“Μητρική αγάπη” – Αγίου Παισίου του Αγιορείτου.

– Γέροντα, οι άνθρωποι πού έχουν αγάπη μαζί με μιά διακριτικότητα έχουν ψυχική αγνότητα;

– Είναι πολλές περιπτώσεις. Μπορεί πολλές φορές νά είναι καί μιά ευγένεια κοσμική. Νά, μερικοί άνθρωποι έχουν μιά καλωσύνη, έχουν καί μιά ευγένεια, αλλά αυτό δέν σημαίνει ότι έχουν καί πνευματική αρχοντιά, θυσία. Τό νά υπάρχουν καλά στοιχεία είναι άλλο θέμα. Αυτός πού έχει κοσμική ευγένεια καί υποκρίνεται μπορεί νά κάνη πολύ κακό, γιατί ξεγελιέται ο άλλος, ανοίγει τήν καρδιά του καί χαραμίζει τελικά τήν ευλάβεια του στον κοσμικό άνθρωπο, πού δέν ξέρει τί θά πή ευλάβεια. Είναι σάν νά δίνη χρυσές λίρες σέ ανθρώπους πού ξέρουν μόνον τις μπρούντζινες δραχμές. Ακόμη πρέπει νά μή χάνη κανείς τήν ώρα του άσκοπα νουθετώντας πνευματικά ανθρώπους, οι όποιοι αναπαύονται στις κοσμικές συζητήσεις καί στο νά εκφέρουν εγωιστικά γνώμες.

– Γέροντα, όταν κάποιος εχη ένα πρόβλημα καί έρχεται καί τό λέη καί τό ξαναλέη, τήν στιγμή μάλιστα πού τό πρόβλημα έχει κάπως τακτοποιηθή, τί πρέπει νά κάνης;

– Τήν πρώτη φορά δικαιολογείται νά πή-νά πή, νά καθήση ώρες. Τότε πρέπει νά τον ακούσης. Αν δέν τον άκούσης, θά νομίζη ότι τον βαριέσαι η ότι δέν τόν καταλαβαίνεις. Μετά όμως, αν συνεχίζη νά λέη τά ϊδια και τά ϊδια, θά του πης: «Όχι οτι δέν μπορώ νά σέ ακούσω, αλλά αυτό δέν σέ βοηθάει εσένα. Έσύ και το καλοκαίρι το κάνεις χειμώνα. Τώρα είσαι καλύτερα• είναι άνοιξη. Σέ λίγο θά είναι καλοκαίρι. Έσύ το καλοκαίρι σκέφτεσαι τά κρύα του χειμώνα και πουντιάζεις». Μερικές φορές όμως παρατηρείται το έξης, ακόμη και στις σχέσεις τών πνευματικών ανθρώπων. Πάει νά πη ένας τόν πόνο του σέ κάποιον, καί αυτός δέν θέλει νά τόν άκούση, γιά νά μη στερηθη την χαρά του. Μπορεί νά προσποιηθη ότι είναι βιαστικός η νά άλλάξη κουβέντα, γιά νά έχη την ησυχία του. Αυτό είναι τελείως σατανικό. Σάν νά πεθαίνη ο άλλος δίπλα μου καί έγώ νά πηγαίνω πιο πέρα καί νά τραγουδώ. Πού είναι το «κλαίειν μετά κλαιόντων»;

Καί μάλιστα, όταν πρόκειται γιά θέματα σοβαρά εκκλησιαστικά καί ως Χριστιανός δέν συμμερίζεται την ανησυχία του άλλου, τότε αυτός ο άνθρωπος δέν συμμετέχει στο σώμα της Εκκλησίας.

– Όταν δέν δικαιολογώ τους άλλους γιά μιά πράξη τους, αυτό σημαίνει ότι έχω σκληρή καρδιά;

– Δέν δικαιολογείς τους άλλους καί δικαιολογείς τόν εαυτό σου; Τότε μεθαύριο κι εσένα ο Χριστός δέν θά σέ δικαιολογήση. Μπορεί σέ μιά στιγμή η καρδιά του ανθρώπου νά γίνη σκληρή σάν τήν πέτρα, αν δέν προσέξη, καί σέ μιά στιγμή νά γίνη τρυφερή. Νά απόκτησης μητρική καρδιά. Είδες, η μάνα όλα τά συγχωρεί καί καμμιά φορά κάνει πώς δέν βλέπει μερικές αταξίες. Νά κάνης υπομονή καί νά δικαιολογής, νά ανέχεσαι τους άλλους, γιά νά σέ ανέχεται καί σένα ο Χριστός.

– Γέροντα, η καρδιά πώς πλαταίνει;

– Όταν δικαιολογής πάντοτε τις αταξίες, τις ατέλειες, τις ελλείψεις τών άλλων καί σ’ αυτές καθρεφτίζης τον εαυτό σου. Βέβαια ο πονηρός μπορεί να φέρνη μερικές φορές λογισμούς για τους άλλους, και μάλιστα όταν ύπάρχη και κάποια αιτία. Είναι όμως στο χέρι μας να τους δεχθούμε η να τους διώξουμε. Οταν έρθουμε στην θέση του άλλου, θά τον δουμε μέ συμπάθεια καί θά τον δικαιολογήσουμε. Έπειτα, όταν κάτι δεν γίνεται από κακότητα αλλά από επιπολαιότητα, πληροφορεί καί δεν δημιουργεί αντίδραση. Το νά υπάρχουν αδυναμίες ανθρώπινες, αυτό είναι φυσικό καί γενικό σέ όλους τους ανθρώπους. Οταν ύπάρχη κακή διάθεση, αυτό είναι κακό.

– Αν είναι άσχημα ο άλλος καί εγώ είμαι καλά, μπορώ νά επιδράσω στον άλλον;

– Καί αν σου το παρουσιάζη ο πειρασμός έτσι; Που ξέρεις εσύ ότι βρίσκεσαι σέ καλύτερη κατάσταση; Από τήν στιγμή πού πιστεύω οτι είμαι καλύτερος από τον άλλον καί τον λυπάμαι, πρέπει νά λυπάμαι τον εαυτό μου καί όχι τον άλλον. Ακόμη καί όταν κανείς βλέπη ότι πράγματι δεν είναι καλά ο άλλος, πάλι τον δικαιολογεί καί του δίνει ελαφρυντικά. Μόνο στον εαυτό του δεν δίνει ελαφρυντικά καί τον βρίσκει χειρότερο άπό τους άλλους καί πονάει για τά χάλια του. Αναγνωρίζει ότι δεν έκανε τίποτε γιά οσα του έδωσε ο Θεός καί λέει: «Μή μέ ύπολογίζης εμένα, Θεέ μου• πέταξε με στην άκρη. Δέν έκανα τίποτε, βοήθησε τον άλλον». Αυτοί πού προοδεύουν πραγματικά, δέν αισθάνονται τήν μεγάλη τους πρόοδο, παρά μόνο μεγάλη συντριβή καί ταπείνωση καί τήν αγάπη του Θεού μαζί μέ μία ανέκφραστη αγαλλίαση.

Από το βιβλίο: Λόγοι του Γέροντος Παισίου Β’. Πνευματική αφύπνιση.
Έκδοση: Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος. Σουρωτή Θεσσαλονίκης. 1999.

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Λογοτεχνικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.