01 Οκτωβρίου, μνήμη των Αγίων: Ρωμανού του μελωδού, Ανανίου του Αποστόλου, Ιωάννου του Κουκουζέλους. Συναξάριον.

Του Οσίου πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Μήν Οκτώβριος, έχων ημέρας λα΄. Η ημέρα έχει ώρας ια΄ και η νυξ ώρας ιγ΄.
Ιστέομ ότι το όνομα Οκτώβριος, δεν είναι ελληνικόν, αλλά λατινικόν ή ιταλικόν. Kαι θέλει να ειπή όγδοος. Ετυμολογούμενον από του όττο, ό δηλοί ιταλικώς οκτώ. Ο μην γαρ ούτος είναι όγδοος, αριθμούμενος από τον Μάρτιον μήνα, όστις είναι αρχή και πρώτος των μηνών, κατά την κοσμογένεσιν, ως είπομεν, τόσον εις την αρχήν του Μαρτίου, όσον και εις την αρχήν του Σεπτεμβρίου.

Εις την Α΄, μνήμη του Αγίου Αποστόλου Ανανίου.

Λίθοις νέμειν θέλοντα μηδαμώς σέβας,
Ανανίαν βάλλουσι δυσσεβείς λίθοις.
Λεύσθη Ανανίας Οκτωβρίου ήματι πρώτω.

Ούτος ο Απόστολος Ανανίας, ήτον από την πόλιν Δαμασκόν, το νυν λεγόμενον τουρκιστί Σάμ, της οποίας και Επίσκοπος εχρημάτισε. Πρός τούτον επέμφθη υπό Κυρίου ο μέγας Απόστολος Παύλος δι’ αποκαλύψεως, και από αυτόν εβαπτίσθη εν έτει γ΄ [3] μετά την Ανάληψιν του Κυρίου, κατά τους ακριβεστέρους χρονολόγους. Ούτος λοιπόν, επειδή και έκαμνε πολλάς ιατρείας, τόσον εις την Δαμασκόν, όσον και εις την Ελευθερούπολιν, και διά μέσου αυτών επίστρεφε πολλούς απίστους εις την του Χριστού πίστιν, διά τούτο επιάσθη από τον ηγεμόνα Λουκιανόν, και εδάρθη με νεύρα βοών. Είτα εξεσχίσθη εις τας πλευράς, και εκάη με τας λαμπάδας. Και τελευταίον εκβληθείς έξω της πόλεως, ελιθοβολήθη. Και ούτω τελειώσας το μαρτύριον, απήλθεν εις τας αιωνίους μονάς. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτού όρα εις τον Νέον Παράδεισον.)

Σημείωσαι, ότι η εμή ελαχιστότης συνέθεσεν εις τον Απόστολον τούτον τροπάριά τινά, όσα ελλείπουσιν εις την εορτήν του, και ο βουλόμενος εορτάζειν αυτόν, ζητησάτω ταύτα. Το Μαρτύριον τούτου συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Λουκιανού του δυσσεβούς». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις.)

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ρωμανού, του ποιητού των Κοντακίων.

Και πρίν μεν ύμνει Ρωμανός Θεόν Λόγον,
Υμνεί δε και νυν, αλλά συν τοις Αγγέλοις.

Ούτος ο εν Αγίοις Πατήρ Ρωμανός, εκατάγετο από την Συρίαν, πατρίδα έχων την πόλιν Έμεσαν, η οποία τώρα λέγεται τουρκιστί Έμς. Εχρημάτισε δε και Διάκονος της Εκκλησίας της Βηρυτού, ήτοι του νυν καλουμένου Βερουτίου. Εκείθεν δε ανέβη εις Κωνσταντινούπολιν κατά τους χρόνους Αναστασίου του βασιλέως, εν έτει υ²ς΄ [496]. Και διέτριβεν εις τον Ναόν της Υπεραγίας Θεοτόκου, της επιλεγομένης Κύρου, με κάθε ευλάβειαν και σεμνότητα.

Ειδήσεως άξιον είναι εις τους φιλομαθείς το διήγημα, οπού αναφέρει ο σοφός Nικηφόρος ο Ξανθόπουλος περί του Nαού τούτου της Θεοτόκου, γράφων προς τον ερωτήσαντα περί του Κοντακίου και περί του ποιητού των Kοντακίων. Λέγει ουν ούτος εκεί, ότι ο Άγιος Ρωμανός, πρώτον μεν, ήτον άμουσος παντελώς και αηδής κατά την φωνήν και τα άσματα. Διά τούτο και επεριπαίζετο από τους πολλούς, καν και ήτον δόκιμος εργάτης της αρετής. Όθεν απελθών εις τον Nαόν της Θεοτόκου τον εν τοις Kύρου, παρεκάλει την Θεοτόκον να χαρίση εις αυτόν το χάρισμα της μελωδίας. Ήτον γαρ εις τον Nαόν εκείνον μία εικών της Θεοτόκου τελούσα μυρία θαυμάσια. Ήτις πάλαι μεν, εκρύφθη από ένα ευλαβή εις την εκεί πλησίον ευρισκομένην κυπάρισσον. Ύστερον δε εφανερώθη, λαμπάδος εν τη κυπαρίσσω φαινομένης. Ταύτης λοιπόν φανερωθείσης, οικοδομείται εκεί Nαός της Θεοτόκου, παρά τινος ανδρός Kύρου ονομαζομένου. Αφ’ ου και έλαβε την επωνυμίαν, το να λέγεται Nαός της Θεοτόκου εν τοις Kύρου. Εκεί λοιπόν ο θείος Ρωμανός σχολάζων, έτυχε, κατά την νύκτα της των Χριστού Γεννών εορτής, να υπνώση εν τη έκτη ωδή κοντά εις τον άμβωνα. Kαι βλέπει την Θεοτόκον βαστάζουσαν ένα τειλιγμένον χαρτίον (το οποίον και κόντος ή κοντός και κοντάκιον ονομάζεται) και δίδουσαν τούτο εις αυτόν διά να το φάγη. Όθεν τούτο εκείνος φαγών, του ποθουμένου ηξιώθη χαρίσματος. Kαι τα άλλα γέγονεν όσα γράφεται εν τω παρόντι Συναξαρίω. Kοντάκιον μεν ουν ωνόμασεν ο θείος Ρωμανός το πρώτον, διά το τείλιγμα του χάρτου, όπερ η Θεοτόκος δέδωκεν αυτώ. Εν τη έκτη δε ωδή λέγεται, διατί κατ’ αυτήν ο Άγιος το χάρισμα εδέξατο. Εποίησε δε Kοντάκια υπέρ τα χίλια. Εις κάθε δε Άγιον και κάθε εορτήν, είχε Kοντάκια πολλά με ακροστιχίδα, λέγουσαν ταύτα: «Ρωμανός ελεεινός»· ή «Του ταπεινού Ρωμανού». Τινά δε ήτον και κατά αλφάβητον. Πλην η Εκκλησία τα πολλά παραιτησαμένη, ένα και μόνον παρέλαβεν εν εκάστη εορτή εις μνήμην του θαύματος.

Ούτος λοιπόν κάμνωντας πολλαίς φοραίς αγρυπνίαν εις τον Ναόν της Θεοτόκου της επιλεγομένης των Βλαχερνών, πάλιν εγύριζεν εις τον Ναόν της αυτής Θεοτόκου τον εν τοις Κύρου. Όθεν και εκεί, εις τον εν τοις Κύρου δηλαδή Ναόν, διατρίβων ο Όσιος, έλαβε το χάρισμα, του να συντάξη και να μελουργήση τα του χρόνου όλου Κοντάκια. Εφάνη γαρ εις αυτόν κατ’ όναρ η κυρία Θεοτόκος, και δούσα εις αυτόν ένα τόμον χάρτου, τον επρόσταξε να φάγη εκείνον. Ανοίξας δε το στόμα του ο Όσιος, εφάνη ότι τον κατέπιε. Και λοιπόν έξυπνος γενόμενος, ανέβη επάνω εις τον άμβωνα, και άρχισε να ψάλλη το «Η παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει». Έτυχε γαρ τότε να ήναι η εορτή των Χριστού Γεννών.

Παράβαλεκαι:
ΑΓΙΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΛΩΔΟΥ, ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ – ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΝΣΕΠΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.

Ποιήσας ουν και εις τας λοιπάς εορτάς, αλλά δή και εις τους Αγίους, Κοντάκια υπέρ τα χίλια, και ευλαβώς και οσίως διαπεράσας την ζωήν του, προς Κύριον εξεδήμησε. (Το ίδιον τούτο Συναξάριον είναι μεταφρασμένον και εις τον Νέον Παράδεισον.)

*

Μνήμη των Αγίων Οσιομαρτύρων Μιχαήλ, Ηγουμένου της Μονής Ζώβης, και των συν αυτώ λς΄ Μοναχών.

Εις τον Μιχαήλ και τους τριάκοντα Μοναχούς.

Τμηθείς Μιχαήλ συν μαθηταίς τρισδέκα,
Χορώ συνήφθης των μοναστομαρτύρων.

Εις τους εξ Μοναχούς.

Εξ συμμονασταί τους εαυτών μανδύας,
Άθλοις ερυθραίνουσι τοις διά ξίφους.

Ούτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους της βασιλείας Κωνσταντίνου και Ειρήνης, εν έτει ψπ΄ [780], κατοικούντες εις Μοναστήριον ονομαζόμενον Ζώβη, το οποίον ήτον κοντά εις την Σεβαστούπολιν. Επειδή δε ο τότε αμηράς των Αγαρηνών, Αλείμ ονομαζόμενος, ευγήκε πολεμώντας την χώραν εκείνην, επίασε και τούτους τους αγίους Πατέρας, και επαρακίνει αυτούς να αρνηθούν την πίστιν του Χριστού. Ο δε οσιώτατος Ηγούμενος Μιχαήλ, τον μεν ασεβή εκείνον γενναίως ήλεγξε και κατήσχυνε. Τους δε υποτασσομένους εις τον εαυτόν του Μοναχούς, παρεκίνησε και εθάρρυνε, διά να υπομείνουν ανδρείως τον υπέρ Χριστού θάνατον. Όθεν τόσην γενναιότητα έδειξαν οι αοίδιμοι, εις τρόπον ότι, αυτοί πρώτοι έκλιναν τας κεφαλάς των υποκάτω εις το ξίφος και απεκεφαλίσθησαν. Έπειτα ο πανόσιος αυτών Ηγούμενος Μιχαήλ, ξίφει και αυτός απετμήθη την κεφαλήν. Και ούτω προς Ον επόθουν Χριστόν οι μακάριοι εξεδήμησαν.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Δομνίνος, τα σκέλη συντριβείς, τελειούται.

Δεινήν Δομνίνος συντριβήν σκελών φέρων,
Υποσκελισμούς του Σατάν καταισχύνει.

Ούτος ήτον από την μεγαλόπολιν Θεσσαλονίκην εν έτει σπη΄ [288]. Όταν δε ο Μαξιμιανός έκτιζε βασιλικά παλάτια εις την πόλιν αυτήν, τότε επιάσθη και ο Άγιος ούτος ως Χριστιανός και κήρυξ της ευσεβείας, και παρεστάθη εις το βήμα το βασιλικόν. Παρασταθέντος δε αυτού, λέγει προς αυτόν ο Μαξιμιανός. Διατί εσύ τολμάς να ομολογής άλλον Θεόν, εις καιρόν οπού ο βασιλεύς τιμά και ομολογεί τους παλαιούς θεούς των πατέρων του; Ανίσως λοιπόν θέλης διά να ζήσης, θυσίασον εις τους θεούς. Επειδή δε ο Άγιος δεν επείθετο, διά τούτο επρόσταξεν ο τύραννος να καταξεσχίσουν το σώμα του Μάρτυρος. Ο δε Μάρτυς και την βάσανον ταύτην πάσχων, επεριγέλα τον τύραννον. Τούτου χάριν επρόσταξεν ο δυσσεβής να ευγάλουν τον Άγιον έξω της πόλεως, και εκεί να τζακίσουν τα σκέλη του. Αφού λοιπόν έκοψαν τους πόδας του, έμεινεν ακόμη ζωντανός επτά ολοκλήρους ημέρας, χωρίς να φάγη ολότελα. Και ούτως ευχαριστών τω Κυρίω, παρέδωκεν αυτώ την ψυχήν ο μακάριος. (Το ίδιον τούτο Συναξάριον είναι μεταφρασμένον και εις τον Νέον Παράδεισον.)

*

• Ο Όσιος Ιωάννης ο ψάλτης, ο καλούμενος Κουκουζέλης, ο εν τοις ορίοις της εν τω Άθω Μεγίστης Λαύρας ασκήσας, εν ειρήνη τελειούται.

+ Τη Μητρί και νυν του Θεού ψάλλεις άνω,
Συν τοις αΰλοις ω Ιωάννη μάκαρ.

*

* Ο Όσιος Γρηγόριος ο Δομέστικος, ο εν τη αυτή Μεγίστη Λαύρα του Άθω ασκήσας, και εν χρυσούν νόμισμα παρά της Θεοτόκου λαβών, εν ειρήνη τελειούται.

+ Ου λαμβάνεις νόμισμα νυν εν τοις άνω,
Ω Γρηγόριε. Αλλά δόξαν Κυρίου.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου” Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Απολυτίκια, κοντάκια και μεγαλυνάρια των Αγίων.

Του Αποστόλου Ανανίου.

Απολυτίκιον. Ήχος γ’.

Απόστολε άγιε Ανανία, πρέσβευε τω ελεήμονι Θεώ, ϊνα πταισμάτων άφεσιν, παράσχη ταις ψυχαίς ημών.

Έτερον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε. Γερασίμου.

Ως έμπλεως χάριτος, του Τρισηλίου φωτός, το σκεύος εφώτισας, της εκλογής του Χριστού, Ανανία Απόστολε” όθεν ανακηρύξας, ευσεβείας τον λόγον, άθλοις εβεβαιώσω, την σωτήριον χάριν” δι’ ης τοις σε ευφημούσι, δίδου τα πρόσφορα.

Κοντάκιον. Ήχος β’. Την εν πρεσβείαις.

Ο εν πρεσβείαις θερμότατος αντιλήπτωρ, και τοις αιτούσι ταχύτατα υπακούων, δέξαι την δέησιν Ανανία ημών, και τον Χριστόν δυσώπει του ελεήσαι ημάς, τον μόνον Αγίοις δοξαζόμενον.

Μεγαλυνάριον. Γερασίμου.

Δι’ αποκαλύψεως Θεϊκής, τω Σαύλω βραβεύεις, τον ουράνιον φωτισμών’ όθεν Ανανία, ως μάρτυρα σε θείον, Απόστολον τε άμα, Χριστός εδόξασεν.

Του Οσίου Ρωμανού του μελωδού.

Απολυτίκιον. Ήχος πλ. δ’.

Εν σοί Πάτερ ακριβώς διεσώθη το κατ’ εικόνα’ λαβών γαρ τον σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστώ, και πράττων εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ” επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγμα¬τος αθανάτου” διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, όσιε Ρωμανέ το πνεύμα σου.

Έτερον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Ως σάλπιγξ θεόληπτος, των ουρανίων ωδών, ενθέως εφαίδρυνας, την Εκκλησίαν Χριστού, τοις θείοις σου άσμασι’ συ γαρ της Θεοτόκου, εμπνευσθείς τη ελλάμψει, ένθεος υμνηπόλος, εγνωρίσθης εν κόσμω. Διό σε πόθω τιμώμεν, Ρωμανέ Όσιε.

Κοντάκιον, ήχος Πλ. Δ. Τη υπερμάχω. Γερασίμου.

Ώσπερ Κιθάραν της Σοφίας παναρμόνιον, και προφήτην θεοπνεύστων αναβάσεων, ευφημούμεν Ρωμανέ σε ασμάτων ύμνοις. Αλλ’ ως ών φόρμιγξ δωρεών των υπέρ έννοιαν, προς εγρήγορσιν ημάς, θείαν διέγειρον, τους βοώντας σοι” χαίροις πάτερ θεόληπτε.

Μεγαλυνάριον. Γερασίμου.

Άνωθεν το δώρον απειληφώς, εκ της Θεοτόκου, παμμακάριστε Ρωμανέ, ύμνησας πανσόφως, τα θεία μεγαλεία, κενώσεως του Λόγου, ως έμπνουν όργανον.

Παράβαλε και:
01 Οκτωβρίου, Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου της Γοργουπηκόου – Συναξάριον, Παρακλητικός Κανών.

Δημοσιεύθηκε στην Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.