Διαφθορά και μαρτύριο!

Όταν, κατά παραχώρηση Θεού, παραδόθηκε η αγία πόλη της Ιερουσαλήμ στους Πέρσες, εξαιτίας των αμαρτιών μας, έγινε κάτι που αξίζει να σημειωθεί:

Δηλαδή, όταν κυρίεψαν την πόλη οι εχθροί και φόνευσαν χιλιάδες ή μυριάδες χριστιανών, στο τέλος μπήκαν και στον πανάγιο ναό της του Χριστού Αναστάσεως και στις άλλες εκκλησίες των σωτηριωδών παθών του Κυρίου, γιατί εντός τους κατέφυγε πλήθος χριστιανών, από τους οποίους κατέσφαξαν όσους έβρισκαν. Διάλεγαν όμως όμορφους νέους και παρθένες κόρες και τους έπαιρναν για αιχμαλώτους. Έπειτα, όταν έπαψε η ταραχή και η αιχμαλωσία, οι Πέρσες διέφθειραν τις παρθένες κόρες και τις γυναίκες που αιχμαλώτιζαν.

Τότε μία κόρη, βλέποντας την διαφθορά που υφίσταντο οι δούλες του Θεού, πόνεσε η ψυχή της και δεν καταδέχτηκε ούτε να φάει ούτε να πιεί, μόνο δαπανούσε τον εαυτό της κλαίγοντας και θρηνώντας πικρά. Ο Πέρσης, όμως, που την είχε την παρακινούσε σε άνομη μίξη και παρακινούσε μαζί και τις άλλες ήδη διεφθαρμένες κόρες να την συμβουλέψουν να υπακούσει στον αφέντη της, διότι αυτός ήταν και ο επίσημος σατράπης. Εκείνη αηδίαζε και δεν ήθελε ούτε καν να ακούει κάτι τέτοιο. Αλλά στενάζοντας από τα βάθη της ψυχής της, ξεντρόπιαζε τις άλλες κόρες, θυμίζοντας σε αυτές τον Νυμφίο Χριστό. Τα έμαθε αυτά ο κύριός της και θύμωσε πολύ και ένα απόγευμα που καθόταν στο τραπέζι με άλλους Πέρσες και συνέτρωγε μαζί με άλλες διεφθαρμένες κόρες αρνησίχριστες αιχμαλώτους, πρόσταξε να έλθει και εκείνη στο δείπνο.

Εκείνη όμως δεν δέχτηκε και έτσι την σήκωσαν με τη βία οι υπηρέτες στους ώμους, την έφεραν στην τράπεζα και την κάθισαν, χωρίς να θέλει να φάει. Όταν σηκώθηκαν από το τραπέζι, με μανία ο ασεβής την παρακινούσε σε μίξη σαρκική. Επειδή, όμως, εκείνη δεν ήθελε, αυτός θύμωσε και την έδειρε μέχρι που έχασε τις αισθήσεις της. Έπειτα την πήρε και την ανέβασε στην άκρη του τείχους στον πύργο, την τοποθέτησε εκεί και την ρωτούσε αν άλλαξε γνώμη. Επειδή εκείνη επέμενε στη θέλησή της, αυτός γύμνωσε το ξίφος του και την χτυπούσε και σε κάθε χτύπημα την ρωτούσε εάν συμφωνούσε να σμίξουν. Όμως η αγία παρθένος και μάρτυς, επιμένοντας στην πρώτη επιθυμία της, βάφτηκε όλη στα αίματα. Καταλαβαίνοντας, λοιπόν, ο ασεβής ότι δεν επρόκειτο να αλλάξει γνώμη, πρόσταξε τους δούλους και την έριξαν από τον πύργο κάτω. Έτσι, με γενναιότητα παρέδωσε το πνεύμα της στον Θεό!

Από το βιβλίο: Λειμωνάριον το παλαιόν – ιωάννου Μόσχου. Ητοι, Τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου. Διηγήματα των Οσίων πατέρων. βιβλίον ψυχωφελέστατον Ιωάννου Ευκρατά και Σωφρονίου του σοφιστού.
Εκδότης, Η Αγία Αννα, Φεβρουάριος 2005

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.