδίαν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτου, ίνα αυτόν παραδώ. Ιδού ουν άμα μεν δείπνον φησίν απλώς, ουχί Πάσχα, γενέσθαι, άμα δε και προ της εορτής του Πάσχα˙ το δε Πάσχα προ της πρώτης των αζύμων, ως είρηται» τρία συντάγματα Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 115r ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago sel. 51. Για το χρονικό προσδιορισμό του Μυστικού Δείπνου ο ιερός Δαμασκηνός αναφέρει: «Ιδού δε και αυτός άρτον είπε λαβείν τον Χριστόν, και ουκ άζυμον. Ου γαρ έτι ην, πέμπτης ούσης τηνικαύτα ημέρας˙ δεκακαιτρίτη γαρ ην η σελήνη τότε, και ουκ ην άζυμον δια το μήπω γενέσθαι. Τη ιε’ γαρ της σελήνης νενομοθετημένον ην εσθίεν ταύτα. Τη δε ιδ’ τον αμνόν και μόνον ήσθιον˙ διο και την δεκακαιτετάρτην του αυτού μηνός της σελήνης, Πάσχα προσαγορεύει ο νόμος˙ την δε ιε’ και Σάββατον ονομάζει. Ει ουν ο Χριστός ετύθη κατά την δεκακαιτετάρτην της σελήνης, ημέρα Παρασκευή˙ το δε Σάββατον ην των αζύμων εορτή, ότε τα άζυμα ήσθιον, πότε ταύτα τοις αποστόλοις παρέδωκεν, ότι λέγουσιν παρά των αποστόλων ταύτα λαβείν; Ουδέ γαρ το Πάσχα το νόμιμον κατά τον χρόνον έφαγεν ο Χριστός. Και γαρ μετά το δειπνήσαι, παρέδωκε δια της του άρτου κλάσεως, το της Καινής Διαθήκης μυστήριον κατά την πέμπτη ημέραν. Ότε δε εορτή των Αζύμων ην εν τω Σαββάτω κατά την ιε’ ημέραν του μηνός, εν τω τάφω έκειτο ο Κύριος. Αζύμων ουν μη όντων προ της εορτής των Αζύμων εν όλω τω ενιαυτώ, που ευρέθησαν τότε τα άζυμα, ότε μετά των αυτού μαθητών το δείπνον έφαγεν ο Χριστός;», Ιωάννης Δαμασκηνός, περί των αζύμων, σελ. 95, 388 BC.
30. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 98r ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago sel. 31.
31. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232, f. 112v ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, sel. 48.
32. Ο Κων. Καλλίνικος αναφέρει: «Η λέξις Πάσχα εις το όνομα του Χριστού πρέπει να νοηθή υπό έννοιαν χριστιανικήν, καινοπρεπεστέραν και πληρεστέραν της νομικής, ήτις και τρόπω και χρόνω διαφέρει από του εβραϊκού Πάσχα», ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ, Ο χριστιανικός ναός σελ. 309.
33. «Εν τω λέγειν τούτο δεικτικώς άλλο τι εμφαίνον παρά το ειθισμένον», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232, ff. 112v -113r ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, sel. 48.
34. Λέγει ο Νικόλαος: «Ο Σωτήρ, ουχί το Πάσχα τελέσων το ιουδαϊκόν, αλλά συνδειπνήσων τοις μαθηταίς, καν τούτω το της καινής διαθήκης παραδέδωκε Πάσχα, καθώς και αυτός ονομάζει την του άρτου και του ποτηρίου μετάδοσιν. Ή, ει χρη καταλληλότερον ειπείν τοις των ευαγγελιστών ρήμασι, κατ’ ουδέν άλλο οι μαθηταί το Πάσχα ητοίμασαν, ή καθό αυτοίς ο Σωτήρ ενετείλατο, απελθόντες και ειπόντες τω οικοδεσπότη, προς ον απεστάλησαν, ο διδάσκαλος λέγει˙ προς σε ποιώ το Πάσχα μετά των μαθητών μου, και το υποδειχθέν αυτοίς εστρωμένον ανώγεων εις υποδοχήν ευτρεπίσαντες, επεί μηδέν έτερον δηλούται το γενόμενον εις ετοιμασίαν του Πάσχα», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232, ff. 113v – 114r ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, sel. 49.
35. «Και ειπόντος δε του Κυρίου Ιούδα˙ ο ποιείς, ποίησον τάχιον, ουκ αν, ει τα του Πάσχα ητοίμαστο, υπώπτευσαν οι μαθηταί, ως επεί το γλωσσόκομον είχεν λέγει αυτώ ο Ιησούς, αγόρασον ων χρείαν έχομεν εν τη εορτή», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 114r ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago sel. 51-50.
36. «πρόβατον τέλειον άρσεν ενιαύσιον έσται υμίν, από των αμνών και από των ερίφων λήψεσθε. Και έσται διατετηρημένον έως της τέσσαρες και δεκάτης του μηνός τούτου. Και σφάξουσιν αυτό παν το πλήθος της συναγωγής υιών Ισραήλ προς εσπέραν. Και λήψονται από του αίματος και θήσουσιν επί των δύο σταθμών και επί της φλιάς εν τοις οίκοις, εν οις αν φάγωσιν αυτό εν αυτοίς. Και φάγονται τα κρέα τη νυκτί ταύτη οπτά πυρί και άζυμα επί πικρίδων έδονται. Και ούκ έδεσθε απ’ αυτών ωμόν ουδέ εψημένον ύδατι, άλλ’ ή οπτά πυρί, κεφαλήν συν τοις ποσί και τοις εντοσθίοις. Ουκ απολείψετε απ’ αυτού εις το πρωί, και οστούν ου συντριβήσεται απ’ αυτού, τα δε καταλειπόμενα αυτού, εις το πρωί, εν πυρί κατακαύσετε. Ούτω δε φάγεσθε αυτό, αι οσφύες υμών περιεζωσμέναι, και τα υποδήματα υμών εν τοις ποσίν υμών, και αι βακτηρίαι υμών εν ταις χερσίν υμών», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 111r – 112 v ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago sel. 47. Πρβλ. Έξ. 12, 59.
37. Λέγει ο Νικόλαος: «Τούτων ουδέν εν τω δείπνω υπάρξαι γέγραπται, ή αντικείμενα μάλλον προς την νομοθεσίαν τινά», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 112r ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago, σελ. 4748.

Από το βιβλίο: Για το δόγμα και τη λατρεία…, του Σωτήρη Ν. Κόλλια.
Μία πρωτότυπη προσέγγιση στα αντιμαχόμενα σημεία μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων μέσα από ανέκδοτα χειρόγραφα

Εκδόσεις Γρηγόρη, Φεβρουάριος του 2019

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Θεία Λειτουργία (πρωτότυπο ή Νεοελληνικό κείμενο), Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.