Μπροστά στις πυρκαγιές, συσπείρωση ή απάθεια; – Νίκου Κωνσταντάρα.

Το μέγεθος της καταστροφής που έχουν υποστεί τα δάση μας αυτό το καλοκαίρι δεν προκάλεσε τη δημόσια συγκίνηση που θα περίμενε κανείς. Αυτό δεν μπορεί να οφείλεται μόνο στο ότι οι μεγαλύτερες φωτιές εκδηλώθηκαν μακριά από την Αθήνα και, συνεπώς, μακριά από τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης, καθώς οι πυρκαγιές στη Ρόδο προκάλεσαν παγκόσμιο ενδιαφέρον και πολλές συζητήσεις για τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Επίσης, η καταστροφή έφτασε και πάλι στην πρωτεύουσα, με νέα φωτιά να εντείνει τις πληγές της Πάρνηθας. Ούτε η φωτιά που έκαψει το δάσος της Δαδιάς για δύο εβδομάδες τώρα μένει απαρατήρητη, αφού είναι η μεγαλύτερη στην Ευρώπη εδώ και δεκαετίες. Ισως η γενικότερη «ψυχραιμία» εξηγείται, σε κάποιο βαθμό, από το γεγονός ότι οι Αρχές εκκενώνουν εγκαίρως περιοχές που απειλούνται από πυρκαγιά. Ομως, ο φριχτός θάνατος που βρήκε μετανάστες περιπλανώμενους σε ξένη γη όφειλε να συγκινήσει και τις σκληρότερες καρδιές ενός έθνους που γνωρίζει καλά τον πόθο και τον φόβο της ξενιτιάς.

Κάποιοι θα ισχυριστούν ότι τα μέσα ενημέρωσης δεν προβάλλουν αρκετά τις πυρκαγιές επειδή συμμαχούν με την κυβέρνηση και θέλουν να υποτιμήσουν το μέγεθος της καταστροφής και να θολώσουν τα νερά σχετικά με πιθανές ευθύνες της κυβέρνησης, της τοπικής αυτοδιοίκησης και κρατικών μηχανισμών.

Η αποποίηση ευθυνών, από τη μία πλευρά της δημόσιας συζήτησης, και οι εύκολες καταγγελίες, από την άλλη, είναι άκαιρες και άτοπες.

Σίγουρα, αυτοί οι παράγοντες και πολλοί άλλοι παίζουν τον ρόλο τους στη σχετική απάθεια της κοινής γνώμης. Ωστόσο, ίσως υπάρχει κάτι ακόμη πιο σοβαρό και ύπουλο. Ισως παραδινόμαστε στη μοιρολατρία, αποδεχόμενοι την ήττα μας και το ζοφερό μέλλον μας. Μήπως δεν μας συγκινεί ούτε αυτό που καίγεται σήμερα ούτε αυτό που θα χαθεί αύριο, επειδή οι προηγούμενες φωτιές και οι πολλοί θάνατοι άδειασαν τα αποθέματα φόβου και ελπίδας που είχαμε; Μήπως θεωρούμε δεδομένο ότι στο τέλος τίποτα δεν θα μείνει, ότι μπορεί φέτος το δικό μας χωριό, το δικό μας σπίτι, το δικό μας δάσος να ήταν τυχερά, αλλά του χρόνου ίσως να είναι η σειρά μας να θρηνήσουμε; Είναι στη φύση της φωτιάς να προκαλεί τέτοια ηττοπάθεια, αφού γνωρίζουμε ότι όταν φουντώσει δεν ελέγχεται εύκολα. Ομως, η κυβέρνηση φαίνεται να έχει επιλέξει να παρουσιάζει καταστροφικές πυρκαγιές ως αναπόφευκτες (λόγω κλιματικής κρίσης), καθώς, παρά τις μεγάλες προσπάθειες που καταβάλλονται, οι δυνατότητες πρόληψης και καταστολής είναι περιορισμένες.

Ο πρωθυπουργός λέει την αλήθεια όταν, μιλώντας στη Βουλή, υπογραμμίζει ότι είναι αδύνατο να φυλάσσονται 70 εκατ. στρέμματα δάσους «ως διά μαγείας». Τα λόγια του, βέβαια, μπορεί να έχουν δύο ερμηνείες. Η μία, ότι απαιτείται πολλή δουλειά και εθνική προσπάθεια για να επιτευχθεί η προστασία αυτή. Η άλλη, ότι ο στόχος αυτός είναι ανέφικτος. Οταν, μάλιστα, «δείχνει» μετανάστες, μαζί με την κλιματική κρίση, ως υπευθύνους πυρκαγιών, είναι σαν να παρουσιάζει κυβέρνηση και κράτος ως έρμαια ανεξέλεγκτων φαινομένων. Εχοντας παρακολουθήσει την καταστροφή στις οθόνες τους ή από κοντά, ακούγοντας τέτοια λόγια (μαζί με τις αστείρευτες αντιπολιτευτικές υπερβολές) οι πολίτες δεν μπορούν παρά να αισθανθούν αδύναμοι και απροστάτευτοι, όχι λόγω ελλείψεων στην πρόληψη και στην καταστολή, αλλά επειδή η αντίσταση στη λαίλαπα φαίνεται μάταιη. Ενώ η εποχή απαιτεί τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση όλων των δυνάμεων της κοινωνίας, η αποποίηση ευθυνών, από τη μία πλευρά της δημόσιας συζήτησης, και οι εύκολες καταγγελίες, από την άλλη, είναι τόσο άκαιρες και άτοπες, που μπορεί να οδηγήσουν σε απογοήτευση και απάθεια.
Η/Υ ΠΗΓΗ:
Η Καθημερινή: 03 Σεπτεμβρίου 2023

Δημοσιεύθηκε στην Άρθρα, Ιστορικά, Μελέτες - εργασίες - βιβλία, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.