Θαυμαστές εμπειρίες των συζύγων Θ. και Β. από τον Άγιο Πορφύριο.

Ηχογραφημένη συζήτηση μεταξύ: Σ. (=συνομιλητή),
Θ. (= μιας Κυρίας καθηγητρίας), και Β (=του συζύγου της ιατρού).

ΗΧΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ ΣΥΖΗΤΗΣΙΣ
Η γνωριμία μου με τον γέροντα Πορφύριο.
Σ. Πες μου Θ. πώς γνώρισες τον Γέροντα, τι σου είπε; κ.λ.π.

Θ. Μία φίλη μου η Φ., που τον είχε γνωρίσει ένα μήνα νωρίτερα, μου μίλησε με μεγάλο ενθουσιασμό για τον Γέροντα, γιατί της έλυσε ένα σοβαρότατο πρόβλημα που την απασχολούσε. Γνωρίζοντας λοιπόν ότι και εγώ είχα πολλά άλυτα προβλήματα, οικογενειακά και προσωπικά, μου είπε κατηγορηματικά: «Θα σε πάω στον γέροντα». Έτσι ήρθαμε εδώ ένα πρωινό το 1981, νομίζω ήταν Μάιος. Εκείνη την ημέρα δεν είχε κόσμο. Μόνο ένα από τα παλαιά πνευματικά του παιδιά, συναντήσαμε, κάποιον της αεροπορίας.1
Όταν μπήκα μέσα στο κελλί του γέροντα και τον πρωτοαντίκρυσα συγκλονίστηκα. Αισθάνθηκα πως η πνευματική μου ζωή άρχισε εκείνη τη στιγμή. Τα δεκαπέντε προηγούμενα χρόνια πνευματικών αγώνων ήταν ξαφνικά ανύπαρκτα. Έτσι αυθόρμητα εξομολογήθηκα και πάλι όλη μου την ζωή σε τρία λεπτά.
Κι ο Γέροντας ενώ ήταν ξαπλωμένος, σηκώθηκε, φώναξε και την φίλη μου μέσα, ίσως και τον Τζαβάρα, και άρχισε να μας μιλά, να μας μιλά. Χαιρότανε πολύ. Μας είπε για το νερό που έβλεπε βαθειά μέσα στη γη και πως πολλές φορές τον καλούσανε να υποδείξει που υπάρχει νερό. Δεν μας είπε τίποτε άλλο που να αφορούσε τα χαρίσματα που είχε. Μόνο για το νερό. Εμένα μου έκανε μεγάλη εντύπωση αυτό. Περισσότερο βέβαια είχα εντυπωσιαστεί από το ότι έβλεπα ένα πνευματικό, ένα γέροντα που μιλούσε χαρούμενα, σαν μικρό παιδί. Γιατί όλους τους είχα συνηθίσει σοβαρούς. Ακόμα θυμάμαι εκείνη την ημέρα. Ήταν η ωραιότερη της ζωής μου. Ένοιωσα πως τότε γεννήθηκα. Όμοιες ήταν και οι επόμενες επικοινωνίες μαζί του. Ο γέροντας ήταν τότε κάπως καλά στην υγεία του. Έβλεπε πως είχαν μεγάλη ανάγκη και πάντα μου μιλούσε.
Στην Αθήνα επιστρέψαμε με τον Τζαβάρα και συζητούσαμε για τον γέροντα. Απ’ όσα θαυμαστά μας διηγήθηκε, εντυπωσιάστηκα περισσότερο από το ότι ο Γέροντας του βρήκε την πάθησή του στο σιγμοειδές. Αυτήν την ιστορία που γράφει στο βιβλίο του ο Τζαβάρας την άκουσα για πρώτη φορά από τον ίδιο.
Από τότε κι έπειτα ερχόμουν σχεδόν κάθε εβδομάδα. Ο γέροντας πάντα εύρισκε κάτι να μου πει. Έτσι σιγά – σιγά άλλαζα. Με διαμόρφωνε. Κάθε φορά που τον έβλεπα, νόμιζα ότι μόνο εμένα αγαπάει τόσο πολύ. Τόσο ξεχείλιζε από αγάπη.
Σ. Γενική εντύπωση. Ο καθένας ήταν ο μοναδικός.
Η μεγάλη αγάπη του.
Θ. Η μεγάλη αυτή αγάπη που μου έδινε, με ξεκούραζε, με ανακούφιζε, με τροφοδοτούσε. Πίστευα πως για να με αγαπάει αυτός ο σπουδαίος γέροντας, θα άξιζα. Η αγάπη του ήταν θεραπευτική, έξω από κάθε ανθρώπινη λογική. Με τον καιρό κατάλαβα ότι εξεπέμπετο από το Άγιο Πνεύμα μέσω του Γέροντα. Αυτό ήταν από τα βασικά έμπρακτα μαθήματα που πήραμε απ’ αυτόν. Να γνωρίζουμε την πραγματική αγάπη όπως την αναφέρει ο απόστολος Παύλος, και να την διακρίνουμε από την ανθρώπινη που περισσότερο ταλαιπωρεί παρά αναπαύει. Δεν τολμώ βέβαια να πω πως μάθαμε να αγαπάμε και μεις έτσι. Αυτό μόνο με τη χάρη του Θεού μπορούμε να το κατορθώσουμε.
Στις διάφορες επισκέψεις μου είπε πάρα πολλά για μένα, τους γονείς μου, τα αδέλφια μου, όπως ακριβώς με απασχολούσαν, και τι έπρεπε να κάνω. Με ξεμπέρδευε και με κατεύθυνε. Θυμάμαι πως σε κάποιο οικογενειακό πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί στο σπίτι μας με επίκεντρο τον αδελφό μου και την κακή μας συμπεριφορά απέναντί του, μου είπε: «Να μη μιλάς. Να τον αγαπάς και να τον περιποιείσαι. Έτσι θα γιατρευτεί και εκείνος». Τακτική τελείως διαφορετική από εκείνη που άλλος πνευματικός μας είχε δώσει δηλαδή «Να φύγει από το σπίτι, έχουμε να φροντίσουμε κι άλλους» και ως άλλους εννοούσε τον ξένο κόσμο. Καιγόταν ουσιαστικά το σπίτι μας κι εμείς θα ρίχναμε αλλού νερό. Ο γέροντας μου είπε να μη μιλώ γιατί τα λόγια μου ήταν φαίνεται πιεστικά. Μου συνέστησε να τον αγαπά διότι είδε πως δεν τον αγαπούσα όσο έπρεπε ώστε να τον δέχομαι όπως ήταν. Μετά από τις συστάσεις του γέροντα συνειδητοποίησα πως τον υποτιμούσα επειδή δεν εκκλησιαζόταν και ήταν ένας κοσμικός άνθρωπος. Για τον εαυτό μου πίστευα πως ήμουν σωσμένη επειδή εκκλησιαζόμουν και κοινωνούσα. Έτσι μας είχαν μάθει. Η κόλαση βέβαια είναι γεμάτη από τέτοιους σωσμένους, υπερήφανους και υπερόπτες. Την έλλειψη αγάπης προς τον αδελφό μου δεν την καταλάβαινα. Ευτυχώς με την ευχή του γέροντα όλα πήγαν καλά.

Προετοιμασία για το γάμο.
Θ. Σχετικά με τον γάμο ο γέροντας μου έλεγε πως πρέπει να βγαίνω, να πηγαίνω δηλ. σε γάμους, γιορτές και άλλες εκδηλώσεις ώστε να γνωρίζω ανθρώπους.
Σ. Να μη κρύβεσαι.
Θ. Ναι. Μέχρι τότε η νοοτροπία μου ήταν διαφορετική και είχε διαμορφωθεί και από το σπίτι, αλλά και από τον προηγούμενο πνευματικό μου που μας έλεγε: «Αν είναι να παντρευτείς, θα σε βρει όπου και αν είσαι, ακόμα και μέσα στο σπίτι κλεισμένη» και μας έλεγε διάφορα παραδείγματα για να ενισχυθούμε σ’ αυτό. Έτσι είχα μία φοβία και μία τάση να κρύβομαι. Ακολούθησα τη συμβουλή του γέροντα. Στην προσπάθεια της κοινωνικοποίησής μου πήγα και σε Σχολή για να μάθω βυζαντινή και δημοτική μουσική, χορούς κ.λ.π. Αυτό άρεσε στον γέροντα. Όταν έβλεπε πως απογοητευόμουνα, πάντα με κάποιο του λόγο με ενίσχυε. Κάποια μέρα που περπατούσαμε στο δασάκι, μου είπε: «Θα χαρείς στον γάμο σου». Εγώ δεν κατάλαβα τι εννοούσε και νομίζοντας ότι αναφερόταν εις την ημέρα του γάμου τον ρώτησα: «Και μετά;» Ο Γέροντας αφού είδε ότι δεν κατάλαβα, σταμάτησε, δεν είπε τίποτα άλλο. Ο λόγος του όμως έμεινε, με παρηγορούσε και με ενίσχυε κάθε φορά που λιγοψυχούσα. Έτσι ποτέ δεν απογοητεύτηκα.
Στο γνωστό δίλημμα μοναχισμός ή γάμος ο γέροντας μου απάντησε σαφώς ότι δεν κάνω για μοναχή. Το καταλάβαινα κι εγώ αυτό, αλλά ξεκαθαρίστηκε μέσα μου. Επέμενε να βγαίνω έξω. Πραγματικά οι έξοδοι με βοήθησαν. Θυμάμαι πως η μητέρα μου με μάλωνε που γύριζα αργά. Όταν μετά την μουσική με συνόδευε καμμιά φορά ο Β. στο σπίτι, η μάνα μου μου έλεγε: «Οι γειτόνοι σε βλέπουν, δεν ντρέπεσαι;». Εγώ στο μεταξύ επειδή είχα άδεια από τον γέροντα να βγαίνω, δεν με επηρέαζαν οι παρατηρήσεις της, και της απαντούσα: «Εμένα δεν με νοιάζει, εσύ που τους μιλάς κι επικοινωνείς μαζί τους βρες και δικαιολογία να πεις».
Ο γέροντας μας βοήθησε πολύ να φθάσουμε στην οριστική απόφαση για γάμο. Ήταν ένα θαύμα που παντρευτήκαμε με τον Β. Υπήρχαν εσωτερικές δυσκολίες που βοήθησε να τις ξεπεράσουμε. Αυτό με κάνει να νοιώθω περισσότερο την αγάπη που μου είχε, και νομίζω ότι μόνο εμένα αγαπούσε. Δεν είναι βέβαια πραγματικότητα, αλλά εγώ έτσι νόμιζα. Με αγκάλιαζε και με περιέθαλπε σωστικά.
Σ. Ίσως και συ τον αγάπησες.
Θ. Ναι, κι εγώ τον αγάπησα, αλλά η αγάπη του ήταν συγκλονιστική.
Σ. Η αγάπη όταν είναι μονομερής ενεργεί μεν, αλλά όχι τόσο όσο όταν είναι αμοιβαία.
Θ. Ναι οπωσδήποτε.
Η θεραπεία.
Θ. Η προσευχή του γέροντα είχε μεγάλη δύναμη. Εισακούετο από τον Θεό. Είχε θεραπευτικές ιδιότητες η προσευχή του και το διεπίστωσα αρκετές φορές. Θυμάμαι μια φορά που ήθελα να πάω στον γέροντα, βρισκόμασταν σε ένταση στο σπίτι με την μητέρα μου. Γενικά δεν είχαμε καλή επικοινωνία. Λοιπόν μαλώσαμε έντονα και πριν φύγω μου λέει: «Άντε, να μετακινήσουμε αυτό το ντιβάνι». Το πιάσαμε κι οι δυο μαζί, αλλά με την ένταση που είχαμε το άφησε απότομα και εκείνη τη στιγμή με έπιασε τόσο δυνατά η μέση μου ώστε χρειάστηκε να μείνω τρεις μέρες ξαπλωμένη, χωρίς να συνέρχομαι. Αποφάσισα να το αναφέρω στον γέροντα και μέσω της φίλης μου Φ. του ζήτησα να προσεύχεται. Μετά από αυτό άρχισα λίγο να συνέρχομαι. Τότε αποφάσισα να τον επισκεφθώ. Πήρα το λεωφορείο και με πολύ κόπο και πόνο έφτασα στη στάση Άγραφα και κατέβηκα. Πήρα την ανηφοριά για το ησυχαστήριο.
Σ. Πονούσες.
Θ. Πονούσα. Καθόμουν διπλωμένη και με πολλή δυσκολία στο λεωφορείο. Κατέβηκα και εξακολουθούσα να πονάω. Αισθανόμουν φρικτά. Λοιπόν ανέβαινα το χωματόδρομο, σκεπτόμουν τον γέροντα, και προσευχόμουν. Σιγά – σιγά όμως καθώς ανέβαινα, ένιωθα όλο και καλύτερα. Μπήκα στο κελλί του, και του είπα τι μου είχε συμβεί. Μου λέει: «Να πας στο γιατρό». Του λέω: «Γέροντα, εγώ ανεβαίνοντας στο χωματόδρομο, ένιωθα ότι γινόμουν καλύτερα. Σταυρώστε με σας παρακαλώ». Με σταύρωσε, και όταν έφυγα από το ησυχαστήριο ήμουνα σχεδόν καλά. Σε κάνα δυο μέρες ήμουν τελείως καλά. Εμφανέστατη η διαφορά. Ο γέροντας πάντα έλεγε ότι όλα αυτά είναι ψυχολογικά. Αυτό το κατάλαβα καλά, αφού το έπαθα από την ένταση που είχαμε στο σπίτι. Όταν η ψυχή είναι αναστατωμένη, το σώμα χάνει το σφρίγος που του δίνει η ψυχή και γίνεται άτονο.

Από το βιβλίο: Θαυμαστά γεγονότα και συμβουλές του Γέροντος Πορφυρίου. Αθήναι, Σεπτέμβριος 2009.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.