Μια καινοφανής καταγγελία ερευνάτε από τον Αγιο Χρυσόστομο Σμύρνης – Αθανασίου Μπιλιανού.

Στις αρχές του 1912, μια καινοφανής για την εποχή καταγγελία επρόκειτο να ανησυχήσει το οικουμενικό πατριαρχείο και την ιερά μητρόπολη Σμύρνης. Η καταγγελία αφορούσε τη σύσταση μυστικής εταιρείας κληρικών στην ιωνική πρωτεύουσα, η οποία είχε ως στόχο την κατάλυση της αγαμίας του κλήρου και την εισαγωγή παρόμοιων νεωτερισμών στη ζωή της ορθόδοξης εκκλησίας.

Όταν πληροφορήθηκε ο Χρυσόστομος την επώνυμη αυτή καταγγελία, ενημέρωσε το Φανάρι πως αγνοούσε την ύπαρξη τέτοιας κίνησης στην επαρχία του, ωστόσο, παραδέχτηκε ότι η μητρόπολη Σμύρνης είχε «πολλούς υπεραρίθμους και δη αγάμους κληρικούς».

Η ανοιχτή και κοσμοπολίτικη κοινωνία της Σμύρνης υπήρξε ανέκαθεν δεκτική στα νέα ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα της Δύσης. Η εμφάνιση της εν λόγω ομάδας κληρικών, που επιθυμούσαν την κατάργηση της αγαμίας του ορθόδοξου κλήρου, προφανώς εντάσσεται σε αυτήν την ώσμωση που είχε το φιλελεύθερο περιβάλλον της σμυρναϊκής κοινωνίας με τις νέες ιδέες και τα μηνύματα από την Εσπερία.

Θα πρέπει επίσης να λεχθεί πως οι μαζικές χειροτονίες νέων κληρικών στη Σμύρνη, και δη αγάμων, είχαν λάβει χώρα σε μια περίοδο όπου το νεοτουρκικό καθεστώς είχε θεσπίσει την υποχρεωτική στρατολόγηση των χριστιανών. Σύμφωνα με την κείμενη τότε νομοθεσία, οι κληρικοί που διακονούσαν στις μητροπόλεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας είχαν δικαίωμα να εξαγοράσουν τη στρατιωτική τους θητεία, γεγονός που οδήγησε πολλούς νέους στην ιερωσύνη, προκειμένου να αποφύγουν την κατάταξή τους στον τουρκικό στρατό.

Ωστόσο, οι εσπευσμένες και αθρόες χειροτονίες κληρικών προ της αφίξεως του Χρυσοστόμου στη Σμύρνη είχαν αρχίσει να δημιουργούν πολλά προβλήματα τόσο στα ίδια τα πρόσωπα που είχαν επιλέξει την οδό της ισόβιας παρθενίας, όσο και στην ορθόδοξη κοινότητα της πόλης. Έτσι, οι μεν νεαροί κληρικοί είχαν συστήσει μυστική εταιρεία που θα καταργούσε την αγαμία των ήδη χειροτονημένων κληρικών και θα τους επέτρεπε να συνάψουν γάμο, ο δε άγιος ανησυχούσε και προβληματιζόταν για τους εν λόγω ιερωμένους, λέγοντας χαρακτηριστικά: «αγνοώ οίαν να λάβω πρόνοιαν και φροντίδα, διότι είνε δυστυχείς, και πολλαί με βασανίζουσι περί αυτών σκέψεις, διότι αι οδοί της αμαρτίας είνε πολλαί εν Σμύρνη».1

Στην ίδια επιστολή, ο ιεράρχης ζήτησε επιπλέον πληροφορίες για την επώνυμη αυτή καταγγελία στο πατριαρχείο, θέλοντας να διαλευκάνει την υπόθεση και να προβεί στις ανάλογες ενέργειες, λέγοντας με αποφασιστικότητα «ίνα πράξω το καθήκόν μου εγκαίρως και καθάρω μερικούς τοιούτους νεαρούς αγάμους».

Από το περιστατικό αυτό συνάγεται η προσήλωση του Χρυσοστόμου στην παράδοση και τις αρχές της Ορθοδοξίας. Παρά το γεγονός ότι ο άγιος διακατεχόταν σε πολλά εκκλησιαστικά και κοινωνικά θέματα από σύγχρονες και προοδευτικές για την εποχή αντιλήψεις, εντούτοις δεν παρεξέκλινε από τη γνήσια εκκλησιαστική παράδοση, η οποία προτείνει διαχρονικά, σε όσους το επιθυμούν, τον βίο της ολοκληρωτικής αφιέρωσης στον Χριστό και την Εκκλησία Του.

Υποσημείωση.

1. Αρχείον, τ. Β’, σ’. 30

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Δημοσιεύθηκε στην Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.