Κυριακή προ των Φώτων: Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., «ο αγών που εχάθη στο τέλος», Λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.

Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
Προς Τιμόθεον Β. επιστολής Παύλου: Δ. 5 – 8.

Τέκνον Τιμόθεε, νήφε εν πάσι, κακοπάθησον, έργον ποίησον ευαγγελιστού, την διακονίαν σου πληροφόρησον. Εγώ γάρ ήδη σπένδομαι, και ο καιρός της εμής αναλύσεως εφέστηκε. Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα: λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος, όν αποδώσει μοι ο Κύριος εν εκείνη τη ημέρα, ο δίκαιος κριτής: ου μόνον δέ εμοί, αλλά και πάσι τοις ηγαπηκόσι την επιφάνειαν Αυτού.

Απόδοση.

Παιδί μου Τιμόθεε, να έχεις ξεκα¬θαρισμένη κρίση για να τα αντιμετωπίσεις όλα. Να κακοπαθήσεις, να εργαστείς για τη διάδοση του ευαγγελίου, να εκπληρώσεις το καθήκον σου στην υπηρεσία του Θεού.
Γιατί εγώ ήρθε η ώρα να χύσω το αίμα μου σπονδή στο Θεό, έφτασε ο καιρός να φύγω από τον κόσμο. Αγωνίστηκα τον ωραίο αγώνα, έτρεξα τον δρόμο ως το τέλος, φύλαξα την πίστη. Τώρα πια με περιμένει το στεφάνι της δικαιοσύνης, που μ’ αυτό θα με ανταμείψει ο Κύριος εκείνη την ημέρα, ο δίκαιος κριτής. Κι όχι μόνο εμένα, αλλά κι όλους εκείνους που περιμένουν με αγάπη τον ερχομό του.

Επιμέλεια κειμένου Ιωάννης Τρίτος.

Ο ΑΓΩΝ ΠΟΥ ΕΧΑΘΗ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

«Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα. Λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος»

Μέσα στο κελί της φυλακής είναι γραμμένα αυτά τα μεγαλόπνοα λόγια του «αλυσοδεμένου ελευθερωτού», Αποστόλου Παύλου, αγαπητέ αναγνώστα. Πλησιάζει η ημέρα, που θα κλείση το γεμάτο από δραματικές σελίδες βιβλίο της ζωής του μεγάλου πυρπολητού της Εκκλησίας. Πιάνει, λοιπόν, με το αλυσοδεμένο του χέρι την γραφίδα και η ελεύθερη ψυχή του στέλλνει από τη Ρώμη στον Τιμόθεο και σ’ όλους τους πιστούς τις τελευταίες υποθήκες. Είναι ο απολογισμός του έργου του. Σύντομος, απλούς, αλλά και κοσμοιστορικός. Είναι μια ομολογία. Ένας θρίαμβος. Ένας φωτεινός δείκτης για όλους τους αγωνιστάς. Ας μελετήσωμεν αυτά τα βαθυστόχαστα νοήματα. Αφορούν και ημάς.

1. «Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι».

Είναι πληροφορία της ψυχής ενός αγωνιστού. Πάντα συγκινούν τα λόγια των ανθρώπων που χύθηκαν στον αγώνα, στη μάχη. Μυρίζουν «πυρίτιδα», μεταδίδουν πνεύμα ηρωικό. Ο Απόστολος Παύλος είναι από τους πρωταγωνιστάς. Τον εκάλεσεν ο Θεός εις έναν πολύπλευρο αγώνα. Ατομικό, ψυχικό πρώτα. Να γίνη άγιος. Να ομοιάση στον Αρχηγόν του. Και ύστερα να κάμη και τους άλλους αγίους, να τους οδηγήσει στο φως του Χριστού. Ήταν σκληρή η κλήσις. Βαριά. Η ανθρώπινη ψυχή είναι χάος, μυστήριον, στάδιον των δραματικωτέρων μαχών. Επιθυμίαι, ορμαί, αμαρτωλαί κλίσεις, παρορμήσεις του Σατανά. «Βλέπω έτερον νόμον εν τοις μέλεσί μου… Ου γαρ ό θέλω ποιώ αγαθόν, αλλά ό ου θέλω κακόν, τούτο πράσσω», ομολογεί ο Παύλος με πόνον, και εξ ονόματος κάθε ανθρωπίνης ψυχής.

Πάλη μέσα στον άνθρωπο, τιτανομαχία. Δυο κόσμοι συγκρούονται. το φως με το σκοτάδι. και όχι μόνον μέσα του. Αλλά και έξω. Στην κοινωνία. Στις ψυχές των αδελφών τους. Σκοτεινόν γύρω του το περιβάλλον. Ειδωλολατρία, αποσύνθεσις, ψεύδος στην παράταξη των εθνικών. Μικροψυχία, παρανοήσεις, εγωισμοί, αντιδράσεις στην πλευρά των Ιουδαίων. «Κινδύνοις εκ γένους, κινδύνοις εξ εθνών. Παντού πάλη.

Και όμως εδέχθη και ανέλαβε αυτόν τον αγώνα. Ώρμησε στη φωτιά με αποφασιστικότητα και σταθερή γραμμή. Χρόνια πολλά τον κτύπησε η κακία, το ψέμα, ο Σατανάς. Δεν εγκατέλειψε όμως τον αγώνα. Ήδη εγγίζει το τέλος. Γυρίζει οπίσω να ιδή το έργον του. Η συνείδησίς του βεβαιώνει, ότι ηγωνίσθη τον «καλόν αγώνα». Με συνέπειαν. Με πληρότητα.

Έτσι τώρα δεν το γράφει αυτό μόνο για να παρουσιάση αυτήν την πραγματικότητα. Το σημειώνει διότι θέλει να διδάξη, να καλέση κι άλλους, και ημάς, στον καλόν αυτόν αγώνα. Και ημείς πρέπει να γίνωμεν λευκοί αγωνισταί, ακέραιοι μαχηταί, άγιοι. «Τούτο γαρ εστί θέλημα του Θεού, ο αγιασμός υμών…». Και ημείς πρέπει να γίνωμεν «άλας της γής» και «φως του κόσμου». Ώστε και άλλοι έπειτα να πλησιάσουν την αλήθειαν. Και άλλοι να σπάσουν της φυλακής τα σίδηρα. Και άλλοι να χαρούν τη λευτεριά.

Πολλοί στη ζωή αγωνίζονται για πολλά πράγματα. Αγωνίζονται όμως συχνά για την αμαρτία, για την αδικία, για το κακό των άλλων. Αλλά αυτοί οι αγώνες δεν είναι «ο καλός αγών». Αυτά είναι τα έργα του σκότους». Ο Χριστιανός όμως δεν έχει σχέσιν με το σκοτάδι. Αυτός ζει στο φως, στις κορυφές της αρετής, και χαίρεται τις ουράνιες πνευματικές ανατολές. Αυτές τις κορυφές τις επάτησεν ο Απόστολος Παύλος. Ήταν αμοιβή για τον «αγώνα τον καλόν», που αγωνίστηκε.

2. «Τον δρόμον τετέλεκα…».

Ένας τέτοιος αγών, όπως αυτός, που αγωνίστηκε ο Απόστολος Παύλος, είχεν αναμφιβόλως δρόμον τραχύν, ανηφορικόν, κουραστικόν. Αφού το τέρμα του αγώνος του ήτο η κορυφή, φυσικόν ήτο να συναντήση ανηφοριές, χαράδρες, δύσβατα μέρη. Αλλά ο αγωνιστής ήξερε πού πηγαίνει. Είχε πιστέψει βαθιά ότι αυτή η πορεία καταλήγει στον ουρανό. Ημπορούσε, βέβαια, να πάρη άλλον δρόμον. Εύκολον. Χωρίς κόπον και αναρριχήσεις. Ευρύχωρον και άνετον. Αλλά το τέρμα του θα ήτο ο θάνατος. Και ο Παύλος είναι καλεσμένος δια την ζωήν. «Εισέλθετε δια της στενής πύλης. Ότι πλατεία η πύλη και ευρύχωρος η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν… Στενή δε η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν». Έτσι είχε βεβαιώσει ο Κύριος.

Επήρε λοιπόν τον δρόμον τον τραχύν. Κουράστηκε βέβαια. Ίδρωσε. Τώρα όμως δοκιμάζει βαθιές ικανοποιήσεις. Ευρίσκεται ήδη εις το τέρμα. Και αυτό το τέρμα είναι η κορυφή. Εκεί βλέπει καθαρώτερα τα πράγματα. Μακαρίζει την ώρα που επήρε αυτόν τον δρόμον. Τον δρόμον της χριστιανικής ζωής. Τώρα καλεί και τους πιστούς εις αυτόν τον δρόμον. Αδελφέ, μην πούμε ότι είναι δύσκολος. Μη φοβηθούμε την ανάβαση. Έχει ομορφιές αυτό το ανέβασμα. Η ζωή του Χριστού είναι ζωή με σκιρτήματα, με αφάνταστες πνευματικές ηδονές, με ασύλληπτες ψυχικές ευχαριστήσεις. Αυτός ο δρόμος δεν είναι τόσο δύσκολος όσο φαίνεται. Είναι, ίσως, στην αρχή. Όσο κανείς να συνηθίση στη νέα πορεία. Ύστερα όμως η ψυχή βρίσκει πολλές χαρές. Χαίρεται την ειρήνη, το ατίμητο αυτό δώρο. «Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστίν». Δεν έχει ο πιστός τύψεις και αγωνίας. Αισθάνεται την αύρα της αρετής. Κάμνει το καλό. Χαίρεται γι’ αυτό. Στήνει φώτα στον δρόμο για να μη σκοντάψουν οι άλλοι. Έτσι προχωρεί και διαβαίνει τα χιλιόμετρα, ανεβαίνει σε ψηλότερες κορυφές. Έως ότου φθάση στην πιο ψηλή. Στον θρόνο του Θεού. Γιατί εκεί φτάνει ο δρόμος αυτός. Στον ουρανό. Για να μένει πλέον αιώνια μέσα στο φως εκείνου του κόσμου. Μαζί με τους άλλους «δρομείς», που εβάδισαν τον δρόμον νικηφόρα.
Όπως ο Παύλος, ο πρωταγωνιστής.

3. «Την πίστιν τετήρηκα…»

Του είχε δώσει ο Κύριος αυτήν την πίστιν. Έπρεπε να την κρατήσει καλά. Το φως της υπήρχε κίνδυνος να σβήσει. Η αλήθεια της να νοθευτή. Και οι εχθροί ήταν άπειροι. Αλλά ο Παύλος, ο φλογερός αγωνιστής, ξέρει τι κρατάει στα χέρια του. Θησαυρόν! Και όσοι κρατούν θησαυρόν προσέχουν. Τον ασφαλίζουν από κάθε επιβουλήν.

Ο ατρόμητος λαμπαδηφόρος των Εθνών εγύρισε παντού, κρατώντας την δάδα της πίστεως. Άναψε πνευματικές πυρκαγιές. Έκαψε ναούς ειδώλων, κατασκευάσματα απάτης, θεωρίας και διδασκαλίας ψεύδους και πλάνης.

Σηκώθηκεν ο αέρας της χωρίς Θεόν φιλοσοφίας. Ηπείλησε να σβήση την πίστιν. Δεν ημπόρεσε. Δεν ήτο δυνατόν ποτέ η δύναμις της γης να σβήση το φως του ουρανού. Ωρθώθη το ξίφος των δημίων. Η πίστις έμεινε μέσα στα αίματα των μαρτύρων ζωντανή, αλύγιστη, φωτεινή. Όσα θύματα, τόσες ολοφώτεινες λαμπάδες του Χριστού. Φωτοδόται πιστοί είναι και σήμερα, που κρατούν την πίστιν, όπως και ο μέγας Ταρσεύς.

Αδελφέ, κρατάμε ημείς αυτήν την πίστιν; Δεν είναι μόνον ασφάλεια ψυχικής σωτηρίας. Είναι και ανεκτίμητον μέσον παρηγορίας και δυνάμεως εις την ζωήν. Αυτό που είπεν ο Κύριος τότε εις τον αρχισυνάγωγον, «μη φοβού, μόνον πίστευε», το λέγει και σήμερα εις όλους μας. Και είναι ανυπολογίστων επιδράσεων πρόξενος αυτή η πίστις εις την ζωήν μας. Η ψυχή γίνεται αισιόδοξη. Αποκτά το αίσθημα της ασφαλείας. Στην καταιγίδα δεν χάνει την αυτοκυριαρχίαν της. Δεν θολώνει η σκέψις. Δεν λυγίζει το θάρρος. Όσο και αν είναι μεγάλο το χτύπημα. Πιστεύει ότι όλα τα ξέρει ο Θεός. Και ηρεμεί. Πόσον αξίζει αυτή η πίστις! Και πόσον αδικούμεν τον εαυτόν μας όταν δεν την έχωμεν, ή την έχωμεν ασθενικήν! «Κύριε, πρόσθες ημίν πίστιν», είπαν κάποτε οι μαθηταί προς τον Κύριον. Πόσο θα έπρεπε να ζητάμε και ημείς από τον Χριστόν να αυξήση την πίστιν μας! Πόσο θα έπρεπε!

Διότι χωρίς αυτήν την πίστιν, την ορθήν και θερμήν, είναι αδύνατον ο χριστιανός να αγωνισθή τον καλόν αγώνα και να βαδίση τον δρόμον της αρετής, που τελικά αμείβεται με το στεφάνι που κατακτούν οι νικηταί, όπως ο οραματιστής Απόστολος Παύλος.

4. «Ο της δικαιοσύνης στέφανος».

Έπειτα από μια τέτοια αγία, φλογερά, ολοφώτεινη ζωή, ήταν φυσικό να περιμένη ο Παύλος το στεφάνι της νίκης. Είναι βέβαιος δια την απόκτησίν του. Εμπιστεύεται την αγάπην και την υπόσχεσιν του Κυρίου. Τι ευλογημένη, αλήθεια, αυτή η ήρεμος προσμονή! Να είσαι ήσυχος ότι δεν επήγαν οι κόποι σου χαμένοι. Ότι θα αμειφθούν και ότι αυτή η αμοιβή θα είναι ένα στεφάνι δοξασμένο, αιώνιο, άφθαρτο, ιδικόν σου…

Αυτό γίνεται εις τον δρόμον τον χριστιανικόν. Οι αγωνισταί του καλού αγώνος αμείβονται. Όλοι. Με την αιωνίαν μακαριότητα και δόξαν!

Αδελφέ μου!
Κυλούν τα χρόνια της ζωής μας. Γοργά. Έφυγε για πάντα και το περασμένο έτος. Νέα ήδη περίοδος. Αγωνιζόμεθα και ημείς. Διαρκώς. Σε όλα μας τα χρόνια. Τι λες, ημπορούμε να περιμένωμε το στεφάνι της δόξης; Τί βεβαιώνει η ψυχή μας; Τί μαρτυρεί η καρδιά μας; Ο δρόμος της ζωής μας οδηγεί κατ’ ευθείαν εις τον Θεόν;
Ποιά να είναι άράγε η απάντησις; Ποιά να είναι;

Αγαπητοί,

Εις το στάδιον, χιλιάδες κόσμου περιμένουν τον νικητήν μαραθωνοδρόμον. Σε λίγο σείεται το σύμπαν από τας επευφημίας. Να, εισέρχεται πρώτος ο σουηδός Γκέιλλυ. Όρθιοι οι θεαταί χειροκροτούν. Σύμφωνα δε με τον κανονισμόν του αγωνίσματος, ο νικητής θα πρέπει να κάμη προηγουμένως ένα γύρον εις το στάδιον και έπειτα να τερματίση. Ο Γκέιλλυ όμως λησμόνησε αυτόν τον όρον. Και, καθώς είναι κατάκοπος, τερματίζει και πίπτει κάτω ημιλυπόθυμος. Όχι, Γκέιλλυ, όχι! Ακόμη ένα γύρο, φωνάζουν οι θεαταί. Αλλά ο δρομεύς δεν αντιλαμβάνεται. Σε λίγο εισέρχεται ένας αμερικανός και ένας αφρικανός. Βλέπουν τον Γκέιλλυ πεσμένον. Καταλαβαίνουν. Συνεχίζουν αυτοί και κάνουν τον υποχρεωτικόν γύρον. Αίφνης ο Γκέιλλυ συνέρχεται. Θυμάται. Σηκώνεται. Τρέχει. Κρίμα! Τερματίζει πρώτος ο αμερικανός. Τρίτος ο Γκέιλλυ. Ενικούσεν ο Γκέιλλυ στα 10 χιλιόμετρα, στα 20, στα 30, στα 40, και έχασε την νίκην την τελευταίαν στιγμήν. Από ένα λάθος. Τρομερόν!

Αγωνισταί και ημείς, αδελφέ. Τρέχομεν και πολεμούμεν. Πολλές οι δυσκολίες. Ψηλά στημένο βλέπω το στεφάνι της νίκης. Πολλοί το έχασαν. Ημείς όμως δεν πρέπει να το χάσωμεν.
Όχι, δεν πρέπει !

Από το βιβλίο «Φως ταις τρίβοις μου», του Μητροπολίτου Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου, σελίς 302 και εξής .

Επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς.

Παράβαλε και:
Κυριακή πρό των Φώτων – η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, εις τα προεόρτια των Φώτων.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.