Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Θ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Ότι δεν πρέπει κάποιος από τους αμύητους, πριν από την εργασία των εντολών και την προκοπή και την τελείωση στην αρετή, να ερευνά τα κρυμμένα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών˙ και ότι στη δευτέρα έλευση του Κυρίου όλοι οι άγιοι θα γνωρίζονται μεταξύ τους.

… Ας αφήσουμε λοιπόν τις μάταιες και ανώφελες συζητήσεις και ας μη σπεύδουμε να μαθαίνουμε αυτά που αφορούν στον κατάλληλο καιρό, πριν από τον κατάλληλο καιρό. Ας υπακούσουμε μάλιστα στον Δεσπότη, που λέει έτσι: «Να ερευνάτε τις Γραφές».1 Να ερευνάτε και να μην ασχολείσθε μ’ αυτές με περιέργεια. Να ερευνάτε τις Γραφές και να μην κάνετε συζητήσεις έξω από τις άγιες Γραφές. Να ερευνάτε τις Γραφές, για να διδάσκεσθε για την πίστη και την ελπίδα και την αγάπη˙ να διδάσκεσθε για την πίστη, ώστε να μην παρασύρεσθε από κάθε άνεμο, σύμφωνα με την πανουργία των αστήρικτων ανθρώπων,2 αλλά να στερεώνεστε με τα ορθά διδάγματα της αποστολικής και καθολικής εκκλησίας και να κατανοείτε σωστά το λόγο της. Και όχι μόνο αυτό, αλλά θα διδαχθείτε να αναζητάτε με την εκτέλεση των εντολών και τον καρπό της πίστης και την ωφέλεια απ’ αυτή, και όταν θα μπορέσετε να τη βρείτε, τότε θα αποκτήσετε αδιάψευστη και την ελπίδα και θα έχετε μέσα σ’ αυτή ολόκληρη την αγάπη προς τον Θεό. Διότι είναι αδύνατο να αποκτήσει αλλιώς ο κάθε άνθρωπος τέλεια την αγάπη προς τον Θεό, παρά μόνο με την καθαρή πίστη και τη βέβαιη και αδίστακτη ελπίδα. Γιατί λοιπόν, αφήνοντας την εξέταση του εαυτού μας ως προς αυτά, και αν ακόμη αποκτήσαμε τέτοια πίστη προς τον Θεό, όποια αυτός ο ίδιος, που και πρόκειται να μας κρίνει, λέει ότι θα απαιτήσει από μας, ασχολούμαστε με περιέργεια μ’ αυτά που είναι επάνω από τη δυνατότητά μας, και μάλιστα ενώ δεν γνωρίζουμε διόλου ούτε αυτά που είναι μπροστά μας;
Αλλά ποιά είναι η πίστη που ο Θεός απαιτεί από μας και που πρέπει να έχουμε προς αυτόν, φανέρωσε αυτός ο ίδιος με τα Ευαγγέλιά του, λέγοντας τα εξής: «Εκείνος που θέλει να έρθει πίσω από μένα, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει το σταυρό του και ας με ακολουθήσει3 διότι, όποιος έρχεται σ’ εμένα και δεν μισεί τον πατέρα του και τη μητέρα και τους αδελφούς και τις αδελφές, αλλά ακόμη και την ψυχή του, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου».4 Και αλλού λέει: «Όποιος βρει την ψυχή του», σ’ αυτά που έχουν ειπωθεί, «θα τη χάσει»5˙ όποιος όμως θα χάσει την ψυχή του για μένα και για το Ευαγγέλιό μου», δηλαδή για την εκπλήρωση των εντολών μου, «θα τη βρει στην αιώνια ζωή».6
Ακούσατε τα γνωρίσματα της πίστης; Αρκείσθε σ’ αυτά που ειπώθηκαν ή χρειάζεσθε ακόμη να φέρετε στη μνήμη σας και τα ακόλουθα; Αν λοιπόν θέλετε να μάθετε ότι τέτοια πίστη απαιτεί από μας ο Θεός, ώστε να μη φροντίζουμε καθόλου ούτε για την ίδια την παρούσα ζωή, πιστεύοντας σ’ αυτόν, μάθετέ το ακριβώς από τον ίδιο τον Κύριο, που έτσι απερίφραστα φωνάζει: «Μη μεριμνήσετε για την αυριανή μέρα, τι θα φάτε ή τι θα πιείτε ή τι θα ντυθείτε».7 Και ανεβάζοντάς μας λίγο λίγο στην τελειότητα, λέει: «Αν κάποιος σε ραπίσει στο δεξί μάγουλο, να στρέψεις σ’ αυτόν και το αριστερό˙ και σ’ αυτόν που θέλει να σε πάει στο δικαστήριο, και να πάρει το χιτώνα σου, άφησέ του και το επανωφόρι σου˙8 και από εκείνον που παίρνει τα δικά σου, να μη ζητάς να σου τα επιστρέψει».9 Και ακόμη, ανεβάζοντάς μας σε υπερβολικό ύψος πίστης, παραγγέλλει να προσευχόμαστε και να αγαπούμε τους εχθρούς μας, και να ευεργετούμε αυτούς που μας μισούν, και να προσευχόμαστε γι’ αυτούς που μας κατατρέχουν.10 Και άλλα περισσότερα παραγγέλλει να κάνουμε, από τα οποία αποδεικνύεται δηλαδή πρώτα η πίστη μας σ’ αυτόν, και τότε πρέπει να λέμε ότι εμείς οι ίδιοι είμαστε πιστοί˙ διότι χωρίς αυτά η πίστη μας είναι νεκρή, και είναι φανερό ότι και εμείς είμαστε νεκροί.
Εξέτασε λοιπόν με ακρίβεια τον εαυτό σου, άνθρωπέ μου, και αν βρεις τον εαυτό σου να μην υστερεί σε κανένα απ’ αυτά που ειπώθηκαν, αλλά ότι όλα τα έκανε με το παραπάνω, με θερμή δηλαδή καρδιά και προαίρεση, οπωσδήποτε θα καταλάβεις ότι ο εαυτό σου είναι μέσα στο φως και έχει ακαταίσχυντη ελπίδα, όχι αυτή που προέρχεται από την υπερηφάνεια σ’ εκείνους που βαδίζουν στην απώλεια, που τη ματαιότητά της και την απάτη δεν μπορεί να διακρίνει κανείς από εκείνους που την έχουν, αλλά την καλή και αληθινή ελπίδα που είναι μέσα σε αληθινό και ακαταίσχυντο φως. Σ’ αυτή την ελπίδα μάλιστα θα δεις καθαρά να κάθεται, σαν επάνω σε χερουβικό όχημα, η αγάπη, που είναι ο Θεός11 αυτή την αγάπη αν τη βρεις και τη δεις έτσι, δεν θα ασχοληθείς από τότε, με περιέργεια, με κανένα από τα μελλοντικά και αόρατα, αλλά και άλλους θα αποστομώσεις, και θα παραγγείλεις, να μην ασχολούνται με περιέργεια με κάτι, ούτε να συζητούν για τα εκεί, επειδή έμαθες από την ίδια την πείρα, που απέκτησες, ότι όλα τα εκεί είναι ακατανόητα και ανέκφραστα από το νου και από το λόγο. Αν όμως δεν έπραξες ως τώρα αυτά που σε κάνουν να αναγνωρίζεσαι πρώτα ότι είσαι πιστός και χριστιανός, αλλά ότι είσαι με τους απίστους πιστός και με τους πιστούς κατάκριτος σαν άπιστος από τη συνείδησή σου, και ότι δεν έχεις ακόμα τέλεια ελπίδα και βεβαιότητα ότι θα σωθείς, ούτε μπορείς να λες και εσύ, όπως ο άγιος Παύλος, «Τον αγώνα τον καλό αγωνίσθηκα, το δρόμο τελείωσα, την πίστη φύλαξα˙ λοιπόν με περιμένει το στεφάνι της δικαιοσύνης, που θα μου δώσει ο Κύριος, ο δίκαιος κριτής»,12 τότε γιατί ασχολείσαι με περιέργεια και ρωτάς να μάθεις, αν οι άγιοι πρόκειται να γνωρίζονται στη βασιλεία των ουρανών μεταξύ τους, όταν βρεθούν στη θέαση του Θεού που τα εξουσιάζει όλα και τον βλέπουν; Ποιά ωφέλεια θα έχεις απ’ αυτό; Πες μου.
Θα ήθελα δηλαδή να ακούσω και να μάθω από σένα, ποιά είναι η ωφέλειά σου – εφόσον, όπως είπαμε, κατακρίνεσαι από τη συνείδησή σου, επειδή δεν φύλαξες τις εντολές που προστάχθηκαν από τον Χριστό, και γι’ αυτό δεν έχεις μερίδα με τον Χριστό -, αν θα μάθεις, με το να διδαχθείς από μας, τις απολαύσεις και τις δόξες και τις τρυφές και τις αποκαταστάσεις, που υπάρχουν στη βασιλεία του; οπωσδήποτε δεν θα έχεις διόλου καμία ωφέλεια, αλλά και θα προξενήσεις στον εαυτό σου μεγαλύτερη καταδίκη, διότι, παρ’ όλο που τα έμαθες αυτά, έδειξες καταφρόνηση και δεν θέλησες να αποβάλεις την υπερηφάνεια και να αποκτήσεις την ταπείνωση. Αλλιώς ωστόσο, καθώς εγώ σε ρωτώ με ηρεμία, εσύ απάντησε με ειρήνη. Άραγε σε ένα μικρό παιδί, που δεν δέχθηκε να μάθε ούτε τα γράμματα του αλφαβήτου, αλλά ζητά να του διδάξουν όσα αναφέρονται στη γραμματική και στη ρητορική, θα ανεχθεί ποτέ ένας άνθρωπος, που ελέγχει το λογικό του, να θεωρήσει την ανοησία του άξια ακόμη και για απλό λόγο, και δεν θα το απομακρύνει περισσότερο, επειδή αυτό σκέφτεται ανόητα και παιδικά, και ζητά χωρίς συναίσθηση αυτά που είναι επάνω από τη δύναμή του; Αν όμως αυτό είναι δίκαιο και σωστό να γίνεται σ’ αυτά, πόσο περισσότερο δίκαιο και σωστό είναι να γίνεται σ’ εκείνα που είναι επάνω από τη λογική και το νου και τη σκέψη; Αν όμως και δεν μάθει κάποιος τα γράμματα του αλφαβήτου, θα ακούσει ωστόσο αυτά που έγραψαν οι Έλληνες με άλλες εκφράσεις, και θα τα κατανοήσει, καθώς θα λέγονται στη δική του διάλεκτο, δεν θα είναι αυτό διόλου παράξενο, επειδή αυτοί μιλούν για αισθητά πράγματα και οι μάταιοι λόγοι τους αναφέρονται σε μάταια πράγματα.
Αυτά όμως για τα οποία ρωτάς δεν είναι τέτοια, αλλά τί λογής και πώς είναι; Είναι όπως λέει ο προφήτης Δαβίδ: «Και χαμήλωσε τους ουρανούς, και κατέβηκε στη γη, και απλώθηκε γνόφος κάτω από τα πόδια του».13 Ποιός είναι αυτός ο γνόφος; Είναι η ίδια η σάρκα του Κυρίου, για την οποία ο Ιωάννης, ο μεγάλος πρόδρομός του, είπε αργότερα: «Αυτού δεν είμαι άξιος να σκύψω και να λύσω τους ιμάντες από τα υποδήματά του».14 Κατέβηκε λοιπόν και ήρθε, φορώντας αντί για το γνόφο τη σάρκα. Και πάλι ο Δαβίδ είπε: «Ανέβηκε και κάθισε επάνω στα Χερουβίμ, σαν να ανέβηκε επάνω σε άρμα, και πέταξε˙ πέταξε δηλαδή, σαν να πετά επάνω σε φτερά ανέμων. Και για την απόκρυφή του έβαλε σκότος˙ ολόγυρα είναι η σκηνή του».15 Βλέπεις πώς η έρευνα δεν είναι για αισθητά πράγματα, αλλά για θεία και ακατανόητα, και για πράγματα που δεν είναι εύκολα κατανοητά από όλους; Διότι, αν έβαλε γνόφο και σκότος για την απόκρυψη των μυστηρίων του, και αν χρειάζεται κάποιος πολύ από το φως του παναγίου Πνεύματος, για να καταλάβει τα κρυμμένα μυστήριά του, πώς εσύ, χωρίς ακόμη να γίνεις κατοικητήριο του θείου φωτός, ερευνάς αυτά που δεν θα μπορέσεις να μάθεις, επειδή είσαι ακόμη ατελής και αφώτιστος; Για να μην υποθέσεις όμως, επειδή κάθεσαι στο σκότος, ότι και εκείνος κρύφθηκε, με το να καταφύγει στο σκότος, ο προφήτης Δαβίδ είπε, «ολόγυρα είναι η σκηνή του˙» και λέει «σκηνή» αυτή που ο Παύλος ονομάζει φως, λέγοντας, «διότι αυτός είναι που κατοικεί σε απλησίαστο φως».16 Και οι δύο, φανερώνουν το ακατανόητο και αβάσταχτο της θεότητάς του, χωρίς ωστόσο να περιορίζουν το θείο, αλλά απεναντίας, μιλώντας κάπως έτσι σ’ εκείνους που είναι περισσότερο περίεργοι, λένε: «Να μην υποθέσετε, ανόητοι, ότι ο Κύριος και Θεός, που αναλήφθηκε, κρύφτηκε, αφού μπήκε στο σκότος, αλλά ότι εκείνος, από τη μία, είναι μέσα στη δόξα του, δηλαδή μέσα στη θεότητά του που γεμίζει όλο τον κόσμο και ξεπερνά όλο τον κόσμο, στην θεότητα που ήταν και πριν απ’ αυτό, από την άλλη, ότι έβαλε σκότος που να σκεπάζει όχι εκείνον αλλά εμάς, επειδή φροντίζει για μας, για να μην απολεσθούμε εντελώς˙ διότι ο Θεός μας είναι, λέει, φωτιά που κατακαίει,17 όχι τους δίκαιους, αλλά τους αμαρτωλούς».
Πρόσεξε λοιπόν˙ έμαθες τα θεία και φρικτά μυστήρια της πίστης μας με συντομία από μας, ή, καλύτερα, με το λόγο μας από το Άγιο Πνεύμα˙ έμαθες ότι ο Θεός και κατέβηκε στη γη και ανέβηκε πάλι στους ουρανούς και έβαλε σκότος για την απόκρυψή του˙ διότι δεν έπρεπε να φανεί σ’ εμάς, πριν από την κρίση, με τη δόξα του Πατέρα του, αλλά έπρεπε αυτό να γίνει τότε, όταν δηλαδή ο Πατέρας του όρισε και τον κατάλληλο καιρό στη δική του εξουσία.18 Αν λοιπόν είναι έτσι κρυμμένα τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, και αν δεν δόθηκε σε όλους η δυνατότητα να τα γνωρίζουν, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου,19 γιατί, ενώ εγκατέλειψες να εργάζεσαι τις εντολές του, ρωτάς για τα πράγματα που είναι κρυμμένα από όλους τους ανθρώπους; Διότι, να, ακούς κάθε μέρα τον απόστολο να φωνάζει για εκείνα τα ίδια που μάτι δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και νους ανθρώπου δεν συνέλαβε, για τα αγαθά δηλαδή που ο Θεός ετοίμασε γι’ αυτούς που τον αγαπούν.20 Διότι, πριν να αναληφθεί αυτός και να βάλει για την απόκρυψή του το σκότος, έδωσε σ’ εμάς τις άγιες εντολές του, δίνοντας δηλαδή σ’ εμάς, όπως θα έλεγε κάποιος, εργαλεία, και την πίστη προς τον ίδιο, όπως έναν τεχνίτη, ώστε εμείς να είμαστε τα σκεύη, η πίστη να είναι ο τεχνίτης και οι εντολές τα εργαλεία, με τα οποία ο τεχνίτης Λόγος αναδημιουργεί και ανακαινίζει τους εργάτες των εντολών του, ώστε, με το να καθαριζόμαστε με την εργασία των εντολών, να φωτιζόμαστε προοδευτικά από το Πνεύμα ως προς τη γνώση των μυστηρίων της βασιλείας των ουρανών.
Και όπως τα εργαλεία χωρίς τον τεχνίτη, και ο τεχνίτης χωρίς τα εργαλεία, δεν μπορούν να κατασκευάσουν κάτι, έτσι ούτε η πίστη χωρίς την εκπλήρωση των εντολών, ούτε η εκπλήρωση των εντολών χωρίς την πίστη, μας ανανεώνουν διόλου και μας αναπλάθουν, ούτε μας κάνουν από παλαιούς καινούργιους. Όταν όμως αποκτήσουμε με αδίστακτη καρδιά και τα δύο, και γίνουμε χρήσιμο σκεύος για τον Δεσπότη,21 ώστε να δεχθούμε το νοητό μύρο, τότε και αυτός, που έβαλε το σκότος για την απόκρυψή του, εγκαθιστά σ’ εμάς τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος και μας ανασταίνει, με το να μας κάνει καινούργιους αντί για παλαιούς, και ζωντανούς από νεκρούς˙ και ανοίγει δίοδο στο σκότος, και περνά μέσα απ’ αυτή τη δίοδο το νου μας, και τον κάνει να σκύβει και να βλέπει κάπως αμυδρά, σαν μέσα από μία οπή, όσο μπορεί κάποιος να δει, τον κύκλο του ήλιου ή της σελήνης˙ απ’ αυτό βέβαια και διδάσκεται, ή, καλύτερα, να πω, γνωρίζει και μυείται, με το να βεβαιώνεται ότι πραγματικά δεν είναι δυνατό κάποιοι να γίνουν με άλλο τρόπο, κατά ένα μέρος, μέτοχοι στα απόρρητα αγαθά του Θεού, αν δεν απαρνηθούν όλο τον κόσμο και τα πράγματα, που υπάρχουν στον κόσμο, μαζί με τα θελήματά τους, με την ταπείνωση της καρδιάς και με την αδίστακτη πίστη της ολόψυχης προαίρεσής τους, τηρώντας όλες τις εντολές του Θεού˙ και όχι μόνο αυτό, αλλά και αν δεν διέλθουν ανεπαίσχυντα, ή, καλύτερα, με αγαλλίαση της καρδιάς και χαρά, τους κόπους για την αρετή και τους πειρασμούς συγχρόνως, αυτοί που πιστεύουν στον Χριστό, και μάλιστα αυτοί που βαπτίσθηκαν σε νηπιακή ηλικία και δεν αισθάνονται να έχουν τη δωρεά της χάρης του Θεού.
Εσύ λοιπόν που διάβασες αυτά, μην εξετάζεις τον εαυτό σου με την υπερηφάνεια της ψεύτικης γνώσης και με τη δημιουργία μάταιων λογισμών, αλλά να τον εξετάζεις με φόβο και τρόμο˙ και αν θέλεις να μάθεις με ποιο τρόπο ζεις και σε ποια κατάσταση είσαι, ρώτησε την ψυχή σου και πες σ’ αυτή: «Ψυχή, φύλαξες όλες τις εντολές του Θεού ή όχι;» Και αυτή, αφού ανοίξει το στόμα της συνείδησής της, θα σου πει οπωσδήποτε την αλήθεια˙ διότι δεν θα σε ντραπεί, αλλά θα σε ελέγξει και θα σου δείξει αυτά που προηγουμένως απόθεσες και έχεις μέσα σου, είτε καλά είτε κακά. Διότι μέσα στη συνείδηση της ψυχής σου θα βρεις, αν αγάπησες τον κόσμο, ή αν προτίμησες τον Θεό από τον κόσμο, ή αν ζήτησες τη δόξα των ανθρώπων, ή αν πόθησες τη δόξα που δίνεται μόνο από τον Θεό˙ αφού δηλαδή σκύψεις στον εαυτό σου, όπως σκύβεις σε ένα κιβώτιο, και ψάξεις να βρεις αυτό που είναι από κάτω, βγάζοντας ένα ένα τα αποθηκευμένα, θα τα γνωρίσεις όλα φανερά. Ας υποθέσουμε δηλαδή πρώτα ότι μέσα είναι αποθηκευμένος ο έρωτας της φιλοδοξίας και της κενοδοξίας, η ενέργεια της ανθρωπαρέσκειας, οι ευχαριστήσεις για επαίνους από τους ανθρώπους, το ένδυμα της υποκρισίας, ο κρυμμένος σπόρος της φιλαργυρίας, και γενικά πολλά άλλα που είναι μέσα στο κιβώτιο, και ότι καλύπτεται το ένα από το άλλο, αλλά επάνω από όλα αυτά είναι απλωμένο το φούσκωμα από υπερηφάνεια – διότι «η γνώση», λέει ο απόστολος, «κάνει τον άνθρωπο να φουσκώσει από υπερηφάνεια»22 -, και μαζί μ’ αυτό υπάρχει η έπαρση και η ιδέα ότι αυτός που έχει φουσκωμένο το λογισμό του είναι κάτι, χωρίς να είναι τίποτε. Αν λοιπόν αυτά είναι απλωμένα επάνω από όλα τα άλλα, που προηγουμένως είπαμε, πώς θα μπορέσεις, πες μου, να τα δεις αυτά; Οπωσδήποτε θα πεις, με κανένα τρόπο.
Λέγε μου λοιπόν τώρα και αυτό. Αν δεν πείθεσαι ότι επάνω στην καρδιά σου βρίσκεται κάποιο απ’ αυτά σαν κάλυμμα, αλλά δυσπιστείς, όπως δυσπιστούσαν και οι Εβραίοι, όταν ο Παύλος έλεγε αυτό το ίδιο σ’ αυτούς,23 και αν δεν αφαιρείς αυτό το κάλυμμα από την καρδιά σου, ώστε και τα πάθη που καλύπτονται απ’ αυτό να δεις, και την ταλαίπωρη ψυχή σου να λυπηθείς, και να φροντίσεις να την καθαρίσεις, και να πλύνεις τα πνευματικά της μάτια και το πρόσωπό της με θερμά δάκρυα, πετώντας πέρα κάθε κοσμική σοφία και γνώση, με το να υπακούσεις στον Παύλο, ώστε να γίνεις σ’ αυτό τον κόσμο ανόητος, για να γίνεις συνετός εν Χριστώ,24 πες μου, πώς, ενώ είσαι ανόητος, θα σου περιγράψω αυτά που αναφέρονται στον Θεό και στα θεία πράγματα, εφόσον είναι κρυμμένα και αόρατα; Δεν θα με κατηγορήσεις εσύ ο ίδιος, επειδή κάνω άπρεπο πράγμα, και δεν θα πεις δίκαια μέσα σου: «Είναι πραγματικά ανόητος αυτός που περιγράφει σ’ εμένα τον ανόητο αυτά, που αναφέρονται στα αόρατα και ακατανόητα από κάθε ζωντανή ύπαρξη που είναι κάτω από τον ουρανό, και από κάθε δημιούργημα που είναι επάνω από τους ουρανούς;» Διότι, αν αυτά που πρόκειται να γίνουν τότε, δεν τα γνωρίζουν ούτε οι άγγελοι του Θεού, όπως δηλαδή δεν γνώριζαν ούτε και την παρουσία του στη γη, ποιά ή τί λογής θα ήταν ή πότε θα γινόταν, ούτε τον καιρό που επρόκειτο να κατεβεί και να γίνει άνθρωπος, πόσο περισσότερο πρέπει να μη γνωρίζουν την ένδοξη έσχατη παρουσία του, πότε δηλαδή θα γίνει αυτή και πόσο μεγάλη θα είναι, ούτε ποιά θα είναι αυτά που πρόκειται να χαρίσει τότε στους αγίους του; και ότι αυτά έτσι έχουν σε σχέση με την αλήθεια, από τη μία, φανέρωσε ο Παύλος λέγοντας, «Για να γίνει γνωστή τώρα στις αρχές και στις εξουσίες, δια μέσου της Εκκλησίας, η πολυποίκιλη σοφία του Θεού»,25 από την άλλη, φανέρωσε ο Κύριος λέγοντας για την παρουσία του, ότι «και οι δυνάμεις των ουρανών θα σαλευτούν»,26 αντί να πει θα εκπλαγούν και θα θαυμάσουν, όταν ξαφνικά αντικρύσουν αυτά που ως τότε ασφαλώς δεν είδαν. Αν λοιπόν οι δυνάμεις των ουρανών δεν γνωρίζουν, τότε, πώς εσύ τολμάς ολότελα και λες ότι οι άγιοι δεν θα γνωρίζονται μεταξύ τους στη βασιλεία των ουρανών, όταν θα βρεθούν μπροστά στη θέασή του; Εσύ πάλι που διαφωνείς με τον προηγούμενο και λες, «Πραγματικά, πρέπει να βλέπουν και να γνωρίζουν οι άγιοι, ο ένας τον άλλο», ρωτώ, από πού το έχεις μάθει αυτό;

Υποσημειώσεις.
1. Ιω. 5, 39
2. Πρβ. Εφ. 4, 14
3. Λουκ. 9, 23
4. Λουκ. 14, 26
5. Ματθ. 10, 39
6. Μάρκ. 8, 35. Ματθ. 16, 25
7. Ματθ. 6, 25 και 34
8. Ματθ. 5, 39-40
9. Λουκ. 6, 30
10. Ματθ. 5, 44. Λουκ. 6, 27-28
11. Πρβ. Α’ Ιω. 4, 8
12. Β’ Τιμ. 4, 7-8
13. Ψαλ. 17, 10
14. Μάρκ. 1, 7
15. Ψαλμ. 17, 11-12
16. Α’ Τιμ. 6, 16
17. Εβρ. 12, 29
18. Πρβ. Πράξ. 1, 7
19. Ματθ. 13, 11
20. Α’ Κορ. 2, 9
21. Πρβ. Β’ Τιμ. 2, 21
22. Α’ Κορ. 8, 2
23. Β’ Κορ. 3, 14-15
24. Α’ Κορ. 3, 18 και 4, 10
25. Εφ. 3, 10 (αρχές και εξουσίες˙ αγγελικά τάγματα).
26. Ματθ. 24, 29 (δυνάμεις των ουρανών˙ οι ουράνιες αγγελικές δυνάμεις).

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Α’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Β’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Γ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Δ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Ε’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (ΣΤ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Ζ’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Φυσιολογία για τη δημιουργία και την προοπτική του κόσμου (Η’) – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.