Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Ζ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Στο ρητό του Ευαγγελίου: «Η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με ένα βασιλιά». Και ποιός είναι ο μυστικός γάμος του Θεού.

… «Η βασιλεία των ουρανών», λέει, «είναι όμοια με ένα βασιλιά, που έκανε τους γάμους του γιού του και κάλεσε πολλούς».1 Ποιόν δηλαδή ονομάζει βασιλιά, παρά εκείνον τον ίδιο τον Πατέρα του και Θεό; Και για ποιόν άλλο έκανε τους γάμους, παρά για τον ίδιο τον μονογενή Υιό του και Θεό, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό; Και με ποιόν λοιπόν άνθρωπο, ή με ποιόν βασιλιά, καταδέχθηκε ο Δεσπότης και Κύριος των όλων να κάνει τη συμφωνία του

αρραβώνα; Διότι, επιθυμώντας καθένας από μας τους ανθρώπους να φέρει νύφη για το γιο του, φροντίζει να πάρει νύφη τη θυγατέρα ενός επιφανέστερου και ενδοξότερου και πλουσιότερου. Ο Θεός λοιπόν ποιόν θα βρει έστω και ίσο με τον εαυτό του, για να πάρει απ’ αυτόν νύφη; Διότι ο προφήτης Ησαΐας λέει για τον Θεό: «Αυτός είναι που κρατά στο χέρι του την περίμετρο της γης, και αυτοί που κατοικούν στη γη είναι σαν τις ακρίδες».2 Και αλλιώς λέει: «Ο Θεός ο αιώνιος είναι που κατασκεύασε τα άκρα της γης»,3 αλλά και δεν θεμελίωσε πουθενά τους στύλους της.4 Και ο Δαβίδ λέει: «Ο Θεός είναι που ρίχνει το βλέμμα του στη γη και την κάνει να τρέμει».5 Ένας τέτοιος λοιπόν και τόσο μεγάλος βασιλιάς, ας σκεφθούμε, ποιού άραγε θυγατέρα πήρε νύφη και έκανε τους γάμους του γιου του. Θέλετε να μάθετε ποιου θυγατέρα πήρε; Αλλά κάνει έκπληκτο το λογισμό μου το μέγεθος της συγκατάβασής του. Και θέλω βέβαια να το πω, αλλά φρίττω˙ παίρνοντας όμως θάρρος από την αγαθότητά του, θα πω τα εξής˙ πήρε νύφη για τον εαυτό του τη θυγατέρα κάποιου που συγκρούσθηκε μ’ αυτόν και που έκανε μοιχεία και φόνο˙ να πω, δηλαδή, πήρε νύφη τη θυγατέρα ενός μοιχού και ενός φονιά.
Είδες την ασύγκριτη και απερίγραπτη αγαθότητα και συγκατάβαση; Είδες την υπερβολή της φιλανθρωπίας; Είδες το μέγεθος της αγάπης και της καλοσύνης; Μάθε λοιπόν από εδώ καθένας, που έχεις μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου, να ταπεινώνεσαι και να μετριοφρονείς και ποτέ να μην υπερηφανεύεσαι υπερβολικά ότι είσαι ανώτερος από κάποιον, και αν ακόμη είσαι ο βασιλικότερος από όλους τους βασιλείς και ο ενδοξότερος από τους άρχοντες και ο πλουσιότερος από όλου στους πλούσιους, βλέποντας τον Δεσπότη και Κύριο των όλων, τον Άγιο των Αγίων, τον μακάριο Θεό και μόνο Εξουσιαστή,6 που κατοικεί μέσα σε απλησίαστο και ανέκφραστο φως, να δείχνει τόση συγκατάβαση, και τη θυγατέρα κάποιου, που συγκρούσθηκε μαζί του, να την παίρνει νύφη για τον μονογενή του Υιό, τον αόρατο, τον ακατανόητο, τον ανεξιχνίαστο, τον ποιητή και δημιουργό των όλων, για σένα και για τη δική σου σωτηρία.
Ποιός λοιπόν είναι αυτός που έκανε το φόνο και τη μοιχεία, που ο Θεός διάλεξε τη θυγατέρα του για νύφη του; Είναι ο Δαβίδ, ο γιος του Ιεσσαί, που και τον Ουρία φόνευσε και με τη γυναίκα του διέπραξε μοιχεία.7 Αυτού λοιπόν τη θυγατέρα, εννοώ την υπεράμωμη Μαρία, την υπέραγνη και αγνή Παρθένο, έφερε νύφη. Και την ονομάζω μάλιστα υπέραγνη και υπεράμωμη ως προς εμάς και τους τότε ανθρώπους, συγκρίνοντάς την με τους τότε ανθρώπους και μ’ εμάς τους δούλους της, ως προς τον νυμφίο της όμως και τον Πατέρα του νυμφίου την ονομάζω βέβαια άνθρωπο, αλλά αγία και υπεραγία, και καθαρότατη και άχραντη, περισσότερο από όλους τους ανθρώπους όλων των γενεών. Αυτή λοιπόν την έφερε νύφη και έκανε γάμο για τον γιο του. Με ποιό τρόπο; Άκου προσεκτικά.
Ο Θεός και Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αφού έστειλε από το άγιο ύψος του έναν από τους δούλους του, δηλαδή τον αρχάγγελο Γαβριήλ, απευθύνει στην Παρθένο το χαίρε˙ αυτός λοιπόν, αφού κατέβηκε, υπηρετεί για την Παρθένο το μυστήριο και λέει σ’ αυτή: «Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος είναι μαζί σου».8 Και μαζί με το λόγο, ο ενυπόστατος και ομοούσιος και συναιώνιος Λόγος του Θεού και Πατέρα εισήλθε ολόκληρος στα σπλάχνα της κόρης, και με τον ερχομό και τη συνέργεια του ομοουσίου Πνεύματός του πήρε από τα αγνά αίματά της σάρκα με νου και ψυχή, και έγινε άνθρωπος. Αυτή λοιπόν είναι η ανέκφραστη συνένωση, και τέτοιος είναι ο μυστικός γάμος του Θεού, και έτσι έχει γίνει η συναλλαγή του Θεού με τους ανθρώπους, με το να ενωθεί ασύγχυτα με τη φθαρτή και φτωχή μας ουσία και φύση αυτός που είναι επάνω από τη φύση και την ουσία.
Συνέλαβε λοιπόν η Παρθένος και γέννησε με τρόπο παράδοξο από τις δύο φύσεις, δηλαδή από τη θεία και την ανθρώπινη, έναν υιό, Θεό τέλειο και άνθρωπο τέλειο, τον Κύριό μας Ιησού, τον Χριστό, χωρίς αυτός με τη γέννησή του ούτε την παρθενία της να διαφθείρει, ούτε από την πατρική αγκαλιά να χωρισθεί.
Αλλά όμως όσο αντιλαμβάνομαι από εδώ, από τον ευαγγελικό δηλαδή λόγο, η χάρη δίνει και κάτι άλλο, και με αναγκάζει να πω ένα πράγμα που γίνεται μυστικά πάντοτε και σε όλους τους ανθρώπους του φωτός. Γιατί δηλαδή δεν είπε, «Έκανε γάμο για τον γιο του», αλλά είπε, «γάμους»; Εδώ βρίσκεται κατά τη γνώμη μου το καινούργιο νόημα του λόγου. Γιατί το είπε; Επειδή για καθένα χωριστά από τους πιστούς και τους ανθρώπους της μέρας9 γίνεται παρόμοια και απαράλλακτα ο ίδιος πάντοτε γάμος. Πώς και με ποιό τρόπο γίνεται; Ο Θεός, με το να ενώνεται μ’ εμάς με υπεράμωμο και υπέραγνο γάμο, κάνει μέσα μας κάτι μεγαλύτερο από τη δύναμή μας. Τί λοιπόν είναι αυτό; Άκου προσεκτικά.
Ότι και όλοι οι άγιοι συλλαμβάνουν τον Λόγο του Θεού μέσα τους, παρόμοια με την Θεοτόκο, και ότι τον γεννούν, και ότι γεννιέται μέσα τους και γεννιούνται απ’ αυτόν˙ και πώς γίνονται υιοί και αδελφοί και μητέρες του.
Ο Υιός του Θεού και Θεός, αφού μπήκε στην κοιλιά της παναγίας Παρθένου και πήρε σάρκα απ’ αυτή και έγινε άνθρωπος, γεννήθηκε, όπως είπαμε, τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, με το να είναι ο ίδιος ασύγχυτα και τα δύο. Πρόσεχε λοιπόν˙ τί είναι το μεγαλύτερο που έγινε σ’ εμάς; Καθένας από μας τους ανθρώπους πιστεύουμε στον ίδιο τον Υιό του Θεού και Υιό της Αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας, και με το να πιστεύουμε, δεχόμαστε πιστά μέσα στις καρδιές μας το λόγο γι’ αυτόν, που και με το να τον ομολογούμε με το στόμα μας και να μετανοούμε από την ψυχή μας για τα προηγούμενα ανομήματά μας, αμέσως, όπως μπήκε στην κοιλιά της Παρθένου ο Θεός Λόγος του Πατέρα, έτσι βρίσκεται σαν σπόρος και μέσα σ’ εμάς τους ίδιους ο λόγος που δεχόμαστε, καθώς διδασκόμαστε την ευσέβεια. Τρόμαξε, ακούγοντας τη φοβερότητα του μυστηρίου, και δέξου με κάθε βεβαιότητα και πίστη το λόγο, που είναι αξιόπιστος!
Συλλαμβάνουμε λοιπόν τον Λόγο όχι σωματικά, όπως τον συνέλαβε η Παρθένος και Θεοτόκος, αλλά πνευματικά, ωστόσο όμως τον συλλαμβάνουμε αληθινά˙ και έχουμε μέσα στις καρδιές μας εκείνον τον ίδιο, που και η αγνή Παρθένος συνέλαβε, όπως ο θείος Παύλος λέει: «Ο Θεός, που είπε να λάμψει φως από το σκότος, αυτός έλαμψε μέσα στις καρδιές μας, για να μας φωτίσει στη γνώση του Υιού του»,10 σαν να είπε δηλαδή, «παρουσιάσθηκε πραγματικά ο ίδιος ολόκληρος μέσα μας». Ότι όμως αυτό που λέγεται έχει τέτοιο νόημα, ο απόστολος φανέρωσε με τα επόμενα, με το να μιλήσει δηλαδή έτσι: «Έχουμε αυτό το θησαυρό μέσα σε πήλινα δοχεία»,11 ονομάζοντας θησαυρό το Άγιο Πνεύμα. Σε άλλο σημείο μάλιστα λέει ότι και ο Κύριος είναι Πνεύμα. «Διότι το Πνεύμα», λέει ο Παύλος, «είναι ο Κύριος».12 Αυτά μάλιστα τα λέει, ώστε, και αν ακόμη ακούς να λέει Υιός Θεού, να σκέφτεσαι και να ακούς μαζί μ’ αυτόν και το Πνεύμα˙ και αν πάλι ακούς Πνεύμα, να σκέφτεσαι μαζί μ’ αυτό και τον Πατέρα, επειδή και γι’ αυτόν λέει, «Πνεύμα ο Θεός»,13 με το να σε διδάσκει παντού το αχώριστο και ομοούσιο της Αγίας Τριάδας, και ότι όπου είναι ο Υιός εκεί είναι και ο Πατέρας, και όπου είναι ο Πατέρας εκεί είναι και το Πνεύμα, και όπου είναι το Άγιο Πνεύμα εκεί είναι η ολότητα της τρισυπόστατης Θεότητας, ο ένας δηλαδή Θεός και Πατέρας μαζί με τους ομοούσιους Υιό και Πνεύμα˙ ο ένας Θεός και Πατέρας, που είναι ευλογητός στους αιώνες˙ αμήν.14
Γι’ αυτό λοιπόν και με το να πιστεύουμε ολόψυχα και να μετανοούμε θερμά, συλλαμβάνουμε, όπως έχει ειπωθεί, μέσα στις καρδιές μας τον Λόγο του Θεού, όπως τον συνέλαβε η Παρθένος, με το να προσφέρουμε δηλαδή παρθενικές και αγνές τις ψυχές μας˙ και όπως ακριβώς η φωτιά της θεότητας δεν κατέκαψε την Παρθένο, επειδή ήταν υπεράμωμη, έτσι ούτε εμάς κατακαίει, όταν προσφέρουμε αγνές και καθαρές τις καρδιές μας, αλλά γίνεται μέσα μας δροσιά, που κατεβαίνει από τον ουρανό, και πηγή νερού και ρυάκι αθάνατης ζωής. Ότι όμως και εμείς δεχόμαστε επίσης την αβάσταχτη φωτιά της θεότητας, άκουσε τον Κύριο που λέει: «Ήρθα να βάλω φωτιά επάνω στη γη».15 Ποιά άλλη είναι αυτή η φωτιά παρά το ομοούσιο Πνεύμα της θεότητάς του, μαζί με το οποίο μπαίνει και βλέπεται συγχρόνως και ο ίδιος μαζί με τον Πατέρα και μένει μέσα μας; Επειδή όμως ο Λόγος του Θεού έλαβε μία και μόνη φορά σάρκα από την Παρθένο και γεννήθηκε σωματικά απ’ αυτή μ ανέκφραστο και υπέρλογο τρόπο, αλλά δεν είναι δυνατό να λάβει πάλι σάρκα ή να γεννηθεί σωματικά από τον καθένα από μας, τί κάνει; Εκείνη την άχραντη σάρκα του, που έλαβε από τα αγνά σπλάχνα της πανάχραντης Μαρίας και Θεοτόκου, με την οποία και γεννήθηκε σωματικά, τη δίνει σ’ εμάς για τροφή˙ και εμείς, τρώγοντάς την, έχουμε μέσα μας, καθένας από μας τους πιστούς που τρώμε άξια αυτή τη σάρκα του, ολόκληρο τον σαρκωθέντα Θεό και Κύριό μας Ιησού, τον Χριστό, τον ίδιο τον Υιό του Θεού και Υιό της παρθένου και πανάμωμης Μαρίας, αυτόν που κάθεται στα δεξιά του Θεού16 και Πατέρα, σύμφωνα μ’ αυτό που ο ίδιος είπε: «Εκείνος που τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου μένει μέσα μου και εγώ μένω μέσα του»,17 χωρίς ποτέ να εξέρχεται από μας, ή να γεννιέται σωματικά και να χωρίζεται από μας. Διότι δεν τον αισθανόμαστε να είναι μέσα μας σωματικά σαν ένα βρέφος, αλλά είναι στο σώμα μας με τρόπο ασώματο, με το να αναμιγνύεται με τις ουσίες και τις φύσεις μας με τρόπο ανέκφραστο, και με το να μας θεοποιεί, επειδή είμαστε ένα σώμα μ’ αυτόν, και σάρκα από τη σάρκα του, και οστό από τα οστά του.18 Αυτό είναι σ’ εμάς το μεγαλύτερο πράγμα από την ανέκφραστη οικονομία του και την υπέρλογη συγκατάβασή του˙ αυτό είναι το γεμάτο από όλη τη φρίκη μυστήριο, που και να περιγράψω δίσταζα και να αρχίσω να περιγράψω τρόμαζα.
Αλλά, επειδή ο Θεός θέλει πάντοτε να αποκαλύπτει και να φανερώνει σ’ εμάς την προς εμάς αγάπη του, ώστε και εμείς κάποτε, με το να αντιληφθούμε και να σεβαστούμε την πολλή του αγαθότητα, να γίνουμε πρόθυμοι να τον αγαπήσουμε, αφού κινήθηκα από το Πνεύμα, που κινεί και φωτίζει από τον ουρανό τις καρδιές μας, φανέρωσα σ’ εσάς αυτά τα μυστήρια, γράφοντάς τας, όχι για να αποδείξω κάποιον από τους ανθρώπους ως προς τον τρόπο της απόρρητης γέννησης ίσο με αυτή που γέννησε τον Κύριο, ποτέ κάτι τέτοιο! Διότι και δεν είναι δυνατό αυτό. Άλλη δηλαδή ήταν η ένσαρκη ανέκφραστη γέννηση του Θεού Λόγου απ’ αυτή και άλλη η γέννηση που γίνεται πνευματικά από μας˙ διότι εκείνη βέβαια η γέννηση, αφού γέννησε τον Υιό και Λόγο, όταν αυτός σαρκώθηκε, έφερε επάνω στη γη το μυστήριο της ανάπλασης του γένους μας και τη σωτηρία όλου του κόσμου, τη σωτηρία δηλαδή που είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και Θεός, που ένωσε στον εαυτό του τα απομακρυσμένα μεταξύ τους19 και σήκωσε επάνω του την αμαρτία του κόσμου20˙ αυτή όμως η γέννηση, επειδή γεννά με το θείο Πνεύμα τον λόγο της γνώσης του Θεού, απεργάζεται διαρκώς μέσα στις καρδιές μας το μυστήριο της ανακαίνισης των ανθρώπινων ψυχών και την κοινωνία και ένωση με τον Θεό Λόγο, που και ο θείος λόγος υπονοεί, με το να λέει τα εξής: «Μ’ αυτόν συλλάβαμε μέσα στα σπλάχνα μας και δοκιμάσαμε τους πόνους της γέννας και γεννήσαμε πνεύμα σωτηρίας, που κυοφορήσαμε επάνω στη γη».21 Αλλά, για να φανερωθεί η υπεράπειρη και γνήσια αγάπη του προς εμάς, και ότι, αν θέλουμε, θα ονομασθούμε και όλοι εμείς μητέρα και αδελφοί του, σύμφωνα με το θείο λόγο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, με τον τρόπο που έχει ειπωθεί, και θα γίνουμε οπωσδήποτε ίσοι με τους μαθητές του και αποστόλους, όχι ως προς την αξία εκείνων και τις περιοδείες και τους κόπους που υπέφεραν, αλλά ανάλογα με τη χάρη του Θεού και τη δωρεά, που έχυσε πλούσια επάνω σε όλους εκείνους που θέλουν να πιστεύουν και να τον ακολουθούν χωρίς να στρέφουν πίσω, όπως ο ίδιος, θέλοντας να το φωνερώσει, φωνάζει ολοφάνερα: «Μητέρα μου και αδελφοί μου είναι εκείνοι που ακούν το λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν».22
Είδες πώς όλους εκείνους που ακούν το λόγο του και τον εφαρμόζουν ανέβασε την αξία της μητέρας του και τους λέει αδελφούς του και τους ονομάζει όλους αυτούς συγγενείς; Ωστόσο βέβαια εκείνη έγινε κυριολεκτικά μητέρα του, επειδή, όπως πριν από λίγο είπα, τον γέννησε σωματικά με τρόπο ανέκφραστο και χωρίς τη συμμετοχή άνδρα, ενώ όλοι οι άγιοι τον αποκτούν, συλλαμβάνοντάς τον, κατά τη χάρη και τη δωρεά˙ και από την πανάμωμη μητέρα του βέβαια δανείσθηκε την παναμώμητη σάρκα του, αντί για τη σάρκα όμως δώρισε σ’ αυτή τη θεότητα. Ώ παράδοξη και πρωτόγνωρη ανταλλαγή! Από τους αγίους όμως δεν παίρνει βέβαια σάρκα, δίνει όμως σ’ αυτούς τη θεωμένη σάρκα του. Και πρόσεξε το βάθος του μυστηρίου. Η χάρη βέβαι του Πνεύματος, η φωτιά δηλαδή της θεότητας, είναι του Σωτήρα μας και Θεού, από τη φύση και την ουσία του, το σώμα του όμως δεν είναι από εκεί, αλλά είναι από την πάναγνη και αγία σάρκα της Θεοτόκου και από τα πανάχραντα αίματά της, από την οποία, αφού το πήρε, το έκανε δικό του, σύμφωνα με τον ιερό λόγο, που λέει: «Και ο Λόγος σαρκώθηκε».23 Έτσι λοιπόν ο Υιός του Θεού και της άχραντης Παρθένου δίνει στους αγίους από τη φύση βέβαια και από την ουσία του συναιώνιου Πατέρα του, όπως έχει ειπωθεί, τη χάρη του Πνεύματος, δηλαδή τη θεότητα, όπως λέει με τον προφήτη, «Και θα συμβεί στις έσχατες μέρες, θα χύσω από το Πνεύμα μου στον κάθε άνθρωπο»,24 δηλαδή στον άνθρωπο που πίστεψε, από τη φύση όμως και από την ουσία εκείνης, που κυριολεκτικά και αληθινά τον γέννησε, δίνει τη σάρκα που πήρε απ’ αυτή.
Και όπως ακριβώς όλοι εμείς λάβαμε από την τελειότητά του,25 έτσι και όλοι μεταλαμβάνουμε από την αμώμητη σάρκα της παναγίας Μητέρας του, από τη σάρκα δηλαδή που έλαβε˙ και όπως ο Χριστός και Θεός μας έγινε υιός της και Θεός, και ονομάσθηκε αδελφός μας, έτσι και εμείς – ώ για την ανέκφραστη φιλανθρωπία! – γινόμαστε υιοί της Θεοτόκου Μητέρας του και αδελφοί του ίδιου του Χριστού, επειδή με τον υπεραμώμητο και υπεράγνωστο γάμο, που έγινε μ’ αυτή και μέσα σ’ αυτή, γεννήθηκε απ’ αυτή ο Υιός του Θεού, και απ’ αυτόν πάλι γεννήθηκαν όλοι οι άγιοι. Διότι όπως από τη συνεύρεση και από το σπέρμα του Αδάμ η Εύα γέννησε πρώτη, και από εκείνη και με εκείνη γεννήθηκαν όλοι οι άνθρωποι, έτσι και η Θεοτόκος, αφού δέχθηκε αντί για σπέρμα τον Λόγο του Θεού Πατέρα, και μονογενή, μόνο τον ίδιο, τον Μονογενή προαιώνια από Πατέρα, και μονογενή, που σαρκώθηκε απ’ αυτή στους έσχατους καιρούς.26 Και ενώ αυτή έπαψε να συλλαμβάνει και να γεννά, ο Υιός της και γέννησε και γεννά κάθε μέρα αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτόν και τηρούν τις άγιες εντολές του. Και διότι έπρεπε, επειδή η γέννησή μας στη φθορά έγινε με τη γυναίκα Εύα, η πνευματική γέννησή μας και ανάπλαση να γίνεται με τον άνδρα, δηλαδή με τον δεύτερο Αδάμ και Θεός. Και πρόσεξε από εδώ την ακρίβεια του λόγου˙ το σπέρμα του θνητού και φθαρτού άνδρα γέννησε και γεννά με τη γυναίκα φθαρτούς και θνητούς γιους˙ ο αθάνατος και άφθαρτος Λόγος του αθάνατου και άφθαρτου Θεού γέννησε και γεννά πάντοτε αθάνατα και άφθαρτα τέκνα, αφού δηλαδή πρώτα ο ίδιος γεννήθηκε από την Παρθένο με τη συνέργεια του Αγίου Πνεύματος.
Ως προς αυτόν λοιπόν η Μητέρα του Θεού είναι δέσποινα και βασίλισσα και κυρία και μητέρα όλων των αγίων, ενώ όλοι οι άγιοι είναι δούλοι της, διότι είναι Μητέρα του Θεού, αλλά και υιός της, διότι μεταλαμβάνουν από την πανάχραντη σάρκα του Υιού της. Ο λόγος αυτός είναι αξιόπιστος, διότι η σάρκα του Κυρίου είναι σάρκα της Θεοτόκου˙ και όταν μεταλαμβάνουμε απ’ αυτή τη σάρκα του Κυρίου, η οποία θεώθηκε, ομολογούμε και πιστεύουμε ότι μεταλαμβάνουμε αιώνια ζωή, αν δηλαδή δεν τρώμε αυτή τη σάρκα ανάξια και για την καταδίκη του εαυτού μας περισσότερο. Οι άγιοι μάλιστα είναι συγγενείς της Θεοτόκου κατά τρεις τρόπους˙ κατά ένα τρόπο, διότι έχουν συγγένεια μ’ αυτή από τον ίδιο πηλό και από την ίδια πνοή, από την ίδια δηλαδή ψυχή˙ κατά δεύτερο τρόπο, διότι η σάρκα της, που προσελήφθη,27 έχουν κοινωνία και μετοχή μαζί της˙ και κατά τρίτο τρόπο, διότι χάρη στην αγιοσύνη, που σύμφωνα με το Πνεύμα αποκτάται μέσα τους μ’ αυτή τη σάρκα, συλλαμβάνοντας ο καθένας με όμοιο τρόπο, έχει τον Θεό των όλων, όπως και εκείνη είχε αυτόν μέσα της˙ διότι, αν και αυτή τον γέννησε σωματικά, τον είχε πάντοτε και πνευματικά ολόκληρο μέσα της, και τώρα τον έχει πάντοτε και κατά τον ίδιο τρόπο.
Αυτό λοιπόν είναι το μυστήριο των γάμων, που έκανε ο Πατέρας, ο συναιώνιος και ομότιμος, για τον μονογενή του Υιό˙ και κάλεσε πολλούς, και έστειλε τους δούλους του, για να καλέσει τους καλεσμένους στους γάμους, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να έρθουν.

Υποσημειώσεις.

1. Ματθ. 22, 2-3
2. Ησ’. 40, 22
3. Ησ’. 40, 28
4. Πρβ. Ιώβ 38, 4-6
5. Ψαλ. 103, 32
6. Α’ Τιμ. 6, 15
7. Β’ Βασ’. 11, 2-5
8. Λουκ. 1, 28 (Κεχαριτωμένη˙ αυτή που είναι γεμάτη από θεία χάρη).
9. Πρβ. Α’ Θεσ’. 5, 5
10. Β’ Κορ. 4, 6
11. Β’ Κορ. 4, 7
12. Β’ Κορ. 3, 17
13. Ιω. 4, 24
14. Ρωμ. 1, 25
15. Λουκ. 12, 49
16. Πρβ. Κολ. 3, 1
17. Ιω. 6, 56
18. Πρβ. Εφ. 5, 30
19. Απομακρυσμένα˙ ο Θεός και ο άνθρωπος
20. Πρβ. Ιω. 1, 29
21. Ησ’. 26, 18
22. Λουκ. 8, 21
23. Ιω. 1, 14
24. Ιωήλ 3, 1. Πράξ. 2, 17
25. Ιω. 1, 16
26. Έσχατοι καιροί˙ εδώ, το πλήρωμα του χρόνου, ο καιρός της σωτηρίας.
27. Δηλαδή κοινωνώντας οι άγιοι τη σάρκα του Κυρίου, την οποία αυτός προσέλαβε από τη Θεοτόκο, έχουν κοινωνία και μετοχή και μαζί της.

Από το βιβλίο Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Α’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Β’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Γ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Δ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Ε’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (ΣΤ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.