Η κατά Λατίνων διδασκαλία του Νικολάου εξ Υδρούντος: Η ασυνέπεια της λατινικής τακτικής σχετικά με το ζήτημα των αζύμων – Σωτήρη Ν. Κόλλια.

Ο Νικόλαος εκ Υδρούντος ενώπιον του κινδύνου παραποιήσεως της ιεράς παραδόσεως αναφορικά με το ζήτημα των αζύμων, δίνει έμφαση στην αναγκαιότητα διατηρήσεως της Ορθοδόξου πίστεως και του λατρευτικού τρόπου, όπως αυτός διδάχθηκε από τον Ιησού Χριστό: «Τη μια δε και ορθοδόξω πίστει, την αλλήλων ομολογίαν έμπεδον είναι γινώσκοντες και ως εποικοδομηθέντες τω θεμελίω του σοφού αρχιτέκτονος˙ εφ’ ω περ ουδείς σθένει, άλλον θείναι θεμέλιον παρά μόνον τον κείμενον, ος εστίν Ιησούς ο Χριστός. Τοιγαρούν, προσερχόμεθα υγιαίνουσι λόγοις τοις του Κυρίου Ιησού και τη κατ’ευσέβειαν διδασκαλία των αυτού μαθητών, και μη ετεροδιδασκαλίας περιφερόμεθα».1
Ο Νικόλαος δεν κινείται μονοδιάστατα παρουσιάζοντας απλά βάσιμα επιχειρήματα προς θεμελίωση της ορθής ανατολικής συνήθειας, αλλά επιλέγει να αντιστρέψει τις λατινικές δοξασίες. Καταρρίπτει τη διδασκαλία των Λατίνων που ισχυρίζονται, ότι αυτοί μόνο διατηρούν απαρασάλευτα όλα όσα κήρυξε ο Ιησούς Χριστός. Επίσης αποδεικνύει πως η στάση των δυτικών προς την εκκλησιαστική παράδοση δεν είναι ενιαία, αλλά επιλεκτική. Στο ξεδίπλωμα της σκέψεως του συγγραφέα μας διαπιστώνουμε αλλαγή του τρόπου υπερασπίσεως του ενζύμου άρτου, δια υποθετικών συλλογισμών.
Εάν υποθέσουμε, λέγει, πως οι Λατίνοι τηρούν κατά γράμμα όλα όσα έκανε ο Χριστός στο Μυστικό Δείπνο και πως χρησιμοποίησε άζυμο άρτο, γιατί τότε η εκκλησία τους ρίχνει στο ιερό ποτήριο εκτός από οίνο και ύδωρ; Εφ’ όσον ο Κύριος δεν χρησιμοποίησε ύδωρ και πουθενά δεν αναφέρεται στις Γραφές, γιατί τότε οι Λατίνοι ως τηρητές του γράμματος παρανομούν;2 Η απάντηση από τους αντιμαχόμενους είναι η προφανής: «εκ της του Σωτήρος πλευράς αίμα και ύδωρ εξήλθεν, ουχί δ’ αίμα μόνον»3 και ως στήριγμα έχουν το ευαγγέλιο του Ιωάννου όπου αναφέρει: «εις των στρατιωτών λόγχη αυτού την πλευρά ένυξε, και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ» (Ιω. 19, 34). Και συνοψίζουν λέγοντας: «Τούτου χάριν και επιχέομεν ύδωρ προς υπόδειγμα του συναπορρυέντος ύδατος τω αίματι της του Κυρίου πλευράς».4
Ο Νικόλαος ως φορέας της ορθοδόξου πνευματικότητας θεωρεί ρητά ανώτερη την ιερά παράδοση της ανατολικής εκκλησίας λέγοντας επιτιμητικά στους Λατίνους πως, εάν δεν θέλουν να αναχθούν στο ιδανικότερο, τότε να παραμείνουν στη χρήση αζύμου άρτου αλλά τουλάχιστον να επιδεικνύουν την πρέπουσα σταθερότητα στις απόψεις τους και να μην χρησιμοποιούν και ύδωρ.5
Σημειωτέον ότι η χρήση ύδατος εντάσσεται στη γενικότερη λογική και τακτική της εκκλησίας μας, η οποία λαμβάνει όλα τα σημεία υπ’ όψιν της και τα εντάσσει στην παράδοσή της, ούτως ώστε να λειτουργεί και με σύμβολα, τα οποία στηρίζονται σε πραγματικά και ιστορικά γεγονότα. Έτσι, παρ’ όλο που ο Χριστός δεν έριξε ύδωρ στο ποτήριο, το ιερό μυστήριο της θείας ευχαριστίας τελείται με άρτο, οίνο και ύδωρ. Ο άρτος συμβολίζει το άγιο σώμα του Χριστού, ο οίνος το πανάχραντο αίμα Του και τέλος το ύδωρ θεωρείται συμβολισμός του ιστορικού γεγονότος, όπου ο στρατιώτης λόγχισε την πλευρά του Κυρίου επάνω στο Σταυρό και αμέσως χύθηκε αίμα και ύδωρ.6 Μάλιστα για την τέλεση του Μυστηρίου ζεσταίνεται το νερό, για να συμβολίσει τη θέρμη που εκπέμπει το ζωντανό σώμα του Χριστού, το οποίο αναγεννά και μεταβάλλει τον πιστό σε ζώσα οντότητα.7
Ώστε ο άρτος είναι τύπος του εμψύχου και ζωοποιού σώματος του Ιησού, τονίζει ο Νικόλαος, και το ποτήριο είναι τύπος της ζωοπαρόχου πηγής της πλευράς του Λυτρωτού.8 Θεωρεί, συνεπώς, τον ένζυμο άρτο ζωντανό, όπως ζωντανό είναι το σώμα του Κυρίου κατά την τέλεση του μυστηρίου. Ενώ τον άζυμο άρτο τον λογίζει ως άρτο θλίψεως, καθώς είναι νεκρός και δεν ταιριάζει με το αναστημένο και ζωντανό σώμα του Ιησού Χριστού.9 Και επειδή ακριβώς η ορθόδοξη εκκλησία έχει ακλόνητη την πίστη της στην πραγματικότητα του σώματος και του αίματος του Χριστού μέσα στο ποτήριο, χρησιμοποιεί και ύδωρ προς ενθύμηση του ιστορικού γεγονότος του κεντήματος της πλευράς.
Η ορθόδοξη εκκλησία δογματίζει, λοιπόν, για την τελειότητα του ενζύμου άρτου.10 Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο, για να συμπληρώσει την ένδεια του αζύμου άρτου δηλ. του «παλαιού νόμου».11 Ο Νικόλαος κάνει λόγο για τους αποστόλους και τους αγίους Πατέρες, οι οποίοι ως συνεχιστές του έργου του Χριστού ερμήνευσαν ορθά τις βουλές Του και παρέδωσαν οριστικά στην εκκλησία τα δόγματα της πίστεως. Οπότε καλεί τους Λατίνους, εάν δεν πείθονται για την εγκυρότητα της χρήσεως ενζύμου άρτου, να θυμηθούν τις διδασκαλίες των αποστόλων και των πατέρων, οι οποίοι ουδέποτε κάνουν λόγο για άζυμο άρτο. Ταυτόχρονα τους εξηγεί, ότι, επειδή κάποια πράγματα που παρέδωσε ο Χριστός ήσαν ακατανόητα για τον κόσμο, αποστολή των μαθητών Του και των ιερών πατέρων υπήρξε η αποσαφήνιση αυτών και η ερμηνεία τους. Συνεπώς, εφ’ όσον υπήρξε παρανόηση στο θέμα του άρτου, κλήθηκαν οι πατέρες και το ξεκαθάρισαν με τη διδασκαλία τους. Μάλιστα για να κάνει το λόγο του σαφέστερο αναφέρεται και στο μυστήριο του βαπτίσματος, για το οποίο ο Κύριος είχε πει μόνο να βαπτίζονται οι πιστοί εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και τίποτε άλλο δεν προσέθεσε. Το πώς, όμως, θα τελείτο το μυστήριο, αυτό το προσδιόρισαν οι Απόστολοι και οι άγιοι πατέρες. Ώστε θεμελίωσαν το τελετουργικό του μυστηρίου του βαπτίσματος χρησιμοποιώντας το λάδι για την άλειψη του σώματος και το μύρο για τη σφραγίδα του αγίου Πνεύματος.12
Το ίδιο συμβαίνει και με το ζήτημα του άρτου. Μάλιστα φθάνει στο σημείο να αναφέρει, ότι ακόμα και άζυμα να έφαγε ο Ιησούς εκείνο το βράδυ, αφού οι απόστολοι και οι πατέρες της εκκλησίας έχουν αποφανθεί κατά των αζύμων, τότε πρέπει να υπακούμε στο κέλευσμά τους,13 καθώς αυτούς επέλεξε ο Χριστός για διαδόχους Του στο λυτρωτικό έργο Του επί της γης.
Ο Νικόλαος καλεί τους Λατίνους να αποκολληθούν από το γράμμα της Παλαιάς Διαθήκης και να διακρίνουν το νέο μήνυμα σωτηρίας που δίδει ο Ιησούς Χριστός. Για να τεκμηριώσει τις απόψεις του, ο Υδρουντινός συγγραφέας παραθέτει την αδιάψευστη μαρτυρία του αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου ο οποίος διδάσκει σχετικώς: «Επειδή δε επέφανεν ο της δικαιοσύνης ήλιος, η σκιά επαύετο λοιπόν. Ηλίου γαρ ανισχόντος κρύπτεται η σκιά. Δια τούτο γαρ εν ταύτη τη τραπέζη εκάτερον γίνεται το Πάσχα, και του τύπου και της αληθείας. Και καθάπερ οι ζωγράφοι εν αυτώ τω πίνακι και τας γραμμάς περιγράφουσι και την αλήθειαν των χρωμάτων περιτιθέασιν, ούτω και ο Χριστός εποίησεν επ’ αυτής της τραπέζης και το τυπικόν Πάσχα επετέλεσε, και το αληθινόν προσέθηκεν».14 Με αυτόν τον τρόπο θέλησε να καταστήσει κατανοητό στους πιστούς της λατινικής εκκλησίας, ότι από τη στιγμή που εμφανίστηκε στον κόσμο ο Λυτρωτής Χριστός «ως ήλιος της δικαιοσύνης», η σκιά του παλαιού νόμου πλέον σταμάτησε να ισχύει. Γιατί, όπως αναφέρει «ηλίου γαρ ανισχόντος κρύπτεται η σκιά».15 Γι’ αυτό πιστεύει, ότι ο Χριστός παρέδωσε το Πάσχα και για τον τύπο και για την αλήθεια, δηλαδή ο Κύριος στο ίδιο το τραπέζι και το τυπικό Πάσχα τέλεσε και το αληθινό εγκαινίασε. Και το αληθινό Πάσχα είναι η σάρκα Του, ο ζωντανός άρτος και όχι ο νεκρός, όπως τα άζυμα του νόμου και της σκιάς.16
Για τον ορθόδοξο μοναχό μας φαίνεται ότι είναι παράλογη η αντιπαράθεση περί αζύμων, καθώς θεωρεί ότι μόνο διεφθαρμένος μπορεί να είναι κάποιος που προτιμά τη διαστρέβλωση από την ορθή διδασκαλία˙ οπότε, επικρίνει τους ετεροδιδασκάλους λέγοντας: «οι διαπαρατριβάς ποιούντες και διεφθαρμένοι πεφυκότες τον νουν, και λόγω ετεροδιδασκαλίας αιρόμενοι».17 Ενώ παράλληλα πιστοποιεί, ότι, όσοι κατέχουν τον ορθό λόγο, δεν θα δεχθούν ποτέ να αντιταχθούν στα ιερά μυστήρια: «οι γαρ λόγω και ευλαβεία κεκοσμημένοι ου τολμηρώς τον λόγον ή την γλώτταν κατά των τοιούτων μυστηρίων οπλίσαι αν ποτ’ ηνέσχοντο».18
Σε αυτό ακριβώς το σημείο ο Νικόλαος κάνει αναφορά στον καρδινάλιο Βενέδικτο, στην αποστολή του οποίου υπήρξε διερμηνέας και παραθέτει την άποψη του εν λόγω καρδιναλίου. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Βενέδικτο ο οίνος που χύνεται στο ιερό ποτήριο είτε είναι λευκός είτε είναι σκούρος ή ερυθρός, χωρίς αμφιβολία μεταβάλλεται σε τέλειο αίμα Κυρίου. Κατά τον ίδιο τρόπο, ισχυρίζεται, και ο άρτος είτε είναι ένζυμος είτε άζυμος μετατρέπεται αγιαζόμενος σε τέλειο σώμα Χριστού.19 Και ολοκληρώνοντας τη σκέψη του ο Βενέδικτος λέγει ότι αυτή η διαφορετική εκκλησιαστική συνήθεια που υπάρχει και είναι πλέον ριζωμένη ουδόλως βλάπτει και δεν υφίσταται αιτία διασπάσεως ή διαιρέσεως της πίστεως.20 Διαβλέπουμε σε αυτό το σημείο μία διαλλακτική στάση εκ μέρους των Λατίνων, εφ’ όσον δέχονται ως ορθή και τη χρήση ενζύμου άρτου. Συνεπώς, οι Λατίνοι, πιστεύουν ότι είναι περιττή η εμμονή στους τύπους και δέχονται την ελευθερία της κάθε εκκλησίας να τελεί το μυστήριο με όποιον τρόπο επιθυμεί, χωρίς αυτό να χάνει την αξία του. Την ίδια στάση κράτησε απέναντι στο θέμα και αργότερα η σύνοδος Φερράρας – Φλωρεντίας (1438 – 39), όπως αναφέραμε παραπάνω.21 Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η λατινική εκκλησία σε πολλά αντιμαχόμενα σημεία δεν κράτησε δογματική και απόλυτη θέση απέναντί τους. Αντιθέτως και μέσα στους κόλπους της υπήρξε σχετική ελευθερία για τον τρόπο αντιμετωπίσεως των θεμάτων και αυτό είχε σχέση κυρίως με τα τοπικά έθιμα, τις συνήθειες, τις επιρροές, ή τις ιδιοτέλειες. Αν η ελευθερία, όμως, είναι απαραίτητο συστατικό της πίστεώς μας, η συνέπεια προς την παράδοση είναι επίσης αναγκαία προϋπόθεση της γνήσιας βίωσης της πίστεως. Εφ’ όσον, λοιπόν, η ευαγγελική μαρτυρία αλλά και η βαθιά συμβολική ερμηνεία των πεπραγμένων στο Μυστικό Δείπνο συνηγορούν υπέρ της χρήσεως ενζύμου άρτου, η διαστρέβλωση της κανονικής τάξεως του Μυστηρίου μόνο σε υστεροβουλία μπορεί να αποδοθεί. Ο λόγος περί άρτου επομένως του Υδρουντινού μοναχού αποτελεί υπενθύμιση προς τους Λατίνους της λανθασμένης τους πορείας και κατάθεση ψυχής ενός ιερέα και συγγραφέα που πορεύεται στα χνάρια των μεγάλων Πατέρων της του Χριστού εκκλησίας.
Ο διδάσκαλος και θεολόγος μας με κατευναστικό τόνο και με διαλλακτικό τρόπο καλεί τους Λατίνους σε συμβίωση, κάτω από τα δόγματα της εκκλησίας, τα οποία παρέλαβαν και τηρούσαν όλοι παλαιόθεν αναντίρρητα. Μόνο τότε, ισχυρίζεται, θα διωχθεί το ψεύδος μακριά και θα επανέλθει η ειρήνη στους κόλπους της εκκλησίας.22 Τέλος ο Νικόλαος εκθειάζει τη σταθερότητα της εκκλησίας των Ελλήνων η οποία παρέμεινε ακλόνητη στις βουλές του Κυρίου: «Τούτο πάντως το της καινής διαθήκης, όπερ παραλαβούσα η των Γραικών εκκλησία απαρασαλεύτως Θεού βουλομένου κρατήσειε, μηδέν τι του νόμου και της σκιάς αντεχομένη, την αλήθειαν έχουσα».23
Υποσημειώσεις.
1. Τρία συντάγματα Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 92r -92v και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 25.
2. Ερωτά ο Νικόλαος: «Εν δε τω ποτηρίω τι ην, οίνος χωρίς ύδατος, ή οίνος και ύδωρ κεχωρισμένως φαινόμενα, και τέως ουκ εθεώρουν οι μαθηταί ή μόνον οίνον, καν άκρατος ην, ή και ου. Ει δε τούτο, πόθεν ύδωρ επιχέειν τω ποτηρίω, ω Λατίνε, παρέλαβες, του Χριστού μόνον εν εκείνω οίνον, οίον ενδείξαντος και ειπόντος, τούτο εστί το αίμά μου, το της καινής διαθήκης, και τα λοιπά;», τρία συντάγματα Cod. Vat. Pal. Gr. 232, f. 98v και ARSENTIJ, Nikolaja Gidruntskago, σελ. 32.Και παρακάτω λέγει: «Και ει μεν αντί του αζύμου εκείνου καν ως φατέ, ότι άζυμος ην, δηλονότι, καλώς ποιείς άζυμα τη μυστική προσφέρων θυσία, οία περ το ένταλμα φυλάττον Χριστού˙ ει και εν τω ποτηρίω προσκρούεις, ύδωρ εν αυτώ επίχεον, τούτο μη εντειλαμένου αυτού, ποτήριον εν ω οίνος ην μόνον ενδείξαντος» τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 99r – 98v και ARSENTIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 33.
3. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 98v και ARSENTIJ, Nikolaja Gidruntskago, σελ. 32.
4. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 98v – 99r και ARSENTIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 32.
5. «Συ δ’ει μη προς το τελειότερον αναχθήναι ανέχη, έχε μόνον την άζυμον, ον ως φης διαδοθήναι τοις αποστόλοις παρά Χριστού, και ύδωρ το ρεύσαν εκ της αχράντου εκείνης πλευράς, μη επιχέεις τω ποτηρίω», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 100r και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskagko σελ. 33.
6. Λέγει ο Νικόλαος: «Διότι φησίν εκ της του Σωτήρος πλευράς αίμα και ύδωρ εξήλθεν, ουχί δ’ αίμα μόνον, οία και ο εωρακώς μεμαρτύρηκεν, ειπών˙ εις των στρατιωτών λόγχη την πλευράν του Κυρίου ένυξε, και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ. Τούτου χάριν και επιχέομεν ύδωρ προς υπόδειγμα του συναπορρυέντος ύδατος τω αίματι της του Κυρίου πλευράς. Αίμα και ύδωρ εξήλθε μόνον, ώσπερ και είρηται», τρία συντάγματα,Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 98v -99r και ARSENIJ Nikolaia Gidruntskago σελ. 32.
7. Βλ. σχετικά SCHULZ βυζαντινή λειτουργία, σελ. 82 – 86.
8. «Ώστε τύπος εκείνα, ο μεν άρτος του εμψύχου και ζωοποιού σώματος του Χριστού, το δε ποτήριον του ζωοπαρόχου κρατήρος της εκείνου πλευράς». Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 100r και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 33.
9. «Ως γαρ ο Χριστός φασίν άρτος θλίψεως, ήγουν άζυμον έφαγε», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 100r – 100v και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 33.
10. «Τα άζυμα ουκ άρτος, ως αν τις είπον, τέλειος και ολόκληρος ουδ’ αυτοτελή, άλλ’ ελλιπή και ημιτελή τινά, δεόμενα του πληρώματος της ζύμης» Ιωάννης Δαμασκηνός, περί των αζύμων, σελ. 95, 389 Β.
11. Διαβάζουμε σχετικά στον άγιο Δαμασκηνό: «Το πλήρωμα τοίνυν της αζύμου ζύμης των Ιουδαίων Χριστός εστίν, ος ελθών, το ελλιπές, και ατελές επλήρωσε του νόμου, και τούτο τελειώσας κατέπαυσεν», Ιωάννης Δαμασκηνός, περί των αζύμων PG. 95, 389 C.
12. Λέγει ο συγγραφέας μας: «Πρόσεχε τοίνυν, ότι ου τελείως περί τούτου λογίζη του αζύμου εχόμενοι. Επεί πλείστα και έτερα, ο μεν Κύριος ενετείλατο, οι δε γε θείοι απόστολοι και οι λοιποί πατέρες, υπό του αγίου εκλαμπόμενοι Πνεύματος, επεξειργάσαντο εις οικοδομήν χάριτος, ως έστιν ιδείν περί του αγίου βαπτίσματος. Του γαρ Κυρίου απλώς ειρηκότος βαπτίζεσθαι εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και μηδέν τι πλέον προστιθεμένου, ύστερον παρά των θείων αποστόλων και των αγίων πατέρων παρεδόθη και ελαίω αλείφεσθαι, και μύρω χρίεσθαι, και εξορκίζεσθαι, και εμφυσάσθαι παρά των ιερέων, εις μετάληψιν πάντως, συμβολικώς της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 100r – 100v και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 34-35.
13. «Ούτως άρα γέγονε και επί των αχράντων και θείων μυστηρίων˙ προς γαρ τα κρείττω και τελεώτερα εχειραγώγησαν ημάς οι θείοι απόστολοι. Ότι ει και άζυμα έφαγεν ο Χριστός τω ενιαυτώ εκείνω, άλλ’ ου δει νυν άζυμα προσφέρειν Θεώ», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 101r και ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago σελ. 35.
14. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 101v και ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago σελ. 35. Πρβλ. Ιωάννης Χρυσόστομος, εις την προδοσίαν του Ιούδα, σελ. 49, 379. Ο Ιερός Χρυσόστομος, επίσης λίγο πιο κάτω στον ίδιο λόγο του αναφέρει: «Ην το ιουδαϊκόν Πάσχα τότε˙ αλλά του ηλίου ελθόντος, μηκέτι λύχνος φαινέτω, της αληθείας παραγενομένης, αργείτω λοιπόν η σκιά» σελ. 49, 379.
15. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 101v και ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago σελ. 35.
16. Σχετικά διαβάζουμε στον ιερό Δαμασκηνό: «Ιστέον, ότι οι τα άζυμα προσκομίζοντες, νεκράν σάρκα, και ουχί ζώσαν προσφέρουσιν. Η γαρ ζύμη αντί ψυχής τω φυράματι γίνεται, και το άλας αντί του νοός˙ ο γαρ Κύριος σώμα έμψυχόν τε και έννουν εκ της Αειπαρθένου προσλαβόμενος, δια τελείου άρτου εικότως παρέδωκε το της Καινής Διαθήκης μυστήριον» Ιωάννης Δαμασκηνός περί των αζύμων, σελ. 95, 388 Α.
17. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 102v και ARSENIJ, Nikolaja, Gidruntskago σελ. 36.
18. Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 102v και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 36.
19. Λέγει ο καρδινάλιος: «Εν γαρ τούτο κακείνο λογίζομαι. Ώσπερ γαρ οίνον οίδα, καν λευκός, είτε μέλας, ή και ερυθρός πέφυκεν, αδιαφόρως αίμα ποιείν τέλειον εν τω αγίω ποτηρίω Χριστού εγχεόμενος, ούτω και ο προσφερόμενος άρτος καν τ’ ένζυμος, καν τε άζυμος, εις σώμα μετατρέπεται αγιαζόμενος του Χριστού», τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 f. 103r και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago, σελ. 37.
20. Αναφέρει ο Βενέδικτος: «την εν μια πίστει ερριζωμένην ου βλάπτει η διάφορος εκκλησιαστική συνήθεια, και ουκ έστιν διαίρεσις ουδέ μία της πίστεως των εκκλησιών του Χριστού», τρία συντάγματα Cod. Var. Pal. Gr. 232 f. 105r και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 39.
21. Βλ. Mansi 31, 1029 Πρβλ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ – MEENDORF, Η χριστιανική Ανατολή, σελ. 605.
22. «Αλλά συμβώμεν τοις δόγμασιν, και τα συνήθη τέως της εκκλησίας, άτιν’ ανέκαθεν ευσεβώς και θεαρέστως είτ’ εγγράφως ή και αγράφως παρέλαβεν εις μέσον προθέμενοι, ως ήδη εν τω περί της του αγίου Πνεύματος διαλέξεως καταλόγω εγράψαμεν. Φέρε ταύτ’ ειρηνικώς ως του ειρηνικού πεφυκότες Χριστού μαθηταί, ακριβώς εξετάσωμεν, και της αληθείας δοκιμασθείσης, το ψεύδος μακράν ελαθήσεται: η του Χριστού δ’ εκκλησία τηρείτω ασφαλώς α παρέλαβεν», τρία συντάγματα, Cod. Var. pal. Gr. 232 f. 92v και ARSENIJ, Nikolaja Gidruntskago σελ. 25.
23. Τρία συντάγματα, Cod. Vat. Pal. Gr. 232 ff. 97r – 97v και ARSENTIJ, Nikolaja, Gidruntskago σελ. 30. Από το βιβλίο: Για το δόγμα και τη λατρεία…, του Σωτήρη Ν. Κόλλια.
24. Μία πρωτότυπη προσέγγιση στα αντιμαχόμενα σημεία μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων μέσα από ανέκδοτα χειρόγραφα
25.
26. Εκδόσεις Γρηγόρη, Φεβρουάριος του 2019
27.
28. Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
29.
30. Η κατά Λατίνων διδασκαλία του Νικολάου εξ Υδρούντος: Η – Σωτήρη Ν. Κόλλια.

Από το βιβλίο: Για το δόγμα και τη λατρεία…, του Σωτήρη Ν. Κόλλια.
Μία πρωτότυπη προσέγγιση στα αντιμαχόμενα σημεία μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων μέσα από ανέκδοτα χειρόγραφα

Εκδόσεις Γρηγόρη, Φεβρουάριος του 2019

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Θεία Λειτουργία (πρωτότυπο ή Νεοελληνικό κείμενο), Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.