Από το Γεροντικό.
Πώς πρέπει να γιορτάζει αυτός που αγαπά τον Θεό. Ποιά ήταν και στις γιορτές η διατροφή των πατέρων.
Είπε κάποιος γέροντας: «Αν σου πει ο λογισμός σε μέρα γιορτής να ετοιμάσεις διάφορα φαγητά, μην τον ακούσεις, γιατί θα γιορτάσεις σαν τους Ιουδαίους˙ εκείνοι κάνουν τέτοιες ετοιμασίες. Καλό φαγητό για τον μοναχό είναι το πένθος και τα δάκρυα».
Έλεγαν για τον αββά Ελλάδιο ότι πάντοτε έτρωγε ψωμί και αλάτι, όπως και οι άλλοι μοναχοί της Σκήτης. Όταν λοιπόν ήρθε το Πάσχα, είπε στον εαυτό του: «Τώρα οι αδελφοί τρώνε, όπως το συνηθίζουν, ψωμί και αλάτι˙ εγώ όμως οφείλω να κάνω λίγον κόπο για το Πάσχα. Επειδή λοιπόν τις άλλες μέρες τρώω καθιστός, τώρα που είναι Πάσχα θα κοπιάσω λίγο και θα φάω όρθιος». Και αυτό το έκανε πάντοτε το Πάσχα.
Κάποιος από τους πατέρες είπε: «Γνωρίζω έναν αδελφό στα Κελλία, ο οποίος έμεινε νηστικός την εβδομάδα του Πάσχα. Και όταν συγκεντρώθηκαν αποβραδίς για το Πάσχα, αυτός έφυγε, για να μη φάει στο κοινό τραπέζι στην εκκλησία. Έβρασε λίγα παντζάρια και τα έφαγε χωρίς ψωμί».
Ένας γέροντας είπε: «Ας απολαύσουμε με θείους λόγους και ας γιορτάσουμε με διηγήσεις αγίων πατέρων˙ όχι με απολαύσεις της κοιλιάς αλλά με πνευματική ευφροσύνη».
Ο αββάς Παύλος ο Καππαδόκης μας διηγήθηκε: «Όταν έγινε η ερήμωση από τους Πέρσες,1 φύγαμε και εμείς από τη μονή μας και διασκορπιστήκαμε. Εγώ λοιπόν πήγα στην Κωνσταντινούπολη, όπου κατά τύχη βρήκα πλοίο να φεύγει για την Αλεξάνδρεια. Πλήρωσα το εισιτήριο, μπήκα σε αυτό και σε λίγες μέρες φτάσαμε στην Αλεξάνδρεια. Εκεί βρήκα μοναχούς από το όρος της Νιτρίας, τους ακολούθησα και έφτασα στο όρος, όπου συγκατοίκησα με έναν από τους γέροντες. Αφού έκανα μαζί του ένα χρόνο και τρεις μήνες, πήγα στον ηγούμενο του όρους και του είπα˙ ¨Λυπήσου με, αββά, και δώσε μου ένα κελλί, για να ζήσω στην ησυχία. Δεν μπορώ να ζήσω μαζί με τον γέροντα, γιατί δεν ακολουθεί τη σειρά των μοναχών, αλλά ούτε των κοσμικών. Με αναγκάζει να νηστεύω την Κυριακή και τις άλλες γιορτές και στη διάρκεια της Πεντηκοστής. Και το χειρότερο, δεν με αφήνει να ψάλλω κανόνες και τροπάρια, όπως συνηθίζουν όλοι να ψάλλουν˙ και τις μέρες της αγίας Τεσσαρακοστής, εκτός από το Σάββατο και την Κυριακή, ούτε ψωμί, ούτε κρασί, ούτε λάδι βάλαμε στο
στόμα μας, αλλά τρώγαμε μόνο φρούτα, μέρα παρά μέρᨻ.
Ο γέροντας, ο ηγούμενος του όρους, μου αποκρίθηκε: ¨Γύρισε πίσω, αδελφέ, και μείνε μαζί με τον γέροντα, αν βέβαια θέλεις να σωθείς. Γιατί αυτός που επιθυμεί τη σωτηρία, ούτε σε γιορτή ούτε την Κυριακή δεν πρέπει να αφήνει τη δοξολογία του Θεού, η οποία ενδυναμώνεται και φυλάγεται με τη νηστεία και την αγρυπνία. Όπως το ψάρι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς νερό, έτσι και ο μοναχός, χωρίς συνεχή προσευχή, νηστεία και αγρυπνία, καθόλου δεν μπορεί να ζει ή να ενεργεί όπως θέλει ο Θεός. Ωστόσο, το να τρώει κανείς μέρα παρά μέρα είναι κάτι που ταιριάζει μόνο στους αναχωρητές˙ επίσης, το να τρώει φρούτα, αλλά να απέχει από το ψωμί, δεν είναι συμφέρον, ούτε αξιέπαινο, γιατί δείχνει κενοδοξία. Το να νηστεύει κανείς σαράντα μέρες, δηλαδή την αγία Τεσσαρακοστή, και να τρώει και να αναπαύεται πενήντα, στη διάρκεια δηλαδή της Πεντηκοστής, ταιριάζει στους κοσμικούς και στους πλούσιους, όχι στους μοναχούς.
Παρόμοια και η ψαλμωδία τροπαρίων και κανόνων σύμφωνα με τους διάφορους ήχους ταιριάζει στους ιερείς και στους χριστιανούς που είναι στον κόσμο˙ γι’ αυτό άλλωστε και συνηθίζει ο λαός να συγκεντρώνεται στις εκκλησίες. Είναι όμως ασύμφορη, αλλά συχνά και βλαβερή για τους μοναχούς που ζουν μακριά από τους θορύβους του κόσμου. Όπως δηλαδή ο ψαράς πιάνει το ψάρι με αγκίστρι και σκουλήκι, έτσι και ο διάβολος, με αυτά τα τροπάρια και το μελωδικό ψάλσιμο γκρεμίζει τον μοναχό στην κενοδοξία, στην ανθρωπαρέσκεια και στη φιληδονία, ακόμη ίσως και στην πορνεία. Μακριά το μελωδικό ψάλσιμο από τον μοναχό που θέλει πραγματικά να σωθεί¨».
Του αγίου Εφραίμ.
Γιορτή για τον μοναχό είναι η τήρηση των εντολών του Χριστού, και καλό φαγητό2 το να μην αμαρτάνει. Χαρά για τον μοναχό είναι η αναχώρησή του για τον Κύριο, και καύχημά του ο φόβος του Κυρίου.
Υποσημειώσεις.
1. Στις αρχές του έβδομου αιώνα.
2. Στο κείμενο: παράκλησις. Για την έννοια αυτής της έκφρασης βλ. Α’ τόμο του Ευεργετινού, σ’. 367, σημ. 15.
Από το βιβλίο: Ευεργετινός: “Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.”
Τόμος 2-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος
Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
