Ότι η Εκκλησία του Χριστού είναι νέος κόσμος και η πίστη σ’ αυτόν νέος παράδεισος˙ και μαζί μ’ αυτά, ανακεφαλαίωση του πρώτου κόσμου, με την αντιπαραβολή αυτών που δια μέσου του Χριστού πραγματοποιήθηκαν στην Εκκλησία, με εκείνα που διαπράχθηκαν σ’ εκείνο τον κόσμο. Και προς το τέλος επανάληψη του αποστολικού ρητού, «Όποιους προγνώρισε, αυτούς και προόρισε…».
… Αλλά όμως, όπως αναφέραμε με τη σειρά τη δημιουργία και την πτώση της, έτσι πρέπει να αναφέρουμε και την ανανέωσή της. Πρόσεξε μάλιστα τη σύγκριση των παλαιών πραγμάτων, πως δηλαδή αυτά συγκρίνονται αντίστοιχα με την οικονομία και τη διαθήκη του Θεού. Πρώτα λοιπόν τοποθετήθηκε από τον Θεό μέσα στον παράδεισο ο Αδάμ και τότε δημιουργήθηκε η Εύα˙ έτσι και ο Υιός του Θεού, ο ίδιος δηλαδή ο δημιουργός του Αδάμ, πρώτα κατέβηκε και μπήκε μέσα στην άχραντη μήτρα της Παρθένου, και έπειτα έλαβε από τη μήτρα της Παρθένου την πλευρά του Αδάμ, δηλαδή την πανάμωμη σάρκα, και έγινε άνθρωπος, και παρουσιάστηκε στον κόσμο, αντί για την Εύα, που εξαπατήθηκε από το φίδι, νέος Αδάμ, που επρόκειτο να σκοτώσει το φίδι, που εξαπάτησε την Εύα. Πρώτη εξαπατήθηκε η Εύα, με το να μιλήσει σ’ αυτή το φίδι, και έφαγε από το δέντρο και παρέβη την εντολή και υπέστη το θάνατο της ψυχής˙ πρώτη η Θεοτόκος Μαρία ακούει την καλή αγγελία από τον άγγελο και πιστεύει στην απόφαση του Θεού, που αναγγέλθηκε, και υπακούει λέγοντας: «Να, η δούλη η Κυρίου˙ ας γίνει σ’ εμένα σύμφωνα με το λόγο σου»,1 και έτσι πρώτη δέχθηκε αληθινά μέσα της τον Λόγο του Θεού, που λύτρωσε δηλαδή την ψυχή της από εκείνο τον αιώνιο θάνατο. Και τότε ακριβώς, όταν δηλαδή ο Λόγος του Θεού σαρκώθηκε,2 ανέπλασε το σώμα του Αδάμ, στο οποίο εμφύσησε αμέσως πνοή, για να αποκτήσει ζωντανή ψυχή3˙ διότι, όταν αργότερα έλαβε έμψυχη την πλευρά του και την οικοδόμησε σε γυναίκα, δεν γράφηκε ότι οικοδόμησε και την πνοή. Και για να μιλήσουμε σαφέστερα, ας εξετάσουμε έτσι αυτό το ίδιο το ρητό.
Ο Θεός έλαβε από τον Αδάμ τη μερίδα της σάρκας του και αναπλήρωσε αντί γι’ αυτή άλλη σάρκα, και τη σάρκα που έλαβε την οικοδόμησε σε ολόκληρο άνθρωπο, όμως ούτε ψυχή πρόσθεσε στον ίδιο τον Αδάμ, αντί για την ψυχή που έλαβε μαζί μ’ αυτή την πλευρά, ούτε πάλι την επαύξησε μέσα στην Εύα˙ αλλά, θα λέγαμε, η σάρκα, που ο Θεός έλαβε, αναπληρώθηκε αντί για την πλευρά, η ψυχή όμως όχι. Αλλά άκου αυτό ακόμη σαφέστερα. Ο Θεός δηλαδή έλαβε από την Παρθένο σάρκα με νου και ψυχή, αυτή δηλαδή τη σάρκα που έλαβε από τον Αδάμ, και αναπλήρωσε αντί γι’ αυτή άλλη σάρκα˙ και αφού έλαβε από τη σάρκα από την Παρθένο, έδωσε το Άγιο Πνεύμα του σ’ αυτή τη σάρκα και αναπλήρωσε την αιώνια ζωή, που η ψυχή της δεν είχε. Διότι η σάρκα, που αναπληρώθηκε στο σώμα του Αδάμ αντί για την πλευρά του, ήταν ο αρραβώνας και η εγγύηση της οικονομίας του Θεού, ώστε να λάβει πάλι πλευρά από την πλευρά και να δώσει αντί για την πλευρά όχι σάρκα πάλι, διότι η σάρκα αναπληρώθηκε προηγουμένως, αλλά να δώσει αληθινά Πνεύμα Θεού, ώστε, όπως ακριβώς από την πλευρά του Αδάμ έγινε η γυναίκα από την γυναίκα έγιναν όλοι οι θνητοί άνθρωποι, έτσι να γίνει και από τη σάρκα της γυναίκας, ο άνδρας Χριστός ο Θεός, και να καταστούν απ’ αυτόν όλοι αθάνατοι, και να αναπληρώσει αυτό που ο Αδάμ είχε περισσότερο από τη γυναίκα.
Τί ήταν όμως αυτό που εκείνος είχε περισσότερο; Ήταν η σάρκα που αναπληρώθηκε στο σώμα του αντί για την πλευρά. Διότι, αφού ο Χριστός, για να σου πω πάλι τα ίδια, πήρε τη σάρκα από την Παρθένο, έπρεπε να την αναπληρώσει αυτή και πάλι, όπως και τότε αναπλήρωσε τη σάρκα του Αδάμ. Επειδή όμως η αναπλήρωση επρόκειτο να γίνει και πάλι όχι για φθορά αλλά για αφθαρσία, έγινε με Πνεύμα και όχι με σάρκα, ώστε και τη φύση του Αδάμ να αναπλάσει και αυτά που επρόκειτο να γίνουν τέκνα του Θεού με το Άγιο Πνεύμα να λάβουν την αναγέννηση και να γίνουν έτσι μέσα στο Πνεύμα του Θεού συγγενείς του και ένα σώμα, όλοι όσοι θα πιστέψουν σ’ αυτόν.
Και όπως ειπώθηκε στην περίπτωση των πρωτοπλάστων: «Γι’ αυτό», λέει, «το πράγμα» – Για ποιό; Για τη γυναίκα˙ εννοώ για την πλευρά του Αδάμ -, «θα εγκαταλείψει ο άνδρας τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη γυναίκα του», στην πλευρά δηλαδή του Αδάμ, «και θα γίνουν οι δύο ένα σώμα»,4 έτσι γίνεται και με τον Χριστό τον Θεό. Επειδή λοιπόν ο Χριστός έλαβε σάρκα από τα πανάχραντα αίματα της Θεοτόκου, και χάρισε σ’ αυτή Άγιο Πνεύμα, και σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος, γι’ αυτό δηλαδή θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα, ακόμη μάλιστα και τη γυναίκα και τα παιδιά και τους αδελφούς και τις αδελφές,5 και θα προσκολληθεί, όχι στη γυναίκα, ούτε σαρκικά, αλλά, όπως όλοι που γεννιούνται σωματικά από τη γυναίκα, και που είμαστε εμείς, θα προσκολληθεί σ’ αυτόν που γεννήθηκε από την γυναίκα χωρίς σπέρμα ανδρός, δηλαδή στο νυμφίο Χριστό. Και έτσι, με το να ενωθούμε και να προσκολληθούμε σ’ αυτόν πνευματικά, θα γίνουμε ο καθένας μαζί του ένα πνεύμα και επίσης ένα σώμα, επειδή εμείς τρώμε σωματικά το σώμα του και πίνουμε το αίμα του.
Έτσι λοιπόν και ο ίδιος ο Κύριός μας και Θεός διακήρυξε: «Εκείνος που τρώει το σώμα μου και πίνει το αίμα μου μένει μέσα μου και εγώ μένω μέσα του».6 Μ’ αυτό τον θείο λόγο συμφωνεί μάλιστα και η ακόλουθη φράση του αποστόλου, που λέει: «Εκείνος που ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται μ’ αυτόν ένα πνεύμα».7 Λέω όμως ένα όχι ως προς τις υποστάσεις, αλλά ως προς τη φύση της θεότητας και της ανθρωπότητας. Ως προς τη φύση της θεότητας, επειδή γίνονται και οι ίδιοι θεοί κατά χάρη, σύμφωνα μ’ αυτό που έχει ειπωθεί από τον Ιωάννη: «Και γνωρίζουμε ότι, όταν αυτός φανερωθεί, θα γίνουμε όμοιοι μ’ αυτόν».7 Με ποιόν τρόπο; Διότι «εμείς όλοι», λέει, «λάβαμε από τον πλούτο του».8 Ως προς τη φύση της ανθρωπότητας όμως, επειδή γίναμε συγγενείς και αδελφοί του, όπως είπαμε και αλλού. Αυτά μάλιστα, επειδή τα γνώριζαν και οι άγιοι πατέρες, έλεγαν απερίφραστα: «Δώσε αίμα και λάβε Πνεύμα»9˙ επειδή δεν δίνεται αλλιώς σ’ εμάς το Πνεύμα, παρά μόνο με τη θεληματική προς τον κόσμο σταύρωση10 και νέκρωση συγχρόνως. Επειδή δηλαδή ο Θεός είναι Πνεύμα11 ως προς τη θεία φύση, θέλει να ενωνόμαστε εμείς μαζί του δια μέσου του Αγίου Πνεύματος και να προσκολλόμαστε12 και να γινόμαστε σύσσωμοι και συγκληρονόμοι του,13 όπως μαρτυρεί όλη η θεία Γραφή. Αλλά ας επιστρέψουμε στο θέμα μας.
Ο Θεός Λόγος λοιπόν έλαβε από την αγνή Θεοτόκο σάρκα και έχει δώσει αντί γι’ αυτή όχι σάρκα αλλά αληθινά Άγιο Πνεύμα. Και πρώτα ζωοποίησε με το Άγιο Πνεύμα την τίμια και υπεράμωμη ψυχή της, με το να την αναστήσει από τον θάνατο˙ αυτό μάλιστα το έκανε, επειδή πρώτη η Εύα πέθανε με τον ψυχικό θάνατο. Και αφού σαρκώθηκε, έγινε άνθρωπος, αποκτώντας μέσα του σώμα με νου μαζί με ψυχή. Διότι πήρε αυτή τη σάρκα έμψυχη με τρόπο ανείπωτο, και τότε από τον Αδάμ και τώρα από την Θεοτόκο, και ανακαίνισε έτσι με τρόπο μυστικό όλη τη φύση μας. Αφού μάλιστα γεννήθηκε με τρόπο απερίγραπτο, όπως ο ίδιος γνωρίζει, μπήκε στον κόσμο. Για χάρη ποιου και για ποιο λόγο; Για να αναζητήσει τον Αδάμ, που εξορίσθηκε σ’ αυτό τον κόσμο, και να τον βρει και να τον αναπλάσει. Και πρόσεχε από εδώ, καθώς επαναλαμβάνω όσα είπα προηγουμένως, το φοβερό μυστήριο της οικονομίας.
Ο Αδάμ, όσο ακόμη βρισκόταν στον παράδεισο, προσκλήθηκε να μετανοήσει˙ διότι ο Θεός λέει σ’ αυτόν: «Αδάμ, πού είσαι;», και, «ποιός σου ανάγγειλε ότι είσαι γυμνός, εκτός και αν έφαγες από το δέντρο, που σε πρόσταξα απ’ αυτό να μη φας;»14 Και όμως, αν και άκουσε αυτά, δεν θέλησε να μετανοήσει και να κλάψει και να ζητήσει συγχώρηση. Αλλά τί κάνει; Προφασίζεται ως αιτία της ανοησίας του και της αμαρτίας του τη γυναίκα˙ γι’ αυτό και εύλογα διώχνεται έξω από τον παράδεισο. Επειδή όμως ο Αδάμ δεν θέλησε τότε να μετανοήσει, κάνοντας και αυτό με την επιβουλή του πονηρού δαίμονα, γι’ αυτό ο Θεός, αφού ήρθε επάνω στη γη, προσκαλεί πάλι όλους προς τον εαυτό του δια μέσου της μετάνοιας και λέει: «Μετανοείτε˙ διότι έχει φθάσει η βασιλεία των ουρανών».15 Έχει φθάσει˙ βρίσκεται μπροστά στις πύλες των καρδιών και των στομάτων σας. Ανοίξτε τις καρδιές σας με την πίστη και αμέσως η βασιλεία των ουρανών θα μπει μέσα σ’ αυτές, και θα ανοίξουν στη στιγμή διάπλατα τα στόματά σας, και θα φωνάξετε: «Έχουμε μέσα μας το θησαυρό του Πνεύματος,16 τον έχουμε˙ αποκτήσαμε μέσα στις καρδιές μας την αιώνια ζωή».
Αλλά πρόσεχε˙ ο Θεός κάλεσε πρώτα τους Ιουδαίους, και δεν υπάκουσαν, ώστε να επιστρέψουν˙ τελευταία καλεί τα έθνη με τον Υιό, και επειδή υπάκουσαν, προσέφυγαν και προσέτρεξαν σ’ αυτόν. Γι’ αυτό και λέει στους αποστόλους του: «Βγείτε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης, και φέρτε εδώ όλους τους φτωχούς και τους ανάπηρους, τους χωλούς και τους τυφλούς»17˙ ονομάζοντας πόλη όλο αυτό τον κόσμο, πλατείες πάλι και δρόμους ονομάζοντας τις φυλές των εθνών και τις άγνωστες μακρυνές χώρες, φτωχούς πάλι και ανάπηρους, χωλούς και τυφλούς ονομάζοντας εκείνους, που είναι συντριμμένοι από πολλά αμαρτήματα, και από διάφορα παραπτώματα και ανομήματα, και τυφλωμένοι από την άγνοια του Θεού.
Όλους λοιπόν τους προσκαλεί, από την ανατολή ως τη δύση, εννοώ τους Εβραίους και τους Έλληνες.18 Προγνώριζε μάλιστα ως Θεός, όπως πολλές φορές είπαμε, την ανυπακοή των Εβραίων από απιστία και την επιστροφή των εθνών από πίστη˙ και προόρισε προαιώνια, ώστε, όσοι θα πιστέψουν σ’ αυτόν και θα βαπτισθούν στο όνομά του, δηλαδή στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και θα φάνε το άχραντο σώμα του Υιού του και θα πιουν το τίμιο αίμα του, θα αθωωθούν από την αμαρτία, να ελευθερωθούν δηλαδή και να δοξασθούν και να γίνουν συμμέτοχοι στην αιώνια ζωή, όπως ο ίδιος εκείνος ο Δεσπότης των όλων λέει: «Εκείνος που τρώει το σώμα μου και πίνει το αίμα μου, έχει αιώνια ζωή19˙ και δεν θα περάσει από κρίση, αλλά έχει μεταβεί από το θάνατο στη ζωή».20
Να, λοιπόν, και προγνωρίσθηκες από τον Θεό, αδελφέ, και προορίσθηκες και προσκλήθηκες και δοξάσθηκες και αθωώθηκες και επέστρεψες, με την πίστη στον Χριστό και με το άγιο βάπτισμα, στην αιώνια ζωή˙ και δεν τοποθετήθηκες, όπως πριν ο Αδάμ σε αισθητό παράδεισο, αλλά στον ουρανό και στα αγαθά που υπάρχουν στους ουρανούς, αυτά που μάτι δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και νους ανθρώπου δεν συνέλαβε.21 Να εργάζεσαι λοιπόν τις αρετές και να φυλάγεις τις εντολές του Θεού, ή, καλύτερα, να φυλάγεις τον εαυτό σου με τις εντολές, για να μην παραβείς κάποιο απ’ αυτά που προστάχθηκες και πάθεις το πάθημα του Αδάμ, ή μάλλον και χειρότερα, με το να στερηθείς τα μεγαλύτερα και ουράνια αγαθά. Να μην προτιμήσεις πια κάτι από τα επίγεια, ούτε να σε κατεξουσιάσει κάποια επιθυμία γι’ αυτά που φθείρονται, για να μην απογυμνωθείς από τη δόξα, με την οποία δοξάσθηκες από τον Χριστό και, επειδή δεν έχεις ένδυμα γάμου, δεθείς χέρια και πόδια και ριχθείς στο σκότος το εξώτερο, όπου υπάρχει ο θρήνος και το τρίξιμο των δοντιών.22
Η πίστη στον Χριστό είναι ο νέος παράδεισος. Γι’ αυτό και ο Θεός προγνώρισε πριν από τη δημιουργία του κόσμου όλους εκείνους που πίστεψαν και πρέπει να πιστέψουν σ’ αυτόν˙ τους οποίους και προσκάλεσε και δεν θα σταματήσει να προσκαλεί ως τη συντέλεια, και δόξασε και θα δοξάσει, και δικαίωσε και θα δικαιώσει, παρουσιάζοντάς τους δηλαδή με το άγιο βάπτισμα και με τη χάρη του Πνεύματος όμοιους με τη δόξα της εικόνας του Υιού του˙ κάνοντάς τους μυστικά όλους υιούς του Θεού και καθιστώντας τους καινούργιους από παλαιούς και αθάνατους από θνητούς, και δίνοντας σ’ αυτούς εντολές, όπως κάποτε στον Αδάμ.
Όσοι λοιπόν θα φυλάξουν όλες τις εντολές του ως το θάνατο, αυτοί και την αγάπη στον Θεό δείχνουν και σε μεγαλύτερη δόξα, προκόπτοντας, ανεβαίνουν. Όσοι όμως θα φανούν καταφρονητές και αδιάφοροι και αχάριστοι στον ευεργέτη, και δεν θα φυλάξουν τις εντολές που δόθηκαν απ’ αυτόν, στερούνται απ’ αυτά τα αγαθά, όπως ο Αδάμ στερήθηκε από τον παράδεισο, όχι επειδή δεν προγνωρίσθηκαν οι ίδιοι από τον Θεό, αλλά επειδή έπαθαν αυτό εξαιτίας της ανοησίας και της κακίας τους. Γι’ αυτό λοιπόν και ο Θεός έβαλε μπροστά, στο μέσο αυτού του παραδείσου, το σωτήριο φάρμακο, δηλαδή τη μετάνοια, ώστε αυτοί που από ραθυμία και αμέλεια απομακρύνονται από την αιώνια ζωή να επιστρέψουν πάλι σ’ αυτή με τη μετάνοια, με λαμπρότερη και μεγαλύτερη δόξα˙ διότι, αν ο φιλάνθρωπος Θεός δεν έκανε αυτή την οικονομία, δεν θα σωζόταν κανείς.
Λοιπόν, αφού εγκαταλείψουμε και κάθε άλλη μέριμνα, ας φροντίσουμε, όσο μπορούμε, για τη μετάνοια, για να επιτύχουμε και τα παρόντα και τα μέλλοντα αγαθά με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Υποσημειώσεις.
1. Λουκ. 1, 38
2. Ιω. 1, 14
3. Πρβ. Γέν. 2, 7
4. Γέν. 2, 24
5. Πρβ. Λουκ. 14, 26
6. Ιω. 6, 56
7. Α’ Κορ. 6, 16-17
8. Α’ Ιω. 3,2
9. Ιω. 1, 16
10. Γεροντικό, αββάς Λογγίνος 5.
11. Πρβ. Γαλ. 6, 14
12. Α’ Κορ. 6, 17
13. Εφ. 3,6
14. Γέν. 3, 9 και 11
15. Ματθ. 3, 2
16. Β’ Κορ. 4, 7
17. Λουκ. 14, 21
18. Έλληνες˙ συνεκδοχικά, οι ειδωλολάτρες.
19. Ιω. 6, 54
20. Ιω. 5, 24
21. Α’ Κορ. 2, 9
22. Ματθ. 22, 11-13
Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).
Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
Παράβαλε και:
Λόγος ηθικός δεύτερος (Α’): «Όποιους ο Θεός προγνώρισε, αυτούς και προόρισε» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός δεύτερος (Β’): «Ο Νέος Αδάμ» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός δεύτερος (Γ’): «Η φυσική θεώρηση για τον Αδάμ και την Εύα» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός δεύτερος (Δ’): «Στον πρώτο κόσμο προστέθηκαν στη συνέχεια άλλοι δύο κόσμοι.” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός δεύτερος (Ε’): «Η Εκκλησία του Χριστού είναι νέος κόσμος και η πίστις Σ’ Αυτόν νέος Παράδεισος!” – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.