Βίος και θαύματα του Ευσεβούς αββά Βενεδίκτου: Τα πρώτα χρόνια του – Αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου.

Πρόλογος.

Υπήρξε ένας άνδρας ευσεβούς ζωής, Βενέδικτος1 στο όνομα και στη χάρη, που είχε καρδιά γέροντος από τον καιρό ακόμα της παιδικής του ηλικίας. Ξεπερνώντας την ηλικία του, δεν παράδωσε την ψυχή του σε καμμιά φιληδονία, κι ενώ βρισκόταν στον καιρό που πάνω σε αυτή τη γη θα μπορούσε να ζήσει πρόσκαιρα με ελευθεριότητα, ωστόσο περιφρόνησε ήδη σαν μαραμένο τον κόσμο και το άνθος του. Καταγόταν από καλή οικογένεια2 από την επαρχία της Νουρσίας3 και τον είχαν παραδώσει στη Ρώμη για ελεύθερες γραμματικές σπουδές. Αλλά, επειδή έβλεπε πολλούς που πήγαιναν εκεί να γκρεμίζονται στην αμαρτία, το πόδι που είχε πατήσει στην είσοδο αυτή του κόσμου, το ίδιο πόδι τράβηξε πίσω, μήπως, αν τυχόν άγγιζε κάτι από τη γνώση του κόσμου, κατέληγε κι ο ίδιος σε λίγο ολόκληρος να τσακιστεί σε ένα γκρεμό χωρίς βυθό. Καταφρόνησε λοιπόν τις σπουδές των γραμμάτων, εγκατέλειψε το σπίτι και τα αγαθά του πατέρα του, κι επιθυμώντας μόνο στον Θεό να αρέσει, αναζήτησε το σχήμα της αγίας πολιτείας. Έτσι αναχώρησε, γνωστικά αμαθής και σοφά
αδίδακτος.

Εγώ δεν έχω μάθει όλα του τα έργα, αλλά τα λίγα που διηγούνται τα γνωρίζω από διηγήσεις τεσσάρων μαθητών του: Κωνσταντίνου, εξαιρετικά ευλαβεστάτου ανδρός, ο οποίος τον διαδέχθηκε στη διοίκηση του μοναστηριού˙ Βαλεντινιανού, ο οποίος για πολλά χρόνια προΐστατο της μονής στο Λατερανό4˙ Σιμπλικίου, ο οποίος τρίτος μετά από αυτόν διηύθηνε την συνοδεία του˙ και Ονωράτου, ο οποίος τώρα ακόμα κυβερνά τη μονή, όπου καταρχάς εκείνος είχε πολιτευθεί.5

Υποσημειώσεις.

1. Benedictus (=ευλογημένος). Γεννήθηκε στα τέλη του Ε’ αιώνα και εκοιμήθη ίσως το 543, αλλά πιθανότερα μετά το 547. Είναι ο εισηγητής και μεγαλύτερος διδάσκαλος του μοναχισμού στη Δύση. Από τα μοναστήρια του προέρχονται τα τάγματα των Βενεδικτίνων μοναχών μέχρι σήμερα. Συνέγραψε και τον περίφημο κανόνα του Μοναχικού βίου. Τιμάται στις 14 Μαρτίου (στη Δύση στις 21 Μαρτίου).
2. Κατά παράδοση οι γονείς του λέγονταν Ευτρόπιος και Αβουντάντια.
3. Βλ. Ι, 4,8 και χάρτη.
4. Το περίφημο αρχαίο ανάκτορο στη Ρώμη, ιδιοκτησία των παπών. Εδώ πρόκειται για την εκεί μονή του αγίου Παγκρατίου.
5. Δηλαδή μάλλον τη μονή του Σουμπιάκο.

Α. Στο Σουμπιάκο

α) Η αναχώρηση. Στο Έφφιδε και στο σπήλαιο του Σουμπιάκο

Το σκαφιστήριο που έσπασε και αποκαταστάθηκε σώο.

Καθώς λοιπόν εγκατέλειψε πια τις σπουδές των γραμμάτων και αποφάσισε να ζητήσει τις ερήμους, μόνο η τροφός του που βαθιά τον αγαπούσε τον ακολούθησε. Κι όταν έφθασαν στον τόπο που ονομάζεται Έφφιδε,1 πολλοί από τους επιφανέστερους άνδρες από αγάπη τους κράτησαν εκεί, κι έτσι διέμεναν στην εκκλησία του μακαρίου Πέτρου. Η τροφός του ζήτησε από τις γειτόνισσες να δανεισθεί ένα σκαφιστήριο2 για να καθαρίσει σιτάρι. Το παράτησε όμως απρόσεκτα πάνω στο τραπέζι, κάτι συνέβη κι έπεσε κι έσπασε έτσι, ώστε το βρήκανε διαιρεμένο σε δύο κομμάτια. Επιστρέφοντας η τροφός του, μόλις το αντίκρυσε, άρχισε σφοδρότατα να κλαίει, γιατί το σκεύος που το είχε πάρει δανεικό το έβλεπε σπασμένο.

Ο θεοσεβής και ευλαβής μικρός Βενέδικτος, όταν είδε την τροφό του να κλαίει, συμπάθησε τον πόνο της, πήρε μαζί του και τα δύο κομμάτια του σκαφιστηριού και δόθηκε με δάκρυα στην προσευχή. Όταν σηκώθηκε από την προσευχή, βρήκε δίπλα του το αγγείο σώο κατά τρόπο που να μην μπορούν καν να βρεθούν καθόλου ίχνη του σπασίματος σε αυτό. Αμέσως λοιπόν παρηγόρησε με λόγους παρακλήσεως την τροφό του και της επέστρεψε σώο το σκαφιστήριο που σπασμένο είχε πάρει. Το γεγονός μαθεύτηκε από όλους στον τόπο εκείνο και τόσο θαυμαστό το θεώρησαν, που οι κάτοικοι του τόπου κρέμασαν αυτό το σκαφιστήριο στην είσοδο της εκκλησίας, για να γνωρίζουν όλοι και οι τότε και οι μετά από αυτούς με πόση τελειότητα δέχθηκε εξ αρχής την χάρη στη ζωή του ο μικρός Βενέδικτος. Αυτό για πολλά χρόνια έμεινε εκεί στη θέα όλων και μέχρι τα τωρινά χρόνια των Λογγοβάρδων3 κρεμόταν πάνω από την πόρτα της εκκλησίας.

Αλλά ο Βενέδικτος που επιζητούσε από τον κόσμο κακοπάθεια παρά επαίνους, να κουράζεται με τους δια Θεόν κόπους παρά να επαίρεται με τις διαφημίσεις αυτής της ζωής, έφυγε κρυφά από την τροφό του και ζήτησε αναχώρηση σε ένα έρημο τόπο, που επονομάζεται Σουμπιάκο,4 ο οποίος απέχει από τη πόλη της Ρώμης κάπου σαράντα μίλια και αναβλύζει παγωμένα και καθάρια νερά. Εκεί το πλήθος των νερών συγκεντρώνεται πρώτα σε μια εκτεταμένη λίμνη και ύστερα διοχετεύεται σε ένα ποτάμι.

Καθώς λοιπόν φεύγοντας οδηγούσε τα βήματά του εκεί, κάποιος μοναχός, ονόματι Ρωμανός,5 τον συνάντησε που περπατούσε και τον ρώτησε για πού τραβούσε. Σαν έμαθε την επιθυμία του, κράτησε το μυστικό αλλά και του χορήγησε βοήθεια, του παρέδωσε το σχήμα της αγίας ζωής και όσο περνούσε από το χέρι του τον διακονούσε. Ο άνθρωπος του Θεού απομακρύνθηκε λίγο στον ίδιο τόπο και κλείσθηκε σε ένα στενότατο σπήλαιο,6 όπου για τρία χρόνια έμεινε άγνωστος στους ανθρώπους, εκτός από τον μοναχό Ρωμανό.

Ο Ρωμανός διέμενε όχι μακριά σε ένα μοναστήρι υπό την διοίκηση του ηγουμένου Αδεωδάτου.7 Όμως ευσεβώς έκλεβε κάποιες ώρες κρυφά από τα μάτια του πατρός του και κατά καθορισμένες ημέρες έφερνε στον Βενέδικτο όσο ψωμί μπορούσε και κατακρατούσε από το δικό του στιτηρένιο. Από το μοναστήρι του Ρωμανού δεν υπήρχε δρόμος για το σπήλαιο, γιατί εξείχε από πάνω ένας πανύψηλος βράχος. Αλλά ο Ρωμανός συνήθιζε από αυτόν ακριβώς τον βράχο να το κατεβάζει ψωμί δεμένο σε ένα πολύ μακρύ σχοινί, στο οποίο είχε προσαρτήσει και ένα μικρό κουδούνι, ούτως ώστε από τον ήχο του να καταλαβαίνει ο άνθρωπος του Θεού πότε ο Ρωμανός του έφερνε ψωμί, το οποίο έβγαινε και το έπαιρνε. Όμως ο αρχέκακος εχθρός φθονώντας του ενός την αγάπη και του άλλου την εξυπηρέτηση, όταν κάποια μέρα είδε να κρεμιέται κάτω το ψωμί, έρριξε μια πέτρα και έσπασε το κουδούνι. Εν τούτοις ο Ρωμανός δεν σταμάτησε να τον διακονεί με κάθε κατάλληλο τρόπο.

Όταν πια ο Παντοδύναμος Θεός θέλησε, ώστε και ο Ρωμανός να ησυχάσει από τον κόπο αυτόν και του Βενεδίκτου την πολιτεία να φανερώσει δημόσια ως υπόδειγμα στους ανθρώπους, για να λάμψει ο λύχνος πάνω στη λυχνία, για να φωτίζει όλους στο σπίτι,8 καταδέχτηκε ο Κύριος να παρουσιασθεί σε όραμα σε κάποιον πρεσβύτερο που έμενε αρκετά μακριά, ο οποίος είχε ετοιμάσει φαγητά για τον εαυτό σου για την εορτή του Πάσχα, και του είπε: «Εσύ για τον εαυτό του λιχουδιές ετοιμάζεις, και ο δούλος μου στον τάδε τόπο πεθαίνει της πείνας». Αυτός αμέσως σηκώθηκε και ανήμερα την ίδια την ιερή μέρα του Πάσχα μαζί με τις τροφές που είχε ετοιμάσει για τον ίδιο, πήρε το δρόμο για τον τόπο εκείνο. Μέσα από βουνά και γκρεμούς, κοιλάδες και φαράγγια και λάκκους τον αναζήτησε, και τον βρήκε κρυμμένο στο σπήλαιό του.

Έκανα ευχή, ευλόγησαν τον Παντοδύναμο Θεό, κάθισαν μαζί και, αφού αντάλλαξαν λόγους ζωογονίας γεμάτους γλυκύτητα, ο πρεσβύτερος που είχε έλθει είπε: «Σήκω, ας μεταλάβουμε τροφής, γιατί σήμερα Πάσχα είναι». Του απάντησε ο δούλος του Θεού: «Βέβαια Πάσχα είναι, το ξέρω, αφού αξιώθηκα να δω εσένα». Μακριά δηλαδή από τους ανθρώπους, αγνοούσε πως εκείνη τη μέρα ήταν ανήμερα το ιερό Πάσχα. Ο ευσεβής πρεσβύτερος πάλι πρόσθεσε: «Αλήθεια, σήμερα είναι η πασχάλιος ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου. Δεν αρμόζει καθόλου εσύ να νηστεύεις, γιατί κι εγώ γι’ αυτό στάλθηκα, για να μεταλάβουμε εξ ίσου των δωρεών του Παντοδυνάμου Κυρίου». Ευλόγησαν λοιπόν τον Θεό και κατέλυσαν από τα φαγητά. Σαν ολοκλήρωσαν την ευωχία και τη συζήτηση, ο πρεσβύτερος αναχώρησε πίσω για την εκκλησία του.

Τον ίδιο καιρό και κάποιοι βοσκοί τον βρήκανε που κρυβόταν στο σπήλαιο. Όπως τον είδανε ντυμένο με δέρματα ανάμεσα στους θάμνους, τον πέρασαν για κανένα θηρίο, όμως όταν κατάλαβαν ότι ήταν δούλος του Θεού, πολλοί από αυτούς μεταβλήθηκαν από τον θηριώδη λογισμό τους στην χάρη της ευσεβείας. Έτσι το όνομά του φημολογήθηκε σε όλους στα γειτονικά μέρη και συνέβη ώστε από εκείνον τον καιρό άρχισαν να συχνάζουν πολλοί σε αυτόν, οι οποίοι του έφερναν τροφές του σώματος και αποκόμιζαν από το στόμα του μες στην καρδιά τους τροφοδοσία ζωογονίας.

Υποσημειώσεις.

1. Effide, σήμερα Affide, 8 Km προς Ν του Subiaco (βλ. χάρτη Ε7). Εκεί και σήμερα υπάρχει ναός του αγίου Πέτρου, που έγινε Κοιμητήριο.
2. Capisterium λεπτή ξύλινη τάβλα με λαβές που τινάζεται για το λίχνισμα του σίτου. Χρησιμοποιείται ακόμα στην περιοχή (capistero scifa).
3. Δηλ. γύρω στα 570.
4. Sublacus (lacus=λίμνη): σήμερα μικρή πόλη (Subiaco)σε ωραία τοποθεσία σε υψώματα παρά τον ποταμό Ανιένε. Η λίμνη βυθίστηκε κι εξαφανίσθηκε το 1305. Και σήμερα υπάρχει το μοναστήρι, λεγόμενο του Ιερού καθρέπτου. Η απόσταση από την Ρώμη είναι στην πραγματικότητα 50 μίλια (75 Km).
5. Romanus: Αναφέρεται στο Ρωμαϊκό εορτολόγιο στις 22 Μαΐου. Αργότερα ίδρυσε μονή στην Auxerre της Γαλλίας.
6. Και σήμερα επιδεικνύεται το Speco Speco στην περιοχή.
7. Adeodatus. Η μονή ήταν προφανώς κάπου κοντά στο σημερινό San Biagio.
8. Ματθ. 5, 15.

Από το βιβλίο: Βίοι αγνώστων Ασκητών: Αγίου Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης, του επικαλουμένου Διαλόγου. Εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις υπό Ιωάννου Ιερομ.
Εκδότης, Ιερά Σκήτη Αγίας Αννης – Αγιον Ορος. Ιούνιος 2020.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.