Ο αμετανόητος οικογενειοκτόνος που σώθηκε!

Όταν, κατά την δίκαιη κρίση του Θεού, εξόρμησαν οι ασεβείς αγαρηνοί, για να λεηλατήσουν τους τόπους, και έφτασαν και στο Σιναίο όρος, επέβαλαν στους χριστιανούς που κατοικούσαν σε εκείνα τα μέρη να αρνηθούν την ευσέβεια και να δεχθούν την πλάνη του Μωάμεθ. Όταν πληροφορήθηκαν αυτά οι χριστιανοί που κατοικούσαν κοντά στο κάστρο και στην αγία βάτο, έφυγαν και ανέβηκαν με τις οικογένειες στην αγία κορυφή σε ένα κρυφό μέρος, για να φυλαχθούν και να πολεμήσουν εκεί με ασφάλεια. Όμως συγκεντρώθηκε πλήθος ασεβών, νίκησαν τους χριστιανούς και τους υπέταξαν, υποχρεώνοντάς τους να αρνηθούν την ευσέβεια.

Κάποιος φιλόχριστος, βλέποντας την αποστασία και την απώλεια των ομοφύλων του, όρμησε προς ένα όρος γκρεμνώδες και επικίνδυνο να σκοτωθεί, ώστε ή να συντριβεί ή, να ζήσει, ή να φύγει από εκεί όπως μπορεί, προτιμώντας τον θάνατο περισσότερο παρά να προδώσει την ευσέβεια. Η γυναίκα του, βλέποντάς τον να φεύγει προς τον φοβερό γκρεμό, σηκώθηκε και τρέχοντας τον κράτησε από το ρούχο του και με δάκρυα στα μάτια του έλεγε αυτά στην αραβική διάλεκτο: «Πού πηγαίνεις, καλέ μου άνδρα; Πού με αφήνεις με τα παιδιά σου και σκοπεύεις μόνος σου να σώσεις τον εαυτό σου; Θυμήσου τον Θεό, που είναι μάρτυράς μου αυτήν την ώρα, ότι δεν έπραξα κανένα δόλο στην κοίτη σου. Μη με αφήσεις, λοιπόν, να μολυνθώ από τους ασεβείς στην ψυχή και στο σώμα, διότι ως γυναίκα που είμαι θα εξαναγκαστώ να αρνηθώ την πίστη μου και τα παιδιά σου. Αλλά, επειδή αποφάσισες να αναχωρήσεις, σώσε πρώτα εμένα και τα παιδιά σου και πήγαινε όπου μπορείς, για να σώσεις την ψυχή σου.

Πρόσεχε, όμως, μήπως ο Θεός σου ζητήσει την ψυχή την δική μου και των παιδιών σου την ημέρα της κρίσης. Θυσίασε, λοιπόν, πρώτα εμένα και τα παιδιά σου και πήγαινε με το καλό, για να μην μείνουμε στα χέρια των ασεβών, αλλά μιμήσου τον Αβραάμ και πρόσφερε με θυσία στον Θεό σε τούτο τον άγιο τόπο, για να σε σώσει ο Θεός με το αίμα μας, γιατί καλύτερα είναι εμείς να προσφερθούμε στον Θεό από σένα παρά να πλανηθούμε από τους ασεβείς σε απώλεια. Δεν σε αφήνω, λοιπόν, αλλά ή μένεις και συ με μας ή σφάξε μας και τότε πήγαινε όπου μπορείς». Αυτά και με αυτόν τον τρόπο λέγοντας η γυναίκα, τον έπεισε και έβγαλε το ξίφος του και έσφαξε την γυναίκα του και τα παιδιά του και έπειτα έριξε τον εαυτό του κάτω στον γκρεμό προς το νότιο μέρος της αγίας κορυφής και λυτρώθηκε από την επερχόμενη απώλεια.

Οι υπόλοιποι ομογενείς του αρνήθηκαν την πίστη του Χριστού και έτσι απέτυχαν, αυτός όμως σώθηκε. Και όπως ο προφήτης Ηλίας αποφεύγοντας την Ιεζαβέλ στο όρος Χωρήν, έτσι και αυτός περιπλανώμενος σε απάτητες ερήμους και όρη δεν πλανήθηκε, αλλά έζησε σε βουνά, σπήλαια και τρύπες της γης με τα θηρία, αποφεύγοντας τα νοητά θηρία. Επειδή, όμως, ήταν περιπλανώμενος και λάτρης του Θεού, για να μην γίνει περιπλανώμενος της ασέβειας, δεν εισήλθε ποτέ πια σε σπίτι ή πόλη ή χωριό, μέχρι που οδοιπόρησε στην ουράνια πόλη. Έκανε χρόνους αρκετούς στην έρημο και έγινε πολίτης του Θεού ο μακάριος. Έπειτα, επειδή η πράξη που έκανε ήταν παράδοξη, να σφάξει δηλαδή την γυναίκα του και τα παιδιά του με το δικό του ξίφος, γι’ αυτό είχε αμφιβολία, αν ήταν αρεστή η πράξη του στον Θεό ή όχι. Αυτό θέλοντας ο Θεός να πληροφορήσει σε αυτόν και σε όλους, του αποκάλυψε λίγες μέρες πριν τον θάνατό του, στην έρημο που βρισκόταν.

Σηκώθηκε, λοιπόν, και ήλθε στο μοναστήρι του Σινά, προσευχήθηκε στην αγία βάτο, κοινώνησε τα άχραντα μυστήρια και εκεί ασθένησε και νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο. Όταν έφτασε η ώρα του θανάτου του, είδε τους οσίους πατέρες, που αγίασαν στο Σιναίο όρος και φονεύθηκαν από τους βαρβάρους, να έρχονται προς το μέρος του. Τους έβλεπε ως φίλους που είχε να τους δει πολύ καιρό, τους χαιρετούσε και τους ασπαζόταν και δεχόταν κάποιες ευλογίες από αυτούς. Χαίρονταν και ευφραινόταν σαν να βρισκόταν με αυτούς στην εκκλησία και μερικούς από αυτούς τους χαιρετούσε με τα ονόματά τους και κινώντας τα χείλη τους ασπαζόταν. Έμοιαζε να προσκαλείτε σε μία γιορτή και πανήγυρη και έτσι ένοιωθε αγαλλίαση, έχοντας συνοδοιπόρους τους αγίους πατέρες, όπως ο ίδιος έλεγε. Και έτσι με χαρά παρέδωσε το πνεύμα ο μακάριος.

Από το βιβλίο: Λειμωνάριον το παλαιόν – ιωάννου Μόσχου. Ητοι, Τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου. Διηγήματα των Οσίων πατέρων. βιβλίον ψυχωφελέστατον Ιωάννου Ευκρατά και Σωφρονίου του σοφιστού.
Εκδότης, Η Αγία Αννα, Φεβρουάριος 2005

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.