Για το δόγμα και τη λατρεία: Εισαγωγικά, σύντομη βιογραφία του Νικολάου εξ Υδρούντος – Σωτήρη Ν. Κόλλια.

ΓΙΑ ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ… Παρουσίαση του βιβλίου:

Τι είναι το Filioque και γιατί αποτελεί ανυπέρβλητο πρόβλημα στην ένωση των δύο Εκκλησιών Ανατολής και Δύσης; Γιατί οι Ορθόδοξοι χρησιμοποιούν ένζυμο άρτο κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας ενώ οι Λατίνοι άζυμο; Γιατί στην Ορθοδοξία επιτρέπεται ο γάμος των κληρικών ενώ στη δυτική παράδοση επιβάλλεται αγαμία του κλήρου; Γιατί οι Ορθόδοξοι κληρικοί αφήνουν γένια ενώ στη Δύση απαγορεύεται; Γιατί οι Λατίνοι δεν τιμούν τις ιερές εικόνες στους ναούς τους και γιατί επιτρέπουν την είσοδο των γυναικών στο ιερό θυσιαστήριο;

Αυτά και άλλα θέματα δογματικού, λειτουργικού και λατρευτικού περιεχομένου βρίσκουν τις απαντήσεις τους σε αυτό το βιβλίο, καθώς γίνεται μία εις βάθος ιστορική και κανονική προσέγγιση στα αντιμαχόμενα σημεία μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων μέσα από χειρόγραφα του 13ου αιώνα, τα οποία παραμένουν μέχρι σήμερα ανέκδοτα. Τα έργα αυτά είναι από τη γραφίδα του Νικολάου εξ Υδρούντος, Ορθοδόξου συγγραφέα και ηγούμενου της Μονής του Αγίου Νικολάου Κασούλων στο Ότραντο της Κάτω Ιταλίας, ο οποίος έζησε την Δ’ Σταυροφορία και την άλωση της Πόλης από τους Δυτικούς, πήρε μέρος στις αρχικές συζητήσεις για την ένωση των Εκκλησιών στην Κωνσταντινούπολη και με σθένος αντιστάθηκε στην επιβολή του παπισμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ιταλίας.

Ένα έργο που αποτελεί βασική πηγή για τους σύγχρονους μελετητές: θεολόγους, ιστορικούς, παλαιογράφους, αλλά και για κάθε πιστό που επιθυμεί να γνωρίσει τη δογματική διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας καθώς και την ιστορική διαμόρφωση της λατρευτικής παράδοσής της.

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Περιεχόμενα

…Η ΚΑΤΑ ΛΑΤΙΝΩΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΕΞ ΥΔΡΟΥΝΤΟΣ
Η ΕΚΠΟΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
ΤΑ ΑΖΥΜΑ
Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ
Η ΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Ο ΓΑΜΟΣ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ
ΤΑ ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ
Η ΤΙΜΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ
Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΟ ΙΕΡΟ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ
ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

Η/Υ ΠΗΓΗ:
ΚΟΛΛΙΑΣ Ν. ΣΩΤΗΡΗΣ

Εισαγωγικά
Σύντομη βιογραφία του εξ Νικολάου Υδρούντος1
Ο Νικόλαος εξ Υδρούντος ανακηρύχθηκε ηγούμενος της μονής του Αγίου Νικολάου των Κασούλων στην Απουλία της Κάτω Ιταλίας το έτος 1219 και κοιμήθηκε οσιακά στις 9 Φεβρουαρίου στο μοναστήρι του.2
Η καταγωγή του ήταν ελληνική, καθώς το ελληνικό στοιχείο στην περιοχή όπου έζησε και στην εποχή που έδρασε ήταν κυρίαρχο. Η μητρική του γλώσσα ήταν τα ελληνικά, καθώς όλα τα έργα του είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα, ενώ τα περισσότερα από αυτά έχουν και λατινική μετάφραση. Εξάλλου, τη μοναχική κουρά έλαβε στο ελληνικό Ορθόδοξο μοναστήρι του αγίου Νικολάου των Κασούλων (San Nicola di Casole),3 του οποίου αργότερα έγινε ηγούμενος.
Ο τόπος καταγωγής και γεννήσεώς του ήταν η Υδρούς (Ότραντο). Αυτό το συμπεραίνουμε από τον επίλογο του έργου του (Τρία Συντάγματα) όπου διαβάζουμε: «Εύχου το λοιπόν αναγινώσκων ο πας τω Νικολάω συντεταχότι τάδε, ως πατρίς εστίν η πόλις Υδρουντίων».4
Ο Νικόλαος έδρασε σε μία πολυτάραχη εποχή της ιστορίας. Στην περίοδο της ακμής του έργου του, αυτοκράτορες της Ανατολής ήσαν οι Αλέξιος Δ’ ο Άγγελος (1203- 1204) και Θεόδωρος Α’ ο Λάσκαρις (1204- 1222) στη Νίκαια, ενώ στη Δύση ηγεμόνας ήταν ο Φρειδερίκος Β’ Hohenstaufen. Από εκκλησιαστικής πλευράς οικουμενικοί πατριάρχες, που έδρευαν στην Νίκαια, ήταν οι Ιωάννης Καματηρός (1198- 1206), Μιχαήλ Δ’ Αυτωρειανός (1207 -1213), Θεόδωρος Β’ Ειρηνικός (1213- 1215), Μανουήλ Α’ Σαραντηνός ο Χαριτόπουλος (1215- 1222) και Γερμανός Β’ (1222- 1240). Στην παπική έδρα βρισκόταν ο πανίσχυρος Ρώμης Ιννοκέντιος Γ’ (1198- 1216), καθώς και οι πάπες Ονώριος Γ’ (1216- 1227) και Γρηγόριος Θ’ (1227- 1241).
Ο Νικόλαος μεγάλωσε και ανδρώθηκε σε λατινόφρον περιβάλλον. Φρονούμε ότι το πολιτικό κλήμα επηρέασε αναμφίβολα και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ορθοδόξων της Ιταλίας. Όσο χρονικό διάστημα οι ελληνικές περιοχές βρίσκονταν κάτω από την κυριαρχία των βυζαντινών, υπάγονταν στην πνευματική αιγίδα του οικουμενικού πατριαρχείου της Κων/πόλεως. Από τη στιγμή, όμως, που οι βυζαντινοί εκδιώχθηκαν από τους Νορμανδούς και οι τελευταίοι έδωσαν τα εδάφη αυτά στον παπικό θρόνο, αναντίρρητα οι περιοχές της πάλαι ποτέ Magna Craecia αφέθηκαν στο έλος του παπισμού. Για να επιβιώσει η ορθοδοξία κάτω από τις παπικές πιέσεις έπρεπε να αναγνωρίσει ως εκκλησιαστική αρχή της στην Ιταλία τη λατινική εκκλησία.
Η σύνθετη εικόνα της εποχής του ώθησε τον Υδρουντινό μοναχό σε ενεργή συμμετοχή στα εκκλησιαστικά δρώμενα και με το βαρυσήνατο έργο του σηματοδότησε την άνθηση της πνευματικής περιόδου στη Νότιο Ιταλία.
Ο Νικόλαος έζησε σε μία περιοχή όπου το πολιτικό σκηνικό από τη μια μεριά – οι πολλοί επίδοξοι κατακτητές των περιοχών – και τα εκκλησιαστικά δρώμενα από την άλλη – η παρουσία του λατινικού στοιχείου – καθιστούσαν αρκετά ευάλωτη την ορθόδοξη πραγματικότητα στο αφιλόξενο και ετερόδοξο περιβάλλον. Ο αγώνας για την ενδυνάμωση του ορθοδόξου πνεύματος ήταν επιτακτικός.
Ο συγγραφέας μας, ως ευσεβής χριστιανός με άκαμπτο ορθόδοξο φρόνημα και ως άνθρωπος των γραμμάτων, αγωνίστηκε με τις ενέργειες και τα συγγράμματά του κατά της αλλοιώσεως του ορθού δόγματος από τους Λατίνους. Χωρίς να κάνει συμβιβασμούς έγραψε πολεμικά έργα κατά των Λατίνων και των Ιουδαίων, οι οποίοι παραποιούσαν τα ορθόδοξα δόγματα.
Αν και δεν είναι γνωστό που σπούδασε και σε ποιους διδασκάλους μαθήτευσε, ο Νικόλαος φαίνεται ότι απέκτησε πολυμερή και εμβριθή μόρφωση. Το μορφωτικό του επίπεδο κάλυπτε ένα ευρύ φάσμα γνώσεων όπως, θεολογία, αστρονομία,5 μαθηματικά.6
Είχε διαβάσει όλα τα έργα των μεγάλων πατέρων της ανατολής (Μ. Βασιλείου), Ιωάννου Χρυσοστόμου, Γρηγορίου Θεολόγου, Γρηγορίου Νύσσης, Ιωάννου Δαμασκηνού, Μ. Φωτίου κ.ά.) καθώς απόψεις τους ενσωματώνει στα έργα του, για να επιχειρηματολογήσει υπέρ των θέσεών του. Υπήρξε δεινός μελετητής της αγίας Γραφής – καθώς πληθώρα βιβλικών χωρίων τίθενται στα έργα του – και άριστος γνώστης της εκκλησιαστικής ιστορίας, των δογμάτων και όρων των επτά οικουμενικών συνόδων, διότι στα κείμενά του παραπέμπει σε αυτές, όταν θέλει να τεκμηριώσει τις απόψεις του προσδίδοντάς τους κύρος και αξιοπιστία.
Στην αρχή της δράσεώς του τον συναντάμε ως Γραμματικό,7 δηλαδή, καθηγητή της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας, όπου δίδαξε αρχικά σε μαθητές στην πόλη του Ότραντο και λίγο αργότερα σε ανώτερο επίπεδο στους σπουδαστές της σχολής της μονής του αγίου Νικολάου των Κασούλων. Η διδασκαλία της ορθοδόξου θεολογίας υπήρξε το κυριότερο μέλημα της μονής. Γι’ αυτό το σκοπό εξαιρετική ακαδημία θεολογικών σπουδών ιδρύθηκε μέσα στον περίβολο του μοναστηριού. Το οικοτροφείο της μονής παρείχε στους φιλομαθείς σπουδαστές της κατάλυμα και οικονομική ενίσχυση κατά τη διάρκεια των σπουδών τους.8 Το υψηλό μορφωτικό επίπεδο του Νικολάου του επέτρεπε να αναλύει και να μεταδίδει επιστημονικές αλήθειες και να προσφέρει πλούσιο διδακτικό υλικό στους φοιτητές του.
Επιπροσθέτως, ήταν γλωσσομαθής, καθώς έγραφε τα έργα του στα ελληνικά παραθέτοντας αυτοχείρως, πάντα σε διπλανή στήλη, τη λατινική μετάφραση. Η επιλογή του ως διερμηνέα από τη λατινική αντιπροσωπεία στις συζητήσεις με τους ορθοδόξους της ανατολής συνηγορεί στο γεγονός ότι ήταν άριστος κάτοχος της ελληνικής και λατινικής γλώσσας. Άλλωστε, στον Νικόλαο οφείλουμε και τη λατινική μετάφραση του κειμένου της θείας Λειτουργίας του Μ. Βασιλείου.9
Σε επιστολή που του αποστέλλει ο φίλος του Μητροπολίτης Κερκύρας Γεώργιος Βαρδάνης στην προσφώνηση τον χαρακτηρίζει ω φιλόσοφο: «Τω Σεβασμιωτάτω αδελφώ και προεστώτι της αγίας μονής των Κασούλων και ημίν αγαπητώ κυρίω Νεκταρίω τω φιλοσόφω Μητροπολίτης Κερκύρας Γεώργιος».10 Βέβαια, κατά την πατερική διδασκαλία, φιλοσοφία δεν είναι μόνο η επιστήμη αλλά και η μοναχική ζωή. Στην προκειμένη περίπτωση φιλόσοφος μπορεί να σημαίνει ασκητής, αλλά και πανεπιστημιακός καθηγητής καθώς όπως έχουμε πει στη μονή των Κασούλων υπήρχε γνωστή σχολή που προσέφερε ανωτάτου επιπέδου εκπαίδευση,11 στην οποία ο Νικόλαος υπήρξε διδάσκαλος.
Μεγάλη αγάπη έτρεφε και για την ποίηση, στην οποία επιδόθηκε με αξιόλογα έργα. Εκτός, λοιπόν, από καθηγητής και μεταφραστής ο Υδρούντιος μοναχός είναι γνωστός και ως ποιητής,12 γεγονός που φανερώνει πνεύμα ευαίσθητο και δημιουργικό.
Η βαθιά πίστη του προς το Θεό και η αγάπη του προς την Εκκλησία τον οδήγησαν σύντομα στον κλήρο. Έλαβε τη μοναχική κουρά και χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος λαμβάνοντας το όνομα Νεκτάριος. Το ότι δεν ήταν απλός μοναχός αλλά είχε χειροτονηθεί και ιερέας το πληροφορούμαστε από τον τρόπο που υπογράφει τα ποιήματά του: «Στίχοι Νεκταρίου ιερομονάχου και καθηγουμένου της ευαγούς μονής των Κασούλων».13 Από τις πηγές δεν έχουμε πληροφορίες που να μαρτυρούν έγκυρα τη χρονολογία της εισόδου του στο μοναχισμό. Το σίγουρο είναι ότι το έτος 1205, που συνόδευσε ως διερμηνέας τον καρδινάλιο Βενέδικτο στην Κων/πολη, είχε το όνομα του ιερομονάχου Νεκταρίου. Αυτό το συμπεραίνουμε εύκολα από χειρόγραφο του έργου «Ψευδο- Κωνσταντίνεια δωρεά» που αντέγραψε ο Νικόλαος κατά την παραμονή της αποστολής τους στην Κων/πολη όπου στον επίλογο αναφέρει το μοναχικό του όνομα Νεκτάριος: «Ταύτα έγραψεν ο Νεκτάριος εκ της βίβλου της συνοψισθείσης παρά του Θεοδώρου του Βαλσαμών».14
Κατά την περίοδο της ηγουμενίας του (1219 – 1235) το μοναστήρι γνώρισε τις πιο ένδοξες στιγμές στη διάρκεια της ιστορίας του. Βασικότερή του έγνοια ήταν η πνευματική ανάπτυξη της μονής του. Υπήρξε φιλομαθής προσωπικότητα και λάτρης των βιβλίων, ώστε κύριο μέλημά του, όταν ανέλαβε τη διοίκηση, ήταν να οργανώσει και να εξελίξει τη βιβλιοθήκη της μονής. Ο εμπλουτισμός της σπουδαίας βιβλιοθήκης ήταν κατά κύριο λόγο δικό του έργο. Συγκέντρωσε με επιμέλεια πολύτιμα χειρόγραφα, καθώς και ο ίδιος υπήρξε αντιγραφέας χειρογράφων.15 Μετά από κάθε ταξίδι του έφερνε από την ανατολή σπάνιους τόμους και βιβλία από τους μεγαλύτερος συγγραφείς κλασσικούς και συγχρόνους.16
Φαίνεται να ήταν λάτρης της τέχνης και να είχε ανεπτυγμένο το καλλιτεχνικό ένστικτο καθώς η λαμπρότητα και ο εσωτερικός διάκοσμος της μονής οφείλονταν στις προσπάθειές του.
Όλα αυτά τον ανέδειξαν ως τον σημαντικότερο ηγούμενο στην ιστορία της ιεράς μονής του αγίου Νικολάου των Κασούλων, καθώς ήταν ο μεγάλος υπερασπιστής των Ελλήνων στην Κάτω Ιταλία και συγχρόνως ένας «μεσάζων» ανάμεσα στους δύο κόσμους.
Στις ημέρες του Νικολάου η μονή άρχισε να εξαρτάται από τον αρχιεπίσκοπο του Ότραντο (1226) και πλήρωνε στη Ρώμη φόρο υποτελείας.17 Η πληροφορία που αντλούμε από τον Αρχιμ. Ανδρόνικο Δημητρακόπουλο στο έργο του Ορθόδοξος Ελλάς, σελ. 34, όταν κάνει αναφορά στον Νικόλαο, ότι ο Δοσίθεος Ιεροσολύμων τον θεωρούσε επίσκοπο Υδρούντος, δεν μαρτυρείται ούτε επιβεβαιώνεται από τις πηγές. Αντιθέτως, έχουμε πληροφορίες ότι ιεράρχης στη μητρόπολη του Ότραντο εκείνη την εποχή υπήρξε ο Λατίνος Tankred.18 Εξάλλου, ήδη από την υπαγωγή της μητροπόλεως στην παπική δικαιοδοσία (1068) κανένας Έλληνας κληρικός δεν έλαβε το επισκοπικό αξίωμα στην περιοχή αυτή. Όμως θεωρούμε βέβαιο ότι ο Νικόλαος τελούσε τρόπον τινά το ρόλο του επισκόπου των ορθοδόξων στη λατινοκρατούμενη περιφέρειά του, καθώς υπήρξε ο ηγούμενος της μεγαλύτερης και σημαντικότερης ορθόδοξης μονής της Κάτω Ιταλίας.
Κατά τον 13ο αιώνα υπήρξε διάχυτη η επιθυμία των ορθοδόξων και των Λατίνων για την εύρεση συμβιβαστικής λύσεως στο πρόβλημα της ενώσεως των δύο Εκκλησιών. Γι’ αυτό πέντε διαφορετικές παπικές αποστολές (το 1204, το 1206, το 1214, το 1234 και το 1250) έφτασαν από τη δύση στην ανατολή προς το σκοπό αυτό.
Ο πανίσχυρος πάπας Ρώμης Ιννοκέντιος Γ’, άδραξε την ευκαιρία να προβάλλει την ανωτερότητα του παπικού αξιώματος στους υπόδουλους χριστιανούς της Κων/πόλεως. Οι συνθήκες για τον πάπα ήταν μοναδικές, για να πείσει τους τελευταίους για την εγκυρότητα των λατινικών πεποιθήσεων.19 Επιθυμία του ήταν να κερδίσει την πίστη των ορθοδόξων, όπως κέρδισε και τα εδάφη τους και ως ρυθμιστής της κρίσεως να επιβάλλει το παπικό πρωτείο. Προσπάθησε να θέσει υπό τον έλεγχο του παπικού θρόνου τις εκκλησίες των λατινικών ηγεμονιών της Ανατολής με την επιβολή της λατινικής ιεραρχίας. Έτσι, ανέθεσε στον καρδινάλιο Βενέδικτο την αποστολή να μεταβεί στην Κων/πολη και να διαπραγματευτεί με τους ορθοδόξους.
Προσεχτικά, λοιπόν, άρχισε ο καρδινάλιος να επιλέγει τους συνεργάτες του, οι οποίοι θα τον βοηθούσαν στις θεολογικές συ ζητήσεις με τους ορθοδόξους. Σημαντικό ρόλο σε αυτές τις αποστολές διεδραμάτιζε ο διερμηνέας, ο οποίος είχε την ευθύνη ώστε να μεταφραστούν ορθά οι γνώμες και θέσεις των αντιμαχόμενων πλευρών. Η μεταφραστική δεινότητα του Υδρουντινού μοναχού είχε προφανώς καταπλήξει τον Βενέδικτο και η φήμη του οδήγησε τον καρδινάλιο στο Ότραντο. Ο Βενέδικτος πρότεινε στον Νικόλαο να τον συνοδεύσει στην αποστολή του ως διερμηνέας.20
Μετά τη συγκατάθεση του Νικολάου ξεκίνησε η παπική αποστολή για την ανατολή τον Ιούλιο του 1205.
Γνωρίζοντας εκ των υστέρων τις προθέσεις του Νικολάου, μπορούμε να κατανοήσουμε τη στάση του, καθώς στις θεολογικές συζητήσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την ανατολή, αλλά και σε αυτές που ακολούθησαν στη βασιλεύουσα, κρατούσε σημειώσεις. Κατά τη μακρά πορεία προς την Κων/πολη, ο Λατίνοι διεξήγαγαν συζητήσεις με τους ορθοδόξους καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής τους σε διάφορες πόλεις της Ελλάδος, όπως θα δούμε παρακάτω. Μερικά χρόνια αργότερα, όταν ανέλαβε την ηγουμενία της μονής των Κασούλων, εξέδωσε στο έργο του «Τρία Συντάγματα» όλα τα αντιμαχόμενα σημεία μεταξύ των ορθοδόξων και Λατίνων υποστηρίζοντας με ακλόνητα πειστήρια τις ορθόδοξες αντιλήψεις περί του χριστιανικού δόγματος. Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Νικόλαος εξέδωσε το έργο του περίπου δεκαπέντε χρόνια αργότερα και κατά συνέπεια είχε μελετήσει σχολαστικά και συνολικά τις απόψεις των Λατίνων – έχοντας υπ’ όψιν του και τις σημειώσεις που κρατούσε – και μεθοδικά τις καταπολέμησε.
Παρακολουθώντας, συνεπώς, από κοντά τις επίσημες θεολογικές συζητήσεις και γνωρίζοντας όλα τα επιχειρήματα των δύο πλευρών, επιδόθηκε και ανάλωσε όλη του τη ζωή στο να προβάλλει την ορθοδοξία ανατρέποντας ταυτόχρονα όλες τις λατινικές κακοδοξίες. Εκτός από την πολεμική κατά των Λατίνων στα «Τρία Συντάγματα», ο Νικόλαος από το ίδιο ταξίδι στην ανατολή έλαβε αφορμή για να γράψει και το έργο του «Κατά Ιουδαίων», στο οποίο αντιτίθεται στις δογματικές αντιλήψεις των Εβραίων καταπολεμώντας τη διδασκαλία τους.
Η λατινική αποστολή στην Κων/πολη τα έτη 1205 – 1206 χαρακτηρίστηκε από την αποτυχία για κάθε μορφή επανενώσεως των δύο εκκλησιών. Μετά από τη σθεναρή αντίδραση των ορθοδόξων η παπική αντιπροσωπεία αποσύρθηκε από τις προσπάθειες για επιβολή της εξουσίας της, καθώς τα τείχη που προσπαθούσε να γκρεμίσει αποδείχθηκαν καλοθεμελιωμένα και ακλόνητα.
Ο πάπας Ιννοκέντιος για την επόμενη παπική αποστολή στην Κων/πολη επέλεξε ως αντιπρόσωπό του τον Ισπανό καρδινάλιο της επισκοπής του Άλμπανο, Πελάγιο Γαλβάνι, τον Αύγουστο του 121321 Ο Βενέδικτος συζήτησε με τον Πελάγιο για την κατάσταση που επικρατούσε στη βασιλεύουσα και του πρότεινε να πάρει μαζί του τον Νικόλαο Υδρούντος, για να τον συνοδέψει ως διερμηνέας στη νέα αποστολή.22 Έτσι, αρχίζει το δεύτερο ταξίδι του Νικολάου στην ανατολή, ο οποίος επωμίζεται άλλη μια φορά το ρόλο του μεσολαβητού στις συζητήσεις μεταξύ των Λατίνων εντολοδόχων του και των ορθοδόξων ομοπίστων του.
Σε αυτό το δεύτερο ταξίδι του Νικολάου Υδρούντος στην ανατολή πρέπει να συμπεριλάβουμε και τη γνωριμία με τον αγαπητό φίλο Γεώργιο Βαρδάνη, μετέπειτα μητροπολίτη Κερκύρας (1219- 1236), καθώς αυτή περιγράφεται σε μια επιστολή του τελευταίου.23 Η γνωριμία και η φιλία τους έδωσε το έναυσμα για τακτική αλληλογραφία πάνω από το Αδριατικό πέλαγος, μεταξύ Ότραντο και Κερκύρας τα επόμενα χρόνια, παραδίδοντας στους μελετητές αξιόλογα κείμενα και πλούσιο υλικό για την εποχή που έδρασαν. Ο Βαρδάνης ήταν υπομνηματογράφος και χαρτοφύλαξ του μητροπολίτου Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτου και τον εκπροσωπούσε στις διεξαχθείσες συζητήσεις. Στην πρώτη επιστολή του προς τον Υδρουντινό μοναχό, ο Βαρδάνης μας πληροφορεί ότι γνωρίστηκαν φευγαλέα στην Κων/πολη, όταν εκείνος είχε έλθει στην Πόλη ως απεσταλμένος του Μιχαήλ Χωνιάτου και ο Νικόλαος βρισκόταν στη συνοδεία του καρδιναλίου Πελαγίου.
Ο Νικόλαος δεν φαίνεται στις επίσημες συνεδρίες να διαδραματίζει κάποιο ενεργό ρόλο, εκτός από αυτόν του διερμηνέα, στις συζητήσεις των δύο εκκλησιών. Από μία επιστολή, όμως, του Γεωργίου Βαρδάνη προς τον Νικόλαο24 έχουμε τη μαρτυρία ότι ο Νικόλαος υπήρξε ικανότατος λόγιος, ο οποίος άφησε ανεξίτηλα το στίγμα του στο νου του μητροπολίτου Κερκύρας. Ο τελευταίος του αναφέρει ότι επιθυμεί πολύ την πνευματική του νουθεσία και το διαπρύσιο λόγο του, που γεύτηκε στη βυζαντινή πρωτεύουσα. Αυτό μας κάνει να εικάζουμε ότι στις αντιπαραθέσεις του 1214 στην Πόλη ο Νικόλαος διεδραμάτισε σημαντικό ρόλο (προφανώς σε ανεπίσημες συζητήσεις) στην εδραίωση του ορθοδόξου φρονήματος.
Πολλά έτη αργότερα, ο νέος πάπας Ρώμης Γρηγόριος Θ’ (1227 – 1241) κινήθηκε το 1231 εναντίον των ορθοδόξων της Ιταλίας θεωρώντας το βάπτισμά τους άκυρο και αντικανονικό. Η αντίδραση των τελευταίων είχε ως αποτέλεσμα ο Γρηγόριος Θ’ να φανεί διαλλακτικός και διατεθειμένος να συζητήσει μαζί τους το ζήτημα. Έτσι, ζήτησε από τους ορθοδόξους να στείλουν μια αντιπροσωπεία στην παπική αυλή στη Ρώμη, για να λυθεί συνοδικά η διαφορά. Ο αρχιεπίσκοπος Μπάρι απευθύνθηκε στους ορθοδόξους της ευρύτερης περιοχής του, της Κάτω Ιταλίας, για να συγκροτηθεί μια ορθόδοξη αποστολή και να μεταβεί στη Ρώμη. Ως εκπρόσωπος των ορθοδόξων επελέγη ο σεβαστός ηγούμενος της μονής των Κασούλων και γνωστός για το αντισυμβιβαστικό του πνεύμα, αββάς Νικόλαος εξ Υδρούντος. Στο τέλος της συνόδου ο πάπας Γρηγόριος αποφασίζει τελικά να ανεχθεί το ορθόδοξο βάπτισμα. Η απόφαση αυτή του πάπα θεωρήθηκε ως θρίαμβος από τους ορθοδόξους, εάν λάβουμε υπ’ όψιν το κακόδοξο και εχθρικά διακείμενο προς αυτούς περιβάλλον στο οποίο ζούσαν. Η αλλαγή της στάσεως του πάπα Γρηγορίου σχετίζεται με τη δυναμική παρουσία και διεκδικητικότητα του Νικολάου.
Στις 9 Φεβρουαρίου 1235, μετά από 16 χρόνια στην ηγουμενία, ο μεγάλος αββάς της μοναστικής πολιτείας των Κασούλων, Νικόλαος, κοιμήθηκε στο μοναστήρι του σκορπίζοντας τη λύπη στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική κοινότητα του Ότραντο.

Υποσημειώσεις.
1. Για την πλήρη και αναλυτική βιογραφία του Νικολάου εξ Υδρούντος βλ. ΚΟΛΛΙΑΣ, Λατίνοι και ορθόδοξοι στη Magna Craecia του 13ου αιώνα, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2017 και ΚΟΛΛΙΑΣ, «Νικόλαος εξ Υδρούντος», ΜΟΧΕ 12, 17.
2. «Μηνί φεβρουαρίω θ’, η κοίμησις του πατρός ημών Νεκταρίου, εν έτει ςψμγ’ ινδ. η», APOSTOLIDIS, Il Typikon, σελ. XLVII 120 και OMONT, Le Typicon, REG, 3 (1890), 386.
3. Casole σημαίνει καλύβα δηλ. Λαύρα.
4. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232, f. 131v
5. Βλ. το έργο του «Η του Λαξευτηρίου τέχνη».
6. Αναφορά στις γνώσεις του Νικολάου στα μαθηματικά κάνει επιστολή του φίλου του Γεωργίου Βαρδάνη, βλ. έκδ. HOECK – LOENERTZ, Nikolaos, σελ. 200- 203.
7. Εκείνη την εποχή ο Γραμματικός ήταν ο καθηγητής μέσης εκπαίδευσης.
8. Αναλυτικά για τη μονή των Κασούλων βλ. ΚΟΛΛΙΑΣ, Λατίνοι και Ορθόδοξοι, σελ. 92 και εξ.
9. Για τη μετάφραση αυτή θα αναφερθούμε διεξοδικά στο οικείο κεφάλαιο όπου παρουσιάζουμε τα έργα του Νικολάου.
10. HOECK – LOENERTZ, Nikolaos, σελ. 180 και Cod. Laur gr. 9, 16, f. 122v
11. Ο Gianfreda ονομάζει τη μονή «Πανεπιστήμιο της εποχής του»: “Casole era soprattutto quella che chimeremmmo oggi una Universita”, Gianfreda, Umanesimo occidentale, σελ. 127, πρβλ. του ιδίου Mosaico di Otranto σελ. 41.
12. KRUMBACHER, Byzantinische Lieratur, σελ. 768 – 769 HUNGER, Literatur, σελ. 172 και HUNGER,Βυζαντινή λογοτεχνία 597. Τα ποιήματα του Νικολάου έχουν εκδοθεί από τους HOECK – LOENERTZ, Nikolaos, σελ. 139- 143 και GIGANTE, Poeti, σελ. 73- 84.
13. Ποιήματα, HOECK – LOENERTZ, Nikolaos σελ. 139 και GIGANTE, Poeti, σελ. 73. Και στο τυπικό της μονής Κασούλων την ημέρα κατά την οποία τιμώταν η μνήμη του διαβάζουμε: «Τη αυτή ημέρα η κοίμησις του πατρός ημών Νεκταρίου ιερομονάχου»,APOSTOLIDIS Il. Typikon, σελ. 120.
14. Ψευδο – Κωνσταντίνεια δωρεά, Cod. Vat. Gr. 1276, f. 97v
15. Βλ. CAVALLO, Monoscritti Italo – Gresi e trasmissione della cultura classica,σελ. 227, 231. O Daquino μας ενημερώνει ότι ο Νικόλαος μαζί με τον Ιωάννη Γράσσο υπήρξαν οι αντιγραφείς του κώδικα Paris, gr. 3 που βρίσκεται στην εθνική βιβλιοθήκη του Παρισιού, βλ. DAQUINO. Otranto, σελ. 65.
16. Βλ. GIANFREDA, Mosaico di Otranto, σελ. 40, του ιδίου Otranto, σελ. 134- 136 SCHIRO, βυζαντινή λογοτεχνία, ΕΛΛ. 17, (1962) 183 και ΚΟΥΚΟΥΣΑΣ, Η επαρχία Υδρούντος, σελ. 257.
17. Βλ. LAKE, Greek Monasteries, JTS, 5, (1904) 35 FALKENHAUSEN, Friedrich II, σελ. 251, KOLZER, Nikola de Casole, Qfiab 65, (1985), 419.
18. Βλ. LAKE, Greek Monasteries, JTS 5, (1904), 35.
19. Βλ. NORDEN, Papstium, σελ. 182 και ΦΕΙΔΑΣ, Θεολογικός διάλογος, σελ. 13.
20. Βλ. CACALLO, La cultura Italo – Gresa, σελ. 592 ΜΟΝΕ, Lateinische und Griechische Messen σελ. 144 Πρβλ. VASILIEV βυζαντινή αυτοκρατορία Β’, σελ. 669.
21. Βλ. INNOCENTII III, Epistolae 104 και 105, PL 216, 901- 904. πρβλ. ANGOLD, Η τέταρτη σταυροφορία, σελ. 229 GERLAND Geschichte, σελ. 234 NORDEN, Papsttum, σελ. 215, HURTER, Geschichte, τ. Β’, σελ. 547, VAUCHEZ, Gesschichte, σελ. 748 ZIMMERMANN, Die papsitliche Legation, σελ. 44.
22. Βλ. NORDEN, Papsttum, σελ. 213, JANIN, Conquete de Constantinople, ΕΟ 32, (1933), 197 και GERLAND, Geschichte, σελ. 235.
23. Η πρώτη επιστολή του Γεωργίου Βαρδάνη προς τον Νικόλαο Υδρούντος έχει εκδοθεί στο Mansi 22, 238, βλ. και έκδ. HOECK – LOENERTZ, Nikolaos, σελ. 175 – 176.
24. Βλ. Mansi 22, 238.

Από το βιβλίο: Για το δόγμα και τη λατρεία…, του Σωτήρη Ν. Κόλλια.
Μία πρωτότυπη προσέγγιση στα αντιμαχόμενα σημεία μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων μέσα από ανέκδοτα χειρόγραφα

Εκδόσεις Γρηγόρη, Φεβρουάριος του 2019

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.