Εκ των Πέτρου επιδημιών κηρυγμάτων επιτομή: Ομιλία ΙΣΤ’ (Κεφ. 1-12) – Αγίου Ιερομ. Κλήμεντος, Επισκόπου Ρώμης.

1.Το πρωί βγαίνοντας ο Πέτρος και πηγαίνοντας στον συνηθισμένο τόπο των ομιλιών είδε να υπάρχει πολύ πλήθος, και τη στιγμή που επρόκειτο να μιλήσει μπήκε κάποιος από τους διακόνους του λέγοντας˙ Έχει έρθει ο Σίμωνας από την Αντιόχεια αυτό το βράδυ, επειδή έμαθε ότι υποσχέθηκες να μιλήσεις για την μοναρχία, και είναι έτοιμος, ενώ θα μιλάς, να εισβάλει μαζί με τον Αθηνόδωρο τον Επίκουρο, για ν’ αντικρούσει όλους τους λόγους που θα διατυπώσεις σχετικά με τη μοναρχία. Ενώ έλεγε αυτά ο διάκονος, μπήκε ο ίδιος ο Σίμωνας με τον Αθηνόδωρο και μερικούς άλλους φίλους, και πριν να πει κάτι ο Πέτρος, παίρνοντας αυτός τον λόγο είπε.

2. Έμαθα ότι χθες υποσχέθηκες στον Φαύστο να αποδείξεις σήμερα, κάνοντας με τη σειρά λόγο και αρχίζοντας από τον Κύριο των όλων, ότι μόνο αυτόν πρέπει να ονομάζει κανείς Θεό, ενώ άλλους ούτε να τους ονομάζει ούτε να τους πιστεύει, διότι όποιος κάνει διαφορετικά από αυτό θα κολασθεί αιώνια. Προπαντός όμως έμεινα κατάπληκτος από την πρόθεσή σου, διότι πίστεψες, ότι θα μεταστρέψεις άνδρα σοφό, και μάλιστα ηλικιωμένον, στη δική σου θέληση. Όμως δεν θα επιτύχεις τις επιθυμίες σου, σήμερα μάλιστα που είμαι εγώ παρών και υποβάλλω σε αυστηρό έλεγχο τους ψεύτικους λόγους σου. Ίσως βέβαια, αν δεν ήμουν εγώ εδώ, να μπορούσε να εξαπατηθεί ο γέροντας, αγνοώντας τα βιβλία στα οποία στηρίζονται δημοσίως οι Ιουδαίοι. Και τώρα θα αφήσω τους πολλούς λόγους, για να κάνω γρηγορότερα τον έλεγχο της υποσχέσεώς σου.

Γι’ αυτό άρχισε να μιλάς γι’ αυτό που υποσχέθηκες σε μας που γνωρίζουμε τις Γραφές. Εάν πάλι θελήσεις να παραλείψεις την υπόσχεση μπροστά σε μας επειδή φοβάσαι τον έλεγχο, είναι αρκετή και αυτή η απόδειξη ότι ψεύδεσαι, αφού δεν τόλμησες να μιλήσεις μπροστά σ’ αυτούς που γνωρίζουν τις Γραφές. Αλλά τώρα γιατί περιμένω να μιλήσεις, αφού έχω μεγάλο μάρτυρα της υπόσχεσής σου τον γέροντα που είναι παρών; Και λέγοντας αυτά στράφηκε στον πατέρα μου και είπε˙ Πες μου, τιμιότερο από όλους τους άνδρες, δεν σου υποσχέθηκε ο άνθρωπος αυτός να σου αποδείξει σήμερα, ότι ένας Θεός υπάρχει και ότι δεν πρέπει να ονομάζεις ή να πιστεύεις κανένα άλλο Θεό, και ότι εκείνος που κάνει διαφορετικά από αυτά, επειδή αμαρτάνει πάρα πολύ, θα κολασθεί αιώνια; Ή μήπως δεν θα μου απαντήσεις;

3. Και ο πατέρας είπε˙ Θα έκανες καλά να ζητήσεις από μένα την βεβαίωση, Σίμωνα, εάν προηγουμένως αρνιόταν ο Πέτρος. Τώρα όμως δεν θα φοβηθώ να πω αυτά που πρέπει να πω. Έχω την εντύπωση πως θέλεις να συζητήσεις διατελώντας σε κατάσταση οργής, πράγμα που δεν ταιριάζει σε σένα να το κάνεις και σε μας να ακούσουμε κάτι τέτοιο, διότι θα γίνουμε μάρτυρες μάχης και δεν θα βοηθηθούμε να βρούμε την αλήθεια. Και τώρα, γνωρίζοντας από την ελληνική παιδεία, θα σας υπενθυμίσω τι πρέπει να κάνουν αυτοί που συζητούν. Ο καθένας από σας θα εκθέσει τη διδασκαλία του, και οι λόγοι του ενός θα απευθύνονται στον άλλο. Εάν όμως μόνο ο Πέτρος εκθέσει την πίστη του, ενώ συ αποσιωπήσεις τη δική σου, είναι ενδεχόμενο κάποιος λόγος που ειπώθηκε από σένα, να ανατρέπει τη δική του και τη δική σου πεποίθηση, και ενώ σεις και οι δύο θα έχετε ηττηθεί, να μη φαίνεστε ηττημένοι και οι δύο, παρά μόνο εκείνος που εξέθεσε την πίστη του, ενώ εκείνος που δεν την εξέθεσε να μη φαίνεται ότι ηττήθηκε, αλλά και να νομίζεται ότι έχει νικήσει.

Και ο Σίμωνας αποκρίθηκε˙ Θα κάνω όπως λες, αλλά φοβάμαι μήπως, όντας προκατειλημμένος από τους λόγους του, δεν είσαι αντικειμενικός κριτής.

1.Όρθου δε εξιών ο Πέτρος και επιστάς επί τον συνήθη του διαλέγεσθαι τόπον όχλον πολύν συνεστώτα είδεν, και άμα τω μέλλειν διαλέγεσθαι αυτόν εισήει τις των αυτού διακόνων λέγων˙ Σίμων από Αντιοχείας εληλυθώς επ’ αυτής εσπέρας, μαθών υποσχόμενόν σε τον περί μοναρχίας ποιείσθαι τον λόγον, έτοιμός εστί μετά γε Αθηνοδώρου του Επικουρείου διαλεγομένω σοι επελθείν, προς το αντιλέγειν δημοσία πάσι τοις υπό σου οπώσποτε υπέρ μοναρχίας λεγομένοις λόγοις.

Ταύτα του διακόνου λέγοντος, ιδού αυτός εισήει Σίμων μετά Αθηνοδώρου και άλλων τινών των εταίρων, και προ του τι τον Πέτρον φθέγξασθαι αυτός προλαβών έφη.

2. Έμαθον ως υπέσχου εχθές τω Φαύστω, εις την σήμερον δείξαι τη τάξει τον λόγον ποιούμενος, και απ’ αυτού αρχόμενος του των όλων Δεσπότου, ότι αυτόν μόνον δει λέγειν Θεόν, άλλους δε μήτε λέγειν μήτε νομίζειν, ότι ο παρά τούτο ποιών αιωνίως κολασθήναι έχει. Προ πάντων δε αληθώς καταπέπληγμαί σου την απόνοιαν, ότι ήλπισας εις την σην βούλησιν μεταπείσαι άνδρα σοφόν, και ταύτα πρεσβύτην. Άλλ’ ουκ επιτεύξη των σων βουλευμάτων, ταύτη μάλλον, παρόντος εμού και τους ψευδείς σου διελέγχοντος λόγους. Ίσως γαρ εμού μη παρόντος ηπατήθη αν ο σοφός γέρων, ιδιώτης ων των παρά Ιουδαίοις δημοσία πεπιστευμένων βίβλων. Και το νυν τους πολλούς υπερθήσομαι λόγους, ίνα της υποσχέσεώς σου τάχιον τον έλεγχον ποιήσωμαι.

Διο εφ’ ημών αυτών τας Γραφάς ειδότων, ο υπέσχου λέγειν, άρξαι. Ει δε τον έλεγχον αιδούμενος εφ’ ημών αυτών την υπόσχεσιν παραλιπείν θέλεις, αυτάρκης και ούτως η απόδειξις ότι ψεύδη, καθ’ ότι επί των τας Γραφάς ειδότων ειπείν ουκ ετόλμησας. Και νυν δε τι σε αναμένω λέγειν, μέγιστον έχων μάρτυρα της υποσχέσεώς σου τον παρεστώτα γέροντα; Και ταύτα ειπών εμβλέψας τω πατρί έφη˙ Ειπέ μοι, ανδρών πάντων τιμιώτατε, ουχί ούτος ο ανήρ υπέσχετό σοι δείξαι σήμερον, ότι εις εστί Θεός και ου χρη έτερόν τινά λέγειν ή νομίζειν θεόν, ο δε παρά ταύτα ποιών, ως τα μέγιστα αμαρτάνων, αιωνίως κολασθήναι έχει; Ή γαρ ουκ αποκρίνη μοι;

3. Και ο πατήρ έφη˙ Καλώς αν την μαρτυρίαν παρ’ εμού απήτεις. Σίμων, ει πρότερον ηρνείτο ο Πέτρος. Νυν δε ουκ αιδεσθήσομαι λέγειν α δει λέγειν. Οίμαί σε οργή πεπρησμένον διαλεχθήναι θέλειν, όπερ ανοίκειόν σοι τούτο ποιείν, και ημίν τοιούτον επακούειν, ότι μάχην εστίν ιστορήσαι, και ου προς αλήθειαν ωφελείσθαι. Και νυν εξ ελληνικής παιδείας, ως χρη τους ζητούντας ποιείν, ειδώς υπομνήσω. Εκάτερος υμών το εαυτού δόγμα εκθέσθω και εις έτερον οι λόγοι γενέσθωσαν. Εάν δε Πέτρος μόνος εκθήται το εαυτού φρόνημα, συ δε το σον σιωπάς, ενδέχεταί τινά λόγον υπό σου ρηθέντα θλίβειν το αυτού και το σον φρόνημα, και αμφοτέρους υμάς υπό του λόγου ηττηθέντας, μη φαίνεσθαι ηττημένος, αλλά τον εκθέμενον το φρόνημα, τον δε μη εκθέμενον ομοίως ηττημένον μη πρόδηλον είναι, αλλά και νενικηκέναι νομίζεσθαι.

Και ο Σίμων απεκρίνατο˙ Ποιήσω ως λέγεις, αθυμώ δε μήπως ήδη προειλημμένος αυτού τοις λόγοις ου φιλαλήθης έση κριτής.

***

4. Και ο πατέρας αποκρίθηκε˙ Μη με εξαναγκάζεις να συμφωνήσω απερίσκεπτα μαζί σου, για να φανώ αντικειμενικός κριτής, αλλά εάν θέλεις να ακούσεις την αλήθεια, είμαι μάλλον προκατειλημμένος με τη δική σου πίστη.

Και ο Σίμωνας˙ Πώς είσαι προκατειλημμένος, αφού δεν γνωρίζεις αυτό που πιστεύω;

Και ο πατέρας˙ Αυτό είναι εύκολο να το γνωρίζω και άκουσε με ποιο τρόπο. Υποσχέθηκες να αποδείξεις ότι ο Πέτρος, που λέγει ότι ένας Θεός υπάρχει, ψεύδεται, ενώ εκείνος που υπόσχεται ότι θα διαψεύσει αυτόν που λέει τον ένα Θεό, είναι ολοφάνερο ότι, αφού εκείνος λέει την αλήθεια, δεν λέει το ίδιο. Διότι, αν λέει το ίδιο με εκείνον που ψεύδεται, τότε ψεύδεται και αυτός, ενώ, εάν αποδείξει ότι λέει τα αντίθετα, τότε λέει την αλήθεια. Δεν γίνεται αλλιώς λοιπόν, αφού λες ότι είναι ψεύτης αυτός που λέει ότι ένας Θεός υπάρχει, παρά να πιστεύεις σε πολλούς θεούς. Αλλά και εγώ λέω ότι υπάρχουν πολλοί θεοί. Αφού λοιπόν λέω το ίδιο με σένα πριν από τη συζήτηση, είμαι μάλλον με σένα προκατειλημμένος, και γι’ αυτό δεν πρέπει να αγωνιάς για μνα εσύ, αλλά ο Πέτρος, διότι ακόμα πιστεύω τα αντίθετα από εκείνον. Ελπίζοντας όμως μετά τη συζήτησή σας να φανώ αντικειμενικός κριτής, αποβάλλοντας την προκατάληψη, θα συμφωνήσω με τον λόγο που θα υπερισχύσει.

Όταν είπε ο πατέρας αυτά, σιγά – σιγά ακούστηκε φωνή επαίνου από τα πλήθη, για το ότι ο πατέρας μίλησε έτσι.

5. Και αμέσως ο Πέτρος είπε˙ Εγώ είμαι έτοιμος να κάνω, όπως είπε ο μεσολαβητής της συζήτησης, και ευθύς αμέσως χωρίς καμμιά αναβολή θα εκθέσω την πίστη μου για τον Θεό. Λέγω λοιπόν εγώ, ότι ένας Θεός υπάρχει, ο οποίος δημιούργησε τον ουρανό και την γη και όλα όσα υπάρχουν σ’ αυτά, και δεν επιτρέπεται άλλον ούτε να λέμε ούτε να πιστεύουμε.

Και ο Σίμωνας είπε˙ Εγώ όμως λέγω ότι οι Γραφές που πιστεύουν οι Ιουδαίοι μιλούν για πολλούς θεούς και ότι δεν οργίζεται ο Θεός γι’ αυτό, ότι δηλαδή αυτός μέσω των Γραφών του έχει μιλήσει για πολλούς θεούς.

6. Για παράδειγμα λοιπόν στην πρώτη ομιλία του Νόμου εμφανίζεται να λέει ότι είναι όμοιοι με τον εαυτό του. Έτσι γράφεται ότι στον πρώτο άνθρωπο, που είχε εντολή από τον Θεό να τρώει από κάθε δένδρο του παραδείσου, ενώ από το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού να μη φάει, το φίδι μέσω της γυναίκας, πείθοντάς τους να φάνε με την υπόσχεση ότι θα γίνουν και αυτοί θεοί, τους έκανε να ανοίξουν τα μάτια τους, κι όταν άνοιξαν τα μάτια τους ο Θεός είπε˙ «να, ο Αδάμ έγινε σαν ένας από μας».1 Επομένως λέγοντας το φίδι, «θα γίνετε θεοί»,2 φαίνεται πως το είπε επειδή ήταν θεοί˙ πολύ περισσότερο μάλιστα που και ο Θεός το επιβεβαίωσε λέγοντας˙ «να, ο Αδάμ έγινε σαν ένας από μας». Έτσι, το φίδι που μίλησε για πολλούς θεούς, δεν είπε ψέματα.

Επίσης το γραμμένο, «να μη κακολογήσεις τους θεούς και τους άρχοντες του λαού σου να μη τους μιλήσεις άσχημα»,3 σημαίνει την ύπαρξη πολλών θεών, τους οποίους δεν θέλει ούτε να κακολογούμε. Αλλά και κάπου αλλού είναι γραμμένο˙ «δεν τόλμησε θεός άλλος να μπει και να πάρει για τον εαυτό του ένα έθνος μέσα από άλλο, όπως έκανα εγώ ο Κύριος και Θεός».4 Λέγοντας «δεν τόλμησε θεός άλλος», εννοούσε ότι υπήρχαν και άλλοι. Και άλλοτε˙ «θεοί, που δεν δημιούργησαν τον ουρανό και τη γη, να καταστραφούν.5 αυτό το είπε επειδή εκείνοι που δημιούργησαν δεν θα καταστραφούν. Και κάπου αλλού λέει˙ «πρόσεχε τον εαυτό σου, μη πας και λατρέψεις θεούς άλλους, τους οποίους δεν γνώριζαν οι πατέρες σου»,6 εννοώντας ότι υπάρχουν και άλλοι θεοί, τους οποίους και συνιστά να μη τους ακολουθούν. Και πάλι˙ «ονόματα άλλων θεών να μη έρθουν στα χείλη σου».7 Και εδώ αναφέρει πολλούς θεούς, των οποίων τα ονόματα δεν θέλει να αναφέρονται.

Και πάλι είναι γραμμένο˙ «ο Κύριος και Θεός σου, αυτός είναι Θεός των εθνών».8 Και πάλι˙ «ποιός είναι όμοιός σου, Κύριε, μεταξύ των θεών;».9 Και πάλι˙ «Θεός Κύριος των θεών».10 Και πάλι˙ «ο Θεός βρέθηκε σε συνάθροιση θεών, και στάθηκε στη μέση για να κρίνει τους θεούς».11 Γι’ αυτό απορώ πως, ενώ τόσες γραπτές μαρτυρίες βεβαιώνουν ότι υπάρχουν πολλοί θεοί, εσύ διαβεβαιώνεις ότι δεν πρέπει ούτε να το λέμε αυτό ούτε να το πιστεύουμε. Εάν λοιπόν έχεις κάτι να πεις γι’ αυτά που με τρόπο σαφή ειπώθηκαν, λέγε για όλα.

4. Και ο πατήρ απεκρίνατο˙ Μη με βιάζου ακρίτως συνθέσθαι σοι, ίνα δόξω φιλαλήθης είναι κριτής, ει δε ταληθή ακούσαι θέλεις, τω σω φρονήματι μάλλον προείλημμαι.

Και ο Σίμων˙ Πώς προείληψαι, ουκ ειδώς ο φρονώ;

Και ο πατήρ˙ Τούτο ράδιόν εστίν ειδέναι, και πώς άκουσον. Ελέγξειν υπέσχου Πέτρον ένα Θεόν λέγοντα είναι, ότι ψεύδεται, ο δε τον ένα λέγοντα ψεύσματος ελέγξαι επαγγελλόμενος, πάντως εύδηλον ως εκείνος αληθεύων, ου το αυτό λέγει. Ει γαρ τω καταψευδομένω το αυτό λέγει, και αυτός ψεύδεται, ει δε τα εναντία λέγων αποδείκνυσιν, τότε αληθεύει. Ουκ άλλως ουν τον ένα Θεόν είναι λέγοντα ψεύστην λέγεις, ει μη τι αν ότι πολλούς δοξάζης θεούς. Θεούς δε πολλούς είναι καγώ λέγω. Το αυτό ουν σοι προ της ζητήσεως λέγων, σοι μάλλον προείλημμα. Και κατά τούτο αγωνιάν περί εμού ουκ οφείλεις, αλλά Πέτρος, ότι ακμήν αυτώ τα εναντία φρονώ. Ώσπερ μετά την υμετέραν ζήτησιν ελπίζω φιλαλήθης ως κριτής, πρόληψιν αποδυσάμενος, τω επικρατούντι συνθέσθαι λόγω.

Ταύτα του πατρός ειπόντος ηρέμα βοή τις επαίνου εκ των όχλων εγένετο επί τω ούτω τον πατέρα διαλεχθήναι.

5. Και ομώς ο Πέτρος έφη˙ Εγώ, ως ο των λόγων μεσίτης είρηκεν, ποιείν έτοιμός ειμί, και ήδη ποτέ προ πάσης αναβολής το εμόν περί Θεού εκθήσομαι φρόνημα. Καγώ ένα Θεόν είναι λέγω, τον πεποιηκότα τον ουρανόν και την γην και τα εν αυτοίς πάντα. Άλλον τε ούτε λέγειν, ούτε νομίζειν έξεστιν.

Και ο Σίμων˙ Εγώ δε φημί τας πεπιστευμένας Γραφάς παρά Ιουδαίοις πολλούς λέγειν θεούς, και μη χαλεπαίνειν επί τούτω τον Θεόν, τω αυτόν δια των Γραφών αυτού πολλούς θεούς ειρηκέναι.

6. Αυτίκα γουν εν τη πρώτη φωνή του νόμου φαίνεται και εαυτώ αυτούς ομοίους λέγων. Ούτω γαρ γέγραπται, ως ότι τω πρώτω ανθρώπω, εντολήν έχοντι παρά του Θεού, από παντός ξύλου του εν τω παραδείσω φαγείν, από δε του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν μη φαγείν, ο όφις δια της γυναικός επί υποσχέσει του γενέσθαι αυτούς θεούς φαγείν αυτούς πείσας, αναβλέψαι εποίησεν˙ και ειθ’ ούτως ο Θεός αναβλέψασιν αυτοίς έφη˙ «ιδού γέγονεν Αδάμ ως εις εξ ημών». Ο μεν ουν όφις ειπών, «έσεσθε ως θεοί», ως όντων θεών ειρηκώς φαίνεται˙ ταύτη μάλλον ή και ο Θεός επεμαρτύρησεν ειπών˙ «ιδού γέγονεν Αδάμ ως εις εξ ημών». Ούτως ο τους πολλούς ειπών όφις είναι θεούς ουκ εψεύσατο. Πάλιν δε το γεγράφθαι, «θεούς ου κακολογήσεις και άρχοντας του λαού σου ου κακώς ερείς», πολλούς σημαίνει θεούς, ους ουδέ κακολογείσθαι θέλει. Αλλά και άλλοθί που γέγραπται˙ «ει ετόλμησε θεός έτερος εισελθείν και λαβείν εαυτώ έθνος εκ μέσου έθνους, ως εγώ Κύριος ο Θεός». Τω ειπείν, «ει ετόλμησε θεός έτερος», ως όντων ετέρων είρηκεν.

Και άλλοτε˙ «θεοί οιτον ουρανόν και την γην ουκ εποίησαν, απολέσθωσαν», ως μη των πεποιηκότων απόλλλυσθαι μελλόντων. Και άλλη που λέγει˙ «έπεχε σεαυτώ μη πορευθείς λατρεύσης θεοίς ετέρους, οις ουκ ήδεισαν οι πατέρες σου», ως όντων θεών ετέρων, οις και μη εξακολουθείν αυτούς λέγει. Και πάλιν˙ «ονόματα θεών ετέρων ουκ αναβήσεται επί των χειλέων σου». Και ενταύθα πολλούς θεούς λέγει, ων τα ονόματα ονομάζεσθαι ου θέλει. Και πάλιν γέγραπται˙ «Κύριος ο Θεός σου, ούτος Θεός των θεών». Και πάλιν˙ «τίς όμοιός σοι, Κύριε εν θεοίς;» Και πάλιν˙ «Θεός θεών Κύριος». Και πάλιν˙ «ο Θεός έστη εν συναγωγή θεών, εν μέσω δε θεούς διακρίνειν». Όθεν θαυμάζω πώς τοσούτων φωνών εγγράφως μαρτυρουσών πολλούς είναι θεούς, συ διαβεβαίωσαι μη δειν μήτε λέγειν μήτε είναι νομίζειν. Λοιπόν προς τα σαφώς ρηθέντα ει τί έχεις ειπείν, επί πάντων λέγε.

Υποσημειώσεις.

1. Γέν. 3,2
2. Γέν. 3,5
3. Έξ. 22, 28
4. Δευτ. 4, 34
5. Ιερ. 10, 11
6. Δευτ. 13, 6
7. Ιησ’. Ναυή 23, 7
8. Δευτ. 10, 17
9. Ψαλμ. 85, 8
10. Ψαλμ. 49, 1
11. Ψαλμ. 81, 1

***

7. Ο Πέτρος τότε είπε˙ Άκουσε με συντομία γι’ αυτά που είπες. Αυτός ο Νόμος, που πολλές φορές αναφέρει θεούς, ο ίδιος λέει στο ιουδαϊκό πλήθος, «ορίστε, ο ουρανός του ουρανού και όλα όσα υπάρχουν σ’ αυτόν είναι του Κυρίου και Θεού σου»,1 εννοώντας ότι, αν και υπάρχουν θεοί, βρίσκονται κάτω από αυτόν, δηλαδή κάτω από τον Θεό των Ιουδαίων. Και πάλι˙ «διότι ο Κύριος και Θεός σου, αυτός είναι Θεός επάνω στον ουρανό και κάτω στη γη, και δεν υπάρχει άλλος εκτός από αυτόν».2 Και κάπου αλλού η Γραφή λέει στο πλήθος των Ιουδαίων˙ «ο Κύριος και Θεός σου, αυτός είναι Θεός των θεών»,3 ότι δηλαδή, αν και υπάρχουν θεοί, είναι όμως κατώτεροι του Θεού των Ιουδαίων. Και κάπου αλλού γι’ αυτόν λέει η Γραφή˙ «ο Θεός ο μεγάλος και αληθινός, ο οποίος δεν προσωποληπτεί, ούτε παίρνει δώρα, απονέμει δικαιοσύνη στο ορφανό και στη χήρα»4 Λέγοντας η Γραφή τον Θεό των Ιουδαίων μεγάλο και αληθινό και ότι κάνει κρίση, φανερώνει ότι οι άλλοι είναι μικροί και όχι αληθινοί.

Αλλά και κάπου αλλού λέει η Γραφή˙ «σας διαβεβαιώνω, λέει ο Κύριος, ότι δεν υπάρχει Θεός άλλος εκτός από μένα. Εγώ είμαι ο πρώτος και εγώ θα είμαι και στο μέλλον˙ εκτός από μένα Θεός δεν υπάρχει».5 Και πάλι˙ «να σέβεσαι τον Κύριο και Θεό σου και μόνο αυτόν να λατρεύεις».6 Και πάλι˙ «άκουσε Ισραηλιτικέ λαέ˙ ο Κύριος και Θεός σου είναι ένας Κύριος».7 Κατά τον ίδιο τρόπο πολλές μαρτυρίες επισφραγίζουν με όρκο ότι ένας Θεός υπάρχει, και ότι εκτός από αυτόν δεν υπάρχει θεός. Γι’ αυτό απορώ, γιατί, ενώ τόσες πολλές μαρτυρίες διαβεβαιώνουν ότι ένας είναι ο Θεός, εσύ λες ότι είναι πολλοί.

8. Και ο Σίμωνας είπε˙ Στην αρχή σου είπα, ότι θα αποδείξω από τις Γραφές πως ψεύδεσαι λέγοντας ότι δεν πρέπει να λέμε ότι υπάρχουν πολλοί θεοί. Γι’ αυτό παρουσίασα πολλές έγγραφες μαρτυρίες, ότι οι ίδιες οι θείες Γραφές μιλούν για πολλούς θεούς.

Και ο Πέτρος είπε˙ Αυτές οι Γραφές που μιλούν για πολλούς θεούς, οι ίδιες μας προτρέπουν λέγοντας˙ «ονόματα άλλων θεών να μην έρθουν στα χείλη σου».8 Έτσι, δεν μίλησα διαφορετικά από εκείνο που είναι γραμμένο, Σίμωνα.

Και ο Σίμωνας είπε˙ Άκουσε σχετικά μ’ αυτό και συ, Πέτρε. Μου φαίνεται ότι αμαρτάνεις κατηγορώντας τους, ενώ η Γραφή λέει˙ «δεν θα κακολογήσεις, και τους άρχοντες του λαού σου δεν θα τους κατηγορήσεις».9

Και ο Πέτρος˙ Δεν αμαρτάνω, Σίμωνα, προλέγοντας την απώλειά τους σύμφωνα με τις Γραφές˙ διότι είναι γραμμένο το εξής˙ «οι θεοί που δεν δημιούργησαν τον ουρανό και τη γη, θα εξαφανιστούν»,10 και αυτό το είπε όχι ότι μερικοί δημιούργησαν κι δεν θα αφανισθούν, όπως το ερμήνευσες. Διότι δηλώνεται από την αρχή της Γραφής, ότι ένας είναι ο δημιουργός˙ «στην αρχή δημιούργησε ο Θεός τον ουρανό και τη γη».11 Και δεν είπε, ¨οι θεοί¨. Και κάπου αλλού λέει˙ «την δημιουργία των χεριών του την διακηρύσσει το στερέωμα».12 Και σε άλλο μέρος είναι γραμμένο˙ «οι ουρανοί αυτοί θα καταστραφούν, συ όμως θα παραμείνεις αιώνια».12

7. Και ο Πέτρος έφη˙ Συντομώτερον άκουε προς α είρηκας. Αυτός ο νόμος πολλάκις ειπών θεούς, αυτός τω Ιουδαίω όχλω λέγει˙ «ιδού Κυρίου του Θεού σου ο ουρανός του ουρανού και πάντα όσα εστίν εν αυτοίς», συμπεριλαβών, ότι ει και εισί θεοί, υπ’ αυτόν εισίν, τουτέστιν υπό τον των Ιουδαίων Θεόν. Και πάλιν˙ «ότι Κύριος ο Θεός σου, ούτος Θεός εν τω ουρανώ άνω, και εν τη γη κάτω, και ουκ έστιν άλλος πλην αυτού». Και άλλη που λέγει η Γραφή τω Ιουδαίων όχλω˙ «Κύριος ο Θεός σου, ούτος Θεός των θεών» ώσπερ ότι, ει και εισί θεοί, υπό τον Ιουδαίων Θεόν εισίν. Και άλλη που περί αυτού λέγει η Γραφή˙ «ο Θεός ο μέγας και αληθινός, ος ου λαμβάνει εις πρόσωπον, ουδέ μη λάβη δώρον, ποιών κρίσιν ορφανώ και χήρα». Μέγαν δε και αληθινόν και κρίσιν ποιούντα τον των Ιουδαίων η Γραφή ειπούσα Θεόν, τους άλλους μικρούς και ουκ αληθινούς εσήμανεν. Αλλά και άλλη που λέγει η Γραφή˙ «ζω εγώ, λέγει Κύριος, ουκ έστι Θεός έτερος πλην εμού. Εγώ πρώτος, εγώ μετά ταύτα, πλην εμού Θεός ουκ έστιν».

Και πάλιν˙ «Κύριον τον Θεόν σου φοβηθήση και αυτώ μόνω λατρεύσεις». Και πάλιν˙ «άκουε, Ισραήλ, Κύριος ο Θεός υμών Κύριος εις εστίν». Και ομώς πολλαί φωναί μεθ’ όρκου επισφραγίζουσιν, ότι εις εστίν ο Θεός και πλην αυτού ουκ έστι Θεός. Όθεν θαυμάζω, πώς τοσούτων μαρτυρουσών φωνών ένα είναι Θεόν, συ πολλούς είναι λέγεις.

8. Και ο Σίμων˙ Ο λόγος την αρχήν ην μοι προς σε, από Γραφών ελέγξαι σε, ότι ψεύδη λέγων μη πολλούς δειν φθέγγεσθαι Θεούς. Όθεν πολλάς εγγράφους έδειξα φωνάς, ότι αυταί αι θείαι Γραφαί πολλούς φθέγγονται θεούς.

Και ο Πέτρος˙ Αυταί οι πολλούς φθεγγόμεναι θεούς Γραφαί, αυταί παρήνεσαν ημίν ειπούσαι˙ «ονόματα θεών ετέρων ουκ αναβάσεται επί των χειλέων σου». Ούτως ου παρά το γεγραμμένον έφην, ω Σίμων.

Και ο Σίμων˙ Άκουσον προς αυτό και συ, ώ Πέτρε. Αμαρτάνειν μοι δοκείς, ότι αυτών καταλέγεις, της Γραφής λεγούσης˙ «ου κακολογήσεις, και άρχοντας του λαού σου ου κακώς ερείς».

Και ο Πέτρος˙ Ουχ αμαρτάνω, Σίμων, ακολούθως ταις Γραφαίς την απώλειαν αυτών προσημαίνων˙ ούτω γαρ γέγραπται˙ «θεοί, οι τον ουρανόν και την γην ουκ εποίησαν, απολέσθωσαν», και τούτο ειπών ουχ ως ενίων πεποιηκότων και μη απολλυμένων, ως ερμήνευσας. Δηλούται γαρ εις ο πεποιηκώς τω απαρχής γέγραφθαι˙ «εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην». Και ουκ είπεν, ¨οι θεοί¨. Και άλλη που λέγει˙ «ποίησον δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα». Και εν ετέρω τόπω γέγραπται˙ «οι ουρανοί αυτοί απολούνται, συ δε διαμενείς εις τον αιώνα».

Υποσημειώσεις.

1. Δευτ. 10, 14
2. Δευτ. 4, 39
3. Δευτ. 10, 17
4. Δευτ. 10, 17-18
5. Ησ’. 44, 6
6. Δευτ. 6, 13
7. Δευτ. 6, 4
8. Ιησ’. Ναυή 23, 7
9. Έξ. 33, 28
10. Ιερ. 10, 11
11. Γέν. 1, 1
12. Ψαλμ. 18, 2

***

9. Και ο Σίμων είπε˙ Εγώ για ν’ αποδείξω ότι υπάρχουν πολλοί θεοί, παρουσίασα πολλές σαφείς μαρτυρίες από τις Γραφές, αλλά και συ προσκόμισες τόσες ή και περισσότερες μαρτυρίες από τις ίδιες Γραφές, αποδεικνύοντας ότι ένας Θεός υπάρχει, και αυτός είναι των Ιουδαίων. Και όταν είπα ότι δεν πρέπει να κακολογούμε τους θεούς, προσκόμισες, για να αποδείξεις ότι ένας είναι ο δημιουργός, το ότι οι μη δημιουργοί θα εξαφανιστούν. Και όταν είπα, ότι πρέπει να μιλάμε για πολλούς θεούς, αφού και οι Γραφές τους αναφέρουν, και σ’ αυτό απέδειξες, ότι δεν πρέπει να αναφέρουμε τα ονόματά τους, προβάλλοντας ότι η Γραφή είπε να μη λέγονται ονόματα άλλων θεών. Επειδή λοιπόν οι ίδιες οι Γραφές λένε ότι υπάρχουν πολλοί θεοί, και άλλοτε ότι είναι μόνο ένας, και άλλοτε βέβαια λένε να μη κακολογούνται, άλλοτε πάλι να κακολογούνται, γι’ αυτό τί άλλο πρέπει να σκεφτούμε, παρά ότι οι ίδιες οι Γραφές μας παραπλανούν;

10. Και ο Πέτρος είπε˙ Δεν μας παραπλανούν, αλλά μας δοκιμάζουν, και φανερώνουν την κακή προαίρεση που σαν φίδι φωλιάζει στον καθένα εναντίον του Θεού. Διότι υπάρχουν μοιάζοντας με πολλούς και διάφορους τύπους. Έχοντας λοιπόν ο καθένας όμοια με κερί και την δική του προαίρεση, εξετάζοντας αυτές και βρίσκοντας τα πάντα μέσα σ’ αυτές, σχηματίζει πλάθοντας στην προαίρεσή του, που, όπως είπα, μοιάζει με κερί, όπως τον θέλει να είναι. Επειδή λοιπόν βρίσκει κανείς ανάμεσα σ’ αυτές ό,τι θέλει να πιστεύει για τον Θεό, γι’ αυτό άλλος αποτυπώνει από αυτές μορφές πολλών θεών, και εμείς αποτυπώσαμε την πραγματική μορφή, αναγνωρίζοντας από τη δική μας μορφή τον αληθινό τύπο. Αλλά και η ψυχή μέσα μας φόρεσε την εικόνα του για την αθανασία. Εάν εγκαταλείψει και αυτή, βλέποντάς με να είμαι άδικος με το τόλμημά μου αυτό, και έχοντας δίκαιο δίκαια θα με εγκαταλείψει και έτσι μετά την κόλαση θα χάσω και την ψυχή μου, στερούμενος τη βοήθειά της.

Εάν πάλι υπάρχει άλλος, πρώτον ας φορέσει άλλο σχήμα, άλλη μορφή, ώστε με την καινούργια μορφή του σώματος να γνωρίσει και τον καινούργιο Θεό. Εάν όμως αλλάξει και τη μορφή, δεν θα είμαι πια εγώ, αφού έγινα άλλος και στη μορφή και στην ουσία. Ας πλάθει λοιπόν άλλους θεούς, εάν υπάρχει άλλος. Αλλά δεν υπάρχει. Γιατί, αν υπήρχε, θα έπλαθε. Αφού λοιπόν δεν έπλασε, ας εγκαταλείψει πραγματικά τον αληθινό Θεό, σαν να μην υπάρχει. Διότι δεν υπάρχει κανένας, παρά μόνο στη σκέψη του Σίμωνα. Εγώ άλλον θεό δεν παραδέχομαι, παρά μόνο εκείνον που με δημιούργησε.

11. Και ο Σίμωνας˙ Επειδή παρατηρώ ότι κάνεις συχνότερα λόγο για τον Θεό που σε έπλασε, μάθε από μένα, ότι και σ’ αυτόν δείχνεις ασέβεια. Εκείνοι που σε έπλασαν φαίνονται να είναι δύο, όπως λέει η Γραφή˙ «και είπε ο Θεός˙ ας δημιουργήσουμε άνθρωπο σύμφωνα με τη δική μας εικόνα και όμοιο με μας».1 Το «ας δημιουργήσουμε» σημαίνει δύο ή περισσότερους, οπωσδήποτε όμως περισσότερους από έναν.

12. Και ο Πέτρος αποκρίθηκε˙ Ένας είναι εκείνος που με τη Σοφία του είπε, «ας κάνουμε άνθρωπο». Και αυτή η Σοφία, μαζί με την οποία ο ίδιος χαιρόταν πάντοτε, σαν να ήταν πνεύμα δικό του, είναι βέβαια ενωμένη σαν ψυχή με τον Θεό, απλώνεται όμως από αυτόν σαν χέρι που δημιουργεί το παν. Γι’ αυτό και δημιουργήθηκε ένας άνθρωπος, και από αυτόν προήλθε το θηλυκό. Και ενώ είναι μονάδα, είναι δυάδα ως προς το γένος. Διότι με διάσταση και συστολή η μονάδα φαίνεται ότι είναι δυάδα. Ώστε ενεργώ σωστά αποδίδοντας στον ένα Θεό κάθε τιμή, όπως και στους γονείς.

Και ο Σίμωνας είπε˙ Δηλαδή δεν παραδέχεσαι ότι οι Γραφές αναφέρουν και άλλους θεούς;

9. Και ο Σίμων έφη˙ Προς το εμέ δείξαι πολλούς είναι θεούς από των Γραφών, φωνάς σαφείς παρέστησα, συ δε τοσαύτας ή και πλείονας φωνάς από των αυτών Γραφών ενήνοχας, δεικνύων ότι εις εστί Θεός, και ούτος Ιουδαίων. Και προς το ειπείν με, ου δει κακοογείν θεούς, επήγαγες προς το δείξαι, ότι εις εστίν ο πεποιηκώς, ότι οι μη πεποιηκότες επολέσθαι έχουσιν. Προς δε το ειπείν με, ότι δει θεούς λέγειν καθό και αι Γραφαί αυτούς λέγουσιν, και προς τούτοις έδειξας, ότι μη δειν αυτών ονόματα φθέγγεσθαι, τω την αυτήν Γραφήν ειπείν, ονόματα θεών ετέρων μη φθέγγεσθαι. Επεί ουν αυταί αι Γραφαί πολλούς λέγουσιν είναι θεούς, και άλλοτε ένα μόνον είναι, και οτέ μεν μη κακολογείσθαι, οτέ δε κακολογείσθαι, προς τούτο τί δει λογίσασθαι,ή ότι αυταί ημάς αι Γραφαί πλανώσιν;

10. Και ο Πέτρος έφη˙ Ου πλανώσιν, άλλ’ ελέγχουσι και εις φανερόν άγουσι την εν εκάστω κατά του Θεού ενδομυχούσαν ώσπερ όφεως κακήν προαίρεσιν. Πολλοίς γαρ και διαφόροις τύποις εοικυίαι πρόκεινται. Έκαστος ουν κηρώ εοικυίαν την αυτού προαίρεσιν έχων, περιβλεψάμενος αυτάς και πάντα ευρών εν αυταίς, οποίον θεόν είναι θέλει, την, ως έφην, κηρώ εοικυίαν προαίρεσιν επιβαλών απομάσσεται. Επεί ουν ό,τι αν βούληταί τις περί θεού φρονείν, εν αυταίς ευρίσκει, τούτου χάριν ο μεν πολλών θεών ιδέας απομάσσεται απ’ αυτών, και ημείς την των όντως απεμαξάμεθα ιδέαν, εκ της ημετέρας μορφής τον αληθή επιγνόντες τύπον. Αλλά και η ένδοθεν ημών ψυχή την αυτού εικόνα προς αθανασίαν ημφίεσται. Ταύτης τον γεννήτορα εάν καταλίπω, δικαία κρίσει και αυτή με καταλιπείν έχει, αυτώ τω τολμήματι γνωρίσασα άδικον, και ως από δικαίου δικαίως καταλείψει με, και ούτω την ψυχήν μετά κόλασιν, της απ’ αυτής απολειφθείς βοηθείας, φθαρήσομαι.

Ει δε έστιν έτερος, πρώτον ενδυσάτω ετέραν ιδέαν, ετέραν μορφήν, ίνα δια της του σώματος καινής μορφής τον καινόν επιγνώ Θεόν. Ει δε και αλλάξη, ουκ έτι εγώ ειμί, άλλος γενόμενος και μορφή και ουσία. Άλλους ουν πλαττέτω, ει άλλος εστίν. Ουκ έστι δε Ει δε ην, έπλασεν αν. Επεί ουν ουκ έπλασεν, ως ουν ως τον όντα τω όντι καταλιπέτω. Ουδείς γαρ εστίν, η μόνη γνώμη Σίμωνος. Εγώ άλλον θεόν ου παραδέχομαι, πλην τον κτίσαντά με μόνον.

11. Και ο Σίμων˙ Επεί πυκνότερόν σε ορώ τον λόγον ποιούμενον υπέρ του πλάσαντός σε Θεού, μάθε παρ’ εμού, πώς και εις αυτόν ασεβείς. Ου πλάσαντες δύο φαίνονται, ως η Γραφή λέγει˙ «και είπεν ο Θεός˙ Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν». Το «ποιήσωμεν» δύο σημαίνει, ή πλείονας, πλείονας πλην ουχ ένα.

12. Και ο Πέτρος απεκρίνατο˙ Εις εστίν ο τη αυτού σοφία ειπών, «ποιήσωμεν άνθρωπον», η δε σοφία, η ώσπερ ιδίω πνεύματι αυτός αεί συνέχαιρεν, ήνωται μεν ως ψυχή τω Θεώ, εκτείνεται δε απ’ αυτού, ως χειρ, δημιουργούσα το παν. Δια τούτο δε και εις άνθρωπος εγένετο, απ’ αυτού δε προήλθε και το θήλυ. Και μονάς ούσα τω γένει δυάς εστίν. Κατά γαρ έκτασιν και συστολήν η μονάς δυάς είναι νομίζεται. Ώστε ενί Θεώ, ως γονεύσιν, ορθώς ποιώ την πάσαν προσαναφέρων τιμήν.

Και ο Σίμων έφη˙ Τί δε, ει και αι Γραφαί ετέρους θεούς λέγουσιν, ου παραδέξη;

Υποσημείωση

1. Γέν. 1, 26

Από την συλλογή: Αποστολικοί Πατέρες, άπαντα τα έργα (3).
Κλημέντια Β’: Προς Κορινθίους Α’ – Β’, Μαρτύριον Κλήμεντος.

Εκδότης ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Σειρά: ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 118
Χρονολογία Έκδοσης, Δεκέμβριος 1994

Μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση), Παπαευαγγέλου Παναγιώτης.
Επιμέλεια, ΜΕΡΕΤΑΚΗΣ Γ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ

Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Εκ “των Πέτρου επιδημιών κηρυγμάτων επιτομή”: (Εισαγωγή).

Δημοσιεύθηκε στην Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.