Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης διώκεται (μέρος Δ’) – Αθανασίου Μπιλιανού.

Μια επιπλέον μαρτυρία που φωτίζει ακόμα περισσότερο τη σχέση του Χρυσοστόμου με την οργάνωση της άμυνας του ελληνικού πληθυσμού στην Ανατολική Μακεδονία, προέρχεται από έναν αξιωματικό της τουρκικής χωροφυλακής στη Δράμα με το όνομα Νικήτας Δρακόπουλος. Γεννημένος το 1880 στο νησί της Θάσου, ο γενναίος αυτός Έλληνας Μακεδονομάχος τελείωσε το γυμνάσιο στην Κωνσταντινούπολη και έπειτα εισήχθη στη σχολή αξιωματικών της τουρκικής χωροφυλακής, απ’ όπου αποφοίτησε το 1902 ως ανθυπομοίραρχος και εστάλη στη Θεσσαλονίκη για να τοποθετηθεί σε μια από τις πόλεις της Μακεδονίας. Σχετικά με την άφιξη και τη δράση του στη Δράμα ο Νικήτας Δρακόπουλος διηγήθηκε πολλά χρόνια αργότερα, το 1965, τα εξής:

«Στην Δράμα ο εθνομάρτυς Μητροπολίτης Χρυσόστομος έβαζε τις βάσεις για την διοργάνωση του ελληνικού αγώνος στην περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας. Κατέβαλε προσπάθεια για να πλαισιώση τις τουρκικές υπηρεσίες της Δράμας με Έλληνες υπαλλήλους. Είχε συνεννοηθή με τον γενικό γραμματέα της Μακεδονίας που είχε την έδρα του στη Θεσσαλονίκη. Τον πασίγνωστο Αλέξανδρο Κωνσταντινίδη – Πασσά, έλληνα την καταγωγή. Επίσης και με άλλους συμβούλους της τουρκικής διοικήσεως Έλληνες, όπως τον Μιχαήλ Μπέην από τας Σέρρας κ.λ.π. Ο Κωνσταντινίδης Πασσάς μόλις πληροφορήθηκε ότι μεταξύ των αξιωματικών ήμουν εγώ Έλληνας και μάλιστα Θάσιος, φρόντισε να τοποθετηθώ στην Δράμα και ενημέρωσε τον μητροπολίτη Χρυσόστομο για να έλθη σε επαφή μαζί μου.

Εγώ φυσικά δεν ήξερα τίποτε από όλα αυτά. Διετάχθην από την σχολή να παρουσιασθώ στον Κωνσταντινίδη – Πασσά στη Θεσσαλονίκη. Εκείνος με διέταξε να παρουσιαστώ στην τουρκική χωροφυλακή Δράμας, χωρίς να μου πη τίποτε άλλο.

Έφτασα στη Δράμα σε λίγες μέρες. στο αντίκρυσμα της μικρής τότε πόλεως μ’ έπιασε μια στεναχώρια που δεν περιγράφεται. Έπειτα από την ωραία Κωνσταντινούπολη η Δράμα μου φάνηκε σαν χωριό. Απ’ τη στενοχώρια μου κλείστηκα στο πανδοχείο όπου κατέλυσα, πίσω από το σημερινό εργατικό κέντρο Δράμας χωρίς να παρουσιασθώ στην αστυνομία για ν’ αναλάβω υπηρεσία. Πήρα την απόφαση να παραιτηθώ από την χωροφυλακή και να γυρίσω πίσω στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν Μάιος το 1902 (1903) και σκεπτόμουν ότι η Πόλη με τον γαλάζιο Βόσπορο θα ήταν μεσ’ τις ομορφιές της ενώ εγώ μαράζωνα ξένος, μέσα σε ξένους σε ξένα μέρη ανάμεσα σε τέσσερεις τοίχους του δωματίου μου. Οκτώ με δέκα μέρες πέρασαν κι εγώ εξακολουθούσα να μένω κλεισμένος στο πανδοχείο.

Η αστυνομία μπορεί να μην ανησυχούσε για μένα αλλά ο Δεσπότης, ο Χρυσόστομος, ανησύχησε. Ο Κωνσταντινίδης – Πασσάς τον είχε ειδοποιήσει ότι εγώ έφυγα από μέρες για την Δράμα κι εγώ ακόμα πουθενά δεν είχα φανή. Οι άνθρωποι του μητροπολίτη τον πληροφόρησαν ότι κάποιος αξιωματικός της χωροφυλακής βρισκόταν στο πανδοχείο. Μου έστειλε τον θρυλικό «καβάση» του, τον Λιάκα, αυτόν που αργότερα, όπως έμαθα τον σκότωσαν οι τούρκοι μαζί με τον Χρυσόστομο στη Σμύρνη. Κρυφά την ίδια νύκτα με οδήγησε στη Μητρόπολη Δράμας και παρουσιάσθηκα μπροστά στον Χρυσόστομο. Αμέσως με το κοίταγμα της ματιάς του που ένιωσα απάνω μου, άρχισε να μου επιβάλλεται. Με παρετήρησε γιατί τόσες μέρες δεν πήγα να παρουσιαστώ στην υπηρεσία μου.

-«Σεβασμιώτατε», του είπα, «εγώ θα γυρίσω στην Πόλη είτε ως αξιωματικός είτε ως πολίτης. Εδώ δεν μένω έστω και να με τουφεκίσουν».

Εκείνος κατάλαβε τι συνέβαινε στην ψυχή μου και με ήσυχη αλλά επιβλητική και γιομάτη πάθος φωνή μου μίλησε. Μου είπε ότι ήταν ανάγκη να μείνω γιατί ήμουν Έλληνας και μάλιστα Έλληνας σε μια πολύ καλή θέση που μπορούσα να εξυπηρετήσω τον αγώνα στη Δράμα και στην γύρω περιοχή.

-«Μα εγώ δεν είμαι από τη Δράμα», του είπα.

-«Κι εγώ δεν είμαι από εδώ», μου απήντησε, «αλλά μένω εδώ. Όλοι οι Έλληνες έχομε κοινό συμφέρον κοινά ιδανικά και κοινούς σκοπούς. Εδώ στη Δράμα η Ελλάδα μας κινδυνεύει και μαζί με την Δράμα κινδυνεύει και η πατρίδα σου η Θάσος και η πατρίδα μου η Βιθυνία. Όλοι κινδυνεύουμε. Οι Βούλγαροι προχωρούν ημέραν με την ημέραν. Πρέπει να αγωνισθώμεν δια να σώσωμεν την ζωήν των αδελφών μας, την τιμήν των, την περιουσίαν των, πρέπει…». Και μου έλεγεν, μου έλεγε με φωνή παλλομένη από συγκίνηση και με μάτια που βούρκωναν.

Μέσα μου ξάνοιγε ένας καινούργιος κόσμος. Ένα φως πλημμύριζε την ψυχή μου και με γιόμιζεν πίστη, δύναμη, ενθουσιασμό και θάρρος. Ένα μεγάλο ιδανικό φλόγιζε την καρδιά μου. Ναι τώρα έβλεπα πως έπρεπε να μείνω. Είχα ένα μεγάλο σκοπό να επιτελέσω. Ένα ιερό σκοπό που γι’ αυτόν άξιζε κάθε θυσία, ακόμη και ο θάνατος.

-«Θα μείνω σεβασμιώτατε», του δήλσωα, «και με την βοήθειαν του Θεού και την ευλογίαν σας θα αγωνισθώ εις το πλευρό σας εις ό,τι με διατάξετε».

Έτσι έμεινα στη Δράμα. Είχε την δύναμιν ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος να δημιουργή αγωνιστάς. Την άλλη μέρα παρουσιάσθηκα στον τούρκο διοικητή της αστυνομίας, τον «Κομισαίρ» και βρήκα μια δικαιολογία για την καθυστέρηση. Η αστυνομία ήταν τότε εκεί που είναι σήμερα η ελληνική διεύθυνση χωροφυλακής.

Ο Δεσπότης ήθελε να βγάλη ανταρτικό που να χτυπά τους κομιτατζήδες και να προστατεύη τα χωριά. Χρειάζονταν να μεταφερθούν όπλα και σφαίρες. Εγώ ανέλαβα από τον δεσπότη να προστατεύω την μεταφορά του οπλισμού από κάθε κίνδυνο εκ μέρους των τουρκικών αρχών, αλλά και από τους Βουλγάρους.

Ο Δεσπότης με ειδοποιούσε πότε και από που θα περάση η εφοδιοπομπή. Εγώ αμέσως κανόνιζα την υπηρεσία της αστυνομίας, έτσι ώστε οι διαβάσεις αυτές να μην φυλάγωνται από Τούρκους Χωροφύλακες ή αν δεν μπορούσε να γίνη αλλιώς πήγαινα εγώ ο ίδιος εκεί και έβαζα ως σκοπούς τέσσερεις εμπίστους μου τουρκαλβανούς χωροφύλακες. Ενημέρωνα συνεχώς τον δεσπότη με κάθε κίνηση ή πληροφορία της αστυνομίας. Έτσι η μεταφορά γινόταν τόσο μυστικά που κανείς δεν μπορούσε να μάθη τίποτε ούτε τούρκος ούτε Βούλγαρος. Τα όπλα ξεφορτώνονταν από ελληνικά καΐκια στο λιμάνι των Ελευθερών Παγγαίου. Από εκεί φορτώνονταν σε ζώα που είχαν για κάλυψη δέματα καπνού ή ψάθες για τα καπνομάγαζα της Δράμας. Η διαδρομή αυτή γινόταν υπό την προστασία και την οδηγία του Χαφούς Αλή, ενός τούρκου καπνομεσίτη που ο δεσπότης τον είχε μυήσει στον Μακεδονικό αγώνα.

Στη Δράμα τα όπλα ξεφορτώνονταν στο χάνι του Ντελή Αντώνη που ήταν πίσω από το σημερινό αρτοποιείο του κ. Ν. Τσαγανού. Εκεί εκρύβονταν προσωρινά μέχρι να γίνη η διανομή τους στα χωριά. Τα όπλα και οι ομάδες των Ελλήνων ανταρτών έδωσαν κουράγιο στους Έλληνες. Ο μητροπολίτης περιώδευε όλο τα χωριά και μοίραζε ευχές αλλά και όπλα. Τα χωριά μας ωργανώνονταν. Δάσκαλοι, παπάδες εστάλησαν παντού. Οργανώθηκαν μυστικές ένοπλες ομάδες. Καινούργια σχολεία και εκκλησίες χτίστηκαν. Το πέρασμα του δεσπότη ξεσήκωνε τον ελληνισμό και τρόμαζε τους Βουλγάρους. Τα Ελληνόπουλα τραγουδούσαν με φανατισμό τον ηρωικό θούριο «Τί ζητούν οι Βούλγαροι μεσ’ τη Μακεδονία…» Από τα βουνά μας αντηχούσε το ελληνικό Μάνλιχερ των παλληκαριών της χωροφυλακής του καπετάν Τσάρα και του καπετάν Δούκα και βροντολαλούσαν οι πλαγιές από το εγερτήριο τραγούδι τους «Σάλπιγξ κράζει στα όπλα φωνάζει, παιδιά σηκωθήτε για την Ελευθεριά». Χαρούμενοι όλοι συνεχίζαμε με πίστη τον αγώνα μας…»1

Η μαρτυρία του Νικήτα Δρακόπουλου είναι επίσης αποκαλυπτική. Για άλλη μια φορά μνημονεύεται το χάρισμα του ιεράρχη να ασκεί ευεργετική επιρροή στους ανθρώπους, χάρισμα και δύναμη που είχαν όμως ένα σκοπό: την προστασία του ποιμνίου του, τον αγώνα «δια να σώσωμεν την ζωήν των αδελφών μας», όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο άγιος.

Μετά τη συνάντησή του με τον Χρυσόστομο, ο Δρακόπουλος έμεινε στη Δράμα και έγινε ο μεγαλύτερος μυστικός πράκτορας του μητροπολίτης στις οθωμανικές υπηρεσίες της πόλης. Η δράση του, παράτολμη και εξαιρετικά επικίνδυνη, είχε θετικά αποτελέσματα στην οργάνωση και διεύθυνση του αγώνα των ελληνικών σωμάτων για την άμυνα του τοπικού πληθυσμού απέναντι στη βαρβαρότητα των κομιτατζήδων και την εχθρική στάση των τουρκικών αρχών. Έτσι, μεριμνούσε για τη μεταφορά όπλων στα κρησφύγετα των ελλήνων μαχητών, φροντίζοντας είτε να μην υπάρχουν φύλακες από τα μέρη που θα περνούσαν οι στρατιωτικές αποστολές και τα πολεμοφόδια, είτε να τοποθετεί ως σκοπούς έμπιστους τουρκαλβανούς συναδέλφους του. Επιπλέον, με απόρρητες επιστολές του ενημέρωνε τον Χρυσόστομο για τις ενέργειες των τουρκικών αρχών, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο καταλυτικά στη διαμόρφωση της εθνικής δράσης του δυναμικού ιεράρχη.

Ωστόσο, η έντονη δραστηριότητα του Δρακόπουλου προκάλεσε τις υποψίες των τουρκικών αρχών, οι οποίες άρχισαν να τον παρακολουθούν. Λίγες μέρες αργότερα συνελήφθη και κρατήθηκε στις φυλακές της Δράμας, όπου βασανίστηκε σκληρά για να αποκαλύψει ποιους βοηθούσε και με ποιους συνεργαζόταν. Αφού δεν μπόρεσαν να του αποσπάσουν καμία πληροφορία, τον μετέφεραν στις φυλακές του Επταπυργίου στη Θεσσαλονίκη. Εκεί παραπέμφθηκε σε δίκη στο στρατοδικείο της πόλης, το οποίο τον καταδίκασε σε καθαίρεση και θάνατο δια απαγχονισμού.

Ο Χρυσόστομος, ο οποίος ενημερωνόταν καθημερινά για την περιπέτειά του, όταν πληροφορήθηκε την καταδίκη του, ζήτησε από τον γενικό πρόξενο της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη, Λάμπρο Κορομηλά, να μεσολαβήσει ώστε να αποφυλακιστεί πάση θυσία ο κορυφαίος έλληνας Μακεδονομάχος. Πράγματι, ο Γενικός πρόξενος ζήτησε και πέτυχε την αποφυλάκιση του Νικήτα Δρακόπουλου, ο οποίος με άλλους μακεδονομάχους φυγαδεύτηκε στο όρος Παγγαίο, όπου συνέχισε τους αγώνες του ως Καπετάν Νικήτας.2

Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και την απελευθέρωση της Δράμας ο Δρακόπουλος επέστρεψε στην πόλη που τόσο αγάπησε και για την οποία τόσο αγωνίστηκε, όπου έζησε το υπόλοιπο της ζωής του. Πέθανε τον Ιούνιο του 1966, έχοντας ως ανεκτίμητο κειμήλιο ένα χρυσό σταυρό που του είχε χαρίσει ο μητροπολίτης Χρυσόστομος εκτιμώντας την απαράμιλλη εθνική του δράση.3

Στα ανωτέρω, σχετικά με την εθνική δράση του Χρυσοστόμου, θα πρέπει να προστεθεί και το εξής. Στη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα (1904 -1908) και λίγο πριν την έναρξή του, η ελληνική επανάσταση οργανώθηκε αρχικά κυρίως στη Δυτική και την Κεντρική Μακεδονία. Με την εμπνευσμένη καθοδήγηση και προτροπή του μητροπολίτη Καστορίας Γερμανού Καραβαγγέλη εστάλησαν από την ελεύθερη Ελλάδα οι πρώτες αποστολές Ελλήνων αξιωματικών, που μαζί με ντόπιους πληθυσμούς οργάνωσαν την άμυνα απέναντι στην εγκληματική δράση των κομιτατζήδων στα βορειοδυτικά κυρίως τμήματα της Μακεδονίας (Καστοριά, Φλώρινα, Μοναστήρι, Γιαννιτσά).

Ωστόσο, στην ανατολική Μακεδονία η διεξαγωγή του ένοπλου αγώνα καθυστέρησε αρκετά. Μόλις το 1906 σημειώθηκαν οι πρώτες αποτελεσματικές ενέργειες για την οργάνωση της άμυνας και αντίστασης του ελληνικού στοιχείου και οφείλονταν αποκλειστικά στην πρωτοβουλία και τον ηρωισμό ντόπιων Ελλήνων μαχητών. Οι επαρχίες των Σερρών, του Νευροκοπίου και της Δράμας, εκτός του ότι ήταν αρχικά ανυπεράσπιστες απέναντι στη βουλγαρική προπαγάνδα, είχαν άμεση γειτνίαση με τη Βουλγαρία, γεγονός που τις καθιστούσε πρώτο στόχο του κατερχόμενου ρεύματος των Εξαρχικών. Κατά συνέπεια, μέχρι να οργανωθούν στην περιοχή τα ένοπλα αντάρτικα σώματα και να συντονίσουν τον αγώνα, καμιά άλλη δράση δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τον ηρωισμό, την γενναιότητα και την προσφορά του μητροπολίτη Δράμας Χρυσοστόμου στο γεωγραφικό διαμέρισμα της ανατολικής Μακεδονίας.4

Την παραδοχή αυτή επιβεβαιώνει και η βουλγαρική πλευρά. Εφημερίδες της εποχής στη Σόφια, περιγράφοντας τη δράση του βουλγαρικού κομιτάτου στη Δράμα και την Καβάλα, ανέφεραν ότι η πολιτεία του Χρυσοστόμου είχε καθηλώσει την επαναστατική δράση των Βουλγάρων στην περιοχή. «Η ενταύθα ελληνική θρησκευτική αρχή ήτο λίαν φανατική και η «Οργάνωσις» δεν ηδύναντο να ενεργή εγγύς αυτή… Ο έλλην Μητροπολίτης Δράμας, έχων την υποστήριξιν των πλουσίων ελληνικών κοινοτήτων εν Δράμα και Καβάλα, ανέλαβε τον προπαρασκευασθέντα ελληνικόν ένοπλον αγώνα κατά της «Οργανώσεώς» μας».5

Υποσημειώσεις.

1. Φώτη Τριάρχη, «Αναμνήσεις Μακεδονομάχου», Μακεδονικόν Ημερολόγιον (1966) 306 -309.
2. Ό. π. σσ’. 314-316
3. Κώστας Δρακόπουλος, «Ο Μακεδονομάχος Νικήτας Δρακόπουλος», Μακεδονικόν Ημερολόγιον (1968)313
4. Μαστέλλου – Γιαννάκενα, ό. π., σσ’. 50-51
5. ΕΑ ΚΖ (1907) 569.

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης διώκεται (μέρος Α’) – Αθανασίου Μπιλιανού.
Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης διώκεται (μέρος Β’) – Αθανασίου Μπιλιανού.
Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης διώκεται (μέρος Γ’) – Αθανασίου Μπιλιανού.

Δημοσιεύθηκε στην Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.