13. Και ο Πέτρος αποκρίθηκε˙ Είτε οι Γραφές είτε οι προφήτες αναφέρουν θεούς, το κάνουν για να υποβάλλουν σε δοκιμασία εκείνους που τους ακούν. Έτσι λόγου χάρη έχει γραφεί˙ «εάν εμφανισθεί ανάμεσά σας προφήτης που κάνει μικρά και μεγάλα θαύματα και έρθει τότε με το μικρό εκείνο ή μεγάλο θαύμα και σου πει˙ Ας πάμε να λατρέψουμε άλλους θεούς, που δεν τους γνώριζαν οι πατέρες σου, να μη τον ακούσετε τον προφήτη εκείνο. Και πρώτα – πρώτα τα χέρια σας να τον λιθοβολήσουν, διότι αποπεράθηκε να σε απομακρύνει από τον Κύριο και Θεό σου. Εάν όμως σκεφθείς μέσα σου˙ Πώς έκανε το μικρό εκείνο ή μεγάλο θαύμα, να γνωρίζεις ότι αυτός που σε δοκίμαζε ήθελε να δει εάν φοβάσαι τον Κύριο και Θεό σου».1 Και το ότι σε πείραζε ο διάβολος, έχει λεχθεί, φαίνεται όμως με άλλον τρόπο μετά τη Βαβυλώνεια αιχμαλωσία. Διότι δεν πείραζε ο Θεός, που τα γνωρίζει όλα, όπως μπορώ με πολλά παραδείγματα να αποδείξω, για να μάθει αυτός που γνωρίζει εκ των προτέρων τα πάντα.
Εάν όμως θέλεις, ας μιλήσουμε για το θέμα αυτό, και θα αποδείξω ότι ο Θεός γνωρίζει εκ των προτέρων. Το ότι δε αυτός αγνοεί είναι ψέμα και έχει αποδειχθεί ότι γράφτηκε για δοκιμασία. Έτσι εμείς, Σίμωνα, δεν μπορούμε να σκανδαλιστούμε ούτε από τις Γραφές ούτε από κανέναν άλλον, ούτε συμφωνούμε με κανένα λόγο που λέγεται εναντίον του Θεού.
14.Διότι γνωρίζουμε κι εμείς αγγέλους που ονομάζονται από τις Γραφές θεοί, και εννοώ όπως εκείνος που μίλησε στη βάτο,2 και πάλαιψε με τον Ιακώβ,3 όπως και τον Εμμανουήλ που θα γεννιόταν και τον λεγόμενο ισχυρό Θεό.3 Αλλά και ο Μωυσής έγινε θεός για τον Φαραώ,4 ενώ στην πραγματικότητα ήταν άνθρωπος, και ακόμα και τα είδωλα των εθνικών. Για μας όμως υπάρχει ένας Θεός, ένας, ο οποίος δημιούργησε την κτίση και διακόσμησε τα πάντα, του οποίου και ο Χριστός είναι Υιός, στον οποίο πιστεύοντας αναγνωρίζουμε ποια από τις Γραφές είναι ψεύτικα. Αλλά και από τους πατέρες μαθαίνοντας όσα από τις Γραφές είναι αληθινά, γνωρίζουμε μόνο έναν, αυτόν που δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη, τον Θεό των Ιουδαίων και όλων εκείνων που προτιμούν να τον σέβονται. Αυτόν μας παρέδωσαν και οι πατέρες διδάσκοντάς τον αληθινό με ευσεβή συλλογισμό, για να γνωρίζουμε πως, εάν λέγεται κάτι εναντίον του Θεού, είναι ψεύτικο.
Αλλά θα πω και κάτι το υπερβολικό˙ εάν αυτό δεν είναι έτσι όπως είπα, ας κινδυνέψω εγώ και εκείνοι που αγαπούν την αλήθεια, προς δόξα του Θεού που μας δημιούργησε.
15. Ακούοντας ο Σίμωνας αυτά είπε˙ Επειδή και τον προφήτη που κάνει σημεία και τέρατα, αλλά διδάσκει άλλον θεό, λες ότι πρέπει να τον πιστεύουμε, γνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι ο προφήτης αυτός πρέπει να πεθαίνει, επομένως και ο δάσκαλός σου που έκανε σημεία και τέρατα απλώς φονεύθηκε.
Και ο Πέτρος αποκρίθηκε˙ Ο Κύριός μας ούτε είπε, ότι υπάρχουν θεοί εκτός από εκείνον που δημιούργησε τα πάντα, ούτε τον εαυτό του διεκήρυξε ότι είναι Θεός, αλλά ορθά εμακάρισε εκείνον που τον ονόμασε Υιό του Θεού5 που διακόσμησε τα πάντα.
Και ο Σίμωνας απάντησε˙ Δεν πιστεύεις δηλαδή ότι εκείνος που γεννήθηκε από τον Θεό είναι Θεός;
Και ο Πέτρος είπε˙ πες μας, πώς μπορεί αυτό να είναι έτσι. Διότι εμείς δεν μπορούμε να σου το πούμε, γιατί δεν το ακούσαμε από αυτόν.
13. Και ο Πέτρος απεκρίνατο˙ Είτε αι Γραφαί είτε προφήται θεούς λέγουσιν, εις πειρασμόν των ακουόντων λέγουσιν. Ούτω γαρ γέγραπται˙ εάν αναστή εν σοι προφήτης, διδούς σημεία και τέρατα, και έλθη τότε σημείον εκείνο και το τέρας, ερεί δε σοι, Πορευθέντες λατρεύωσμεν θεοίς ετέροις, οις ουκ ήδεισαν οι πατέρες σου, ουκ ακούσεσθε του προφήτου εκείνου˙ εν πρώτοις έστωσαν αι χείρές σου λιθοβολήσαι αυτόν. Επείρασε γαρ σε αποστήναι από Κυρίου του Θεού σου. Εάν δε είπης εν τη καρδία σου, Πώς εποίησε το σημείον εκείνο ή το τέρας, γινώσκων γνώση, ότι ο πειράζων επείραζεν ιδείν, ει φοβή Κύριον τον Θεόν σου». Ότι δε ο πειράζων επείραζεν, είρητο, ετέρως δε μετά την εις Βαβυλώνα μετοικεσίαν φαίνεται. Ου γαρ αν ο πάντα γινώσκων Θεός, ως εκ πολλών έσται δείξαι, επείραζεν, ίνα γνω αυτός, ο τα πάντα προγινώσκων. Ει δε βούλει, περί τούτου τον λόγον ποιησώμεθα, και δείξω προγινώσκονται τον Θεόν. Το δε αγνοείν αυτόν ψεύσμα ον,και τούτο προς πειρασμόν γραφέν αποδέδεικται.
Ούτως ημείς, ώ Σίμων, ούτε από Γραφών ούτε ου ετέρου τινός σκανδαλισθήναι δυνάμεθα, ούτε πολλούς θεούς αποδέξεσθαι απατώμεθα, ουδέ λόγω τινί κατά του Θεού λεγομένω συντιθέμεθα.
14. Ίσμεν γαρ και αυτοί από των Γραφών αγγέλους θεούς λεχθέντας. Λεγέτω δε ως ο επί της βάτου λαλήσας, και τω Ιακώβ παλαίσας˙ αλλά και τον γεννώμενον Εμμανουήλ και τον λεγόμενον Θεόν ισχυρόν. Αλλά μην και Μωυσής θεός Φαραώ εγενήθη, τω δε όντι άνθρωπος ήν. Έτι δε και τα είδωλα των εθνών. Ημίν δε εις Θεός, εις ο τας κτίσεις πεποιηκώς και διακοσμήσας τα πάντα, ου και ο Χριστός Υιός, ω πειθόμενοι από των Γραφών τα ψευδή επιγινώσκομεν. Έτι δε και εκ πατέρων εφοδιαζόμενοι των Γραφών τα αληθή ένα μόνο οίδαμεν τον πεποιηκότα τους τε ουρανούς, και την γην, Θεόν Ιουδαίων, και πάντων των σέβειν αυτόν αιρουμένων. Τούτον και θεοφιλεί λογισμώ αληθή δογματίσαντες οι πατέρες παρέδωσαν ημίν, ίνα ειδώμεν, ότι ει τι κατά του Θεού λέγεται, ψεύδός εστίν. Αλλά και υπερβαλλόντως τι ερώ˙ ει τούτο ούτως, ως έφην, ουκ έχει, εμοί γένοιτο και τοις ταληθές αγαπώσιν, περί ευφημίας του πεποιηκότος ημάς Θεού κινδυνεύειν.
15. Ταύτα ο Σίμων ακούσας έφη˙ Επειδή και τω τα σημεία και τέρατα διδόντι προφήτη, άλλον δε θεόν λέγοντι φης μη δειν πιστεύειν, μετά του ειδέναι ότι και θάνατον οφείλει, ουκούν και ο διδάσκαλός σου σημεία και τέρατα δεδωκώς ευλόγως ανηρέθη.
Και ο Πέτρος απεκρίθη˙ Ο Κύριος ημών ούτε θεούς είναι εφθέγξατο παρά τον κτίσαντα τα πάντα, ούτε εαυτόν θεόν είναι ανηγόρευσεν, Υιόν δε Θεού του τα πάντα διακοσμήσαντος τον ειπόντα αυτόν ευλόγως εμακάρισεν.
Και ο Σίμων απεκρίνατο˙ Ου δοκεί σοι ουν τον από Θεού Θεόν είναι;
Και ο Πέτρος έφη˙ Πώς τούτο είναι δύναται, φράσον ημίν. Τούτο γαρ ημείς ειπείν σοι ου δυνάμεθα, ότι μη ηκούσαμεν παρ’ αυτού.
Υποσημειώσεις.
1. Δευτ. 13, 1ε
2. Έξ. 3, 2
3. Γέν. 32, 24-28
4. Ησ’. 9,6
5. Πρβλ. Ματθ. 16, 15
***
16. Επί πλέον, γνώρισμα του Πατέρα είναι το ότι δεν γεννήθηκε, ενώ του Υιού το ότι γεννήθηκε, και το γεννητό δεν συγκρίνεται με το αγέννητο ή το αυτογέννητο.
Και ο Σίμωνας είπε˙ Ακόμα και αν δεν είναι το ίδιο ως προς τη δημιουργία;
Και ο Πέτρος είπε˙ Αυτά είναι λόγια, όχι αποδείξεις.
Και ο Πέτρος απάντησε˙ Γιατί δεν καταλαβαίνεις, ότι το ένα είναι αυτογέννητο ή και αγέννητο, ενώ το άλλο, που είναι γεννητό, δεν μπορεί να λέγεται ίδιο, ούτε και αν ακόμα ο γεννημένος είναι από την ίδια ουσία με εκείνον που τον γέννησε. Αλλά μάθε και το εξής˙ τα ανθρώπινα σώματα έχουν ψυχές αθάνατες, που είναι ντυμένες την πνοή του Θεού, και ενώ προήλθαν από τον Θεό, είναι βέβαια από την ίδια ουσία, αλλά δεν είναι θεοί. Εάν είναι θεοί, τότε για τον ίδιο λόγο οι ψυχές όλων των ανθρώπων, των πεθαμένων και των ζωντανών και εκείνων που θα έρθουν, είναι θεοί. Εάν όμως αμφισβητώντας μου πεις, ότι και αυτές είναι θεοί, τότε γιατί αυτό είναι πιο μεγάλο να λέγεται και για τον Χριστό, τον Θεό; Διότι και αυτός έχει εκείνο που έχουν όλοι.
17. Εμείς ονομάζουμε Θεό αυτόν, του οποίου ιδιότητα είναι το να μην είναι δυνατόν να υπάρχει σε άλλον. Όπως δηλαδή, όντας άπειρος από παντού, λέγεται γι’ αυτό απέραντος, και κατ’ ανάγκη άλλος, που δεν μπορεί να είναι επίσης άπειρος, δεν έχει την ιδιότητα να ονομάζεται απέραντος (εάν κάποιος λέει ότι είναι δυνατό, ψεύδεται˙ διότι δεν μπορούν να συνυπάρχουν δύο άπειρα από παντού, επειδή το ένα περιχωρείται από το άλλο), έτσι φύση είναι, το αγέννητο να είναι ένα. Και όταν είναι σε σχήμα, το ασύγκριτο και πάλι είναι ένα. Γι’ αυτό λέγεται και Ύψιστος, επειδή, όντας ανώτερος όλων, έχει τα πάντα υποταγμένα σ’ αυτόν.
18. Και ο Σίμωνας είπε˙ Μήπως αυτό είναι το απόρρητο όνομά του, το όνομα Θεός, το οποίο λένε όλοι, αφού τόσο πολύ επιμένει στο όνομα, για να μη δοθεί σε άλλον;
Και ο Πέτρος είπε˙ Γνωρίζω καλά ότι αυτό δεν είναι το απόρρητο όνομά του, αλλά λέγεται από τους ανθρώπους συμβατικά, το οποίο, εάν το δώσεις σε άλλον, θα προσδώσεις στον άλλο και το όνομα που δεν λέγεται, και με τον λόγο της προαιρέσεως. Το όνομα που λέγεται, δηλαδή το Θεός, αποτελεί πρόοδο του ονόματος που δεν λέγεται. Σύμφωνα με τον συλλογισμό αυτόν η βρισιά αποδίδεται και στο απόρρητο όνομα, με τον ίδιο συλλογισμό που και η τιμή που αποδίδεται στο γνωστό όνομα, αναφέρεται και στο όνομά του που δεν είναι ακόμα γνωστό.
19. Και ο Σίμωνας είπε˙ Ήθελα να ήξερα, Πέτρε, αν πραγματικά πιστεύεις, ότι η μορφή του ανθρώπου είναι πλασμένη ανάλογα προς τη μορφή εκείνου.
Και ο Πέτρος˙ Πραγματικά, Σίμωνα, είμαι βέβαιος ότι έτσι είναι.
Και ο Σίμωνας˙ Τότε πώς μπορεί ο θάνατος να διαλύει το σώμα που είναι σφραγισμένο με την μεγαλύτερη σφραγίδα;
Και ο Πέτρος είπε˙ Είναι μορφή του δίκαιου Θεού. Όταν ο άνθρωπος αρχίζει να παρανομεί, η ιδέα του Θεού φεύγει και έτσι το σώμα διαλύεται, για να εξαφανιστεί η μορφή, ώστε το άδικο σώμα να μην έχει τη μορφή του δίκαιου Θεού. Η διάλυση δηλαδή δεν γίνεται στη σφραγίδα, αλλά στο σφραγισμένο σώμα. Και χωρίς αυτόν που το σφράγισε, το σφραγισμένο σώμα δεν διαλύεται. Έτσι και χωρίς κρίση ούτε ο θάνατος επιτρέπεται.
Και ο Σίμωνας˙ Τότε ποιά ανάγκη υπήρχε να δοθεί στον άνθρωπο, που πλάστηκε από τη γη, η μορφή αυτού;
Και ο Πέτρος˙ Έγινε εξαιτίας της φιλανθρωπίας του δημιουργού Θεού. Διότι, επειδή, σύμφωνα με την λογική της ουσίας, όλα είναι ανώτερα από τη σάρκα του ανθρώπου, εννοώ ο αιθέρας, ο ήλιος, η σελήνη, τα άστρα, ο αέρας, το νερό, η φωτιά, με ένα λόγο όλα τα άλλα, τα οποία τιθέμενα στην υπηρεσία του ανθρώπου, και ενώ στην ουσία είναι ανώτερα, ευχαρίστως ανέχονται να υπηρετούν αυτόν που στην ουσία είναι χειρότερος, εξαιτίας της μορφής του ανωτέρου που έχει. Διότι, όπως εκείνοι που τιμούν τον πήλινο ανδριάντα κάποιου βασιλιά, αποδίδουν την τιμή σ’ εκείνον, του οποίου τη μορφή τυχαίνει να έχει ο πηλός, έτσι και όλη η κτίση υπηρετεί με χαρά τον άνθρωπο που έγινε από χώμα, αποβλέποντας στην τιμή εκείνου.
16. Προς τούτου δε, του Πατρός το μη γεγεννήσθαί εστίν, Υιού δε το γεγεννήσθαι˙ γεννητόν δε αγεννήτω ή και αυτογεννήτω ου συγκρίνεται.
Και ο Σίμων έφη˙ Ει και τη γενέσει ου ταυτόν εστίν;
Και ο Πέτρος έφη˙ Ο κατά πάντα το αυτό ων τίνι, τας αυτάς αυτώ πάσας έχειν προσωνυμίας ου δύναται.
Και ο Σίμων˙ Τούτο λέγειν εστίν ουκ αποδεικνύειν.
Και ο Πέτρος˙ Δια τί ου νοείς; Ότι το μεν αυτογέννητον τυγχάνει ή και αγέννητον, το δε γεννητόν ον το αυτό λέγεσθαι ου δύναται, ουδ’ αν της αυτής ουσίας ο γεγεννημένος τω γεγεννηκότι αυτόν. Αλλά και τούτο μέθε˙ τα ανθρώπων σώματα ψυχάς έχει αθανάτους, την του Θεού πνοήν ημφιεσμένας, και εκ του Θεού προελθούσαι της μεν αυτής ουσίας εισί, θεοί δε ουκ εισίν. Ει δε θεοί εισί, τούτω τω λόγω πάντων ανθρώπων, των τε αποθανόντων και ζώντων και γενησομένων αι ψυχαί θεοί τυγχάνουσιν. Ει δε προσφιλονεικών μοι ερείς, και αυτάς θεούς είναι, και τι τούτο έτι μέγα και Χριστώ, τω Θεώ, λέγεσθαι; Τούτο γαρ έχει, ο και πάντες έχουσιν.
17. Ημείς Θεόν λέγομεν, ου εστίν ίδιον το άλλω προσείναι μη δυνάμενον. Ώσπερ γαρ άπειρος ων πανταχόθεν δια τούτο λέγεται απέραντος, και ανάγκη πάσα, ετέρου μη δυναμένου ωσταύτως απείρου είναι, μη είναι ίδιον το καλείσθαι απέραντον (ει δε τις λέγει δυνατόν είναι ψεύδεται˙ δύο γαρ πανταχόθεν άπειροι συνυπάρχειν ου δύναται˙ περαιούται γαρ το έτερον υπό του ετέρου), ούτω φύσις εστίν, εν είναι το Αγέννητον. Ει δε εν σχήματί εστίν, και ούτως εν εστί το ασύγκριτον. Δια τούτο και Ύψιστος λέγεται, ότι πάντων ανώτερος ων τα πάντα αυτώ υποκείμενα έχει.
18. Και ο Σίμων˙ Μη γαρ τούτό εστίν αυτού απόρρητον όνομα, το Θεός, όπερ πάντες λέγουσιν, ότι τοσούτον και περί ονόματος διισχυρίζη, ίνα μη άλλω δοθή;
Και ο Πέτρος έφη˙ Επίσταμαι ότι τούτο ουκ έστιν αυτώ το απόρρητον όνομα, αλλά το κατά συνθήκην ανθρώπων λεγόμενον, όπερ ει ετέρω δώσεις, και το μη λεγόμενον ετέρω προσάψεις, και τω της προαιρέσεως λόγω. Το λεγόμενον όνομα του μη λεγομένου πρόοδός εστίν. Τούτω τω λόγω η ύβρις και εις το μήπω ρηθέν λογίζεται, ώ λόγω η προς το εγνωσμένον τιμή εις το μήπω εγνωσμένον αναφέρεται.
19. Και ο Σίμων έφη˙ Ήθελον ειδέναι, Πέτρε, ει αληθώς πιστεύεις, ότι η ανθρώπου μορφή προς την εκείνου μορφήν διατετύπωται.
Και ο Πέτρος˙ Αληθώς, ώ Σίμων, ούτως έχειν πεπληροφόρημαι.
Και ο Σίμων˙ Πώς θάνατος το σώμα λύειν δύναται, σφραγίδι μεγίστη διατετυπωμένον;
Και ο Πέτρος˙ Θεού δικαίου εστί μορφή. Επάν ουν αδικείν άρξηται, η εν αυτώ ιδέα φεύγει, και ούτω το σώμα λύεται, ίνα η μορφή αφανής γένηται, όπως μη δικαίου μορφήν Θεού άδικον έχη το σώμα. Η μέντοι λύσις ου περί την σφραγίδα γίνεται, αλλά περί το σφραγισθέν σώμα. Άνευ δε του σφραγίσαντος το σφραγισθέν ου λύεται. Ούτως άνευ κρίσεως ουδέ το αποθανείν έξεστιν.
Και ο Σίμων˙ Τίς ουν ανάγκη ην, την τοιούτου μορφήν τω από γης εγερθέντι δούναι ανθρώπω;
Και ο Πέτρος˙ Δια την του πεποιηκότος Θεού φιλανθρωπίαν γέγονεν˙ επεί γαρ τω κατ’ ουσίαν λόγω πάντα κρίττονα τυγχάνει της ανθρώπου σαρκός, λέγω δη τον αιθέρα, τον ήλιον, την σελήνην, τους αστέρας, τον αέρα, το ύδωρ, το πυρ, ενί λόγω και τα λοιπά πάντα, άτινα εις υπηρεσίαν ανθρώπου γενόμενα και κατ’ ουσίαν κρείττονα όντα ηδέως υπομένει δουλεύειν τω κατ’ ουσίαν χείρονι, δια την του κρείττονος μορφήν. Ως γαρ οι πήλινον ανδριάντα βασιλέως τιμώντες την τιμήν αναφερομένην έχουσιν εις εκείνον, ούπερ ο πηλός την μορφήν τυγχάνει έχων, ούτω και η πάσα κτίσις τω από γης γενομένω ανθρώπω χαίρουσα δουλεύει, εις την εκείνου αφορώσα τιμήν.
***
20. Κοίταξε, σε ποιόν Θεό, Σίμωνα, θέλεις να μας πείσεις να φανούμε αχάριστοι, και σε κρατάει η γη, ίσως επειδή θέλει να δει, ποιός θα τολμήσει να πιστέψει τα ίδια με σένα. Διότι πρώτος συ τόλμησες, αυτό που δεν τόλμησε κανένας, πρώτος είπες, αυτά που για πρώτη φορά ακούσαμε. Και πρώτοι και μόνοι εμείς απέναντι στην τόση σου ασέβεια κηρύξαμε την άπειρη μακροθυμία του Θεού, και όχι κάποιου άλλου, αλλά εκείνου που έκτισε τον κόσμο, στον οποίο τόλμησες να ασεβήσεις. Και δεν άνοιξε γι’ αυτό η γη, και δεν κατέβηκε φωτιά από τον ουρανό, και δεν κατέκαψες τους άνδρες, και δεν έπεσε ασταμάτητη βροχή, και δεν στάλθηκε κοπάδι θηρίων από το δάσος, και δεν εκδηλώθηκε η ολέθρια οργή του Θεού επάνω σ’ εμάς τους ίδιους εξαιτίας ενός που υπέπεσε στο αμάρτημα της πνευματικής μοιχείας, που είναι χειρότερη από την σαρκική. Άραγε δεν είναι εκείνος που τότε τιμώρησε τα αμαρτήματα, ο κτίστης του ουρανού και της γης Θεός; Διότι και τώρα που βλασφημείται πάρα πολύ, θα επέβαλε πολύ μεγάλη τιμωρία.
Αλλά, αντίθετα, δείχνει μακροθυμία, καλεί σε μετάνοια, ενώ έχει στη φαρέτρα του καταστρεπτικά βέλη για να εξολοθρεύσει τους ασεβείς, τα οποία θα εξακοντίσει σαν ζώα ζωντανά, όταν θα καθίσει για να αποδώσει δικαιοσύνη στους δικούς του. Γι’ αυτό ας φοβηθούμε τον δίκαιο Θεός, του οποίου την μορφή φέρει τιμητικά το σώμα του ανθρώπου.
21. Όταν ο Πέτρος είπε αυτά, ο Σίμωνας αποκρίθηκε˙ Επειδή βλέπω ότι με τρόπο έντεχνο υπαινίσσεσαι, ότι όσα έχουν γραφεί κατά του Δημιουργού στα βιβλία δεν είναι αληθινά, αύριο από τους λόγους του δασκάλου σου θα αποδείξω ότι λέει πως ο δημιουργός δεν είναι ο ανώτατος Θεός. Και αφού ο Σίμωνας είπε αυτά βγήκε έξω.
Ο Πέτρος τότε είπε στο πλήθος που ήταν εκεί˙ Ο Σίμωνας σε τίποτε άλλο δεν θα μπορέσει να μας βλάψει, αλλά σας εμποδίζει μόνο ν’ ακούτε τους λόγους που μπορούν να καθαρίσουν την ψυχή σας.
Όταν ο Πέτρος είπε αυτά, έγινε μεγάλος ψίθυρος από το πλήθος που έλεγε˙ Ποιά η ανάγκη ν’ αφήνει αυτόν να μπαίνει εδώ και να λέει τις βλασφημίες του εναντίον του Θεού;
Και ο Πέτρος ακούοντας αυτά είπε˙ Μακάρι να περιορισθεί μέχρι τον Σίμωνα ο εναντίον του Θεού λόγος για τον πειρασμό των ανθρώπων. Διότι, όπως είπε ο Κύριος, θα έρθουν ψευδαπόστολοι, ψεύτικοι προφήτες, αιρέσεις, άνθρωποι που αγαπούν την εξουσία, οι οποίοι, όπως φαντάζομαι, αρχίζοντας από τον Σίμωνα που βλασφημεί τον Θεό, θα βοηθήσουν στο να λένε τα ίδια με τον Σίμωνα εναντίον του Θεού. Και αφού είπε αυτά δακρύζοντας, προσκαλούσε το πλήθος με το χέρι του, και όταν πλησίασαν βάζοντας τα χέρια του επάνω τους και προσευχόμενος τους άφηνε να φύγουν, λέγοντας να συγκεντρωθούν πολύ πρωί.
Αφού είπε αυτά, αναστενάζοντας μπήκε μέσα και, χωρίς να φάει, κοιμήθηκε.
20. Ιδέ, οίω Θεώ, Σίμων, αχαριστείν ημάς πείσαι θέλεις, και βαστάζει σε η γη, ίσως δε ιδείν βουλομένη, τις σοι τα όμοια φρονείν τολμήσει. Πρώτος γαρ αυτός ετόλμησας, ο μηδείς ετόλμησεν˙ πρώτος εφθέγξω, α πρώτως ηκούσαμεν. Πρώτα και μόνοι ημείς επί τη τοιαύτη σου ασεβεία την άπειρον του Θεού μακροθυμίαν ιστορήσαμεν, και ουκ άλλου τινός, ή του κτίσαντος τον κόσμον, εις ον ασεβείν ετόλμησας. Και χάσματα γης ουκ εγενήθη, και πυρ απ’ ουρανού ου κατεπέμφθη, και εις επρησμόν ανδρών ουκ επεξήλθεν, και υετός ουκ επεσχέθη, και θηρών πλήθος από δρυμών ουκ επέμφθη, και επ’ αυτούς ημάς δια ένα αμαρτάνοντα ως επί μοιχείας πνευματικής, της κατά σάρκα χείρονος υπαρχούσης, η Θεού οργή ολέθριος ουκ ήρξατο. Ου γαρ εστίν ο τότε επεξελθών τα αμαρτήματα ουρανού και γης κτίστης Θεός; Επεί και νυν τα μέγιστα βλασφημούμενος τα μέγιστα επεξήρχετο. Αλλά τουναντίον μακροθυμεί, εις μετάνοιαν καλεί, συντελούντα βέλη προς συντέλειαν των ασεβών εν τοις θηραυροίς αποκείμενα έχων, άτινα επαφήσει ως ζώα έμψυχα, όταν ανταποδούναι κρίσιν
τοις αυτού προκαθεσθή. Διο φοβηθώμεν Θεόν δίκαιον, ου την μορφήν προς τιμήν το ανθρώπου βαστάζει σώμα.
21. Ταύτα του Πέτρου ειπόντος ο Σίμων απεκρίνατο˙ Επειδή ορώ σε σοφώς αινισσόμενον, ότι τα γεγραμμένα κατά του Δημιουργού εν ταις βίβλοις ουκ αληθή τυγχάνει, αύριον από των του διδασκάλου σου λόγων δείξω τον δημιουργόν μη ανώτατον λέγοντα είναι Θεόν. Και ο Σίμων ταύτα ειπών εξήλθεν.
Ο δε Πέτρος τοις παρεστώσιν όχλοις έφη˙ Ο Σίμων παν μηδέν έτερον περί Θεού βλάψαι ημάς δυνηθή, άλλ’ ουν γε εμποδίζει υμίν ακούειν τους την ψυχήν δυναμένους καθαίρειν λόγους.
Ταύτα του Πέτρου ειπόντος πολύς ψιθυρισμός εγένετο των όχλων λεγόντων˙ Τίς δε ανάγκη εάν αυτόν ενταύθα εισιόντα τας κατά του Θεού βλασφημίας λέγειν;
Και ο Πέτρος ακούσας έφη˙ Γένοιτο μέχρι Σίμωνος αρκετόν γενέσθαι τον κατά του Θεού προς πειρασμόν ανθρώπων λόγον. Έσονται γαρ, ως ο Κύριος είπεν, ψευδαπόστολοι, ψευδείς προφήται, αιρέσεις, φιλαρχίαι, αίτινες, ως στοχάζομαι, από του τον Θεόν βλασφημούντος Σίμωνος την αρχήν λαβούσα εις το τα αυτά τω Σίμωνι κατά του Θεού λέγειν συνεργήσουσιν. Και ταύτα ειπών μετά δακρύων, τη χειρί προσεκαλείτο τους όχλους, οις προσελθούσι τας χείρας επιτιθείς και ευχόμενος απέλυεν, λέγων ορθριαίτερον συνέρχεσθαι.
Ταύτα ειπών και στενάζων εισελθών ούτε τροφής μεταλαβών ύπνωσεν.
Από την συλλογή: Αποστολικοί Πατέρες, άπαντα τα έργα (3).
Κλημέντια Β’: Προς Κορινθίους Α’ – Β’, Μαρτύριον Κλήμεντος.
Εκδότης ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Σειρά: ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 118
Χρονολογία Έκδοσης, Δεκέμβριος 1994
Μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση), Παπαευαγγέλου Παναγιώτης.
Επιμέλεια, ΜΕΡΕΤΑΚΗΣ Γ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ
Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.
Παράβαλε και:
Εκ “των Πέτρου επιδημιών κηρυγμάτων επιτομή”: (Εισαγωγή).
