Όχι αυτό που θέλεις εσύ αλλά ό,τι θέλει ο Θεός …

Ο Βασίλειος (μετέπειτα άγιος Σεραφείμ της Βίριτσα) πολλές φορές πήγε στο εξωτερικό για εμπορικές υποθέσεις. Το τελευταίο του ταξίδι ή­ταν αρκετά μακρύ. Λένε ότι επισκέφτηκε τότε και το Άγιον Όρος. Πιθανώς τότε πήρε και την απόφαση να αφιερώσει ολοκληρωτικά τον εαυτό του στον Θεό και στην διακονία του πλησίον. Για να πάρει όμως την τελική απόφαση τον βοήθησε ένα περιστατικό που δεν έγινε, όμως, άνευ θείας προνοίας.

Όταν ο Βασίλειος γύρισε από το εξωτερικό που ήταν για κάποιες εμπορικές υποθέσεις, στο σιδηροδρομικό σταθμό της Πετρούπολης τον περίμενε η δική του άμαξα για να τον πάει στο σπίτι. Ενώ προχωρούσαν στους δρόμους της πόλης, σε έναν από αυτούς είδε ο Βασίλειος έναν φτωχό αγρότη με ρούχο σχισμένο να κάθεται κάτω στο πεζοδρόμιο και να φωνάζει συνεχώς.

– Όχι αυτό που θέλεις εσύ αλλά ό,τι θέλει ο Θεός..

Ο Βασίλειος αισθάνθηκε την ανάγκη να μιλήσει με τον αγρότη. Σταμάτησε την άμαξα και ζήτησε από τον αγρότη να ανέβει. Στην ερώτηση του, τι του συνέβη, ο αγρότης του διηγήθηκε την εξής ιστορία: Ότι άφησε στο χωριό τη γυναίκα του με τα επτά παιδάκια και τον πατέρα του, που όλοι τους ήταν άρρωστοι (είχανε τύφο). Οι γείτονές τους φοβούμενοι μην κολλήσουν, δεν έμπαιναν μέσα στο σπίτι για να τους βοηθήσουν.

Μία μέρα ο πατέρας του τού είπε:

– «από όλους μας μόνο εσύ δεν είσαι άρρωστος. Πάρε λοιπόν το άλογο που έχουμε και πήγαινε στην πόλη για να το πουλήσεις. Με τα λεφτά που θα πάρεις, αγόρασε μία αγελάδα και ίσως έτσι να ζήσουμε».
 
Έκανε λοιπόν έτσι ο φτωχός αγρότης αλλά τα λεφτά, του τά κλεψαν,, οπότε έτσι απελπισμένος έπεσε στο πεζοδρόμιο και ξέσπασε σε κλάματα. Αποφάσισε να πεθάνει εκεί που ήταν. Πώς θα μπορούσε να επιστρέψει στο σπίτι με άδεια χέρια; Ετσι πεσμένος στο πεζοδρόμιο περίμενε να έρθει ο θάνατος και φώναζε στον εαυτό του:Όχι αυτό που θέλεις εσύ αλλά ό,τι θέλει ο Θεός.

Ο Βασίλειος όταν άκουσε την ιστορία πήγε μαζί με τον αγρότη στην αγορά και πήρε δύο άλογα ένα κάρο και μία αγελάδα, το κάρο το γέμισε μέχρι πάνω με διάφορα τρόφιμα και από πίσω έδεσε την αγελάδα και τα παρέδωσε στον αγρότη. Ο αγρότης αντιστάθηκε αλλά ο Βασίλειος του είπε:

– Όχι αυτό που θέλεις εσύ αλλά ό,τι θέλει ο Θεός.

Όταν ο Βασίλειος έφτασε στο σπίτι του, κάλεσε τον κουρέα, εκείνος ήρθε και του είπε να καθίσει για να τον κουρέψει. Αλλά ο Βασίλειος αναστατωμένος περπατούσε στο δωμάτιο μονολογώντας και λέγοντας συνέχεια: Όχι αυτό που θέλεις εσύ αλλά ό,τι θέλει ο Θεός.. Ο κουρέας τον παρακάλεσε ξανά να καθίσει αλλά ο Βασίλειος δεν τον άκουγε και έλεγε ξανά και ξανά..Όχι αυτό που θέλεις εσύ αλλά ό,τι θέλει ο Θεός..

Ξαφνικά ο κουρέας έπεσε μπροστά του στα γόνατά και του είπε: «πώς το έμαθες αφεντικό;» Στη συνέχεια του εξομολογήθηκε ότι είχε στο νου του όταν θα καθόταν στην καρέκλα,  να τον σκοτώσει και να ληστέψει το σπίτι του. Ο Βασίλειος τον συγχώρεσε και τον άφησε να φύγει, του είπε όμως ότι δεν θέλει να τον ξαναδεί…

Μετά απ’ αυτό το περιστατικό μοίρασε το μεγαλύ­τερο μέρος της περιουσίας του. Έκανε πλούσιες δω­ρεές στην Λαύρα του Αγίου Αλεξάνδρου Νιέβσκι, στο γυναικείο μοναστήρι της Αναστάσεως του Κυ­ρίου στην Αγία Πετρούπολη και στο γυναικείο μονα­στήρι της Παναγίας των Ιβήρων. Επίσης έδωσε γεν­ναία ποσά στους συνεργάτες του στο εμπόριο. Γι’ αυ­τή την περίοδο της ζωής του υπάρχει μία διήγηση του ίδιου του πατρός Σεραφείμ.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.